Οι τράπεζες πουλάνε «κόκκινα» καταναλωτικά δάνεια σε εταιρείες διαχείρισης (funds) του εξωτερικού, χωρίς να ενημερώνουν τους δανειολήπτες-πελάτες τους και οι εταιρείες αυτές είναι τόσο επιθετικές, που δεν προχωρούν και στις απαραίτητες δικονομικές ενέργειες, προκειμένου να υποκαταστήσουν στις απαιτήσεις τους τις τράπεζες, από τις οποίες αγόρασαν τα δάνεια…
Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση που συζητήθηκε στις 18 Οκτωβρίου, στο Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου (τακτική διαδικασία), στην οποία απερρίφθη το αίτημα εταιρείας διαχείρισης (fund), να δοθεί αναβολή σε διαδικασία ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής, υποκαθιστώντας την τράπεζα, από την οποία και είχε αγοράσει καταναλωτικό δάνειο Βολιώτη συνταξιούχου…
Το Μονομελές Πρωτοδικείο απέρριψε το αίτημα της αναβολής και συζήτησε την υπόθεση, καθώς θεώρησε ότι η τράπεζα, που πούλησε στην εταιρεία διαχείρισης το δάνειο, δεν μπορούσε να υποκατασταθεί στη νομική διαδικασία, χωρίς δηλαδή να έχουν γίνει οι προβλεπόμενες δικονομικές ενέργειες.
Το ιστορικό της υπόθεσης έχει ως εξής: Η συστημική τράπεζα, με βάση αίτησή της προς τον δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου, πέτυχε την έκδοση διαταγής πληρωμής τον Σεπτέμβριο 2014, με την οποία διατασσόταν ο δανειολήπτης Βολιώτης συνταξιούχος, να καταβάλλει σε αυτήν πάνω από 30.000 ευρώ, ποσό το οποίο αντιστοιχεί σε κεφάλαιο και σε τότε εξωλογιστικούς τόκους, εντόκως με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας, το οποίο υπερέβαινε κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες το ενήμερο συμβατικό επιτόκιο και τη δικαστική δαπάνη. Ο δανειολήπτης κατέθεσε ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής της τράπεζας, η οποία μετά από αναβολή προσδιορίστηκε να δικασθεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου στις 18 Οκτωβρίου 2018. Στο μεταξύ, χωρίς να ενημερωθεί ο δανειολήπτης, η τράπεζα πούλησε τις αξιώσεις της από τη σύμβαση σε τρίτο (fund), εκπρόσωπος του οποίου εμφανίστηκε την ημέρα της δίκης, ζητώντας αναβολή, χωρίς να έχει ήδη καταθέσει δικόγραφο παρέμβασης στη δίκη και να έχει επιδώσει το σχετικό δικόγραφο, όπως προβλέπεται νομοτύπως στον δανειολήπτη ανακόπτοντα.
Ο δικηγόρος του ανακόπτοντα δανειολήπτη αρνήθηκε να ματαιώσει και να επαναφέρει την εκδίκαση της υπόθεσης και ζήτησε να τηρηθεί η δικονομική τάξη, όπως προβλέπεται από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και να εκδικασθεί η ανακοπή του εντολέα του, όπως και έγινε. Η σύμβαση δανείου φέρεται να αφορούσε στην κάλυψη ατομικών ή οικογενειακών καταναλωτικών και λοιπών προσωπικών αναγκών, ωστόσο χορηγήθηκε στον δανειολήπτη, προκειμένου να προβεί σε ρύθμιση από συγκεντρωτικές του οφειλές προς την τράπεζα, από προηγούμενες πιστωτικές του κάρτες, που εκείνη του πρότεινε και του είχε εκδώσει στο όνομά του και σε έναν αλληλόχρεο χρηματοπιστωτικό λογαριασμό τον οποίο διατηρούσε σε αυτήν, προκειμένου με δήθεν ευνοϊκούς όρους, να μπορέσει να εξοφλήσει το υπόλοιπο ποσό που μέχρι τότε όφειλε και για το οποίο ποσό, η τράπεζα είχε εμπράγματη εξασφάλιση με πρώτη προσημείωση υποθήκης στη μοναδική ακίνητη περιουσία του. Τη σύμβαση υπέγραψε αναγκαστικά, αφού τον διαβεβαίωσαν ότι με την εν λόγω σύμβαση θα μπορούσε να προβεί σε συνολική ρύθμιση των οφειλών του, συγκεντρωτικά και αθροιστικά και με ευνοϊκό για αυτόν επιτόκιο. Όμως λόγω της οικονομικής κρίσης αδυνατούσε να καλύψει τις τοκοχρεωλυτικές μηνιαίες δόσεις, που του επιβλήθηκαν.
Οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν από τον ανακόπτοντα δανειολήπτη διά του συνηγόρου του, δικηγόρου Βόλου Ιωάννη Καραγκιόζου, ήταν: Ακυρότητα διαταγής πληρωμής λόγω άκυρης σύμβασης παροχής δανείου με προδιατυπωμένους όρους, ακυρότητα της διαταγής πληρωμής λόγω καταχρηστικότητας του όρου χρέωσης της τράπεζας με προμήθειες, κυρότητα της διαταγής πληρωμής λόγω καταχρηστικότητας του μονομερούς καθορισμού του ποσοστού του συμβατικού επιτοκίου από την τράπεζα, ένσταση αοριστίας της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, ένσταση κατάχρησης δικαιώματος κατ’ άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα, μη νόμιμη και υπερβολική επιβολή δικαστικής δαπάνης. Επίσης ο δανειολήπτης ανακόπτων ζήτησε: Να γίνει δεκτή η ανακοπή του ως νόμιμη, βάσιμη και αληθινή, να ακυρωθεί ή άλλως να εξαφανισθεί η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής του κ. δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου και να καταδικασθεί η τράπεζα στη δικαστική του δαπάνη. Ο εκπρόσωπος του fund ζήτησε την αναβολή, προκειμένου να γίνει πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της τράπεζας, που είχε στο μεταξύ πουλήσει την απαίτησή της και φέρεται πως δεν είχε ενημερώσει τον πελάτη της.