Άρθρα

Βολιώτες συγγραφείς, καλλιτέχνες, δημιουργοί στο πνεύμα των γιορτών

Του Νεοκλή Μαντά

Πάντα οι χριστουγεννιάτικες μέρες λήγουν, λίγο πριν προλάβουμε να κλειστούμε για πάντα στο σύμπαν τους. Είναι πολύ καλά σχεδιασμένες να διαρκούν τόσο-όσο. Ευτυχώς, στον άνισο αγώνα ενάντια στο συνοπτικό Δωδεκαήμερο από την παραμονή Χριστουγέννων έως τα Φώτα, ο παγκόσμιος πολιτισμός έχει καταθέσει μια σειρά από λαμπερά έθιμα, θρησκευτικά διδάγματα, παγανιστικά παραμύθια και μαγικά τραγούδια, που μπορούμε να χρησιμοποιούμε για τις απόπειρες ενθήκευσής μας στην αστραφτερή καταχνιά του χριστουγεννιάτικου σύμπαντος. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί και μία από τις διασημότερες χριστουγεννιάτικες ιστορίες, το «A Christmas Carol» του Καρόλου Ντίκενς (1843), που όσα χρόνια κι αν περάσουν, η ψυχογραφική καταγραφή της μετάλλαξης του μισάνθρωπου Ebenezer Scrooge σε φιλάνθρωπο ξωτικό του άκαρδου βικτωριανού Λονδίνου, δεν σταματά να μας δείχνει την κατακόκκινη καρδιά των εορτών. Στο τέλος, λοιπόν, αυτών των παράδοξα γιορτινών ημερών, επηρεαζόμαστε από το διαχρονικό βικτωριανό παραμύθι και απευθυνόμαστε σε Βολιώτες που γεννήθηκαν, ζούνε και δρούνε ή έχουν την τάση να επιστρέφουν στην πόλη μας, για να στείλουν το δικό τους τρισδιάστατο χριστουγεννιάτικο μήνυμα, γεμάτο από αναμνήσεις της παλιάς εποχής, σκέψεις για τον εορτασμό στη σημερινή πανδημία, αλλά και ευχές για τις γιορτές που μας περιμένουν.

Μια άλλη πόλη, μια άλλη ζωή (προσωπικό αρχείο Κώστα Ακρίβου)

Αναμνήσεις από τα Παλιά Χριστούγεννα
«Το μπουφάν από τον «Κάπα Μαρούση», τα παπούτσια απ’ το «Στάνταρ Αλιμπέρτης». Με τα λεφτά από τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα θα αγοράσεις από τον «Μαντζίρη» την πρώτη σου μπάλα. Στο μεταξύ, μια επιθυμία γίνεται πραγματικότητα: Φωτογραφία με τον Άι Βασίλη στην πλατεία Ελευθερίας. Ο 36χρονος τότε (1965) πατέρας σάς καμαρώνει τον μεγαλύτερο συνονόματο ξάδερφο και σένα, που δείχνεις να απορείς με τον άντρα που έχει βάλει το κεφάλι μες στο μαύρο πανί για να βγάλει τη φωτογραφία. Αργότερα θα πάτε στα Παλιά, επίσκεψη στους συγγενείς σας (οικογένειες Πατσιαντά και Αραχωβίτη, Νίτσα Κολιού) και στο καφενείο του Αγιώτη ο πατέρας θα συναντήσει κι άλλους γνωστούς από τη δουλειά του: Τον Πάντο, τον Μιχολίτση, τον Σακαβάλα απ’ τη Σαμπάναγα… Το μεσημέρι θα φάτε στην «Αθηναϊκή Ταβέρνα», θα αγοράσετε ψωμί που τόσο σου αρέσει από τον φούρνο του Λέτσιου και μετά από τη Μεταμόρφωση θα πάρετε το λεωφορείο των δυόμιση για «Καναλάκια-Καπουρνίτσα-Κερασούλα», όπως διαλαλεί με εύθυμη και περιπαικτική φωνή ο εισπράκτορας. Μια άλλη πόλη, μια άλλη ζωή. Μια εποχή γεμάτη αρυτίδωτες υποσχέσεις» Κώστας Ακρίβος, συγγραφέας.
«Ετοιμασίες, μυρωδιές, γλυκά που ψήνονται και ξεσκεπάζεται ο τόπος. Νύχτα στο χειμωνιάτικο, η λάμπα έστελνε λάμψεις στα στολισμένα τα χρυσά, έξω σφύριζε ο βοριάς κι εμείς, τρία παιδιά, ακούγαμε μαγεμένα. Κοιτάζοντας τον κέδρο που ’φερνε ο πατέρας απ’ το ρουμάνι στο Λοζίνικο, φάτνη, καρύδια τυλιγμένα σε χρυσόχαρτα, τούφες μπαμπάκι. «Μην κάθεστε παράωρα, παρωρίτες έρχονται» έλεγε η μάνα χαμηλώνοντας το φυτίλι, μη δουν τα καρκαντζέλια φως και μπουν στο σπίτι. «Δωδεκαήμερο και η γυναίκα του αρχικαλικάντζαρου, του δράκου, κοιλοπονάει. Ο δράκος περιμένει αγόρι κι είπε, θα τη φάει αν γεννηθεί κορίτσι». Γεννιέται κορίτσι κι η μάνα με τη μαμή κάνουν με κερί αντρική φύση στο βρέφος να τον ξεγελάσουν. Όμως, όταν ανοίγει τις φασκιές, το κερί έχει λιώσει και καταλαβαίνει την απάτη. Ετοιμάζεται να τις φάει, αλλά αυτές ρίχνουν μπαμπακόσπορο και παλιοπάπουτσα στο τζάκι κι όπως στα παραμύθια, εμφανίζεται ο παπάς με τον αγιασμό κι ο δράκος φεύγει σκούζοντας: «-Άιντεστε να φεύγουμε και να πανταφεύγουμε, μπαμπακόσπορος μυρίζ’, παλιοπάπ’τσα μας μυρίζ’, κυρά μαμή, κερένια τα ψ…λιά του παιδιού απ’ μας έφερες, ο παπάς με το σταυρό, η παπαδιά με το σταντό έκαψαν τα κ…λια μας και τα κ…λιαρδέλια μας»» Μάγδα Τσιρογιάννη, συγγραφέας.

Σκέψεις πάνω στα Φετινά Χριστούγεννα
«Εκείνην την χρονιάν τα Χριστούγεννα έπεσαν Παρασκευήν. Τόσον το καλύτερον. Θα νηστεύσει και πάλιν, ως το είχε τάμα να νηστεύει διά βίου κάθε Παρασκευήν διά να εξαγνισθεί ο αμαρτωλός δούλος του Θεού από το μέγα κρίμα της νεότητός του, που είδε τυχαίως από την κλειδαρότρυπαν την νεαράν του εξαδέλφην να γδύνεται. Έκαμε τον σταυρόν του κι εσκεπάσθη με την διάτρητον βατανίαν του, όπως ήτο ντυμένος και με τα υποδήματα – πλην του αριστερού. Και τότε ευρέθη εις την προσφιλήν του νήσον των παιδικών του χρόνων με τα ρόδινα ακρογιάλια, τας αλκυονίδας ημέρας, τας χλοϊζούσας πλαγιάς, με τα κρίταμα, την κάππαριν και τας αρμυρήθρας των παραθαλασσίων βράχων και με τους απλούς παλαιούς ανθρώπους, θαλασσοδαρμένους ή ναυαγούς, ζωντανούς και κεκοιμημένους». Αυτό το κείμενο, είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα Βάρναλη Πεζός Λόγος, που περιγράφει τα Χριστούγεννα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Και φέτος τα Χριστούγεννα θα είναι ημέρα Παρασκευή. Και εμείς θα προσπαθούμε μέσα από μία «κλειδαρότρυπα» να αισθανθούμε μία στιγμή χαράς, μάλλον τυχαία και αυτή θα είναι σαν αμάρτημα. Και οι ζωντανοί θα θαλασσοδέρνονται μαζί με τους νεκρούς» Ανδρέας Κατσιγιάννης, συνθέτης.
«Η νύχτα πλέον δεν έχει διάσταση. Έχει χάσει τη μονάδα μέτρησής της. Δεν υπάρχει νωρίς τη νύχτα, αργά τη νύχτα, δεν έχουν βάθος τα βράδια. Δεν έχει ήχους πλέον. Δεν έχει φωνές, μουσική, μεθυσμένες εξομολογήσεις και ευχές. Τη νύχτα τώρα απλώνεται μονάχα ησυχία. Είναι ένα σκηνικό στα studio του Hollywood και της Cinecitta πριν την κλακέτα. Όλα είναι στη θέση τους: Τα λαμπιόνια, τα μαγαζιά, τα φανάρια, όλο το άψυχο υλικό κι οι σκηνικές οδηγίες. Οι πεζόδρομοι περιμένουνε τους πρωταγωνιστές τους. Κουμουνδούρου, Αργοναυτών, Ερμού, Οικονομάκη. Για μήνες είναι έρημοι και αναπνέουν μοναχοί τους. «Διψασμένοι, ανοιχτοί». Απ’ τα παράθυρα των σπιτιών μυρίζει γλύκα, γλυκά, καπνός και ενδοσκόπηση. Και χαμένος χρόνος γεμάτος «χωρίς». Ας ελπίζουμε ξανά σε γέλια, αγκαλιές και παρέες σύντομα. Το καταλάβαμε. Είναι ξεκάθαρο πλέον, ότι χωρίς αυτά δεν αξίζει τίποτα…» Μελίνα Κυρίτση, αρχιτέκτων.

Σκέψεις & Όνειρα κοντά στη Θάλασσα (προσωπικό αρχείο Νεοκλή Μαντά)

Όνειρα για τα Μελλοντικά Χριστούγεννα
«Τύμπανα ατρόμητα δονούν όλη την πόλη στο χάραμα των Χριστουγέννων, σχεδόν μες το σκοτάδι. Σεισμικά και ρυθμικά, μαζεύουν γοργά τους πάντες όλους στα γνώριμα στενά, από την κεντρική εκκλησία πίσω. Μπροστά στον φόβο του θανάτου, η πόλη κρατιέται χέρι με χέρι όλη. Και ξαφνικά η πλήρης σιωπή κι ακινησία, σαν τ’ άγγιγμα να διαρκούσε αιώνες. Κι όλοι κλείσαν τα μάτια, σα ’ναν το τέλος του κόσμου αυτού, χιλιάδες σ’ όνειρο βυθίστηκαν βαθιά μες το μυαλό τους. Κι ο χρόνος πάγωσε. Σταμάτησε η πλάση. Κι από το πουθενά, φύσηξε λίβας μέλλοντος, άγιος κι ακτινοΒόλος. Και φως πλημμύρισε παντού. Και με κινήσεις απαλές [κοιτάξτε!] το πλήθος παραλύει από δέος κι άνθιση μες τον καυτό αέρα. Και τα τύμπανα γίναν αργοί χτύποι εκστατικής καρδιάς, και οι χτύποι αυτοί συνομιλούν γλυκά μέσ’ από όλους τους ανθρώπους, ψυχή αγγίζει την ψυχή, σώμα με σώμα – Θεέ μου πόση ομορφιά ν’ αντέξουμε ακόμα; Και οι ηλικιωμένοι στα γόνατα εκραύγαζαν εκστατικά από τη θύμηση των νιάτων, και οι έφηβοι απαντούσαν λαμπερά με ήχους ζώων άμορφους, τρελούς, μα και πολλά υποσχόμενοι για νέο Άσμα Ασμάτων. Και απ’ τα μπαλκόνια ολόγυμνες γυναίκες τούς έλουζαν αργά, με άνθη αμέτρητα, αγνά, λευκά -ΚΟΙΤΑ ΨΗΛΑ, πιο πάνω από τους κρίνους, Ο ουρανός λάμπει ηδονή, για σένα, για μένα και για ’κείνους. Και στις ταράτσες των στενών, σμήνος ολόχρυσες, ολόλαμπρες τρομπέτες βγάζουν τον πιο ζεστό ψαλμό που ακούστηκε ποτέ σε τούτα τα εδάφη, σημαίνοντας αρμονικά, ευλαβικά, προφητικά κι ανθρώπινα, τη γέννηση του νέου [μας] κόσμου – Αχ λίγη ακόμα σε παρακαλώ, από τούτη την ελπίδα [όλου του κόσμου], προάγγελε και φως μου, έστω για λίγο – δώσ’ μου!» Δημήτριος Σκύλλας, συνθέτης.
«[Νέα Ιωλκός: 20/12/2357 – Καθεστώς: Μεγάλο Πείραμα, Θνησιμότητα: 0% -Γεννητικότητα: 0%, Αρχείο μηνυμάτων κινητού τηλεφώνου πολίτη Νο.ΧΧΧΙ] Άγνωστης ταυτότητας πλοϊκό μέσο έχει προσεγγίσει την ακτογραμμή. Απαγορεύεται η διέλευση από την παραλία. | 24/12/2357 ελάτε όλοι στην άκρη του Κορδονιού | Ο εισβολέας χακάρει τα ηλεκτρονικά συστήματα.

Μην ακολουθείτε τις οδηγίες του. Διαγράψτε τα μηνύματά του. | Βρήκα λάπτοπ στην αποθήκη! Μάλλον της προγιαγιάς, στέλνω φώτος, παραλία γεμάτη λαμπιόνια, γιρλάντες, παιδιά με κόκκινα σκουφιά! Δες και μετά τις διαγράφεις | 24/12/2357, ώρα 23.20 θα ανάψει ο Φάρος. Περπατήστε ήσυχα κατά μήκος του Κορδονιού. | θα πας; | Η παραβίαση της απαγόρευσης τιμωρείται με αφαίρεση της αθανασίας στα εργαστήρια της Διοίκησης. | Είμαι Εξωραϊστική, έχει δίοδο, είναι σκοτεινά, να σε περιμένω; | Φτάνω γέφυρα δε σε βλέπω | με παρασέρνει ο κόσμος έλα φάρο κατευθείαν | ανέβηκα στον κυματοθραύστη είδες;;; | ένα μωρό!!! | τάγμα απ’ το λιμάνι πρόσεχε! | περνάνε τράπεζα για εμάς έρχονται | είναι Θόλο κι άλλοι απ’ το πάρκο! | πέσε στη θάλασσα! τώρα!!! | κολύμπα ΑΡΓΩ | είμαι πάνω σε ψάχνω | Μετά τα χθεσινά επεισόδια, η Κεντρική Επιτροπή προβαίνει σε επιβολή κατ’ οίκον περιορισμού δέκα ημερών | Νεοϊωλκίτες, οι συμπολίτες σας που καταδιώχθηκαν είναι ασφαλείς. Αποπλέουμε όλοι μαζί με το Πρώτο Παιδί των Ανθρώπων. Απορρίψαμε την αθανασία. Διαλέγουμε την ελπίδα. | Το δίκτυο τηλεπικοινωνιών υπέστη ανεπανόρθωτα ανθρώπινη βλάβη|» Αριάννα Χατζηγαλανού, ηθοποιός.
Από τις αναμνήσεις έως τις σκέψεις και τα όνειρα, λίγα λόγια δρόμος. Τα δικά μας χριστουγεννιάτικα πνεύματα είναι ιστορίες που αναπολούν ψυχογεωγραφικές διαδρομές και σκανταλιάρικες ιστορίες από το παρελθόν, που εκφράζουν σήμερα στιγμιαίους προβληματισμούς και ελπιδοφόρους αναστοχασμούς και που συνθέτουν απόκρυφες αλληγορίες με κρυφό happy-end για το sci-fi μέλλον. Αυτή συνεχίζει να είναι η μαγεία των Χριστουγέννων μας, ακόμα και με κατεβασμένα τα ρολά. Κι αν φέτος πιάσετε στιγμιαία το βλέμμα σας να αναγνωρίζει τις βολιώτικες κεραίες ως λονδρέζικες καμινάδες, τη (μετα)βιομηχανική εργασιακή πραγματικότητα ως στυγνή εκμετάλλευση και τους Ανθρώπους σας ως αλαφροΐσκιωτους συνδαιτυμόνες σε ζεστή βεγγέρα, μην αγχωθείτε. Το παιδί που κρύβετε μέσα σας ωρίμασε, αλλά διψά ακόμα για παραμύθια.

([email protected])

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το