Πολιτισμός

Βασίλης Γκουρογιάννης: Το να μπορείς να σέβεσαι και να αποδέχεσαι τις αξίες των άλλων είναι ο πήχης στο άλμα ύψους του ανθρώπου

Αφορμή της συνομιλίας μας με τον Βασίλη Γκουρογιάννη είναι το μυθιστόρημά του «Αναψηλάφηση», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Το βιβλίο θα παρουσιαστεί την Τετάρτη 2 Οκτωβρίου, στις 7.30 μ.μ., στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Βόλου (Κτίριο Σπίρερ, Μικρασιατών 81). Θα μιλήσουν οι δικηγόροι Κυριάκος Παπαγεωργίου και Μίμης Παπαϊωάννου, ενώ αποσπάσματα θα διαβάσει η πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Μαγνησίας Βίκυ Μαντζώρου. Συντονίζει η δημοσιογράφος Ροσσάνα Πόπωτα. Ο συγγραφέας θα απαντήσει στις ερωτήσεις του κοινού και θα υπογράψει αντίτυπα του βιβλίου.
Ο Βασίλης Γκουρογιάννης γεννήθηκε το 1951 στο χωριό Γρανίτσα Ιωαννίνων. Αποφοίτησε από το Λύκειο Ιωαννίνων και σπούδασε στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης. Από το 1977 έως πρόσφατα υπήρξε μαχόμενος δικηγόρος στην Αθήνα. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα. Έχει βραβευτεί με έγκυρα βραβεία λογοτεχνίας. Αρθρογραφεί σε εφημερίδες και sites. Έργα του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες.

Αναψηλάφηση, ο τίτλος του μυθιστορήματός σας. Θέλετε να μας αποκαλύψετε κάποια στοιχεία του;
Ο μύθος του βιβλίου πλέκεται γύρω από έναν αντιστασιακό, αριστερό φοιτητή που συμμετείχε σε μια οργάνωση, η οποία εξαρθρώθηκε από τους χουντικούς. Κατά τη σύλληψη και την κράτησή του υπέστη τα γνωστά μαρτύρια με τα οποία η Χούντα …ασκούσε και διασφάλιζε την τυραννική εξουσία. Κατά τη διάρκεια της Χούντας δραπέτευσε και κατέφυγε στη Βαρκελώνη όπου αναδείχτηκε σε σπουδαίο πανεπιστημιακό φιλόλογο και μάλιστα διάσημο ομηριστή. Όμως με τις ψυχικές και σωματικές κακοποιήσεις που φέρει δεν αισθάνεται ψυχικά έτοιμος να επιστρέψει στην Ελλάδα παρά πενήντα χρόνια αργότερα, στα χρόνια της κρίσης, όπου βρίσκει μια χώρα σε πλήρη παρακμή, όχι μόνον οικονομική, αλλά και πολιτική, ηθική, πολιτιστική, κοινωνική, γλωσσική κ.τ.λ. Δεν την αντέχει. Οι περισσότεροι από τους παλιούς αριστερούς συντρόφους της οργάνωσης έχουν μεταλλαχτεί. Άλλοι έχουν βολευτεί σε δεξιά κόμματα, άλλοι περιφέρονται τυχοδιωκτικά από δω και από κει, άλλοι έχουν φυλακιστεί για διαφθορά, και κάποιοι έντιμοι έχουν εξαφανιστεί εντελώς και έχουν ξεχαστεί. Πολλοί έχουν εξαργυρώσει τους τότε αγώνες τους με αντάλλαγμα την εξουσία αγοράζοντας τρόπον τινά μετοχές της κερδοφόρας, κερδοσκοπικής εταιρείας «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ». Μέσα σε ένα τέτοιο ζοφερό περιβάλλον αναπτύσσεται η πλοκή του βιβλίου με συνεχείς αναδρομές στα τότε γεγονότα και με στοχαστικές σκέψεις στην προβληματική λειτουργία της Δημοκρατίας, όταν βρίσκεται σε χέρια ανθρώπων μικρού διανοητικού και ηθικού αναστήματος που κατέχονται επιπλέον από ιδεοληψίες σε συνδυασμό με τον αμοραλισμό με τον οποίο ασκούν την εξουσία.

Η δικτατορία και η κρίση είναι οι δυο χρονικοί άξονες που κινείται το βιβλίο.
Πόσα κοινά έχουν – παρόλη την απόστασή τους – οι δυο εποχές;
Θα το πω χαριτολογώντας. Στη δικτατορία βασανιστήκαμε από ανθρώπους που με τη βία πήραν την εξουσία και στην κρίση βασανιστήκαμε και βασανιζόμαστε από ανθρώπους που εμείς οι ίδιοι τους ψηφίσαμε! Βέβαια να μην παρεξηγηθώ. Δεν υπάρχει σύγκριση και συμψηφισμός μεταξύ δικτατορίας και δημοκρατίας όσο άρρωστη και αν είναι η δεύτερη. Είναι στο δικό μας χέρι να αλλάξουμε την τύχη μας. Αν θέλουμε καλώς, αν δεν θέλουμε ας παθαίνουμε τα ίδια και χειρότερα. Δεν χρειάζεται να χάσουμε μια Κύπρο, μια Ρόδο, να εξοριστούν χιλιάδες, να βασανιστούν και να υποφέρουν χιλιάδες άνθρωποι για να φύγουν οι εθνοσωτήρες-τύραννοι από την εξουσία. Τους είδαμε το 1974 τι κράτος και τι στρατό είχαν δημιουργήσει. Ήμουν στρατιώτης τότε με 30μηνη συνοριακή θητεία. Αν τότε γενικευόταν η σύρραξη με τους Τούρκους, θα είχαμε μια επανάληψη του πολέμου του 1897 και η εφημερίδα «Θεσσαλία» θα κυκλοφορούσε στους μισούς Νομούς της Θεσσαλίας!

Ο ήρωάς σας επιστρέφει, μετά από πενήντα χρόνια, σε μια Ελλάδα που τη βρίσκει σε χειρότερη κατάσταση κι από ό,τι αναγκάστηκε να την αφήσει. Τι βασανίζει τον σημερινό Έλληνα;
Οι σημερινοί Έλληνες βασανίζονται από τη βιοτική πάλη, κυριαρχούνται από το αγωνιώδες αίσθημα της αυτοσυντήρησης που είναι από μόνο του παραγωγός άλλων δεινών ηθικής και πνευματικής τάξης που εγώ τα αξιολογώ ως μεγαλύτερα βασανιστήρια από τα βιοτικά. Λ.χ. η κατάπτωση της παιδείας, της γλώσσας, του πολιτισμού. Αυτές είναι μεγάλες πληγές, σαν πληγές από σφαίρες που δεν πονάνε στη στιγμή, αλλά όταν κρυώσουν και σε βάθος χρόνου. Αυτές οι πληγές θα πονέσουν τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας. Έχω και εγώ παιδιά, το ένα βρίσκεται στη Γερμανία επιστημονικός μετανάστης και βλέπει πλέον καθαρά τι είδους χώρα έχει αφήσει πίσω του!

Ποια είναι τα αδύναμα σημεία της προσωπικότητας του νεοέλληνα;
Είμαστε αμαθείς και ως εκ τούτου πολύξεροι και ως εκ τούτου επικίνδυνοι για τον εαυτό μας.

Οι βασανισμοί από άνθρωπο σε άνθρωπο και μάλιστα από Έλληνα σε Έλληνα. Πώς θα το χαρακτηρίζατε με λίγα λόγια;
Δεν έχει σημασία ποιος βασανίζει ποιον! Πάντως αν ήταν στο χέρι μου, θα τιμωρούσα με μεγαλύτερη ποινή τους βασανιστές ζώων. Εν πάση περιπτώσει όποιος διαβάσει το βιβλίο μου θα δει χορταστικά τους βασανισμούς και θα βγάλει τα συμπεράσματά του.

Ποια αξία θεωρείτε ύψιστη;
Το να μπορείς να σέβεσαι και να αποδέχεσαι τις αξίες των άλλων. Αυτός είναι ο πήχης στο άλμα ύψους του ανθρώπου.

Υπάρχει, θεωρείτε, φως στο τούνελ της κρίσης που η χώρα κινείται τα τελευταία χρόνια;
Καταρχάς πρέπει να βεβαιωθούμε ότι υπάρχει τούνελ! Αν υπάρχει, ακόμα και με σκοτάδι θα βγούμε κάποτε.

Θεωρητικά, η γενιά των ανθρώπων που εκδιώχτηκαν για ιδανικά και αξίες θα έπρεπε να έχει βοηθήσει τη χώρα να προχωρήσει κι όχι να τη χρεοκοπήσει (δεν εννοώ μόνο οικονομικά). Ποια είναι η δική σας άποψη;
Το έχω ξαναπεί. Η γενιά του Πολυτεχνείου, στην οποία ανήκω και εγώ (για να μην παριστάνω τον αυστηρό δικαστή των άλλων), έχει την τιμή ότι αντιστάθηκε στη Χούντα, όμως δεν μπόρεσε να αντισταθεί… στον εαυτό της, και αυτό είναι πολύ βαρύ.

Η χρονική απόσταση διευκολύνει την αναψηλάφηση των γεγονότων και των πληγών;
Το πλεονέκτημα της χρονικής απόστασης από τα γεγονότα και ιδίως από τα τραυματικά γεγονότα είναι ότι διευκολύνει τη νηφάλια αυτοκριτική. Η κριτική είναι κάτι το άμεσο, το εύκολο, το συναισθηματικό και γι’ αυτό αποδεικνύεται συνήθως αναξιόπιστη. Το βιβλίο μου, ενώ δείχνει ότι κάνει κριτική, στην πραγματικότητα κάνει αυτοκριτική, ψηλαφεί σαν ιατροδικαστής ένα σώμα κακοποιημένο, έστω και αν οι βλάβες έγιναν πολλά χρόνια πριν και βεβαίως καταλήγει σε συμπεράσματα αξιόπιστα για τον θύτη και το θύμα. Αυτό το βιβλίο το γράψαμε μαζί όλοι οι Έλληνες. Ο καθένας μας περιέχεται σε κάποιο κεφάλαιο ή εικόνα ή φράση. Είναι η αυτοκριτική μας, η εθνική μας ψυχανάλυση, όπως έγραψε ένας σημαντικός κριτικός. Εγώ ως συγγραφέας απλώς επιμελήθηκα την καταγραφή.

Τι θεωρείτε ότι κερδίζει ο νέος σε ηλικία αναγνώστης, που δεν έχει αναμνήσεις από τις σκληρές, αλλά αληθινές, σκηνές που καταγράφετε στο βιβλίο σας;
Οι νέοι αναγνώστες – αν βέβαια το διαβάσει κάποιος – θα το κάνει όπως διαβάζουμε εμείς για τον Εμφύλιο ή τη Μικρασιατική καταστροφή ή τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Νταχάου και τα Γκουλάκ. Θα μάθουν, αλλά δεν θα διδαχτούν, όπως δεν διδάχτηκε επί χιλιάδες χρόνια η ανθρωπότητα από την Ιστορία του Θουκυδίδη. Μάλιστα οι επικεφαλής ναζί τη γνώριζαν άριστα! Αυτό που θα μείνει τελικά στους νέους αναγνώστες θα είναι η αίσθηση ότι διάβασαν ένα καλλιτεχνικά δυνατό ή ένα καλλιτεχνικά αδιάφορο μυθιστόρημα.

Συνέντευξη ΧΑΡΙΤΙΝΗ ΜΑΛΙΣΣΟΒΑ

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το