Πολιτισμός

Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Μετά τα εξήντα κάνεις σχεδόν υποχρεωτικά έναν απολογισμό ζωής

Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος (Αθήνα, 1959) έχει δημοσιεύσει περισσότερους από είκοσι τίτλους μυθοπλασίας, πέντε βιβλία μεταξύ χρονικού και αυτοβιογραφίας, και μια συλλογή-σύνθεση με μεταφρασμένα αποσπάσματα από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Έργα του εκδόθηκαν σε ξένες γλώσσες και διασκευάστηκαν για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Το προσωπικό αρχείο του βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Αφορμή για τη συνέντευξη που ακολουθεί είναι το πρόσφατο βιβλίο του, με τίτλο «Ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος.

Συνέντευξη:
Χαριτίνη Μαλισσόβα

Ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί, ο τίτλος του νέου σας βιβλίου. Θα μας δώσετε κάποια στοιχεία;
Ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί κατά σειρά είναι η κόρη μου, η γυναίκα μου, η υπόλοιπη οικογένειά μου και οι φίλοι μου. Επίσης, τα τελευταία χρόνια: Η ενασχόληση με το σώμα, από την καθημερινή κολύμβηση ώς τον χορό και την πεζοπορία. Και ασφαλώς το πάθος με το γράψιμο, αν λογαριάσει κανείς τα περίπου τριάντα βιβλία που έχω δημοσιεύσει μέσα σε μια τεσσαρακονταετία.

Πώς αποφασίσατε να γράψετε την επιλεκτική, όπως την ονομάζετε, αυτοβιογραφία σας και πόσο δύσκολο ήταν να επιλέξετε τη θεματολογία των κειμένων που συμπεριλάβατε;
Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα μυθοπλαστικά έργα, μου την υπαγόρευσε κάτι βαθύτερο. Είχε φτάσει η ώρα, προφανώς. Μετά τα εξήντα κάνεις σχεδόν υποχρεωτικά έναν απολογισμό ζωής. Έδωσα συνειδητά έμφαση σε «ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί». Όσο για το «επιλεκτική», τόσο σύντομο και αποσπασματικό που είναι το βιβλίο μου, μοιάζει με παρωδία τυπικής, πολυσέλιδης αυτοβιογραφίας. Εκεί εστιάζεται και η μεγαλύτερη δυσκολία: Ποια από όσα σου έχουν συμβεί μπορούν να λειτουργήσουν αντιπροσωπευτικά; Αν περιοριστείς μόνο σε αυτά, θα φαίνεται σαν να μιλάς σχεδόν για όλα; Επίσης, για ποιους και για τι επιτρέπεται να μιλήσεις, όταν αποφασίζεις να πεις την αλήθεια; Κι ακόμη, μπορείς να τα πεις έτσι ώστε, μιλώντας για τα δικά σου, να μιλάς εμμέσως και για τα ανάλογα θέματα όλων; Γι’ άλλη μια φορά ακολούθησα τη δημιουργική παρόρμησή μου.

Λογοτεχνικότητα και αυτοαναφορικότητα: Πόσο σας απασχόλησε στο συγκεκριμένο σας βιβλίο;
Όσο με απασχολούν σε κάθε βιβλίο μου. Αν αυτό για το οποίο ξεκινάς να μιλήσεις έχει νόημα και ουσία, η όποια λογοτεχνικότητα γεννιέται μόνη της και η όποια αυτοαναφορικότητα γίνεται αυτομάτως θεμιτή. Αν αυτό για το οποίο ξεκινάς να μιλήσεις δεν σου το υπαγορεύει ο βαθύτερος εαυτός σου, η λογοτεχνικότητα καταντά περιττό στολίδι και κούφια επιτήδευση, και η αυτοαναφορικότητα επίδειξη εγωκεντρισμού και αλαζονείας. Στην προκειμένη περίπτωση ανακάλυψα ότι, μεγαλώνοντας, η ουσία ήταν συνώνυμη με την ίδια τη ζωή μου. Με άλλα λόγια συνειδητοποίησα ότι η θυμόσοφη διάθεση που αποκτάς, σχεδόν θέλοντας και μη, με την πάροδο του χρόνου και με το να έρχεσαι όλο και πιο κοντά στο τέλος σου λειτουργεί όπως και η μυθοπλασία, κι έχει την ικανότητα να φανερώνει γυμνή και σε βάθος την κρυφή ουσία των πραγμάτων χωρίς να ψεύδεται, λέγοντας ευθέως την αλήθεια.

Ποια περίοδος θεωρείτε ότι ήταν η πιο φωτεινή, αισιόδοξη, ελπιδοφόρα για τη χώρα;
Τα πρώτα χρόνια της ανόδου του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και ο πρώτος καιρός του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το δημοψήφισμα. Και στις δύο αυτές περιόδους είδα γύρω μου ότι η προσδοκία για αλλαγές, για τομές στην κοινωνία, γεννούσε ψυχική ανάταση και ευφορία. Εντέλει, επειδή οι αλλαγές δεν ήταν οι αναμενόμενες, επακολούθησε απογοήτευση. Λογαριάστε επίσης ότι ανάταση και ευφορία ένιωθε μόνο ένα μέρος της κοινωνίας, ας πούμε οι μισοί, ενώ οι υπόλοιποι είχαν μάλλον φρίξει. Η κατάρα του εμφυλίου βαραίνει πάντα επάνω μας.

Τι λείπει σήμερα από αυτή την εποχή; Υπάρχει ελπίδα;
Το ερώτημα είναι: Μήπως η σημερινή απογοήτευση είναι πιο κοντά στην αλήθεια; Μήπως η ψυχική ανάταση και η ευφορία, που γεννιούνται από τις προσδοκώμενες ή τις επικείμενες κοινωνικές αλλαγές, είναι σε μεγάλο βαθμό μια αυταπάτη, ένα ζωτικό ψεύδος χρήσιμο για να πάρει μπρος η μηχανή και να κινηθεί η επίσημη Ιστορία; Μήπως, σήμερα που κυριαρχεί η απογοήτευση και δεν υπάρχει, όπως λέτε κι εσείς, ελπίδα, είναι τα πράγματα καλύτερα, δηλαδή πιο ρεαλιστικά, πιο κοντά στα αληθινά μεγέθη τους; Ούτως ή άλλως, όταν βρεθείς στο επίκεντρο και σε παρασύρει η ορμή του κύματος ή του ρεύματος, δεν είναι εύκολο να αντισταθείς. Και ίσως η πιο σοφή στάση είναι να παραδοθείς και να αφεθείς να ζήσεις ό,τι σου έτυχε. Κάτι ανάλογο μάλλον εννοούν οι Κινέζοι όταν λένε: «Την κατάρα μου να ’χεις να γεννηθείς σε ενδιαφέρουσα εποχή».

Με δεδομένη και τη μακρόχρονη παρουσία σας στον χώρο, τι σημαίνει σήμερα για εσάς το να γράφετε;
Παραμένω ο ίδιος πάντα εξερευνητής της ανθρώπινης ύπαρξης, το μάτι που κοιτάζει με την ίδια πάντα απορία και περιέργεια, συμπόνια και αγωνία, τον κόσμο μας.

Τι θεωρείτε εξέλιξη σε έναν συγγραφέα;
Κάποτε, από το Παρίσι όπου ζούσε, ο Ηλίας Πετρόπουλος μού έστειλε μια καρτ ποστάλ στην οποία μου έγραφε την εξής συμβουλή: «Μην επιτρέψετε σε κανέναν να σας βάλει φίμωτρο». Αν στο «κανέναν» συμπεριλάβουμε και τον εαυτό μας, δηλαδή εκτός από τους λογοκριτές, θεσμικούς και μη, που καραδοκούν εκεί έξω, λογαριάσουμε και την αυτολογοκρισία, τότε η εικόνα είναι πλήρης. Επομένως, αρκεί ένας συγγραφέας να μην αποδέχεται καμία λογοκρισία και η εξέλιξή του θα έρθει μόνη της. Ή τουλάχιστον κάτι τέτοιο πιστεύω ότι ισχύει στην περίπτωσή μου. Κατά τα άλλα, η διαδρομή ενός συγγραφέα μοιάζει σε πολλά με τη διαδρομή ενός τρένου ή ενός αυτοκινήτου στη διάρκεια ενός ταξιδιού. Διασχίζεις αλλεπάλληλα τοπία, οργώνεις πεδιάδες, σκαρφαλώνεις λόφους και βουνά, προσπερνάς παραθαλάσσια μέρη. Το ζήτημα είναι να μη σταματάς, να κινείσαι διαρκώς, εξερευνώντας ακατάπαυστα νέα τοπία-θέματα. Ακόμη κι αν φαινομενικά γυρίζεις πίσω ή είσαι σε ελεύθερη πτώση, αντί να προχωράς μπροστά ή να ίπτασαι, εσύ πρέπει να εξακολουθήσεις την εξερεύνηση, επειδή απλούστατα δεν είναι πάντα τόσο εύκολο να κρίνει κανείς κατά πόσο εξελίσσεσαι ή όχι.

Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε;
Ιστορική ανθολογία του Γιάννη Βλαχογιάννη, Εκδόσεις Εστία. Γύρω στις 900 σελίδες, σχήματος τσέπης, με «ανέκδοτα, γνωμικά, περίεργα, αστεία εκ του βίου διασήμων Ελλήνων, 1820-1864». Η Επανάσταση του 1821 κοιταγμένη μέσα από τον παραμορφωτικό -και στο βάθος ακόμη πιο αποκαλυπτικό – καθρέφτη σύντομων και συχνά ευτράπελων ιστοριών, που αποτελούν μαρτυρίες. Μια πατριδογνωσία υψηλού επιπέδου. Σχεδόν σε κάθε σελίδα νιώθεις την ανάγκη να αναφωνήσεις: «Να τι ακριβώς ήταν οι πρωταγωνιστές του ’21, πραγματικά από εκεί καταγόμαστε!» Και ολοκληρώνοντας την ανάγνωση καταλαβαίνεις πολύ καλύτερα όσα σε περιβάλλουν εδώ και τώρα.

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Τη ζωή, την ανθρωπιά. Το καλό. Με εντυπωσιάζει βαθύτατα πόσο μελάνι έχει χυθεί στην ιστορία της ανθρωπότητας γύρω από το θέμα του καλού και του κακού, τη στιγμή που όλοι γνωρίζουν, από τα παιδικά τους ακόμη χρόνια, τι ακριβώς είναι το καθένα. Λες και η ενήλικη ζωή είναι ένας επίμονος αγώνας να ξεχάσουμε – ή να κάνουμε ότι ξεχνάμε – όσα ξέραμε σχετικά με αυτά τα δύο, να μπερδέψουμε τα όριά τους, μόνο και μόνο για να μην επιλέξουμε το καλό, για να έχουμε το ελεύθερο να διαπράξουμε διάφορες μικρές ή μεγάλες κτηνωδίες.

Ασχολείστε με τη συγγραφή ενός επόμενου βιβλίου;
Έχω τελειώσει το καινούργιο μυθιστόρημά μου, που το δούλευα χρόνια. Θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2022 και τιτλοφορείται Ανέγγιχτη. Η ερωτική ζωή του Νίκου Καζαντζάκη, κοιταγμένη μέσα από τα μάτια της πρώτης του γυναίκας, της Γαλάτειας. Στο βάθος, πρόκειται για μία ακόμη εξερεύνηση του προσφιλούς μου θέματος, που είναι ο παράδεισος και η κόλαση της λαγνείας. Και ταυτόχρονα μία αναζήτηση όχι απλώς του Θεού, όπως το έθετε ο δημιουργός της Ασκητικής, αλλά ενός άκρως επίκαιρου και ζωτικού θέματος, που είναι η χαμένη σήμερα πια αίσθηση του ιερού, της πνευματικότητας, της μαγείας.

Φωτογραφία:
Σπύρος Κατωπόδης

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το