Χωρίς κατηγορία

Τριτοκοσμικές συνθήκες για τους Ρομά του Βόλου – Απαιτείται ποσό 11,8 εκ. ευρώ “Θ”

Σ14 Φ1 (1)

Το ποσό των 11,8 εκατομμυρίων ευρώ πρέπει να δαπανηθεί στην χωρική ενότητα του Δήμου Βόλου για να αντιμετωπιστούν τα μεγάλα και δομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κοινότητες των αθιγγάνων σε υποδομές και δράσεις απογκετοποίησης, σύμφωνα με μελέτη της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Στο Δήμο Βόλου έχουν καταγραφεί περί τους 2.400 εδραιωμένους Ρομά που ζουν αποκλειστικά στο πολεοδομικό συγκρότημα Βόλου – Νέας Ιωνίας. Συνολικά, έχουν καταμετρηθεί κατά καιρούς πάνω από 900 οικογένειες που δηλώνουν κάτοικοι της περιοχής για περισσότερο από 6 μήνες το χρόνο. Το μεγαλύτερο αριθμητικά τμήμα της ομάδας κατοικεί στο Δημοτικό Διαμέρισμα της Νέας Ιωνίας, στο Αλιβέρι και τα Προσφυγικά, ανάλογα με τη «φυλή» που αναγνωρίζει ο καθένας ότι ανήκει, την επαγγελματική του εξειδίκευση και το οικονομικό του επίπεδο.
Ένα χαρακτηριστικό στοιχείο της έρευνας είναι ότι οι Ρομά, λόγω κρίσης, μεταναστεύουν σε Γερμανία και Κύπρο.
O πληθυσμός των Ρομά στο Αλιβέρι ανέρχεται σε 1.225 κατοίκους. Πρόκειται για ημιεγκατεστημένο πληθυσμό που μετακινείται για μεγάλα χρονικά διαστήματα κυρίως στις υπόλοιπες πόλεις της Θεσσαλίας, την Αθήνα και τη βόρεια Ελλάδα. Οι μετακινήσεις αυτές πραγματοποιούνται σε όλη τη διάρκεια του χρόνου κυρίως όμως το καλοκαίρι και την περίοδο των γιορτών (Χριστούγεννα και Πάσχα). Νέο στοιχείο που αφορά στις μετακινήσεις αποτελεί η προσπάθεια για εξεύρεση εργασίας σε Κύπρο και Γερμανία (από το 2014 πολλές οικογένειες έχουν εγκατασταθεί στην Κύπρο, αρκετοί πηγαίνουν για κάποιο χρονικό διάστημα και επιστρέφουν, ενώ από τις αρχές του 2015 τουλάχιστον τρεις οικογένειες έχουν βρει μόνιμη εργασία στη Γερμανία). Οι κάτοικοι του οικισμού είναι Ρομά, αλλά υπάρχουν και αρκετοί «μπαλαμοί» για τους οποίους η επέκταση του Σχεδίου Πόλεως λειτούργησε μάλλον θετικά. Οι πρώτοι κάτοικοι Ρομά εκτιμάται ότι ήρθαν στην περιοχή το 1922 με την ανταλλαγή του πληθυσμού και εγκαταστάθηκαν αρχικά στη συνοικία των Παλιών και μετά στο Αλιβέρι, στα τέλη της δεκαετίας του ’50. Στη δεκαετία του ’60 εκτιμάται ότι εγκαταστάθηκε το 20%-25% του σημερινού πληθυσμού, ενώ το μεγαλύτερο μέρος εγκαταστάθηκε στη δεκαετία του ’70. Οι περισσότεροι είναι δημότες Βόλου. Παλαιότερες έρευνες «πόρτα-πόρτα» έχουν καταμετρήσει 107 νοικοκυριά Ρομά με 850 μέλη (1995) ή 120 νοικοκυριά με 1.150 μέλη σε σχέση με 56 νοικοκυριά Μπαλαμών (220 μέλη) που παρέμειναν σταθεροί (τα τσιγγάνικα νοικοκυριά έχουν υπερδιπλάσια μέλη από τον υπόλοιπο πληθυσμό, κάτι που υποδηλώνει μεγάλο αριθμό πολύτεκνων και «ευρεία» οικογενειακή δομή). Υπάρχει δηλαδή μια σημαντική αυξητική τάση του πληθυσμού. Στην περιοχή υπάρχουν Τσιγγάνοι και από άλλα κράτη (οικογένειες από την Αλβανία), οι οποίοι είναι εδραιοποιημένοι στην περιοχή. Ο πληθυσμός τους αποτελείται από 10 με 15 οικογένειες που παρουσιάζουν αυξητική τάση. Στον οικισμό μένουν και αλλοδαποί άλλων κρατών (π.χ. Πακιστάν) που απασχολούνται σε Ρομά εργοδότες.

Κυριαρχεί ακόμα ο αναλφαβητισμός
Αναφορικά με την εκπαίδευση των παιδιών, στο νηπιαγωγείο είναι εγγεγραμμένα 33 παιδιά, 128 τσιγγανόπουλα είναι εγγεγραμμένα στο δημοτικό σχολείο της περιοχής (ποσοστό 75% με αυξητικές τάσεις), με μικρότερο όμως ποσοστό να αποφοιτά από αυτό. Στο γυμνάσιο παρακολουθούν σταθερά 10 παιδιά (ανάμεσά τους το μοναδικό κορίτσι από τον οικισμό), στο λύκειο 2 αγόρια, στο εσπερινό γυμνάσιο 3 αγόρια και στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ένας φοιτητής. Στην πλειονότητά τους (περίπου 80%) είναι αναλφάβητοι, με τις γυναίκες να κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό στη δυσκολία πρόσβασης στην εκπαίδευση. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντική τάση και αύξηση των ατόμων που μπαίνουν στη διαδικασία απόκτησης του απολυτήριου δημοτικού μέσω απολυτήριων εξετάσεων από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Το 98% των κατοίκων είναι τακτοποιημένο αστικοδημοτικά (έχουν ταυτότητα, είναι εγγεγραμμένοι σε ληξιαρχεία και δημοτολόγια). Επίσης, πάνω από το 70% έχει ΑΦΜ και πάνω από το 80% ασχολείται με το εμπόριο (η πλειοψηφία χωρίς άδεια). Αξιοποιώντας τα στεγαστικά δάνεια Ρομά η πλειοψηφία των κατοίκων ζει σε σπίτια (περίπου 110), υπάρχουν όμως 80 περίπου παράγκες και 50 λυόμενα που έχει παραχωρήσει ο δήμος. Τέλος, το 80% καλύπτεται ιατροφαρμακευτικά από την Πρόνοια και το 70% λαμβάνει προνοιακά και άλλα επιδόματα.
Η περιοχή παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα που καθιστούν δύσκολη την επέκτασή της και τη χρήση της για κατοίκηση, όπως είναι ο χείμαρρος Ξηριάς και τα λιμνάζοντα νερά. Σε ό,τι αφορά τις βασικές υποδομές του οικισμού, το 44% έχει αποχετευτικό δίκτυο (το τμήμα που βρίσκεται εντός σχεδίου). Σε όλα τα σπίτια και τα λυόμενα υπάρχει τουαλέτα και λουτρό. Επίσης, υπάρχουν κάδοι απορριμμάτων και η αποκομιδή γίνεται κανονικά. Στο εντός σχεδίου τμήμα του οικισμού υπάρχει και δίκτυο ύδρευσης και ηλεκτροδότησης, καθώς και δημόσιος φωτισμός. Μέσα στον οικισμό δεν υπάρχουν υποδομές εκπαίδευσης, οι οποίες όμως βρίσκονται σχετικά κοντά με τις κατοικίες των Ρομά. Από αυτές δεν χρησιμοποιούνται καθόλου οι βρεφονηπιακές και προσχολικές δομές, ενώ λίγο χρησιμοποιούνται από τα παιδιά το Γυμνάσιο – Λύκειο και το Νηπιαγωγείο και αρκετά το Δημοτικό Σχολείο.
Συμπερασματικά, ο οικισμός του Αλιβερίου παρουσιάζει μια σχετική διαδραστικότητα με τον υπόλοιπο οικοδομικό και κοινωνικό ιστό της περιοχής. Είναι πολύ σημαντικό ότι «μπαλαμοί» βρίσκονται γείτονες με Ρομά.

Κίνδυνος για τη ζωή τους το οδικό δίκτυο
Αγία Παρασκευή, Βόλος: Οι ίδιοι θεωρούν τον εαυτό τους Τσιγγάνο, και όχι «γύφτο» όπως αυτοί στο Αλιβέρι. Στην Αγία Παρασκευή (συνοικία του Βόλου) έχουν εγκατασταθεί οι παλαιότεροι Ρομά της περιοχής (στη δεκαετία ’50 – ’60). Λίγοι στον αριθμό (αναφέρονται 130 οικογένειες), μόνιμα εγκατεστημένοι απασχολούμενοι στο λιανεμπόριο και -τελευταία- ιδιοκτήτες καταστημάτων με αντίκες, καφενείων κ.τ.λ. Οι ίδιοι οι κάτοικοι ισχυρίζονται ότι προέρχονται από τη Ρουμανία, χωρίς να μπορεί να διασταυρωθεί κάτι τέτοιο από άλλες πηγές. Ο οικισμός βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά της πόλης, παραπλεύρως του ποταμού Κραυσίδωνα και σε απόσταση 3 χλμ. από το κέντρο της πόλης. Η περιοχή – αν και με στοιχεία απομόνωσης – χαρακτηρίζεται από νεόκτιστα σπίτια. Δεν υπάρχουν πρόχειρες κατασκευές και παραπήγματα, φαινόμενο συνηθισμένο στους οικισμούς της Θεσσαλίας, και βρίσκεται εξολοκλήρου εντός σχεδίου πόλεως. Το 75% πλέον είναι ιδιοκτήτες οικοπέδων και κατοικιών (βάσει του προγράμματος του Υπουργείου Εσωτερικών που υλοποιείται από το 2003). Στον οικισμό έχουν πραγματοποιηθεί έργα υποδομής (ασφαλτόστρωση, δημοτικός φωτισμός, ύδρευση-αποχέτευση και προστατευτικά κάγκελα παραπλεύρως του ποταμού). Τα προβλήματα που αναφέρονται στον οικισμό, και κυρίως από τους κατοίκους Ρομά, αφορούν περισσότερο τις κοινωνικές υποδομές, τους χώρους πολιτιστικών και κοινωνικών συναθροίσεων και εκδηλώσεων και λιγότερο τις υποδομές και τις επεμβάσεις σε ύδρευση, αποχέτευση κ.τ.λ. Το σημαντικότερο σημείο από πλευράς υποδομών αφορά την αποκατάσταση της σύνδεσης μεταξύ των δύο τμημάτων του οικισμού (λόγω της κατασκευής της περιφερειακής οδού του Βόλου). Εκτός της ελλιπούς επικοινωνίας των δύο πλευρών υπάρχει και σημαντικό πρόβλημα επικινδυνότητας για τη ζωή των κατοίκων, δεδομένου ότι πρέπει να διασχίζουν συχνά το δρόμο (ταχείας κυκλοφορίας) για να περάσουν απέναντι.
Σε ό,τι αφορά τις υποδομές εκπαίδευσης υπάρχουν οι προσχολικές και οι σχολικές υποδομές εκπαίδευσης πολύ κοντά στον οικισμό, η χρήση των οποίων παρουσιάζει τη συνηθισμένη εικόνα των λοιπών οικισμών, δηλαδή μεγάλη συμμετοχή στο νηπιαγωγείο και στο δημοτικό και σημαντικά μικρότερη στις παραπάνω βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Τριτοκοσμικές συνθήκες
Νεάπολη Βόλος: Ο οικισμός της Νεάπολης παρουσιάζει τη χειρότερη εικόνα από τους οικισμούς του δήμου Βόλου και πιθανόν ολόκληρης της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ξεκίνησε η σταδιακή εγκατάσταση των Ρομά στην περιοχή. Προέρχονταν κυρίως από τη Χαλκίδα και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Νεάπολης και πιο συγκεκριμένα παράλληλα με το χείμαρρο Ξηριά στις εγκαταστάσεις του Βιολογικού Καθαρισμού στη Νότια είσοδο-έξοδο της πόλης. Μέχρι σήμερα, ο πληθυσμός είναι περίπου 100 άτομα, τα οποία κατοικούν σε παραπήγματα από νάιλον, νοβοπάν ξύλα και λαμαρίνες (20 περίπου στον αριθμό) και ασχολούνται κυρίως με τα ανθοκομικά. Ένα σημαντικό πρόβλημα εδώ είναι ότι η περιοχή συχνά πλημμύριζε λόγω του χειμάρρου. (Το αντιπλημμυρικό έργο που κατασκευάστηκε από το ΕΣΠΑ στην περιοχή αναμένεται να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά αυτό το ζήτημα.) Η σύνδεση με τον υπόλοιπο ιστό της πόλης γίνεται μέσω ασφαλτοστρωμένου δρόμου, ενώ η τοποθεσία επιλέχθηκε από τους ίδιους τους Ρομά. Μέσα στον οικισμό δεν υπάρχουν διαμορφωμένοι χώροι (π.χ. δρόμοι) και υποδομές εκπαίδευσης, αποχέτευση, δημόσιος φωτισμός, ύδρευση κ.τ.λ. Κανένα παιδί δεν πηγαίνει στο σχολείο (ή παρουσιάζονται σποραδικά), κανείς δεν είναι εγγεγραμμένος κάτοικος σε δήμο του πολεοδομικού συγκροτήματος και δεν έχουν πρόσβαση σε νερό και ηλεκτρισμό. Σχεδόν όλοι έχουν χαρτιά απορίας. Οι τομείς απασχόλησής τους είναι κυρίως το πλανόδιο εμπόριο. Υπάρχει έντονο το στοιχείο της μετακίνησης κυρίως προς Χαλκίδα και Αθήνα.
Προσφυγικά, Νέα Ιωνία: Οι Ρομά, έχοντας τη δυνατότητα να μετακινούνται συνεχώς, αναδείχθηκαν σταδιακά σε βασικό παράγοντα εμπορίας ρουχισμού στις λαϊκές αγορές της περιοχής. Έτσι, η περιοχή έγινε πόλος έλξης για Ρομά και άλλων μικρότερων πόλεων. Ένα πολύπλοκο σύστημα εσωτερικής κατανομής των θέσεων στη λαϊκή απέκλεισε εκ των πραγμάτων Ρομά κάποιων κατηγοριών. Ρομά από την Αμαλιάδα και (λιγότεροι) από τη Χαλκίδα μονοπώλησαν από την αρχή την κατανομή των θέσεων στη λαϊκή και αναζήτησαν στέγη στην περιοχή. Τα Προσφυγικά με τα χαμηλά ενοίκια και τα σπίτια προς διάθεση έγιναν πόλος έλξης. Δεν υπάρχει σαφής εικόνα για την κατηγορία αυτή, αφού μέχρι σήμερα δεν έχουν γίνει συστηματικές έρευνες αλλά και οι ίδιοι δεν επεδίωξαν να ενταχθούν στον πολεοδομικό ιστό θεωρώντας την παραμονή τους αυτή «προσωρινή». (Ο τόπος τους είναι η Αμαλιάδα όπου και είναι εγγεγραμμένοι.) Η περιοχή, με δεδομένο ότι αποτελεί γειτονιά της πόλης του Βόλου, απαιτεί και τις λιγότερες ενέργειες από πλευράς βασικών υποδομών. Η εστίαση πρέπει να είναι κυρίως στην ενδυνάμωση της απασχόλησης και της συμμετοχής στην εκπαίδευση, καθώς υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για εμπορικές δραστηριότητες.

Πρέπει να μετεγκατασταθεί ο οικισμός της Νεάπολης
Όπως αναφέρθηκε στην υφιστάμενη κατάσταση, στο δήμο Βόλου υπάρχουν 4 οικισμοί, οι οποίοι δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες από πλευράς στέγασης και βασικών υποδομών. Πιο «ψηλά» σε επίπεδο ικανοποιητικών συνθηκών βρίσκονται τα Προσφυγικά στη Ν. Ιωνία, περιοχή η οποία δεν αποτελεί κατ’ ουσία ξεχωριστό καταυλισμό, αλλά οι Ρομά ενσωματώθηκαν εκεί και εντάχθηκαν στον οικονομικό και κυρίως στον κοινωνικό ιστό της πόλης. Αμέσως μετά έρχεται ο οικισμός της Αγίας Παρασκευής, ο οποίος βρίσκεται εντός σχεδίου και το ουσιαστικό πρόβλημα που υπάρχει από πλευράς υποδομών είναι ο διαχωρισμός της γειτονιάς λόγω της κατασκευής του περιφερειακού δρόμου. Ο επόμενος σε κατάταξη οικισμός είναι το Αλιβέρι στη Ν. Ιωνία, ο οποίος είναι στο σχέδιο πόλεως κατά το ήμισυ και παρουσιάζει προβλήματα λόγω του χειμάρρου Ξηριά αλλά και της γεωγραφικής του απομόνωσης (εθνική οδός, σιδηροδρομική γραμμή κτλ.). Τέλος, ο οικισμός της Νεάπολης, που βρίσκεται σε πολύ χαμηλό επίπεδο από πλευράς στέγασης και βασικών υποδομών (ουσιαστικά ανυπαρξία υποδομών). Σε αυτό τον οικισμό πρέπει να γίνουν σημαντικές παρεμβάσεις κυρίως σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα με δεδομένο ότι ακόμη δεν έχει λυθεί το πρόβλημα στέγασης. (Ο οικισμός αποτελείται από παραπήγματα.)
Πιθανότατα, θα πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα της μετεγκατάστασης του συνόλου του οικισμού βάσει κατάλληλης μελέτης και με γνώμονα την προσπάθεια κοινωνικής ενσωμάτωσης και απογκετοποίησης.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το