Τοπικά

Τρίχρονη δικαστική ταλαιπωρία για δύο Βολιώτισσες – Από μηνύτριες… κόντεψαν να καθίσουν στο σκαμνί

Έναν δικαστικό Γολγοθά αντιμετώπισαν επί τρία συναπτά έτη δύο Βολιώτισσες, οι οποίες θεώρησαν ότι έπεσαν θύματα πλαστογραφίας από γειτόνισσά τους, με αποτέλεσμα να στραφούν εναντίον της, αλλά από κατήγοροι να μετατραπούν σε κατηγορούμενοι, με αποτέλεσμα να κινδυνεύσουν να καθίσουν στο σκαμνί του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο να τους επιβληθεί πάνω από ένας χρόνος φυλακή…

Η υπόθεση άρχισε το 2017, όταν η ΔΕΗ έκοψε το ρεύμα στους κοινόχρηστους χώρους μιας πολυκατοικίας, στο κέντρο του Βόλου, εξαιτίας οφειλής που έφτανε περίπου τα 1.300 ευρώ. Σύμφωνα με τη μήνυση που κατέθεσαν αργότερα δύο γυναίκες σε βάρος της διαχειρίστριας, αγνοούσαν ότι δεν είχαν καταβληθεί τα χρήματα στη συγκεκριμένη υπηρεσία και το πληροφορήθηκαν μετά. Παράλληλα η διαχειρίστρια φέρεται να συνέταξε δύο πρακτικά γενικής συνέλευσης της πολυκατοικίας, τον Σεπτέμβριο του 2016 και τον Απρίλιο του 2017, με τις υπογραφές των δύο γυναικών, καθώς και ενός ακόμα ενοίκου, προκειμένου να τα καταθέσει στη ΔΕΗ, για να προχωρήσει σε ρύθμιση της οφειλής. Επιπλέον εμφανίζεται να καταθέτει και ψευδείς υπεύθυνες δηλώσεις, ότι «όλοι ανεξαιρέτως οι ιδιοκτήτες ή χρήστες των οριζοντίων ιδιοκτησιών του κτιρίου έχουν υπογράψει το πρακτικό γενικής συνέλευσης εγγράφως ή έχουν συμφωνήσει εγγράφως για τον διακανονισμό της οφειλής». Η μια από τις δύο γυναίκες, ως νέα διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, κατέθεσε μήνυση στην προηγούμενη, κατηγορώντας τη για υπεξαίρεση κατ’ εξακολούθηση, πλαστογραφία μετά χρήσης κατ’ εξακολούθηση και ψευδή υπεύθυνη δήλωση, όλες πλημμεληματικού χαρακτήρα κατηγορίες. Σύμφωνα με την έγκλησή της η γειτόνισσά της υπεξαίρεσε το συνολικό ποσό των 1.328 ευρώ, τα οποία αυτή είχε προηγουμένως εισπράξει από τους ενοίκους της ανωτέρω οικοδομής για την κάλυψη των κοινοχρήστων δαπανών και δεν χρησιμοποίησε για την εξόφληση των λογαριασμών του κοινοχρήστου ρεύματος, αλλά τα ιδιοποιήθηκε παράνομα, με αποτέλεσμα η ΔΕΗ να διακόψει την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής λόγω αντίστοιχης οφειλής. Στην προσπάθειά της αρχικά να ρυθμίσει την τμηματική καταβολή της οφειλής και στη συνέχεια να επανασυνδέσει την παροχή κοινοχρήστου ρεύματος της επίμαχης οικοδομής συνέταξε τα από 2-9-2016 και 5-4-2017 αντίστοιχα πρακτικά γενικής συνέλευσης της επίδικης πολυκατοικίας, θέτοντας επί αυτών τις κατά περίπτωση πλαστές υπογραφές τριών ιδιοκτητών διαμερισμάτων. Κατόπιν η πρώην διαχειρίστρια προέβη και αυτή με τη σειρά της σε μήνυση κατά των δύο γυναικών και ενός ακόμα ενοίκου, κατηγορώντας τους, τη μεν πρώτη για ψευδή καταμήνυση και ηθική αυτουργία σε ψευδή κατάθεση κατά συρροή, τους δε άλλους δύο για ψευδή κατάθεση. Μετά από προκαταρκτική του εισαγγελέα Πρωτοδικών που ανέλαβε τη διενέργειά της τον Ιανουάριο του 2018, απορρίφθηκε η μήνυσή τους και μετά από τη μήνυση που υποβλήθηκε από τη φερόμενη σαν πλαστογράφο, παραπέμπονταν να δικαστούν για τις παραπάνω κατηγορίες στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου.

Έτσι κατέθεσαν μέσω του συνηγόρου τους προσφυγή κατά της κλήσης στο ακροατήριο με την εισαγγελέα Εφετών Λάρισας να αποφαίνεται ότι «η συμπεριφορά της δεν πληροί την απαιτούμενη υπόσταση του αδικήματος της ψευδούς καταμήνυσης, δεδομένου ότι σαφώς είχε παρουσιασθεί έλλειμμα και αμφισβητήσιμες χρεώσεις κατά τη διαχείριση των κοινοχρήστων εκ μέρους της εγκαλούσας (δίχως να έχει έννομη επιρροή, εν προκειμένω, εάν το ύψος αυτού (του ελλείμματος) ήταν μικρότερο του καταγγελλομένου αφού ο ποινικός χαρακτηρισμός παρέμενε ο ίδιος της εγκαλούμενης πράξης) και επιπλέον οι επίμαχες υπογραφές επί των δύο πρακτικών γενικής συνέλευσης δεν είχαν τεθεί ούτε ιδιοχείρως από τους φερόμενους ως υπογράψαντες ούτε αυτοί είχαν δώσει στην εγκαλούσα τη συναίνεσή τους να υπογράψει για λογαριασμό τους με συνέπεια και το κείμενο των δύο υπεύθυνων δηλώσεων προς τη Δ.Ε.Η. να χαρακτηρίζεται ως ψευδές, η ένορκη κατάθεση της… (δεύτερης κατηγορουμένης) ήταν αληθής, δεδομένου ότι πράγματι αυτή και εγώ ήμεθα τακτικότατες στην πληρωμή των κοινοχρήστων, ως προκύπτει από τις συνημμένες αποδείξεις πληρωμής, και μία εξαίρεση εντός επτά ετών (καταβολή κοινοχρήστων Μαρτίου του 2016 και Μαΐου του 2016 την 13.6.2016) να μην αναιρεί τον κανόνα και όντως την 15.5.2017 έλαβε γνώση των ενεργειών της νυν εγκαλούσας περί των δύο ρυθμίσεων οφειλών της οικοδομής προς τη Δ.Ε.Η. και η κατάθεση του κατηγορούμενου ανταποκρινόταν στην αλήθεια, αφού δεν είχε συναινέσει για τη σύνταξη του από 2.9.2016 πρακτικού γενικής συνέλευσης, ούτε για τη θέση υπογραφής δίπλα από το όνομά του στο από 5.4.2017 όμοια και δεν τελούσε σε γνώση της οφειλής της οικοδομής προς τη Δ.Ε.Η.

Επιπλέον και σε κάθε περίπτωση, δεν προέκυψε – έστω και ελάχιστα – ότι εγώ με πρόθεση, με συνεχείς προτροπές και παραινέσεις που του απηύθυνα, χρησιμοποιώντας πειθώ και φορτικότητα προκάλεσα σ’ αυτόν την απόφαση να διαπράξει το αδίκημα της ψευδορκίας μάρτυρος προς υποστήριξη της έγκλησής της», αναφέρεται στο υπόμνημα της κατηγορουμένης προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου και καταλήγει, ότι λανθασμένα ο εισαγγελέας Πλημμελειοδικών παράπεμψε τις δύο γυναίκες, για να δικαστούν. Σε άλλο σημείο του υπομνήματός της η κατηγορούμενη αναφέρει πως η διαχειρίστρια «παραδέχθηκε και ομολόγησε ότι πλαστογράφησε την υπογραφή μου και έκανε χρήση του πλαστού εγγράφου, υπέβαλε ψευδείς δηλώσεις χωρίς τη συναίνεσή μου και παρακράτησε χρήματα τουλάχιστον για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ εγώ τα είχα δώσει, για να πληρώσει κοινόχρηστες, ως προς την πολυκατοικία, υποχρεώσεις έναντι τρίτων (ΔΕΗ), ωστόσο ο κ. εισαγγελέας έθεσε την από 04.08.2017 έγκληση στο αρχείο».

Νέα προσφυγή
Κατόπιν ο εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Βόλου διαφωνώντας με την Εισαγγελία Εφετών άσκησε αναίρεση, θεωρώντας ότι οι δύο γυναίκες έπρεπε να καθίσουν στο σκαμνί του Τριμελούς. Το θέμα παραπέμπεται στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών για να αποφασίσει, αν τελικά θα δικαστούν, με την ταλαιπωρία τους να συνεχίζεται αφού σύμφωνα με τις ίδιες, από θύματα βγήκαν θύτες… Το Συμβούλιο που συνεδρίασε πριν από περίπου 2,5 μήνες (4 Μαΐου) αποφάσισε τελικά πως «από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προέκυψε ότι η πρώτη κατηγορούμενη με πειθώ και φορτικότητα, με πρόθεση προκάλεσε στη δεύτερη και τον τρίτο των κατηγορουμένων την απόφαση να διαπράξουν το έγκλημα της ψευδούς κατάθεσης προς υποστήριξη της έγκλησής της. Ενόψει των ανωτέρω, το Συμβούλιο κρίνει ότι οι αποδιδόμενες στους κατηγορούμενους πράξεις και δη της ψευδούς καταμήνυσης και της ηθικής αυτουργίας σε ψευδή κατάθεση κατά συρροή σε βάρος της πρώτης κατηγορούμενης και της ψευδούς κατάθεσης σε βάρος ενός εκάστου των λοιπών κατηγορουμένων, οι οποίες προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 14, 16, 17, 2681, 2791, 4681, 94, 22481 και 22981 ΠΚ/2019 και τις οποίες αυτοί φέρεται ότι τέλεσαν εις βάρος της εγκαλούσας στις 4-8 καθώς και στις 4 και 5-10-2017 δεν στοιχειοθετούνται κατά την αντικειμενική τους υπόσταση. Ως εκ τούτου, πρέπει να μη γίνει κατηγορία σε βάρος των κατηγορουμένων για τις προαναφερθείσες αποδιδόμενες σ’ αυτούς πράξεις, ενώ δικαστικά έξοδα δεν πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εγκαλούσας, διότι το Συμβούλιο δεν πείστηκε περί του ότι η έγκληση ήταν εντελώς ψευδής, ούτε ότι έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια, ούτε ότι παραμορφώθηκαν με αυτήν δολίως τα πράγματα, ώστε να δοθεί στην πράξη βαρύτερος χαρακτηρισμός (άρθρο 580 παρ. 1 ΚΠΔ/2019). Για τους λόγους αυτούς αποφαίνεται, ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία κατά των… (τριών κατηγορουμένων) για τις αξιόποινες πράξεις της ψευδούς καταμήνυσης και της ηθικής αυτουργίας σε ψευδή κατάθεση κατά συρροή σε βάρος της πρώτης κατηγορούμενης και της ψευδούς κατάθεσης σε βάρος ενός εκάστου των λοιπών κατηγορουμένων, και τις οποίες αυτοί φέρεται ότι τέλεσαν εις βάρος της εγκαλούσας», γλιτώνοντάς τους από τη δικαστική βάσανο, αλλά και από τα δικαστικά έξοδα, ύψους 80 ευρώ, που καλούνταν να καταβάλει η πρώτη κατηγορούμενη, με τον εισαγγελέα να κρίνει ότι κατέθεσε ψευδή έγκληση κατά της διαχειρίστριας με δόλο.

«Προδομένη» εμπιστοσύνη
Ο γνωστός Βολιώτης δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω Γιάννης Καραγκιόζος που τις εκπροσώπησε, σχολιάζοντας την απόφαση του Συμβουλίου σημείωσε: «Όταν με επισκέφθηκαν στο δικηγορικό μου γραφείο οι φερόμενες ως κατηγορούμενες, η μεγαλύτερη πρόκληση για εμένα δεν ήταν τόσο η αντιμετώπιση του αίολου και ανυπόστατου κατηγορητηρίου, για το οποίο επί της ουσίας δικαιώθηκαν και απηλλάγησαν των εναντίον τους κατηγοριών, αλλά να τους εμφυσήσω τη διάθεση, να ανακτήσουν την «προδομένη» τους εμπιστοσύνη προς τη δικαιοσύνη. Εν τέλει η κυρία Εισαγγελέας Εφετών Λάρισας έκανε δεκτές τις προσφυγές των εντολέων μας κατά του κατηγορητηρίου και το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου με μία σοφή και ακριβοδίκαιη απόφαση έθεσε την υπόθεση στο αρχείο, απαλλάσσοντας τις δύο αδίκως ταλαιπωρηθείσες κυρίες».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το