Άρθρα

Το ζύγι του θανάτου

Του Παντελή Προμπονά

Τις μέρες της δολοφονικής επίθεσης στη Μυρτώ στη Πάρο και των δολοφονιών του Νικόλα στο λόφο του Φιλοπάππου, του Παύλου στο Κερατσίνι, του Ζάκ στην Ομόνοια, του Βαγγέλη στα Γιάννενα, των υπαλλήλων στη Μαρφίν της Σταδίου, του Σαχζάτ στα Πετράλωνα, της Ελένης στη Ρόδο εμφανίζονται στο δημόσιο διάλογο δημοσιεύσεις, καρτέλες, επιστολές συγγενών που -κυριολεκτικά επί πτωμάτων- κατασκευάζουν μια διελκυστίνδα κοινωνικής ευαισθησίας. Για ποιους/ες κινητοποιείται η κοινωνία και για ποιους/ες όχι; Γιατί ο πρωθυπουργός απαντάει στη μια επιστολή και όχι την άλλη; Γιατί διαδηλώνετε για τον έναν άνθρωπο και όχι για τον άλλο; Αυτός ο πτωματολογικός αναγωγισμός κατασκευάζεται σκόπιμα από όσους τον εκφέρουν, λειτουργεί σαφώς λογοθετικά και έχει δυο καταστατικά προβλήματα: Πρώτον οι άνθρωποι που τον εκφέρουν συνήθως επιφυλάσσουν για τον εαυτό τους το ρόλο του εξωτερικού παρατηρητή και δεύτερον γιατί η ίδια συλλογιστική τους συνιστά αντιστροφή αυτού που υποτίθεται ότι καταγγέλλουν. Συνήθως δε, όσοι εκφέρουν αυτό το λόγο άμεσα ή έμμεσα εγκαλούν την Αριστερά.

Ωστόσο αναγκαίες προϋποθέσεις για να συζητήσουμε το συγκεκριμένο θέμα είναι να συμφωνούμε σε ορισμένα ζητήματα αρχών: προφανώς τα εγκλήματα κατά της ζωής είναι κοινωνικά απεχθή, ανεξαρτήτως της ταξικής ή εθνικής ή έμφυλης ταυτότητας του δράστη, όμως συνήθως δε συμβαίνουν εν κενώ αλλά έχουν ένα υπόβαθρο. Αυτό το υπόβαθρο (θα έπρεπε να) εξετάζει το -οποιοδήποτε- σύστημα απονομής δικαιοσύνης: μια κοπέλα θύμα trafficking που βιάζεται κατά συρροή δολοφονεί τον άνδρα που τη κρατά σε ομηρία, ένας βασανιστής της Χούντας εκτελείται, ένας Πακιστανός σκοτώνει και ληστεύει ένα αγόρι που κάνει τη βόλτα του- να τρία παραδείγματα εγκλημάτων που δε χρειάζεται να είσαι εγκληματολόγος για να κατανοήσεις πως δε τελούνται υπό ίδιες συνθήκες, ασχέτως αν έχουν το ίδιο φυσικό αποτέλεσμα. Είναι παρελκυστικό για τη κοινωνία και τις κατακτήσεις της να εμπεδώνεται η κουλτούρα “ίδιος ο φόνος, απ’ όπου κι αν προέρχεται”.

Ομοίως και για την κινητοποίηση: οι πολιτικοί φορείς και οι συλλογικότητες της κοινωνίας κινητοποιούνται όταν θεσμοί που (υποτίθεται ότι) υφίστανται για να υπάρχει το κράτος δικαίου, όπως η αστυνομία, εκτρέπονται από τον ρόλο τους και ασκούν μια πολύ παλαιού τύπου βίαια πειθαρχική εξουσία. Και η αντίδραση δεν αφορά (μόνο) την ίδια τη φυσική πράξη, αλλά και τις ιδεολογικές και πολιτικές σημασιοδοτήσεις που έχει. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, έχει να κάνει με την εγγενή κατασταλτική φυσιογνωμία τέτοιων μηχανισμών αλλά ακόμη κι αν δε πιστεύει κάποιος/α σε αυτή τη θέση προφανώς οφείλει να εξεγείρεται μπροστά στη βία που υπόκεινται άνθρωποι που υπό πολλαπλά καθεστώτα ετεροποίησης βρίσκονται ευάλωτοι μπροστά στη βία.

Δε τίθεται λοιπόν κάποιο θέμα “ζυγαριάς των πτωμάτων”. Οι δράστες της δολοφονίας του Νικόλα, της Ελένης, ή της επίθεσης στη Μυρτώ συνελήφθησαν και θα δικαστούν από το ίδιο δικαστικό σύστημα που θα δικάσει και τους δολοφόνους του Παύλου, του Ζακ, του Βαγγέλη ή του Σαχζάτ. Μόνο που για τους δεύτερους χρειάστηκε η κινητοποίηση, η κινηματογράφηση, η δημοσιοποίηση, προκειμένου να τηρηθούν τα στοιχειώδη της προδικασίας (ή ότι μπορούσε να σωθεί από αυτά) για να έχουν παρόμοια ποινική αντιμετώπιση. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα αυτό δε κατέστη ποτέ δυνατόν. Ένας ευάλωτος θύτης συλλαμβάνεται, δικάζεται και καταδικάζεται εύκολα και το σωφρονιστικό του μέλλον δεν απασχολεί και πολλούς, γιατί ένα ευάλωτο θύμα ωστόσο δε μπορεί να απολάβει τη στοιχειώδη ισονομία;

Γράφοντας ή συζητώντας για όλα αυτά τα συμβάντα της επικαιρότητας θα πρέπει να αποστασιοποιηθούμε από τον εκφασισμό και την κτηνοποίηση της κοινωνίας που διαδίδεται ταχύτατα στις μέρες μας. Η στάση μας απέναντι στον σωφρονισμό, τη θανατική ποινή, την αυτοδικία, τη δίκαιη δίκη δε μπορεί να υπόκειται σε έμφυλα, ταξικά, εθνικά, πατριαρχικά στερεότυπα, άλλωστε η αστική δικαιοσύνη έχει ενσωματώσει ήδη αρκετά τέτοια. Υπό το πρίσμα αυτό, θέλω οι βιαστές και οι δολοφόνοι της Ελένης να τιμωρηθούν παραδειγματικά αλλά είμαι εξοργισμένος με τον ξυλοδαρμό του ενός, καθώς και με τη βιντεοσκόπηση, τον διαμοιρασμό του βίντεο και την διάδοση των ομοφοβικών σχολίων που τον συνοδεύουν. Είμαι εξοργισμένος με τις κραυγές “θάνατος”, “ευνουχισμός”, “λιντσάρισμα” που ακούγονται για τους θύτες. Αντιλαμβάνομαι πως δεν είναι εύκολο να ιεραρχούμε τέτοια κριτήρια πάνω από το θυμικό μας και πολύ περισσότερο αυτό να το κάνουν όλοι οι άνθρωποι.

Όμως σε τελική ανάλυση θα πρέπει να είσαι και αυτό που πρεσβεύεις πολιτικά και ιδεολογικά: είμαι η μάνα που μοιρολογάει το πτώμα του παιδιού της που δε πρόλαβε να χαιρετήσει, είμαι μαχαιρωμένος μετανάστης στη πλατεία μιας μητρόπολης, είμαι η οργή που ξεχειλίζει μπροστά στο σεξισμό και τη πατριαρχία, είμαι νεκρός οροθετικός και ομοφυλόφιλος δεμένος πισθάγκωνα σε ένα πεζοδρόμιο, είμαι βιασμένη κοπέλα πεταμένη δίπλα σε ένα βράχο, είμαι παιδί που κλαίει τα βράδια γιατί δε μπορώ να ξεφύγω από τους εφιάλτες που μου δημιουργούν οι φίλοι μου, είμαι αντιφασίστας που πεθαίνω στην αγκαλιά της κοπέλας μου, είμαι βαρυποινίτης που θέλω μια χαραμάδα φως για να πληρώσω τα λάθη και να μάθω να ζω με αυτά, είμαι τοξικοεξαρτημένη οροθετική γυναίκα κρεμασμένη στα μανταλάκια από το Υπουργείο Υγείας και τη δικαιοσύνη, είμαι κρατούμενος που αθωώθηκα τρία χρόνια μετά την άδικη φυλάκιση μου και προσπαθώ να ξανακερδίσω τις μέρες ελευθερίας που έχασα. Και είμαι όλα μαζί. Δε μπορώ να είμαι το ένα χωρίς το άλλο. Δε πρέπει να είμαι το ένα χωρίς το άλλο.

κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».
[κ. γώγου]

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το