Άρθρα

Το τίμημα της ελευθερίας του λόγου ή τα όρια του;

Του Παναγιώτη Σωτηρόπουλου,
Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελλών ΙΙΙ

Όσα διαδραματίσθηκαν στη Γαλλία (αποκεφαλισμοί, αντιδράσεις με αναρτήσεις σχεδίων του Charlie Hebdo) μπορούν να ερμηνευθούν μέσα από μια μακρά παράδοση που, όσο κι αν απεκδύεται προσωρινά την επίσημη μορφή της, παραμένει στον πυρήνα μιας ιδεολογίας που συγκροτεί τη Γαλλική κοινωνία. Η παράδοση αυτή ανατρέχει στις ρίζες του Διαφωτισμού ως αυθεντικής έκφραση ενός κινήματος που αμφισβήτησε με ριζοσπαστικό τρόπο τη θρησκευτική εξουσία. Η εγκαθίδρυση μιας νέας εξουσίας στη θέση των προηγούμενων δεν είναι βέβαια μια άλλη ιστορία, αλλά εγγράφεται κι αυτή στη δυναμική των εξεγέρσεων. Οι βασικές συνιστώσες του κινήματος καθόρισαν τις αναπαλλοτρίωτες αρχές των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Μοχλός της κίνησης που κορυφώθηκε με τη Γαλλική Επανάσταση ήταν η πολιτική και κοινωνική αμφισβήτηση, ο αγώνας ενάντια στην αδικία και στην αμάθεια, η σθεναρή αντίθεση στη δουλεία των ανθρώπων, η καταγγελία της μισαλλοδοξίας και του θρησκευτικού φανατισμού.

Μετά την ανάκληση του διατάγματος της Νάντης το 1685 και μετά τον θάνατο του Λουδοβίκου XIV το 1715, οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού αμφισβήτησαν την πολιτική εξουσία. Τον δέκατο όγδοο αιώνα, ο βασιλιάς κατείχε και τις τρεις εξουσίες (νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική) Ήταν απόλυτος μονάρχης και η θητεία του ήταν κληρονομική. Οι φιλόσοφοι καταγγέλλουν επίσης τις κοινωνικές ανισότητες, ενώ υπερασπίστηκαν τις ατομικές και συλλογικές ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της έκφρασης. Στο μανιφέστο των θέσεών τους, την περίφημη Εγκυκλοπαιδεία που συνοψίζει τη νέα γνώση και τις νέες ιδέες της εποχής, αποκρυσταλλώνεται η θέση τους πως μέσω της εκπαίδευσης και της διάδοσης της γνώσης οι άνθρωποι θα αποκτήσουν την ελευθερία και την ευτυχία.

Ο François-Marie Arouet, (1694 – 1778), ευρύτερα γνωστός με το ψευδώνυμο Βολταίρος (Voltaire), ήταν σύμβολο του διαφωτιστικού κινήματος, φιλοσοφικού, πολιτισμικού, λογοτεχνικού που καλλιέργησε το έδαφος πάνω στο οποίο άνθισε η Γαλλική Επανάσταση. Διαπρύσιος υπερασπιστής της ανεξιθρησκίας, της ελευθερίας της έκφρασης και του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους εναντιώθηκε με σφοδρότητα στην εξουσία της Καθολικής Εκκλησίας. Διαβλέποντας την επιστροφή της μισαλλοδοξίας, με την καταδίωξη των Προτεσταντών, αλλά και την επέλαση του Ισλαμισμού, με την ανάμνηση των θρησκευτικών πολέμων, ολοκληρώνει ένα θεατρικό έργο που έχει ως πρωταγωνιστή τον θεμελιωτή του Ισλαμισμού, τον Μωάμεθ. Δεν είναι συμπτωματικό επίσης πως ο Βολταίρος εμφάνιζε πυρετό σε κάθε επέτειο του Αγίου Βαρθολομαίου.

Το έργο με τίτλο «Le Fanatisme ou Mahomet le Prophète» (ελληνική μετάφραση Φωτεινής Θ. Σπάθη (Καρλόβασι Σάμου,1832) «Ο φανατισμός ή ο προφήτης Μωάμεθ») είναι μια τραγωδία που γράφτηκε το 1739 και ανέβηκε στη σκηνή για πρώτη φορά στη Lille στις 25 Απριλίου 1741 και στη συνέχεια στο Παρίσι στις 9 Αυγούστου 1742. Λίγο μετά, το έργο θα απαγορευτεί με απόφαση του Κοινοβουλίου του Παρισιού. Η υπόθεση διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Μέκκας από τον Μωάμεθ το 632.

Στο επίκεντρο του έργου, η αντιπαράθεση μεταξύ του Μωάμεθ και του Zopira, Σεΐχη της Μέκκας, του οποίου τα δύο παιδιά είχαν απαχθεί παλαιότερα από τον εχθρό. Ωστόσο, ο Ζόπιρα κρατά αιχμάλωτους δύο σκλάβους του Προφήτη, τον Σιντ και την Παλμύρα, αγνοώντας ότι στην πραγματικότητα είναι τα δικά του παιδιά. Ο Μωάμεθ, που πολιορκεί τη Μέκκα, δίνει στον Ζόπιρα την επιλογή: Να δει ξανά την οικογένειά του ή να υπερασπιστεί την πατρίδα του. Ο Ζόπιρα, δεν ταλαντεύεται προτιμά την πόλη του από τους απογόνους του. Ο Μωάμεθ έμπλεος μίσους, πείθει τον νεαρό Σάιντ να δολοφονήσει τον Ζόπιρα, τον πατέρα του: «Αγάπη, φανατισμός, τυφλώνουν τη νεολαία του. Θα εξαγριωθεί λόγω υπερβολικής αδυναμίας». Ο Μωάμεθ τελικά εξαπατώντας τον δηλητηριάζει τον Σάιντ και ανακοινώνει σε όποιος παρακούει το θέλημά του ο Θεός τον τιμωρεί ως βλάσφημο. Στη συνέχεια σχεδιάζει να αρπάξει την κόρη του σεΐχη για να την κάνει μια από τις πολλές συζύγους του. Η Παλίρα σκοτώνεται σπρώχνοντας το στιλέτο του αδελφού της. Έτσι, ο Μωάμεθ εμφανίζεται ως νέος Καίσαρας που αναλαμβάνει την εξουσία, γνωρίζοντας ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δεν υπάρχει πια, ότι η Περσία είναι ηττημένη, ότι η Ινδία υποδουλώνεται, ότι η Αίγυπτος καταρρέει και ότι το Βυζάντιο δεν ακτινοβολεί πλέον. Η ώρα της Αραβίας έφτασε επιτέλους: «Χρειαζόμαστε μια νέα λατρεία, χρειαζόμαστε σιδηρά εξουσία. Χρειάζεται ένας νέος θεός για το τυφλό σύμπαν».

Το πορτρέτο που ο Voltaire αντιλαμβάνεται για τον Μωάμεθ το 1736 είναι μάλλον σκοτεινό. Από τη μία πλευρά, ο φιλόσοφος θαυμάζει το Ισλάμ και από την άλλη, πιστεύει ότι ο Μωάμεθ είναι ένας τσαρλατάνος. Να επισημάνουμε όμως πως ο Βολταίρος δεν έχει πιο θετική άποψη για τον Ιησού ή τον Μωυσή. Από τη μια μεριά εγκωμιάζει την ανεκτικότητα που υπάρχει στην Κωνσταντινούπολη κι από την άλλη στιγματίζει τον Μωάμεθ που εκμεταλλεύεται την ευπιστία των λαών της Αραβικής χερσονήσου. Ο Μωάμεθ επομένως, κατά τον Γάλλο, εργαλιοποιεί πολιτικά τη θρησκεία. Χωρίς να πιστεύει στα δόγματα που επιβάλλει στους ανθρώπους, ξέρει ότι οι τελευταίοι θα τον υποστηρίξουν με την οργή των φανατικών. Πίσω από το θρησκευτικό επίχρισμα ο Βολταίρος βλέπει το συμφέρον που αντιτίθεται στις δικές τους αρχές της ισότητας. Με αυτή την κατηγορία εναντίον του Ισλάμ, ο Βολταίρος καταγγέλλει τον φανατισμό όλων των μονοθεϊστικών θρησκειών, καθώς και κάθε μορφή εκμετάλλευσης.
Για να αντιληφθεί κανείς το ριζοσπαστικό πνεύμα του Βολταίρου, που κατηγορήθηκε από όλες σχεδόν τις θρησκείες, θα πρέπει να ανατρέξει στο λήμμα «φανατισμός» που ο Γάλλος έγραψε για την Εγκυκλοπαιδεία:
«Ο φανατισμός είναι για τη δεισιδαιμονία ότι είναι η έξαψη για τον πυρετό, ότι είναι η οργή για το θυμό. Όποιος έχει εκστάσεις, οράματα, όποιος παίρνει τα όνειρά του για πραγματικότητα και τις φαντασιώσεις του για προφητείες, έχει απλώς καταληφθεί από έξαρση. Όποιος όμως υποστηρίζει την τρέλα του με το φόνο είναι ένας φανατικός.

Όταν ο φανατισμός βλάψει σαν γάγγραινα το μυαλό, η αρρώστια είναι σχεδόν ανίατη. Έχω δει δαιμονισμένους οι οποίοι, μιλώντας για τα θαύματα του αγίου Παρί, βαθμιαίως έφταναν σε παροξυσμό παρά τη θέλησή τους: Τα μάτια τους έβγαζαν φλόγες, τα μέλη τους έτρεμαν, η παραφορά αλλοίωνε το πρόσωπό τους και μπορούσαν να σκοτώσουν όποιον τους αντιμιλούσε.
Δεν υπάρχει άλλο αντίδοτο σ’ αυτήν την επιδημική αρρώστια από τη φιλοσοφική σκέψη, η οποία, καθώς μεταδίδεται σιγά σιγά, εξημερώνει τα ανθρώπινα ήθη και προλαβαίνει τις ακρότητες του κακού.

Τι ν’ απαντήσει κανείς σε κάποιον που ισχυρίζεται ότι προτιμά να υπακούει στο Θεό παρά στους ανθρώπους και που συνεπώς είναι σίγουρος ότι θα αξιωθεί την αιώνια ζωή σφάζοντάς σας;».
Ασυμβίβαστη υπεράσπιση της ελευθερίας του λόγου σε μια εποχή που το τίμημα ήταν συχνά η ζωή. Κάθε ομοιότητα με την εποχή μας δεν είναι τυχαία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το