Τοπικά

Το Πανεπιστήμιο δεν είναι μεταλυκειακή εκπαίδευση… Αντιδράσεις για την εισαγωγή σε ΑΕΙ με βαθμούς κάτω από τη βάση

Η εισαγωγή πολλών υποψήφιων με βαθμό κάτω από τη βάση σε δεκάδες σχολές, προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις σε διάφορες πλευρές του εκπαιδευτικού συστήματος. Το ζήτημα που προκύπτει είναι, αν τελικά καλλιεργείται στους μαθητές μια αντίληψη ήσσονος προσπάθειας, μια τάση ότι και λίγο να προσπαθήσουν, θα μπορέσουν να εισαχθούν έτσι και αλλιώς σε ένα πανεπιστημιακό τμήμα. Σύμφωνα με τα φετινά στοιχεία πάνω από 200 Τμήματα είχαν βάση εισαγωγής κάτω από τη βάση.

Πώς αποκωδικοποιούν αυτή την κατάσταση καθηγητές και πανεπιστημιακοί; Ποιες είναι οι προκλήσεις που δημιουργούνται και τι πρέπει να γίνει για να αλλάξει αυτή η κατάσταση;
Ο πρόεδρος του συλλόγου Διδασκόντων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Θεόδωρος Μεταξάς δήλωσε πως «την άποψή μου την έχω πει πολλές φορές σε συναδέλφους και σε συνελεύσεις και είμαι πολύ αυστηρός με αυτό το θέμα. Το γεγονός της εισαγωγής υποψήφιων σε πανεπιστημιακά τμήματα αν όχι με λευκές κόλλες, αλλά με πολύ χαμηλές βαθμολογίες, κάτω από τη βάση, συνιστά μια υποβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Γι’ αυτό και είμαι υπέρ της επαναφοράς της βάσης του δέκα, ενδεχομένως και για πιο υψηλό βαθμό σε μαθήματα που είναι βασικά. Πώς θα βγει μαθηματικός, όταν κάποιος έχει γράψει ελάχιστο βαθμό; Οι μαθητές ακούν ότι από τους 100.000 υποψήφιους εισήχθησαν οι 77.000, αλλά θα πρέπει να καταλάβουν ότι το Πανεπιστήμιο δεν είναι μεταλυκειακή εκπαίδευση, δεν είναι το επόμενο σκαλί μετά το Λύκειο, αλλά είναι αρκετά σκαλιά μετά και για να τα ανέβουν θα πρέπει να κάνουν ένα μεγάλο άλμα. Στο Πανεπιστήμιο για να ανέβεις επίπεδο, θα πρέπει να έχεις βασικές γνώσεις από το Λύκειο. Δεν μαθαίνουν στο πανεπιστήμιο τα ίδια πράγματα με αυτά που μαθαίνουν στο Λύκειο. Υπάρχουν 20 τμήματα με βάση στα 4.500 μόρια που σημαίνει ότι κάποιος χονδρικά γράφει σε δύο μαθήματα βαθμό πέντε και στα άλλα δύο δίνει λευκή κόλλα. Αυτό θα πρέπει να αλλάξει ριζικά και να παρθούν μέτρα. Επίσης οδηγούμαστε σε μια μεγάλη ανισότητα, ανάμεσα σε αυτούς που έκαναν την προσπάθειά τους, έγραψαν 16.000-17.000 μόρια και σε άλλους που για το ίδιο Τμήμα εισάγονται με 7.000 μόρια, και όταν αποφοιτήσουν θα έχουν τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα στην αγορά εργασίας. Δεν μπορείς να έχεις πολυτεχνικές σχολές και οι εισακτέοι να έχουν γράψει σε βασικά μαθήματα, όπως μαθηματικά, φυσική, χημεία, κάτω από τη βάση. Το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρό».

Απαιτείται ισορροπία
Ο αντιπρύτανης ακαδημαϊκών υποθέσεων κ. Γιάννης Θεοδωράκης τόνισε πως «η άποψη που κυριαρχεί είναι ότι η κοινωνία μπορεί να έχει ένα καλύτερο μέλλον, αν όλο και περισσότεροι άνθρωποι σπουδάζουν και μορφώνονται. Και είναι η πολιτική που ακολουθεί όχι μόνο η ελληνική κυβέρνηση, αλλά και άλλες. Είναι και μία από τις αιτίες για την αύξηση των θέσεων εισακτέων στα ΑΕΙ. Η πτώση των βάσεων έχει σχέση επίσης και με τη δυσκολία των θεμάτων, καθώς βλέπουμε ότι η μεγάλη μείωση των μορίων παρατηρείται τα τελευταία δύο με τρία χρόνια. Τα Πανεπιστήμια χρόνια τώρα ζητούν πολύ λιγότερους εισακτέους, καθώς οι υποδομές μπορούν να αντέξουν μικρότερο αριθμό φοιτητών, και αν εισακούονταν θα είχαμε άλλους δείκτες ως προς τη διαμόρφωση των βάσεων».
Βέβαια το ζήτημα είναι και πώς προχωρούν τις σπουδές οι εισακτέοι που μπορεί να έχουν γράψει κάτω από τη βάση. «Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε, ένα ποσοστό 70-80% των φοιτητών στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας καταφέρνει και ολοκληρώνει τις σπουδές στον χρόνο που αντιστοιχεί στα κανονικά χρόνια σπουδών συν άλλα δύο χρόνια» ανέφερε ο κ. Θεοδωράκης και πρόσθεσε πως η πολιτεία θα πρέπει να βρει μια ισορροπία ανάμεσα στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της κοινωνίας και στη διατήρηση των ακαδημαϊκών στάνταρ».

Τι δείχνουν τα στοιχεία
Ο διευθυντής του Γενικού Λυκείου Αγριάς, πρώην διευθυντής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. πρώην σχολικός σύμβουλος, πρώην πρόεδρος της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας (Παράρτημα Ν. Μαγνησίας) και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης Tor Vergata κ. Θωμάς Καρανίκας ανέφερε πως:
«Την Παρασκευή 28 Αυγούστου 2020, είχαμε, όπως και κάθε χρόνο αυτή την εποχή, την δημοσίευση των βάσεων εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η εισαγωγή υποψήφιων με χαμηλές επιδόσεις σε πανεπιστημιακές σχολές τροφοδότησε για άλλη μια φορά τη συζήτηση για το επίπεδο των αποφοίτων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και την ποιότητα των σπουδών στα Πανεπιστήμια. Αυτή τη χρονιά πράγματι, ίσως λίγο περισσότερο από τις άλλες.
Ενδεικτικά, παρατίθενται τα εξής στοιχεία: Το 70% του συνόλου των Τμημάτων σημείωσε πτώση στη βάση εισαγωγής. Το 42% των Σχολών έχουν βάση μικρότερη των 10.000 μορίων, ενώ τουλάχιστον τρία τμήματα δέχονται εισακτέους φέτος με μόρια κάτω των 1.000 και συγκεκριμένα τα τμήματα: α) Δασολογίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος στο Καρπενήσι με βάση τα 625 μόρια, β) Επιστήμης Βιοσυστημάτων και Γεωργικής Μηχανικής στο Μεσολόγγι με βάση 875 και Περιβάλλοντος στη Ζάκυνθο με βάση 900 μόρια. Τέλος, τεράστια ήταν η πτώση των βάσεων σε καθηγητικές σχολές, με το Μαθηματικό της Σάμου να φθάνει λίγο περισσότερο από τα 3.000 μόρια και το Φυσικό Καβάλας να κυμαίνεται κοντά στα 6.000 μόρια.
Όλα αυτά, νομίζω καταδεικνύουν όχι για πρώτη, αλλά οπωσδήποτε εναργέστερα από κάθε άλλη φορά, τον ευτελισμό ενός εξεταστικού συστήματος που αποτυγχάνει επί σειρά ετών στη βασική αποστολή του, την ώρα που τα ΑΕΙ της χώρας μας, – ειδικά μετά την πανεπιστημιοποίηση των ΤΕΙ – δέχονται πλέον εισακτέους με βαθμό κάτω από 1. Ταυτόχρονα, είναι φανερό πως πρέπει να δοθεί τέλος στην ανισορροπία που έχει δημιουργηθεί, με την οποία μαθητές με συνολική επίδοση κάτω του 5 (στην κλίμακα του 20) που δεν έχουν τα εφόδια και τις γνώσεις για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μιας πανεπιστημιακής σχολής βαπτίζονται επιτυχόντες εν ονόματι μιας χρεοκοπημένης εκπαιδευτικής πολιτικής».

Ο σημερινός ρόλος του Λυκείου και τι πρέπει να γίνει
Γενικότερα, με αυτά τα δεδομένα, η «Ανώτατη Παιδεία» μας, δυστυχώς έχει πάψει να είναι και Ανώτατη και Παιδεία. Είναι απλά μία συνήθεια, κακή συνήθεια, των τελευταίων χρόνων, που έχει αποτέλεσμα τον υπερκορεσμό πολλών ειδικοτήτων, τον μεγάλο αριθμό πτυχιούχων σε επαγγέλματα που δε μπορούν να τους απορροφήσουν και συνακόλουθα την απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου για τη χώρα – υψίστης μάλιστα ποιότητας – αλλά ακόμη και την ψυχολογική πίεση των νέων ανθρώπων που οδηγούνται μαζικά στην ανεργία ή την ετεροαπασχόληση. Για να μη μιλήσουμε τέλος, για την πλήρη απαξίωση του Λυκείου, με την μετατροπή του σε έναν σχεδόν διακοσμητικό, τυπικό και -πάντως σίγουρα αδιάφορο – προθάλαμο για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Το Λύκειο σήμερα είναι ένα σχολείο που καλλιεργεί, τόσο στα παιδιά όσο και τους γονείς, την ψευδαίσθηση μιας δήθεν «επιτυχίας», με βαθμούς που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, και με επικρατούσα, δυστυχώς, μία αντίληψη με βάση την οποία το αν τα παιδιά κάνουν μάθημα, διδάσκονται και αξιολογούνται πραγματικά στο σχολείο, είναι το τελευταίο πράγμα που μας απασχολεί. Αντιθέτως, το σχολείο έχει μετατραπεί σε κάτι μεταξύ πρακτορείου οργάνωσης εκδρομών, ευρωπαϊκών και άλλων προγραμμάτων, κέντρου εκδηλώσεων και τέλος εξεταστικού κέντρου για τις πανελλήνιες. Αναμφίβολα, οι εκδηλώσεις, οι εκδρομές και τα προγράμματα αποτελούν εξαιρετικά εργαλεία που όμως έχουν στόχο να συνεπικουρούν την εκπαιδευτική διαδικασία, όχι να την αντικαθιστούν. Τουναντίον, το σημερινό Λύκειο έχει μετατραπεί σε κέντρο απασχόλησης εφήβων, από το οποίο το παιδί δεν χάθηκε και ο κόσμος να λείψει, γιατί αν κινδυνέψει να μείνει από απουσίες, ο γονιός δεν θα το ρωτήσει γιατί δεν ήρθε στο μάθημα, θα αρκεστεί στο να λύσει το πρόβλημα, δικαιολογώντας τις απουσίες με μία βεβαίωση ιατρού, οποιασδήποτε μάλιστα ειδικότητας, ακόμη και νεογνολόγου.

Κάποιες προτάσεις:
– Αναδιοργάνωση των ΑΕΙ σε – το πολύ – δύο έδρες σχολών ανά περιφέρεια.
– Επαναφορά των ΤΕΙ, αυτή τη φορά με παράλληλη συν-ανάπτυξη σχολών που σχετίζονται με τις ειδικές ανάγκες κάθε Περιφερειακής Ενότητας (π.χ. Φυτικής/Ζωικής Παραγωγής στα Γρεβενά ή την Καρδίτσα, Τουριστικών Επαγγελμάτων στα Δωδεκάνησα, κ.τ.λ.).
– Πλήρη αναμόρφωση του Λυκείου και αποσύνδεσή του από τις Πανελλήνιες εξετάσεις.
– Δυνατότητα των Σχολών να ορίζουν οι ίδιες αριθμό εισακτέων, ή έστω βάσεις εισαγωγής.
– Μείωση του αριθμού εισακτέων και σταδιακή μείωση τμημάτων ή σχολών».

Αναγκαία η συλλογική αλλαγή νοοτροπίας
Ο κ. Καρανίκας πρόσθεσε πως «Όλα αυτά βεβαίως δεν αρκούν. Πέρα από τις όποιες θεσμικές αλλαγές – οι οποίες θα είναι σίγουρα επώδυνες, αν όχι μη υλοποιήσιμες λόγω πολιτικού κόστους – για τις οποίες την ευθύνη και την πρωτοβουλία των κινήσεων έχει η Πολιτεία, νομίζω πως είναι πιο πρόδηλη από ποτέ η ανάγκη εμπέδωσης από όλους μας της επιτακτικότητας για συλλογική αλλαγή νοοτροπίας.
Το Πανεπιστήμιο δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε είναι όλα τα παιδιά γεννημένα να γίνουν φιλόλογοι, γιατροί, δικηγόροι ή μηχανικοί. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Φινλανδία, το 80% των μαθητών στρέφεται στο τεχνικό επάγγελμα και μόνο το 20% συνεχίζει στην ανώτερη βαθμίδα, την ώρα που στην Ελλάδα η αναλογία είναι η ακριβώς αντίστροφη.
Αντί να προχωράμε σε ιδρύσεις νέων τμημάτων και σχέδια εξίσωσης ανόμοιων – εξίσωση που συνήθως γίνεται προς τα κάτω και σε βάρος της ποιότητας και του κύρους – θα πρέπει να φροντίσουμε ως κοινωνία, και όχι απλά ως κράτος, ώστε να αναδεικνύεται η κλίση κάθε παιδιού εκεί που του ταιριάζει, κι όχι εκεί που θέλουν οι γονείς του για να αυξήσουν το οικογενειακό κύρος ή να ικανοποιήσουν τα απωθημένα τους».

Η «τέχνη της αποτυχίας» και οι επιτυχόντες της ζωής
Και κατέληξε λέγοντας πως «θα πρέπει, τέλος, να διδάξουμε στα παιδιά μας εκτός από την επιτυχία, και την «τέχνη της αποτυχίας», η οποία διόλου δεν υστερεί σε αξία από την επιτυχία. Η μόνη διαφορά τους είναι ότι η αξία της μεν επιτυχίας πηγάζει από τον στόχο, της δε αποτυχίας από την προσπάθεια. Ε, λοιπόν, όπως και σε όλα τα πράγματα στη ζωή, στόχος είναι η προσπάθεια. Είναι το ίδιο αξιοπρεπές να πεις «έκανα την προσπάθεια μου και απέτυχα» με το «έκανα την προσπάθεια και πέτυχα τον στόχο μου».
Οι Πανελλήνιες είναι ένα μόνο εκατοστάρι, ένα πρώτο βήμα στη ζωή που είναι Μαραθώνιος. Και κατά βάθος αυτό θέλουμε και οφείλουμε να θέλουμε όλοι μας ως γονείς και εκπαιδευτικοί. Τα παιδιά μας να είναι επιτυχόντες της ζωής, και όχι απλά των Πανελληνίων. Για να μιλούμε για ευτυχία, και όχι για επιτυχία!».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το