Πολιτισμός

Το μυθιστόρημα του σπιτιού των Λεχωνίων

 

Της
ΛΙΝΑΣ ΘΩΜΑ

Ό,τι τραβάει το βλέμμα του ταξιδιώτη στα Λεχώνια γίνεται πόλος έλξης της γραφής: Συντονίζει αναλόγως και το βλέμμα του αναγνώστη στις σελίδες μέσα του μυθιστορήματος. Το εύπλαστο υλικό μιας μυθολογίας βρίσκει έτσι το αντίκρισμά του. Καθώς ο εξωκειμενικός αστικός μύθος γίνεται το πλαίσιο του γνωστού αρχοντικού, ο μύθος του μυθιστορήματος που τον προσδιορίζει, αποκαλύπτει ένα σύμπαν ιδιαίτερο· υποδηλώνει την προσωπική μυθολογία της Γιώτας Κούγιαλη, όπως διαμορφώνεται μέσα από τις ατραπούς της αφήγησης και το ζητούμενο της γλώσσας.
Σύμφωνα άλλωστε με τον θεωρητικό της λογοτεχνίας Charles Mauron, κάθε συγγραφέας έχει και τον προσωπικό μύθο του που τον υπερασπίζει και τον χτίζει στις σελίδες του βιβλίου του, ευθυγραμμίζοντας την οπτική του με τις ανάγκες του μύθου αυτού, ερευνώντας μέσα στο έργο του τις πάμπολλες εκφράσεις του. Ο Mauron θα αποδώσει μάλιστα στον προσωπικό μύθο μια αρχιτεκτονική αξία, παρουσιάζοντάς τον σαν κρύπτη σε ρομανική εκκλησία. Να είναι ο αρχιτεκτονικός αυτός παραλληλισμός που μας μεταφέρει έναν αέρα μυστικοπαθή από το αρχοντικό των Λεχωνίων;
Κι επειδή σύμφωνα με την αφηγηματική θεωρία της πρόσληψης ο αναγνώστης έχει κυρίαρχο ρόλο, είναι αυτός που θα σηματοδοτήσει κάθε φορά και το περιεχόμενο που ο συγγραφέας μεταφέρει καλλιεργώντας έναν ανάλογο ορίζοντα προσδοκιών. Η αγαστή αυτή συνεργασία συγγραφέα και «ενεχόμενου αναγνώστη» προσδίδει στο λογοτεχνικό έργο την αξία που διαθέτει. Όπως εμπλουτίζει τη ματιά του ταξιδιώτη το «στοιχειωμένο» σπίτι στα Λεχώνια. Όπως διαλέγει η συγγραφέας να μας το δείξει αινιγματικά.
Το αίνιγμα είναι ο χρόνος και οι άπειρες διακλαδώσεις του, τα μυστικά του περάσματα, τα ανοίγματα και οι κρυμμένοι θησαυροί του. Στα τριάντα κεφάλαια του βιβλίου, ο ιστορικός χρόνος της μυθοπλασίας εναλλάσσεται με το αφηγηματικό παρόν και δυο παράλληλες ιστορίες συμπλέκονται μεταξύ τους. Ξεκινώντας από τα τρέχοντα «Σε χρόνο Ενεστώτα», μεταφερόμαστε στο «Αρχοντικό Κόντου, το έτος 1908» για να επιστρέψουμε πίσω στο παρόν μέσα από μια αέναη επανάληψη.
Η πλεκτή αυτή αφηγηματική συμφωνία που εμποτίζει το παρόν μέσα στο παρελθόν και αντιστρόφως, μεταφέρει παράλληλα και μια υπερβατική διάσταση χρόνου. Καθώς η σύγχρονη ηρωίδα, η Άντα, κάνει την επιστημονική εργασία της για το Σπίτι στα Λεχώνια ερευνώντας τα χαρακτηριστικά του αστικού μύθου με το σαμιαμίδι, μια σειρά από ενδείξεις ανακατεύονται στον ρασιοναλιστικό κόσμο της, τρύπες στον χρόνο μιας μαγικής αχρονίας, που έρχονται να αμφισβητήσουν τον ορθό λόγο της επιστήμης εισάγοντας ένα φίλεργο υπερβατικό στοιχείο: Ο κόσμος της μαγείας ζητάει τα κεκτημένα του.
Τα χρόνια περνούν κι από το 1908 με ένα άλμα νεανικής δεκαετίας, μεταφερόμαστε στα χρόνια του 1917 και 1918, στα Λεχώνια ή στο σανατόριο Wald της Ελβετίας για να κλείσει η αφήγηση με τρόπο χρονολογικά σύμμετρο, δίνοντας πάλι δέκα χρόνια διαφορά, στα 1927 και 1928, στη Νέα Υόρκη και στο Νταβός, ένα νήμα, μια χρονολογική συνέχεια που διακόπτεται από το επαναληπτικά εμβόλιμο παρόν αντιστοίχως.
Η συμμετρική αναλογία αυτής της κατασκευής δεν είναι μονάχα ένα στοιχείο δομικής συνοχής στο μυθιστόρημα: Αποτελεί ταυτόχρονα και μια τεχνική διαμόρφωσης της ίδιας της μυθοπλασίας, υποβάλλοντας ένα παιχνίδι συμβολισμών πάνω και πέρα από τη συμβατική πραγματικότητα· ένα στέμμα από σημασίες.
Έτσι, το κάθε κεφάλαιο του παρόντος μοιάζει να εγκιβωτίζεται σε εκείνο του παρελθόντος. Καθώς η βασική ηρωίδα κάνει την έρευνά της, αποκαλύπτεται σταδιακά στον αναγνώστη πως ό,τι αυτή ερευνά αναβιώνει, την άλλη στιγμή, μπροστά στα μάτια του. Μ’ αυτόν τον τρόπο, η ερευνητική εργασία της μετατρέπεται σε βίωμα αναγνωστικό και διαμορφώνει το υπόβαθρο μιας άλλης πραγματικότητας που ελλοχεύει, θα λέγαμε, σαν ιστορικό υποσυνείδητο καθορίζοντας αντίστοιχα και το παρόν βίωμα. Είναι μια διάσταση πραγματικότητας που διασχίζει το τρέχον και το καθημερινό για να ανοίξει μυστικά περάσματα σε έναν άλλο χρόνο – φαινομενικά ιστορικό, αλλά ουσιαστικά αφηγηματικό χρόνο γραφής.
Κι έτσι συμβαίνει το εξής παράδοξο: Οι αποδείξεις της επιστήμης να γίνονται ταυτόχρονα και ενδείξεις του υπερφυσικού.
Η συνοίκηση αυτή του έλλογου/σύγχρονου με το άλογο/άχρονο ή μαγικό στοιχείο εμπλουτίζει το κείμενο με νέες σημασίες. Κι ενώ το παρόν εμποτίζεται έτσι από το παρελθόν, ταράσσεται και δείχνει διάτρητο στον χρόνο, το μυστήριο παρελθόν, όπως αποκαλύπτεται σταδιακά, μοιάζει αρραγές. Είναι ο πυρήνας της αφηγηματικής παλινδρόμησης, το αρχικό καλούπι μιας μήτρας. Κι ας στοχάζονται οι ήρωες μια νύχτα κοιτάζοντας τον έναστρο ουρανό – αυτοί που κατοικούν στο παρελθόν να ψάχνουν για το φως των παρελθόντων άστρων, των σβησμένων: Η ρέμβη τους αυτή είναι μία άλλη σύμβαση λογοτεχνική, ένα παιχνίδι με τον χρόνο που η ίδια η γραφή υποβάλλει. Η ποιητική αυτή συνωμοσία της γραφής μεταφέρει την αίσθηση του εξοβελισμένου χρόνου.
Ιδού πώς από τον λεγόμενο «Χρόνο Ενεστώτα», περνούμε «Σε χρόνο πανσέληνο», όπως είναι και ο τίτλος του τελευταίου κεφαλαίου. Η σχετικότητα της τρύπας του χρόνου, φέρνει αναλογίες και αντίπαλα ζεύγη. Όλα περνούν και διυλίζονται, χάνονται και επαναπροσδιορίζονται μέσα από το ποιητικό συμφραζόμενο της γραφής.
Η εναλλαγή αυτή του χρόνου και η παραλλαγή του (χρόνος ιστορίας vs μεταφυσικός και μαγικός χρόνος) σκάβει τον προβληματισμό βαθύτερα ως την πηγή της ανθρώπινης ύπαρξης, τη διάσταση της ζωής και του θανάτου. Παράλληλα, η αέναη αφηγηματική παλινδρόμηση πίσω – μπρος διακόπτει τη ροή της ιστορίας αναχαιτίζοντας την απρόσκοπτη ανάγνωση. Το βλέμμα του αναγνώστη στηρίζεται έτσι σε μια ανοικείωση, μια καλλιεργημένη απόσταση. Είναι σαν να παρακολουθεί ο αναγνώστης παράλληλα με την ιστορία και τον τρόπο με τον οποίο αυτή διαμορφώνεται, να παρατηρεί τα σύνεργά της κρατώντας ταυτόχρονα και την ερμηνεία της.
Ακολούθως και το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο των πρώτων δεκαετιών του αιώνα παρουσιάζεται ανάγλυφο στα ήθη και την κοινωνική διαστρωμάτωση διατηρώντας αναλογίες μέσα από τη συνέχεια ή και την αντιστροφή κοινωνικών ρόλων και συμπεριφορών. Πόσο μακριά είναι οι εποχές υποδηλώνεται και από τον εσωτερικό μονόλογο της υπηρέτριας Μαυρηγώς που προσδιορίζει την περασμένη πια «ηλικία γάμου» της εκεί γύρω στα είκοσι, ενώ σε μια άλλη περίπτωση, η κυρία της, η Ερασμία, αναρωτιέται «πώς να ταξιδέψει δίχως άντρα».
Οι ασυνέχειες αυτές στην κοινωνική νοοτροπία των ηθών έρχονται να βρουν τη χαρακτηριστική τους συνέχεια σε παράλληλες ιστορίες που παρουσιάζονται εξελικτικά μέσα στον χρόνο, όπως λ.χ. η ιστορία του ταφικού μνημείου της οικογένειας με το περίφημο σαμιαμίδι που ανακαλείται κιόλας από την εποχή της πρώτης δημιουργίας του.
Με τέτοιες αφηγηματικές τεχνικές που στηρίζονται στη συμπληρωματικότητα, την εξελικτική συνέχεια και την αντίθεση ή αντιπαραβολή, η αφηγηματική συνοχή των δύο χρονικών επιπέδων του παρόντος και του παρελθόντος, στερεώνεται προοδευτικά. Στα αυτόνομα πλαίσια κάθε ιστορίας, η μετατόπιση των χαρακτήρων διαμορφώνει με τρόπο μελετημένο, αντιθετικά ζεύγη.
Έτσι η Βασιλική βρίσκει το αντίπαλο ζεύγος της στην Ανθούλα· υπηρέτρια η μια, αρχόντισσα η άλλη, γίνονται ωστόσο φίλες, αφού μεγαλώνουν μαζί από παιδιά, διδάσκονται τα ίδια μαθήματα κατ’ οίκον – θα αποκτήσουν αργότερα και τον ίδιο εραστή με άλλον τρόπο ωστόσο η κάθε μία. Κι αν η απειλή του θανάτου καιροφυλαχτεί στην αρρώστια της Ανθής, η επικράτειά του θα κάνει το βήμα προς τη Βασιλική. Με ανάλογο τρόπο διαμορφώνονται και άλλα αντίπαλα ζεύγη χαρακτήρων.
Η μεγαλύτερη ωστόσο σχέση αντιπαραβολής και συνάφειας περνάει μέσα από την ίδια την τεχνική της μυθοπλασίας, όταν οι δυο ιστορίες του παρελθόντος και του παρόντος αποκτούν κοινή ρίζα και ρεαλιστική συνέχεια. Είναι το σημείο της εγκοπής και της ένωσης, μια ραφή αφηγηματική που δίνει συνέχεια στην ασυνέχεια του χρόνου. Που αξιοποιεί μαζί και ένα πολύτιμο αντικείμενο – υλικό αντίκρισμα στη φθορά, ένα οικογενειακό κειμήλιο που μετέρχεται τις εποχές, συμβολικό και πραγματικό ταυτοχρόνως: «Το πυργωτό δαχτυλίδι». Αντικείμενο αναγνωριστικό ή για να μεταχειριστούμε και τον όρο του ψυχαναλυτή D. W. Winnicott, «μεταβατικό αντικείμενο», το λειτουργικό αυτό δαχτυλίδι κληρονομείται από γενιά σε γενιά, μεταφέροντας μαζί και ένα διαγενεαλογικό τραύμα. Διότι τι άλλο να ζητούν οι τρεις γενιές των ανθρώπων (να λέγαμε καλύτερα οι τρεις γενιές των γυναικών) αν όχι τη δικαίωση; Ότι έμεινε αθεράπευτο και άδικο να βρει στις άλλες γενιές αργότερα μια δικαιωματική θεραπεία.
Αυτός δεν είναι και ο λόγος της πεισμωμένης αναβίωσης της ζωής; Τα φαντάσματα ενός τέτοιου σπιτιού αυτό περιμένουν. Δεν χάνονται, δεν εξαφανίζονται, όπως δεν εξαφανίζεται μαζί και η άλυτη ζωή, αλλά γυρίζουν στο ίδιο μέρος κρυφά για να δικαιώσουν τα αδικαίωτα. «Κλεφτά επιστρέφουν» για να κλέψουν με την επιστροφή τους αυτή ό,τι δεν τους δόθηκε και να λύσουν τα μάγια του χρόνου.

Share

Πρόσφατα άρθρα

Ο Δημ. Καραμπερόπουλος στο ερωτηματολόγιο του Proust “Μουσείο Γεωργικών Εργαλείων Βελεστίνου με τις διεργασίες κάθε αγροτικής δράσης 

    Επιμέλεια  Μαίρη Τσακνάκη Γαβαλά Καλεσμένος μας σήμερα ο ιατρός Δημήτριος Καραμπερόπουλος, διδάκτωρ της…

30 Ιουνίου 2024

Βιβλία με επιστημονικό ενδιαφέρον  «Το μεγάλο σχέδιο» και «Βαβέλ»

  Του  Μηνά Χαραλαμπίδη,  βιολόγου    Το μεγάλο σχέδιο,  Stephen Hawking,  Leonard Mlodinow,  κάτοπτρο Οι…

30 Ιουνίου 2024

«Τσιγάρο βαρ*;» του Σπύρου Κιοσσέ

  Της Βασιλικής Μελισσουργού, M.Sc. (Δ.Π.Μ.) φιλολόγου του 3ου ΓΕΛ Βόλου Συναντηθήκαμε μετά από πολλά…

30 Ιουνίου 2024

Το Λύκειο των Ελληνίδων Βόλου στην ακριτική Ορεστιάδα

  Στην ακριτική Ορεστιάδα βρέθηκε στο διάστημα του Αγίου Πνεύματος 22-24 Ιουνίου η χορευτική ομάδα…

30 Ιουνίου 2024

Παρουσίαση βιβλίου Γιώτας Κούγιαλη

  Το Κέντρο Πολιτισμού Ιωλκός, το Κέντρο Βιβλίου Μαγνησιωτών Συγγραφέων, ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Μαγνησίας, το…

30 Ιουνίου 2024

Αγαπημένο βιβλίο Ζητώ μαμά! Ζήτω η μαμά!

  Ζητώ μαμά! Ζήτω η μαμά! Βαγγέλης Ηλιόπουλος Εικόνες: Λιάνα Δενεζάκη Τζιαμπίρης Πυραμίδα Η Ελεάννα…

30 Ιουνίου 2024