Τοπικά

Το κέντρο του Βόλου μιας αλλοτινής εποχής…

Μία παλιά οικογενειακή φωτογραφία του προπονητή καλαθοσφαίρισης Γιάννη Καρακατσούνη, που απεικονίζει τον πατέρα του, Γιώργο, μπροστά από το καπνοπωλείο που είχε ανοίξει στο κέντρο του Βόλου γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ’50, στάθηκε αφορμή για ένα ταξίδι στο παρελθόν της πόλης. Νοσταλγία για τον Βόλο που χάθηκε πριν από πολλές δεκαετίες, αλλά μένει «ζωντανός» στις αναμνήσεις των παλαιότερων.

Η 4η Απριλίου είναι μία σημαδιακή ημερομηνία για τον Βολιώτη καθηγητή Φυσικής Αγωγής, αφού πριν από δεκατέσσερα χρόνια έφυγε από τη ζωή ο πατέρας του σε ηλικία 80 ετών. Οι παλιές φωτογραφίες που έχει στην κατοχή του, κάνουν τον ίδιον, αλλά και τους αδελφούς του, Κωνσταντίνο, 57 ετών, επίσης γυμναστή και προπονητή μπάσκετ και Χάρη, 51 ετών, διεθνή διαιτητή καλαθοσφαίρισης, να «ζούνε» ξανά και ξανά όμορφες στιγμές από το παρελθόν. Έτσι, πριν από λίγες ημέρες με περίσσια συγκίνηση ανάρτησε στον λογαριασμό του στα social media, μία φωτογραφία από το καπνοπωλείο του πατέρα του, το οποίο λειτουργούσε επί της Ιωλκού 26.

«Άνοιξε το μαγαζί το 1956, όταν ήταν τριάντα ετών και το κράτησε μέχρι το 1970. Τη χρονιά εκείνη έπιασε δουλειά στο ΚΤΕΛ, επειδή είχε παράσημο από τη θητεία στον στρατό», είπε ο έμπειρος προπονητής. Η επιλογή του καπνοπωλείου, πάντως, δεν ήταν τυχαία για τον Γιώργο Καρακατσούνη, ο οποίος γεννήθηκε το 1926 στον Άγιο Ονούφριο. «Ο παππούς μου, Γιάννης, διετέλεσε διευθυντής στην καπνοβιομηχανία Ματσάγγου, ενώ ο θείος μου, Πέτρος, είχε περίπτερο στο «τρίγωνο» κοντά στο 3ο Λύκειο για την ακρίβεια. Μεγάλωσε γενιές-γενιές κι εκείνος», σημείωσε με νόημα ο Γιάννης Καρακατσούνης.

Γεννημένος το 1962, ο μεγαλύτερος από τα τρία αδέρφια, διατηρεί άσβεστες πολλές μνήμες από την καθημερινότητα του πατέρα του στο καπνοπωλείο: «Όταν ήμουν πέντε-έξι χρονών με έπαιρνε μαζί του στο μαγαζί. Η Ιωλκού τότε ήταν ακόμη διπλής κατεύθυνσης. Θυμάμαι τις εφημερίδες που έρχονταν κάθε πρωί, τις έπαιρνε από το πρακτορείο του Δημητρακόπουλου με τον αθηναϊκό Τύπο που ήταν λίγο πιο πάνω από εμάς. Από εκείνον προμηθευόταν και τα λαχεία, Εθνικό και Λαϊκό κυκλοφορούσαν τότε. Δίπλα μας ήταν το ωρολογοποιείο του Περεντίδη, που τώρα το έχουν τα παιδιά του. Απέναντί μας βρισκόταν ένα κατάστημα με καπέλα. Το είχε ο πατέρας του Αντώνη Μυριντζή (σ.σ. προπονητής μπάσκετ), με τον οποίον έχουμε την ίδια ηλικία. Πρόλαβα μέχρι και τον τροχονόμο, ο οποίος ρύθμιζε την κίνηση στη Δημητριάδος. Το κουβούκλιο ήταν μπροστά από το μαγαζί του Κανταρτζή. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τα δώρα που του πήγαιναν κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα πολλοί Βολιώτες. Ή ακόμη τον «Μουτζούρη» που τότε εκτελούσε ακόμη δρομολόγια μες στην πόλη. Το τρένο έκανε στάση Ιωλκού και Δημητριάδος, τους έκανε όλους… μαύρους από τον καπνό και έπειτα κατέληγε στον σταθμό».

Πέρα από τα είδη καπνιστού, ο πελάτης που περνούσε το κατώφλι του καταστήματος μπορούσε να προμηθευτεί πάρα πολλά είδη. Ο Γιάννης Καρακατσούνης ανέφερε σχετικά: «Έβρισκες ό,τι ήθελες. Ήταν μεγάλο το μαγαζί, όπως είναι τώρα τα σύγχρονα καπνοπωλεία. Έφερνε κουλούρια, τυρόπιτες, έφτιαχνε και σάντουιτς. Είχαμε καραμέλες σε μεγάλα βάζα και γέμιζε ένα χάρτινο χωνάκι με μία τρύπια δεκάρα. Υπήρχαν επίσης περιοδικά της εποχής, όπως ο «Θησαυρός», το «Ρομάντσο», αλλά και αθηναϊκές εφημερίδες. Θυμάμαι τις αθλητικές, όπως το «Φως» και η «Αθλητική Ηχώ». Τις Απόκριες πουλούσε σερπαντίνες, χαρτοπόλεμο, μάσκες, ενώ κάθε Καθαρά Δευτέρα ο πατέρας μου έφτιαχνε χαρταετούς. Από τους καλύτερους στον Βόλο. Μαζί με τον Ντίνο και τον Χάρη, όταν ήμασταν παιδιά, τον βοηθούσαμε στην κατασκευή τους, φτιάχνοντας τις ουρές και τα ζύγια. Μέχρι το 1982 τουλάχιστον ασχολείτο με χαρταετούς».

Αναπόφευκτη η σύγκριση του τότε με το σήμερα. «Άλλες εποχές εκείνες. Πιο αγνές, υπήρχε μεγαλύτερη ανθρωπιά. Ο ένας βοηθούσε τον άλλον, εμπιστευόσουν τον γείτονα», παραδέχθηκε, ενώ κατέληξε λέγοντας: «Συγκινούμαι κάθε φορά που βλέπω αυτή τη φωτογραφία. Ενάμιση χρόνο πριν πεθάνει ο πατέρας, είχαμε χάσει τη μητέρα μας Κατερίνα από καρκίνο. Ο χαμός της του κόστισε πολύ και έπαθε έμφραγμα του μυοκαρδίου. Είχε πάει στην Αγία Βαρβάρα να παρακολουθήσει τη Θεία Λειτουργία και έγειρε μπροστά από το παγκάκι».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το