Πολιτισμός

Το ισχυρό αποτύπωμά του δασκάλου Γιάννη Σπύρου στην εκπαιδευτική ιστορία των Καναλίων

 

Της
Αγγελικής Θάνου,
δρ Παιδαγωγικής
και συγγραφέα

Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι παιδαγωγικές αντιλήψεις στην Ευρώπη και στην Αμερική είχαν αρχίσει να επαναπροσδιορίζονται. Η «από καθέδρας διδασκαλία» δέχθηκε ισχυρή αμφισβήτηση και παραχώρησε σιγά – σιγά τη θέση της σε νέες παιδαγωγικές αντιλήψεις. Το Σχολείο Εργασίας ανθίζει με πρωτεργάτες τον John Dewey στην Αμερική, τον Kerschensteiner στη Γερμανία, τη Μaria Montessori στην Ιταλία. Αυτοί οι ογκόλιθοι της Παιδαγωγικής Επιστήμης διαμόρφωσαν τις νέες παιδαγωγικές αρχές, που έχουν ως επίκεντρο το παιδί και όχι τον δάσκαλο. Στη χώρα μας βασικοί εκφραστές της νέας αυτής αντίληψης για τη μάθηση είναι οι: Δημήτρης Γληνός, Αλέξανδρος Δελμούζος, Μιχάλης Παπαμαύρος, Νικόλαος Εξαρχόπουλος. Την ίδια περίοδο στην Ελλάδα, πολλοί εκπαιδευτικοί τάξης έρχονται σε επαφή με τις νέες αυτές παιδαγωγικές αντιλήψεις, τις ενστερνίζονται και προσπαθούν να τις μεταλαμπαδεύσουν στην ελληνική πραγματικότητα.
Ο δάσκαλος Γιάννης Σπύρου ήταν ένας εξ αυτών. Ανέλαβε υπηρεσία στο Δημοτικό Σχολείο Καναλίων τη σχολική χρονιά 1959 – 1960 και για οκτώ συνεχόμενα χρόνια ανέπτυξε και στήριξε με σθένος το όραμά του για ένα δημοκρατικό σχολείο, το οποίο απορρίπτει την παθητική στάση των μαθητών, εξασφαλίζοντας την αυτενέργειά τους, ώστε να κατακτήσουν τις έννοιες της αυτοαγωγής και της αυτοδιοίκησης. Με συνεργάτες του τους εκπαιδευτικούς Απόστολο Λεμονή, Κώστα Μαλακατσόπουλο, την Ευσταθία Φωτοπούλου (σύζυγό του) και το ζεύγος Νίκου και Θάλειας Δεληγιάννη και τους διακόσιους πενήντα μαθητές υλοποίησε περίτρανα όλους τους άξονες ενός Σχολείου Εργασίας.
Συστήθηκε αρχικά Σχολικός Συνεταιρισμός, ο οποίος αποτελούσε τον πυρήνα όλων των σχολικών δραστηριοτήτων. Η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος έδωσε το α’ βραβείο της, έναντι 500 δραχμών, σ’ αυτόν τον Σχολικό Συνεταιρισμό για την υποδειγματική λειτουργία του. Ας γνωρίσουμε τα επιτεύγματά του. Μπαίνοντας στον προαύλειο χώρο του σχολείου, από την πλευρά της εκκλησίας της Παναγιάς, δεξιά υπήρχε ένας κήπος – υπόδειγμα κηπουρικής. Κάθε τάξη είχε τον δικό της χώρο, ανελάμβανε την ευθύνη της περιποίησης των λουλουδιών ή λαχανικών. Λογιών – λογιών άνθη και φυτά αναπτύσσονταν εκεί με διαχωριστικά πλαίσια από τις γκριζοπράσινες λεβαντίνες. Στο κτήμα πίσω από το σχολείο φυτεύτηκαν επίσης αμπέλι, όσπρια, οπωροφόρα δέντρα και φυτώρια πεύκων. Εκεί κοντά έβοσκαν και 2 – 3 πρόβατα. Υπήρχαν στο πίσω μέρος του σχολείου επίσης τέσσερις ευρωπαϊκές κυψέλες.
Αριστερά της εισόδου και πολύ κοντά στο σπίτι του δασκάλου, αντίκριζε κανείς ένα καλοσχεδιασμένο ζωοτροφείο, με περιστερώνα εφάμιλλο αυτών της Τήνου, κονικλοτροφείο, ορνιθοτροφείο με κότες κόκκινες και λευκές, άλλες για κρέας και άλλες για τα αυγά. Δεν άργησε στον χώρο αυτόν να εμφανιστεί και ένα ζευγάρι παγώνια, δώρο της Γεωργικής Σχολής Λάρισας, το αρσενικό του οποίου άφηνε άφωνους τους μαθητές κάθε που άνοιγε την εντυπωσιακή ουρά του.
Οργανώθηκε τυπογραφείο γλυκερίνης και δημοσιογραφική ομάδα. Η εφημερίδα με τον τίτλο «Η κυψέλη μας» ήταν αναπόσπαστο ζωντανό κομμάτι εκείνης της οκταετίας. Ευτυχώς έχουν διασωθεί αρκετά αντίτυπα και θα μας επιτρέψουν ένα ξεχωριστό αφιέρωμα σ’ αυτό το μαθητικό έντυπο. Στην εφημερίδα διάβαζε κανείς όλες τις δράσεις του σχολείου, περιγραφές συμβάντων, τοπική ιστορία κ.ά. Κάθε φύλλο στελνόταν ταχυδρομικά σε πολλούς επιφανείς πολίτες, γόνους των Καναλίων κι εκείνοι με τη σειρά τους απαντούσαν ταχυδρομικά κι έτσι αναπτύσσονταν μια ωραία και γόνιμη αλληλογραφία.
Οργανώθηκε και λειτουργούσε βιβλιοχαρτοπωλείο από μαθητές για μαθητές. Υπήρχε μια κεντρική βιβλιοθήκη δανειστική και μικρές βιβλιοθήκες σε κάθε τάξη όπως και πολλά περιοδικά στη διάθεση των παιδιών.
Το σχολείο διέθετε φωτογραφική μηχανή, καθώς και γραφομηχανή. Η θεατρική του σκηνή ήταν άψογη με εξαιρετικές, μοναδικές απαγγελίες και θεατρικά. Ο δάσκαλος Γιάννης Σπύρου λάτρευε την καλή απαγγελία. Απήγγειλε ο ίδιος με τη στεντόρεια και επιβλητική φωνή του κι όλοι παρακολουθούσαν έκθαμβοι. Παλιοί μαθητές τον θυμούνται να απαγγέλει τον Αστραπόγιαννο. «Σαν πρόκες καρφώνονταν οι λέξεις» όταν έπαιρνε τον λόγο.
Στο μικρό σπιτάκι πλάι στο σπίτι του δασκάλου είχε οργανωθεί κουρείο. Δυο μαθητές είχαν αναλάβει να κουρεύουν με την ψιλή τα αγόρια έναντι μιας δραχμής το κάθε κούρεμα. Μαθητές της εποχής αναφέρουν το όνομα του Δημήτρη Τσακαλέα ως δεξιοτέχνη της ψιλής μηχανής.
Λειτουργούσε μαγειρείο όπου τα παιδιά έπαιρναν το πρωινό τους με γάλα και τυρί κίτρινο και βούτυρο με τη συνέργεια των μαθητών και τη σταθερή υποστήριξη της μαγείρισσας της κυρα-Λένης.
Όλα όσα προαναφέρθηκαν ήταν ευθύνη των μαθητών και των μαθητριών με συγκεκριμένες κυλιόμενες υπηρεσίες. Η συντήρηση, η λειτουργία, η καθαριότητα, η φροντίδα, ζώων και φυτών, καθώς και η εμπορία των προϊόντων με τον πιο προσοδοφόρο τρόπο για μεγαλύτερο κέρδος. Τα έσοδα επέστρεφαν πάλι στους μαθητές και ενίσχυαν ποιοτικά την καθημερινότητα ολόκληρης της σχολικής κοινότητας. Αντιλαμβανόμαστε όλοι μας πόσες δεξιότητες ζωής μπορούσε να αναπτύξει κάθε μαθητής σε ένα τέτοιο εκπαιδευτικό περιβάλλον. Ένα εύλογο ερώτημα προκύπτει. Πώς έβρισκαν τον χρόνο για να ικανοποιηθούν όλες αυτές οι δράσεις αποτελεσματικά; Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι εκείνη την εποχή τα σχολεία λειτουργούσαν πρωί και απόγευμα κάθε μέρα και το Σάββατο. Επίσης ένα τέτοιο μοντέλο εκπαίδευσης ανοιχτό στην κοινωνία και στη ζωή είναι λογικό ότι αξιοποιεί και μέλη της κοινωνίας στην οποία αναπτύσσεται. Συμπληρωματικά να αναφέρουμε ότι οι δάσκαλοι εκείνα τα χρόνια κατοικούσαν στον τόπο όπου υπηρετούσαν κι έτσι διέθεταν αρκετό κι από τον προσωπικό τους χρόνο στη σχολική ζωή.
Από τα έσοδα, αλλά και τις χορηγίες δημιουργήθηκε μια παιδική χαρά με 4 κούνιες, 2 τραμπάλες, έναν σαλίγκαρο και μια τσουλήθρα στην αυλή του σχολείου, καθώς και μια βρύση «υγιεινή». Πρόκειται για μια σωλήνα με πολλές τρύπες από όπου ξεπηδούσε πόσιμο νερό και τα παιδιά έπιναν χωρίς να ακουμπούν τα χείλη τους στη βρύση. Το σχολείο αποτελούσε χώρο αναψυχής και επίσκεψης για όλους τους κατοίκους. Ήταν η κυριακάτικη βόλτα τους η φιλόξενη και τόσο ενδιαφέρουσα αυλή του, ανοιχτή για όλες τις οικογένειες.
Ο δάσκαλος Ιωάννης Σπύρου άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στα Κανάλια. Επιβλητικός, αεικίνητος, φίλεργος, δημοκρατικός, αυστηρός, μα και ακριβοδίκαιος. Η τρίτη πτέρυγα του διδακτηρίου φέρει τιμητικά το όνομά του. Με πρωτοβουλία του επίτιμου πλέον Σχολικού Συμβούλου Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης κ. Κυριαζή Πόρποδα και της πρώην διευθύντριας του Δημοτικού Σχολείου Καναλίων κ. Βασιλικής Φάκκα (μαθήτριάς του επίσης) και του Συλλόγου Γονέων τοποθετήθηκε επιγραφή που βεβαιώνει αυτή την τιμή προς το έργο του (βλ. φωτογραφία).
Ποιος είναι τελικά αυτός ο οραματιστής Ιωάννης Σπύρου; Η κόρη του Διαμάντω, εκπαιδευτικός στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση μάς ενημερώνει με αγάπη. «Ο πατέρας μου γεννήθηκε το 1923 και καταγόταν από τον Κοσμά Κυνουρίας του Νομού Αρκαδίας. Πέθανε στον Βόλο το 2003. Γονείς του ήταν ο Δημήτριος και η Διαμάντω. Το επάγγελμα του πατέρα του ήταν χτενοποιός (έφτιαχνε χτένια για αργαλειούς και ανήκε στη συντεχνία των χτενοποιών, της οποίας τα μέλη πήγαιναν από τόπο σε τόπο και είχαν μάλιστα δικό τους γλωσσάρι που ο πατέρας μου θυμόταν). Σπούδασε στην παιδαγωγική ακαδημία Τριπόλεως (1945-1947), από την οποία αποφοίτησε με βαθμό «άριστα 9,49». Στη διάρκεια της Κατοχής ήταν μέλος της Εθνικής Αντίστασης. Τα πρώτα χρόνια ως δάσκαλος ήταν στη Σαμαρίνα του Νομού Γρεβενών και ξέρω ότι εκεί έστησε σχολείο με κάποιες υποδομές από το μηδέν. Γνώρισε τη μητέρα μου Ευσταθία, που ήταν και αυτή δασκάλα, και παντρεύτηκαν. Έκαναν δυο παιδιά, την Αδαμαντία (εμένα) και τον Δημήτριο. Εγγόνια έζησε να δει. Την Άννα και τον Γιάννη, την Έφη και τον Γιώργο.
Ήταν πρότυπο δασκάλου για μένα, με πάθος και μεράκι για τη δουλειά του, την οποία θεωρούσε λειτούργημα. Θεωρούσε ύψιστο καθήκον να προσφέρει στον τόπο όπου ζούσε και εργαζόταν και αντλούσε άπειρη ευχαρίστηση από αυτό. Στην αίθουσα διδασκαλίας ήταν επικοινωνιακός (τον είχα και εγώ δάσκαλο στο 14ο Δημοτικό Σχολείο Βόλου) και προσπαθούσε με όποιον τρόπο μπορούσε να κάνει εύληπτο το μάθημά του: Έκανε πειράματα Χημείας με υποτυπώδη μέσα και δίδασκε ανθρωπολογία έχοντας ως «πρόπλασμα» ένα αδύνατο αγόρι στο οποίο μας έδειχνε τα οστά. Το παράδειγμά του ως εκπαιδευτικού με σημάδεψε.
Προοδευτικός και ανοιχτόμυαλος, παρότι σοβαρός και αυστηρός εξωτερικά, έκρυβε βαθιά ευαισθησία. Όταν ήμουν μικρή αυτός μου έλεγε παραμύθια, από αυτόν έμαθα όλη την ελληνική μυθολογία. Με κάθιζε στα γόνατά του και μου διηγούνταν μύθους. Αυτή την αίσθηση της ζεστασιάς και της αγάπης δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ.
Εκείνο που μου έχει μείνει από όσα έλεγε είναι ότι πρέπει οπωσδήποτε να εργαστώ για να είμαι ανεξάρτητη. Μια γυναίκα πρέπει να δουλεύει, έλεγε, αλλιώς κάποια στιγμή θα υποταχθεί. Αυτό το έλεγε συχνά μέχρι να μπω στο Πανεπιστήμιο και το ίδιο λέω και εγώ στις μαθήτριές μου.
Από όσα έκανε ως δάσκαλος στα Κανάλια τα περισσότερα τα μάθαινα σποραδικά από κάποιες συζητήσεις και πολύ αργότερα. Καταλάβαινα ότι ήταν περήφανος για το έργο του και ότι έκανε σκληρή δουλειά που του απορροφούσε πολύ χρόνο. Γι’ αυτόν το μάθημα δεν τελείωνε με το κουδούνι.
Σπουδαίο προσόν γι’ αυτόν ήταν το να είναι κανείς τίμιος, ηθικά ακέραιος (αυτή η ηθική των παλιών αριστερών). Μισούσε το ψέμα και την απάτη και ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητος όταν θεωρούσε ότι τον εξαπάτησαν. Σε τέτοιους ανθρώπους έκοβε ακόμα και την καλημέρα. Αγαπούσε τη γνώση και τη θεωρούσε το πιο πολύτιμο αγαθό για τον άνθρωπο. Μέχρι τα γεράματα ξεκοκάλιζε εφημερίδες και διάβαζε ιστορικά βιβλία και περιοδικά.
Δυστυχώς δεν τον έβλεπα συχνά μετά τα 18 μου χρόνια. Σπούδασα στα Ιωάννινα, γεγονός που του προκάλεσε αρχικά μεγάλη λύπη, γιατί δεν ήθελε να φύγω – τότε είχαμε μετακομίσει στην Αθήνα. Τον έβλεπα στις διακοπές και μετά, καθώς παντρεύτηκα μακριά, τον έβλεπα Χριστούγεννα, Πάσχα και καλοκαίρια. Χαιρόταν με τα εγγόνια και είχε πάντα την έγνοια τους. Τους πρόσφερε ό,τι ήθελαν, αλλά μέσα στα πλαίσια του παλιού στερεότυπου ότι οι γυναίκες πρέπει να ασχολούνται με αυτά. Θυμάμαι, όμως, μια φορά – καλοκαίρι στον Βόλο ήταν – που έφερε στην κόρη μου δώρο μια κούκλα μαύρη, από αυτές τις τεράστιες κούκλες μωρά που τις βάζανε παλιά στο κρεβάτι για διακόσμηση. Πώς το σκέφτηκε αυτό! Πού πήγε και τη βρήκε; Έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Ήθελε να της δείξει ότι υπάρχουν και παιδιά άλλης φυλής κι ότι είναι κι αυτά παιδιά όπως και η ίδια.
Ο θάνατός του ήταν ξαφνικός, αλλά τώρα που το σκέφτομαι ήταν καλύτερα που έφυγε έτσι. Ογδόντα χρονών, ακμαιότατος, μετά από μια βόλτα στην παραλία του Βόλου και στο καφενείο που πάντα πήγαινε, τη Συνάντηση».
Το δημοκρατικό σχολείο οφείλει πολλά στον δάσκαλο που τιμήσαμε σήμερα. Οι μαθητές του επίσης καθώς τους παρείχε δικαιώματα, όπως: Ελευθερία, δικαιοσύνη, ισότητα ευκαιριών, αυτονομία, συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων, τους καλλιέργησε κοινωνικές και πολιτικές δεξιότητες, όπως: Ανάληψη ευθυνών, συνεργασία, κοινωνικότητα, αλληλοκατανόηση, ενσυναίσθηση, ελεύθερη έκφραση απόψεων και δημοκρατική λήψη αποφάσεων. Παρείχε ευκαιρίες σε όλους τους μαθητές να οικοδομούν στέρεα μορφωτικά θεμέλια που στηρίζονται στις εμπειρίες τους, στη θετική στάση απέναντι στη μάθηση, στη συμμετοχή, στη συνεργασία.
Κλείνοντας τιμούμε αυτόν τον ακούραστο ονειροπόλο, ρομαντικό και τόσο ρεαλιστή δάσκαλο με το ποίημα του Στέλιου Σπεράντζα.

Το μικρό σχολείο μας
Μεσ’ την πρασινάδα
Μεσ’ την ομορφιά
Το μικρό σχολειό μας
Μοιάζει ζωγραφιά
Διάπλατα στον ήλιο
Παραθύρια να,
Σαν γυρνά το μάτι
Φτάνεις ως τα βουνά.
Πάντα με τραγούδια
του μιλά η ψυχή.
Κι η χαρά μας όλη
Γύρω του αντηχεί
Κι όταν τραγουδάμε
Πάνω απ την ελιά
Τραγουδούν μαζί μας
Κι όλα τα πουλιά.

(Θερμές ευχαριστίες στην κ. Μαντώ Σπύρου, στην κ. Όλγα Βαζούκη και στον κ. Κυριαζή Πόρποδα).

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το