Άρθρα

Το ελληνικό #metoo είναι ένα κίνημα δικαιωμάτων

Του Παντελή Προμπονά 

Στη διπλωματική εργασία του μεταπτυχιακού μου μελέτησα την υπόθεση διαπόμπευσης των εικοσιένα οροθετικών γυναικών το καλοκαίρι του 2012. Ένας από τους βασικούς λόγους για να καταπιαστώ με το θέμα ήταν τα πρώτα συναισθήματα μου όταν αντίκρισα τη φωτογραφία της πρώτης συλληφθείσας (νομίζω λέγονταν Τατιάνα) η οποία δημοσιοποιήθηκε από την εισαγγελία “για τη προστασία του κοινωνικού συνόλου”. Από κινδύνευε το κοινωνικό σύνολο (σύμφωνα με τις αρχές); Από μια οροθετική γυναίκα η οποία έκανε σεξ χωρίς προφυλάξεις μολύνοντας “την ελληνική οικογένεια” (όπως δήλωσε αρμόδιος υπουργός).

Η φωτογραφία έδινε πρόσωπο και ονοματεπώνυμο σε ότι είχαμε μάθει από τα βιβλία της κοινωνικής θεωρίας σε σχέση με το στίγμα και τη κυβερνολογική. Η ασθένεια και η χρόνια νόσηση παρουσιάζονταν ποινικό αδίκημα, η επισφαλής συνθήκη διαβίωσης και η τοξικοεξάρτηση ως δυνάμει κίνδυνος της δημόσιας τάξης και της υγείας, το φύλο και η εθνική καταγωγή της πρώτης συλληφθείσας ως “φυσικές ενδείξεις” σεξεργασίας. Τι κι αν στα δικαστήρια αποδείχθηκε μια πολύ διαφορετική -και η μόνη αληθινή- ιστορία; Η μηχανή της εξουσίας είχε φουλάρει με τα καύσιμα του κοινωνικού αυτοματισμού, οι αρρωστημένοι εγκέφαλοι που συνέλαβαν και εκτέλεσαν αυτή την επιχείρηση απέσπασαν την αξία χρήσης της και η δημοκρατία σε αυτόν εδώ τον τόπο απέκτησε ακόμα ένα ανοιχτό τραύμα.

Τα σκέφτηκα αυτά διαβάζοντας -ακόμα μια φορά- τους τίτλους της ημερήσιας δημοσιογραφίας: “γνωστός σκηνοθέτης”, “δημοφιλής ηθοποιός”, “πρώην βουλευτής και διπλωμάτης”, “ισχυρός αθλητικός παράγοντας”, “πασίγνωστος επιχειρηματίας”. Όταν ο κακοποιητής, ο βιαστής, ο παιδεραστής είναι δημόσιο πρόσωπο η προστασία του “κοινωνικού συνόλου” δε προκρίνεται, το όνομα του προστατεύεται επίμονα ως επτασφράγιστο μυστικό υπό την απειλή των νομικών μέτρων. Η ανωνυμία στη περίπτωση αυτή δε συνιστά προστασία των προσωπικών δεδομένων, ιδιαίτερα όταν τεκμαίρεται πως πολλοί και πολλές “ήξεραν”, αλλά μια επίδειξη δύναμης και εξάρτησης, μια ισχυρή δήλωση πως απαιτείται πολλαπλάσια αποδεικτική δύναμη και τύχη για να “προστατευτεί το κοινωνικό σύνολο” από κάποιον που δεν είναι διανοητό να το απειλεί.

Ταυτόχρονα ενεργοποιείται ένας πραγματικός στρατός υπερασπιστών, που όπως κάθε στρατός έχει επιμερισμένους ρόλους. Οι απλοί και αναλώσιμοι στρατιώτες δίνουν τη μάχη των: “γιατί τώρα”, “που ήταν τόσα χρόνια”, “κι αυτή θα του κουνήθηκε”, “τι φορούσε και προκάλεσε”, “τι ζητούσε ένα δεκαπεντάχρονο σπίτι του”, “παντού γίνονται αυτά”, “όλοι αυτοί είναι ατάλαντοι και πικραμένοι που δε πήρανε μια δουλειά”. Οι χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί αναλαμβάνουν τη πρώτη πλύση: “δεν είχε δώσει τέτοια δείγματα”, “το τεκμήριο της αθωότητας”, “ως άνθρωπος είναι ψυχολογικό ράκος”, “στο μάτι του κυκλώνα για το τίποτα”. Κι έπειτα οι πιο υψηλόβαθμοι επιτελείς που έχουν πρόσβαση (και πάντοτε είχαν) στη διαβαθμισμένη πληροφορία, αυτοί που στέκονται εγγύτερα στην αλήθεια και παρακολουθούν την έκβαση της μάχης είτε για να επιρρίψουν κάπου αλλού τα αίτια της ήττας είτε για να αντεπιτεθούν με βαρύ οπλισμό σε περίπτωση νίκης.

Υφίσταται το τεκμήριο της αθωότητας και οι υπόλοιπες προβλέψεις των νόμων; Σαφώς και υφίσταται. Ωστόσο η ίδια επιμέλεια, ταχύτητα, αποφασιστικότητα και αυστηρότητα που επιδεικνύουν οι εισαγγελικές και αστυνομικές αρχές για να εκκινήσουν οι προβλεπόμενες διαδικασίες και οι δημοσιοποιήσεις για οποιοδήποτε άλλο άτομο τελεί συναφή αδικήματα οφείλει να επιδειχθεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση, μη πω και περισσότερη καθώς εδώ μιλάμε για δημόσια πρόσωπα που παίζουν ρόλο στη δημόσια ζωή, τη πολιτική και τη διαμόρφωση κοινωνικών προτύπων, τα οποία μάλιστα έχουν προφανείς σχέσεις εξάρτησης με την εκτελεστική (τουλάχιστον) εξουσία.
Το ελληνικό #metoo συνιστά ένα κίνημα δικαιωμάτων που θα επιφέρει αλλαγές σε μια σειρά χώρους όπως αυτοί του θεάματος, του αθλητισμού ακόμα και της πολιτικής. Ή τουλάχιστον πρέπει να επιφέρει. Αυτές οι μεταβολές δε συνιστούν φυσική εξέλιξη αλλά θα υπαγορευτούν από τη στάση της κοινωνίας των πολιτών, των κοινωνικών κινημάτων, όλων των πολιτικών χώρων και φυσικά της ίδιας της δημοκρατίας. Κάθε κίνημα έχει τα δικά του όπλα (σίγουρα τα social media και οι δημόσιες μαρτυρίες σήμερα είναι κάποια από αυτά και αξιοποιούνται) και έρχεται να απαντήσει σε μια ανάγκη που διαπιστώνεται. Αυτή η ανάγκη σήμερα συνίσταται και σε επιβεβλημένες αλλαγές και στο νομικό πλαίσιο που αφορά στις παραγραφές αδικημάτων σχετικά με τη κακοποίηση, τον βιασμό, την ασέλγεια, την παιδεραστία, τη βία.

Πράγματι ελπίζω αυτό το κίνημα αυτό όντως να αφήσει το χνάρι του και να προφυλάξει χιλιάδες ανθρώπους στο μέλλον από τέτοιες συνθήκες βίας και παρενόχλησης. Ελπίζω να αλλάξει ριζικά τον τρόπο που τα θύματα αντιμετωπίζονται από τη κοινωνία και συνεπώς να μας κάνει συλλογικά ανοιχτότερους/ες μπροστά στο τραύμα και ελπίζω να αλλάξει και κατεστημένες αντιλήψεις στο θέατρο ή τον αθλητισμό ή την πολιτική για το πως η βία ή κακοποίηση αποτελούν μέθοδο διάκρισης του εξέχοντος/ουσας. Αυτή την βαθιά άρρωστη θεωρητικοποίηση και παθητικοποίηση έναντι στην καθημερινή βία.

Πηγή εικόνας: Delhi, 16 students of the Students for Social Reform Initiative and artist Jai Ranjit
Περισσότερα για τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών: στο σχετικό ντοκιμαντέρ https://www.youtube.com/watch?v=LlbL4sQ3_Fo

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το