Άρθρα

Το αντεργατικό έκτρωμα της Ν.Δ, τα «ρολόγια» του ΣΥΡΙΖΑ και η μνήμη ελέφαντα του ΠΑΜΕ

Της Εύης Γ. Καρυδάκη*

Η κυβέρνηση της Ν.Δ προχωράει με γρήγορους ρυθμούς ένα ακόμα νομοσχέδιο – λαιμητόμο ενάντια στα εργασιακά δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων. Στόχος της είναι να διευκολύνει ακόμα παραπέρα την κερδοφορία και τα προνόμια των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Αποδεικνύεται ότι η «επόμενη μέρα» από την πανδημία και την οικονομική κρίση, με την οποία προσπαθούσαν να μας παραμυθιάσουν, αφορά στους λίγους και τα κέρδη τους και όχι το εισόδημα και τα δικαιώματα των ανθρώπων του λαού.
Η επιβολή από το νομοσχέδιο της ατομικής διαπραγμάτευσης εργοδότη – εργαζόμενου σχετικά με τη διευθέτηση του ωραρίου εργασίας (σήμερα 12 ώρες, αύριο 4), δε συνιστά κάποια μεγαλύτερη ελευθερία για τον εργαζόμενο να προσαρμόσει την εργασία του στις άλλες του ανάγκες. Ο εργοδότης θα είναι πάντα αυτός που, με βάση τις ανάγκες της παραγωγής, θα απαιτεί από τους εργαζόμενους να δουλεύουν περισσότερες ή λιγότερες ώρες. Ο εργαζόμενος θα έχει πάντα την ατομική «ελευθερία» να αρνηθεί και να βρεθεί άνεργος την επόμενη μέρα. Ή κάποιο σωματείο – σφραγίδα, κάτω από τον έλεγχο της εργοδοσίας, θα συμφωνεί στο τέντωμα του ωραρίου, εκφράζοντας δήθεν τη «συλλογική θέληση» των εργαζομένων.

Μπροστά στη βάρβαρη αυτή επίθεση ενάντια στο 8ωρο και τον σταθερό ημερήσιο χρόνο εργασίας, που αποτελεί ανάγκη για τη διατήρηση της υγείας του εργαζόμενου, εκατοντάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις οργάνωσαν μια πρώτη αγωνιστική απάντηση την Πέμπτη 6 Μάη, τιμώντας έμπρακτα το διαχρονικό ταξικό μήνυμα της Πρωτομαγιάς. Άφησαν την ηγεσία της ΓΣΕΕ και ορισμένων άλλων συνδικαλιστικών οργανώσεων, όπως του Εργατικού Κέντρου Βόλου, στον ρόλο ενός θλιβερού κομπάρσου, παραστάτη της κυβέρνησης.
Πραγματική απάντηση στις ανατροπές που έχει έτοιμες η κυβέρνηση μπορεί να δώσει μόνο η οργανωμένη αντίδραση των εργαζομένων σε κάθε χώρο δουλειάς, με αποκούμπι τα σωματεία εκείνα που βάζουν στα λάβαρα του αγώνα τους την αντιπαράθεση με τη στρατηγική του κεφαλαίου, της Ε.Ε και της κυβέρνησης. Πραγματική απάντηση μπορεί να δοθεί μόνο διεκδικώντας σύγχρονους όρους δουλειάς, αμοιβής και ζωής, και όχι παζαρεύοντας κάποια ψίχουλα, όπως κάνουν οι δυνάμεις του κυβερνητικού – εργοδοτικού συνδικαλισμού.
Οι ψεύτικες αντιπολιτευτικές κορώνες του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν να δώσουν την παραμικρή απάντηση στον αντεργατικό οδοστρωτήρα της Ν.Δ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει λερωμένη τη φωλιά του από τα χρόνια που κυβέρνησε τη χώρα αυτή και προσπαθεί σήμερα να κοροϊδέψει ξανά τους εργαζόμενους και να ξεπλυθεί στην «κολυμπήθρα του Σιλωάμ» με τα ανόητα συνθήματα ότι «μόνο τα ρολόγια δουλεύουν ασταμάτητα».

– Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πραγματικά αντίθετος με τη «διευθέτηση του χρόνου εργασίας» και δε θέλει τον εργαζόμενο να γίνεται λάστιχο στις ορέξεις της εργοδοσίας, γιατί, όταν ήταν κυβέρνηση, δεν κατάργησε τον νόμο του ΠΑΣΟΚ του 2011, που επέτρεπε και τα 10ωρα και τις απλήρωτες υπερωρίες, με φύλο συκής τη «συμφωνία εργοδοσίας – (εργοδοτικών) σωματείων;
– Γιατί, αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε ως κυβέρνηση να εμπλουτίσει ακόμα παραπέρα τον αντεργατικό νόμο του ΠΑΣΟΚ ψηφίζοντας τον νόμο 4498/2017, που αφορά στους νοσοκομειακούς γιατρούς και που έδωσε τη δυνατότητα ο χρόνος εργασίας να επεκτείνεται μέχρι και τις 12 ώρες καθημερινά με παρουσία στον χώρο εργασίας;
– Αν σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει την κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας, γιατί όταν ασκούσε την κυβερνητική εξουσία επέβαλλε τη δυνατότητα για εργασία για 32 Κυριακές τον χρόνο, υπηρετώντας πιστά τα συμφέροντα και την κερδοφορία των μεγαλεμπόρων;
– Αν ο ΣΥΡΙΖΑ πράγματι κόπτεται για το δικαίωμα στην απεργία και κατηγορεί τη Ν.Δ ότι το καθιστά ουσιαστικά αδύνατο, γιατί η κυβέρνησή του νομοθέτησε περισσότερα εμπόδια για την κήρυξη μιας απεργίας. Θυμίζουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρηματολογούσε τότε ότι το έκανε «για το καλό του συνδικαλιστικού κινήματος», όπως σήμερα κάνει και η κυβέρνηση της Ν.Δ, με αποτέλεσμα ο Άδωνις Γεωργιάδης να λέει τότε στη Βουλή ότι «ερχόμουν και δεν κρατιόμουν να ψηφίσω τη διάταξη [του ΣΥΡΙΖΑ] για τις απεργίες».
Είναι φανερό από όλα τα παραπάνω ότι το ξεσάλωμα των επιχειρηματικών ομίλων στους όρους και τις συνθήκες εργασίας, ξεσάλωμα που έρχεται να υπηρετήσει το νομοσχέδιο – έκτρωμα της κυβέρνησης, μεθοδεύτηκε και επεκτάθηκε από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις, ανεξάρτητα από τον μανδύα που επέλεγαν να φορέσουν.

Αν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, μαζί και αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είχαν θωρακίσει το νομοθετικό οπλοστάσιο σε όφελος των επιχειρηματιών, δεν θα ήταν δυνατόν σήμερα η πλειοψηφία των νέων θέσεων εργασίας που δημιουργούνται να είναι θέσεις μερικής και προσωρινής απασχόλησης, και όχι πλήρους απασχόλησης. Δεν θα ήταν δυνατόν να κατρακυλά συνεχώς ο μέσος μισθός από το 2010 μέχρι σήμερα και να έχουν πρακτικά καταργηθεί οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας στους περισσότερους κλάδους, με την εργοδοσία να κάνει κυριολεκτικά πάρτι επιβάλλοντας μέσα από τις «ατομικές συμβάσεις» όλο και χειρότερους όρους στους εργαζόμενους.
Οι εργαζόμενοι της περιοχής μας και ολόκληρης της χώρας πρέπει να μετρήσουν τις πράξεις εκείνων των δυνάμεων, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που εμφανίζονται σήμερα να κάνουν αντιπολίτευση στο αντεργατικό έκτρωμα της κυβέρνησης. Και οι πράξεις μετράνε πολύ περισσότερο από τα λόγια και είναι πραγματικά εκκωφαντικές. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αντί να κάνει πράξη την πρόταση νόμου που είχαν διαμορφώσει πάνω από 500 συνδικαλιστικές οργανώσεις για την επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, με κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ, επέλεξε να κάνει δικό της τον Νόμο Βρούτση (της Ν.Δ του 2012), μετατρέποντας τον σε νόμο Βρούτση – Αχτσιόγλου. Πρόκειται για το νόμο που ουσιαστικά καταργεί τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, μετατρέποντας κυβέρνηση και εργοδοτικές ενώσεις στον αποκλειστικό ρυθμιστή του ύψους του μισθού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπηρέτησε και θα υπηρετεί τους ίδιους αφέντες με την κυβέρνηση της Ν.Δ – την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων και τη συμφωνία με τα όργανα της Ε.Ε για το διαβόητο «Ταμείο Ανάκαμψης», οι πόροι του οποίου θα αποτελέσουν όλα τα επόμενα χρόνια μια νέα αλυσίδα για τη λαϊκή οικογένεια, συνέχεια αυτής των 3 «Μνημονίων».
Το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας, σε κάθε μεγαλύτερο ή μικρότερο εργασιακό χώρο και κλάδο, είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα, οργανώνει τις δυνάμεις των εργαζομένων για να μην περάσουν «οι ανατροπές του αιώνα» που φέρνει η κυβέρνηση. Οι αντίπαλοί μας είναι ισχυροί – κράτος, επιχειρηματικά συμφέροντα, δημοτικές αρχές, εργοδοτικοί – κυβερνητικοί συνδικαλιστές. Εμείς όμως έχουμε με το μέρος μας όχι μόνο το δίκιο, αλλά και τους αριθμούς. Το αντεργατικό έκτρωμα δεν θα περάσει!!

*Η κ. Εύη Γ. Καρυδάκη είναι πρόεδρος Συνδικάτου Εργαζομένων ΟΤΑ ν. Μαγνησίας, επικεφαλής της ΔΑΣ στο Σύλλογο Εργαζομένων ΟΤΑ ν. Μαγνησίας, αντιπρόεδρος του Νομαρχιακού Τμήματος Μαγνησίας της ΑΔΕΔΥ, μέλος της Γραμματείας του ΠΑΜΕ Μαγνησίας

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το