Άρθρα

Το άχθος της ευτυχίας

Του Παναγιώτη Σωτηρόπουλου,
Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελλών ΙΙΙ

Ο Ira Levin (περισσότερο γνωστός από την κινηματογραφική μεταφορά από τον Roman Polansky του έργου του «Το μωρό της Ρόζμαρι) στην τεχνοκρατική δυστοπία του, «This perfect Day» (1970), μας μεταφέρει στο αποκαλυπτικό σκηνικό μιας μελλοντικής κοινωνίας. Η διαχείριση όλων των κρατών επιτελείται από έναν κεντρικό υπολογιστή. Ακόμη και τα βασικά γεγονότα της φύσης υπόκεινται στη βούληση των προγραμματιστών: κινήσεις των τεκτονικών πλακών, βροχοπτώσεις. Εγκατεστημένος στα έγκατα των Άλπεων ο υπολογιστής έχει προγραμματισθεί για να ελέγχει όλους τους κατοίκους στον πλανήτη. Με τη γέννησή του, εφόσον εγκριθεί, σε κάθε ανθρώπινο ον χορηγείται φαρμακευτικό σκεύασμα που διασφαλίζει την ανοσία ενάντια σε κάθε αρρώστια, παράλληλα όμως εξασφαλίζει και την ανοσία ενάντια σε κάθε πρωτοβουλία και φιλοπεριέργεια. Παρά τα μέτρα που έχουν επιβληθεί δεν λείπουν οι λιγοστές εξεγέρσεις. Ανάμεσα σ’αυτούς που αρχίζουν να αντιδρούν είναι κι ο Copeau, εξαιτίας λάθους στον γενετικό προγραμματισμό του. Βαθμιαία θα ανακαλύψει απαγορευμένα αισθήματα και κυρίως την αγάπη. Θα ξεκινήσει μια απέλπιδα επιχείρηση ενάντια στον τέλειο κόσμο, ενάντια στην αβάσταχτη ευτυχία που έχει επιβληθεί.


Αν δεν ενδώσουμε στον πειρασμό της συνωμοσιολογίας και σταθούμε στον καταναγκαστικό χαρακτήρα μιας ευτυχίας, κοινής για όλους, θ’ αντιληφθούμε ίσως την αποστροφή και του καταραμένου ποιητή για τη μοιραία ευτυχία, όταν γράφει πως «Η ευτυχία ήταν το μοιραίο πεπρωμένο μου, οι τύψεις μου, το σαράκι μου». Ακόμη κι η άφατη ομορφιά, ενός έρωτα ήταν η υπόσχεση μιας ευτυχίας ανείπωτης, σχεδόν ανυπόφορης. Ο Rimbaud υπερασπίζεται εδώ μια Επικούρεια θεωρία της ευτυχίας ενάντια σε εκείνους που αναζητούν τη μετάνοια ή την αυστηρότητα του καθήκοντος και της ηθικής. Ο άνθρωπος για τον Rimbaud είναι προορισμένος να ζει ευτυχισμένος. Τον ισχυρισμό του όμως διαπερνά ήδη η ενδιάθετη απελπισία της αναζήτησης της ευτυχίας ως αυτοσκοπού, αυτή η φρενήρης αισιοδοξία, που συνορεύει με την απόγνωση, όπως επεσήμανε η Anah Harend.

Η αναζήτηση της ευτυχίας έχει ως προκείμενη τη δική μας αντίληψη γι’ αυτό που συνιστά ευτυχία. Η αυτοαναφορικότητα της ευτυχίας είναι κι ο φαύλος κύκλος της κατάκτησής της, όπως στα μαθηματικολογικά παράδοξα. «Πόσο θα ήμουν ευτυχισμένος, αν ήμουν ευτυχισμένος», αναφωνεί ο Woody Allen, επισημαίνοντας το παράδοξο της απόστασης που δημιουργεί η προσδοκία της κατάκτησης της ευτυχίας.
Θα αρκούσε μια εμπειρική διαπίστωση για να αντιληφθεί κανείς αυτό που η έρευνα αποκαλύπτει: τα κίνητρα επιδίωξης της ευτυχίας καθορίζουν το βέλτιστο επίπεδο ευτυχίας ενός ατόμου.

Αν τα κίνητρα πχ είναι η βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων, η εσωτερική πληρότητα φαίνεται να είναι πιο σημαντική. Αν τα κίνητρα υπαγορεύονται από ακαδημαϊκές επιδόσεις ή την αύξηση του εισοδήματος η προσωπική ευτυχία ανάγεται στην επίμονη επίτευξη των στόχων. Αν και υπάρχουν αποχρώσεις ως προς τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ευτυχία, η κατάκτησή της, όταν δεν μεταβάλλεται στο μαρτύριο του Σίσυφου, φαίνεται να είναι ευεργετική. Στην πραγματικότητα, τα κίνητρα πίσω από την επιδίωξη περισσότερης ευτυχίας είναι ένας σημαντικός δείκτης του βέλτιστου επιπέδου ευτυχίας ενός ατόμου.
Ο Albert Camus στην απέριττη λιτότητα της εκφραστικής του δεινότητας είχε γράψει πως «Οι άνθρωποι πεθαίνουν και δεν είναι χαρούμενοι». Συνόψισε σε λίγες λέξεις το εφήμερο μιας ευτυχίας που επιδιώκουμε ως στιγμές χαράς ή απόλαυσης.
Τι θα λέγαμε όμως αν η ευτυχία ορίζονταν και επιβάλλονταν κεντρικά, από μια εξουσία που ισχυρίζεται πως ενδιαφέρεται για το κοινό καλό;
Ο Robert Nozick, καθηγητής φιλοσοφίας στο Harvard πρότεινε ένα νοερό πείραμα: να φανταστούμε τον εαυτό μας εμπρός σε ένα μηχάνημα που μας παρέχει συνεχή αίσθηση ευφροσύνης, ηδονής και ευχαρίστησης μετά από αίτησή μας. Το άτομο που εγκαθίσταται σε ένα τέτοιο μηχάνημα, πρότεινε ο Nozick, θα πιστέψει τελικά ότι ζει μόνιμα τη ζωή που θα επιθυμούσε να ζήσει.

Το ερώτημα που τέθηκε ήταν: Είναι μια τέτοια μηχανή καλύτερη από την υποτιθέμενη λιγότερο ευχάριστη πραγματική ζωή; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα αποκτά ξεχωριστό ενδιαφέρον αν αναλογισθούμε το εικονικό σύμπαν που διαμορφώνουν σήμερα οι τεχνολογίες και η βιομηχανία της ευτυχίας. Καθημερινά υπάρχει ένας ανελέητος καταιγισμός προτάσεων, διαφημίσεων, εντολών που μας προσανατολίζουν σε συνεχώς μεταβαλλόμενες εικόνες μιας ευτυχισμένης ζωής. Διατροφικά σκευάσματα, προγράμματα άθλησης, συνεδρίες διαλογισμού, ευκαιρίες για κατάκτηση υψηλού βιοτικού επιπέδου, ελιξίρια παράτασης της νεότητας με πλαστικές και χάπια. Υποκατάστατα που προσπαθούν να αναιρέσουν την κριτική πρόσληψη του κόσμου και της ζωής. Η βιομηχανία της ευτυχίας που σήμερα επιδιώκει να αναλάβει τον έλεγχο της υποκειμενικότητάς μας είναι το σύγχρονο ισοδύναμο της «μηχανής εμπειρίας» του Nozick. Ευημερία υπόσχονται οι πολιτικοί, ευδαιμονία επαγγέλλονται κάποιοι φιλόσοφοι. Η πρώτη είναι μετρήσιμη, η δεύτερη μια υποκειμενική αίσθηση που δεν είναι πάντοτε αντιληπτή. Στον αντίποδα του ήρωα του Τολστόι (Ο Θάνατος του Ιβάν Ιλίτς), ο οποίος ανάλωσε μεγάλο μέρος της ζωής του για πετύχει την κοινωνική του αναρρίχηση, προβάλλοντας το προσωπικό συμφέρον του πάνω από τη συμπόνια και τις αξίες της κοινότητας και ψυχορραγούσε χωρίς αγάπη τριγύρω του, η αριστοτελική ηθική αναδείκνυε την αξία της αυτο-συνειδητοποίησης, της αναζήτησης νοήματος στη ζωή, της δημιουργικής συμμετοχής σε μια κοινωνία, της κατάφασης της ίδιας της ζωής στην αλληλοπεριχώρηση. Εννοώντας μάλλον πως είναι η δικαιοσύνη και η κριτική γνώση, όχι η ευτυχία, που παραμένουν ο επαναστατικός, ηθικός στόχος της ζωής μας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το