Πολιτισμός

Θεόδωρος Γρηγοριάδης: Η πρόκληση της γραφής είναι να αντέχει στον χρόνο

Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης γεννήθηκε το 1956 στο Παλαιοχώρι Παγγαίου Καβάλας. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έχει γράψει έντεκα μυθιστορήματα, τρεις συλλογές διηγημάτων, μία νουβέλα και έναν θεατρικό μονόλογο. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και της επιτροπής του βραβείου Athens Prize for Literature. Στο Κανάλι της Βουλής παρουσίασε τη σειρά εκπομπών για το βιβλίο «Ο λόγος της γραφής».
Η «Ζωή μεθόρια» τιμήθηκε με το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο Μυθιστορήματος το 2016. Το αφήγημα «Το τραγούδι του πατέρα» εκδόθηκε από τις εκδόσεις Πατάκη τον Δεκέμβριο του 2019.

Συνέντευξη: Χαριτίνη Μαλισσόβα

Το τραγούδι του πατέρα, το νέο σας βιβλίο από τις εκδόσεις Πατάκη, με αληθινές ιστορίες και κεντρικό ήρωα τον πατέρα σας. Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια;
Πρόκειται για την ιστορία του πατέρα μου και δύο φίλων του που έφτιαξαν ένα μουσικό τρίο τις δεκαετίες του πενήντα και εξήντα για να παίζουν στους γάμους και στα γλέντια του χωριού τους, στο Παλαιοχώρι, στο Παγγαίο. Το «τρίο καντάδα» έπαιζαν παραδοσιακά, αλλά και ισπανόφωνα τραγούδια, χωρίς να γνωρίζουν καν ισπανικά και μάλιστα είχαν φτιάξει ένα δικό τους τανγκό! Αφηγούμαι τη διαδρομή τους, από τότε που ήταν ανύπαντροι φίλοι μέχρι το τέλος τους, τη χαρά που σκορπίζανε, αλλά και τα προβλήματα που προέκυψαν στην πορεία. Δεν ήταν επαγγελματίες, τα κατάφεραν όμως μέσα στον μικρό τους τόπο. Ένας μόνον, ο ακορντεονίστας, μπόρεσε να ξεφύγει και να φτάσει μέχρι την Αργεντινή. Κατέγραψα την ιστορία μέσα από τις δικές μου μνήμες, γιατί τους ακολουθούσα στα γλέντια όταν ήμουν παιδί, αλλά και από μαρτυρίες των άλλων συγγενών.

Στο βιβλίο σας, πέρα από τον φόρο τιμής στον πατέρα σας, αποδίδετε την ηθογραφία μιας εποχής και μιας περιοχής. Ήταν λογοτεχνική σας πρόθεση;
Είναι ένα βιβλίο γραμμένο με κέφι, γεμάτο μουσική, αλλά και με την πίκρα των πραγμάτων που τελειώνουν. Μέσα από την αφήγηση δείχνω την πρόοδο, αλλά και την πτώση ενός μεγάλου χωριού, ένα καπνοχώρι που ζούσε και «ανέπνεε» από τα καπνά μέχρι που σταμάτησαν. Ήθελα να καταγράψω και αυτό το πλαίσιο γιατί η χώρα μας τότε εξαρτιόταν από την αγροτική παραγωγή και όσα ζούμε σήμερα, με εσωτερικές και εξωτερικές μεταναστεύσεις και άλλες κοινωνικές μετατοπίσεις, οφείλονται και στην απώλεια του αγροτικού προφίλ της χώρας.

Υπάρχει μια τάση τα τελευταία χρόνια κι αρκετοί συγγραφείς έχουν καταπιαστεί με την καταγραφή προσωπικών ιστοριών…
Πράγματι. Ούτως ή άλλως η μυθοπλασία γενικότερα πάντα αποτελούσε έναν συνδυασμό προσωπικών δεδομένων και της φαντασίας του συγγραφέα. Πολλές προσωπικές ιστορίες μετουσιώνονται σε λογοτεχνικά αφηγήματα. Όμως οι αυτοβιογραφικές ιστορίες πολλαπλασιάστηκαν τελευταία. Φαίνεται ότι, στην κατακερματισμένη μας εποχή και κοινωνία, οι ατομικές ιστορίες, οι μικροαφηγήσεις, οι μαρτυρίες, είναι πιο απαραίτητες. Διεθνώς υπάρχει μια αυξανόμενη τάση, που λέγεται autofiction, δηλαδή αυτομυθοπλασία, που συνδυάζει τη βιογραφία, αλλά με μια δόση μυθοπλαστική.

Το σημαντικότερο πρότυπο για ένα αγόρι, αυτό που τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή, είναι το πατρικό;
Συνήθως ναι, ίσως σε θέματα καριέρας ή άλλων επιδιώξεων το αγόρι να ταυτίζεται με τον πατέρα, αλλά μεγαλώνοντας η μάνα βαραίνει πολύ περισσότερο στην ψυχή και τη συνείδηση του αγοριού.

Ασχολείστε με την κριτική βιβλίων. Πόσο σημαντικό είναι για έναν λογοτέχνη να μπορεί να μιλήσει για τους ομότεχνούς του;
Περισσότερο παρουσιάζω ξένη λογοτεχνία και ειδικά την αγγλοσαξονική, την οποία σπούδασα. Ωστόσο, αρκετές φορές, έχω παρουσιάσει και Έλληνες ομότεχνους, επειδή μου άρεσαν τα βιβλία τους. Δεν είμαι επαγγελματίας κριτικός, οπότε επιλέγω αυτά που με τα οποία επικοινωνώ. Φυσικά υπάρχει παντού το υποκειμενικό στοιχείο που έχει σχέση με τα διαβάσματα και τις κοινές εμπειρίες των συγγραφέων της ίδιας εποχής ή της γενιάς μου. Έχει ενδιαφέρον να βλέπω πώς εξελίσσονται οι συνομήλικοι και πώς ξεκινάνε οι νεότεροι, με τι διαβάσματα και τι στόχους.

Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε;
Διαβάζω πολύ και δύο-τρία βιβλία ταυτόχρονα. Ξαναγύρισα λοιπόν στα δεκάδες διηγήματα του Τσέχωφ, είναι ο μέγιστος διηγηματογράφος, ανακάλυψα κάπου «Το φιλί» σε μια παλιά έκδοση και έμεινα άφωνος. Το ξαναδιάβασα τρεις φορές. Από την πρόσφατη παραγωγή μου άρεσε «Η τελευταία ώρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου» του Θωμά Κοροβίνη.

Η μεγάλη εκδοτική παραγωγή είναι σε βάρος της ποιότητας; Ποια είναι η δική σας αίσθηση;
Ένα βιβλίο κρίνεται πάντα από το περιεχόμενό του. Το καλό βιβλίο συνήθως δεν χάνεται, θα ξεχωρίσει, αλλά πολλές φορές η μεγάλη παραγωγή εμποδίζει τον εντοπισμό των αξιόλογων εκδόσεων. Τώρα πια τα βιβλία είναι της κάθε «σεζόν» και έτσι δημιουργείται ένα αρνητικό προηγούμενο για τη διαχρονικότητα του βιβλίου. Θέλει πιστούς αναγνώστες και συστηματικούς κριτικούς για να γίνει το ξεδιάλεγμα μέσα στον χρόνο. Θυμάμαι όταν είχε κυκλοφορήσει «Ο ναύτης» το 1993 πουλούσε και συζητιόταν σχεδόν ενάμιση χρόνο. Σήμερα είναι αδιανόητο ένα βιβλίο να κρατηθεί για πάνω από μία «σεζόν», αυτό του επιβάλλει η αγορά και ο περίγυρος του βιβλίου εκτός αν κάνει τη μεγάλη εξαίρεση, τη μεγάλη επιτυχία.
Πολύ καλή δουλειά πάντως γίνεται στις ομάδες βιβλίου, που υπάρχουν πολλές σε όλη τη χώρα και όπου συνήθως επιλέγονται αξιόλογα βιβλία για συζήτηση. Επίσης σταθερή αξία για την ελληνική λογοτεχνία αποτελούν ορισμένοι εκδότες με τις επιλογές τους, ένας από τους οποίους είναι και ο δικός μου, ο Πατάκης, όπου εκδίδω τα βιβλία μου εδώ και είκοσι χρόνια.

Η κοινωνική δικτύωση εκτιμάτε ότι βοηθά το καλό βιβλίο;
Αρκετά, αλλά όχι πάντα. Υπάρχουν συγγραφείς με ελάχιστες πωλήσεις και χιλιάδες φίλους στο facebook, αλλά και συγγραφείς με χιλιάδες πωλήσεις χωρίς προφίλ στα κοινωνικά δίκτυα. Περισσότερο πιστεύω στο «στόμα με στόμα» και στη σταθερή πορεία ενός συγγραφέα που χτίζει σταδιακά τη συγγραφική του καριέρα μέσα από την αποδοχή των αναγνωστών και του λογοτεχνικού χώρου. Για μένα η βράβευση με κρατικό βραβείο του μυθιστορήματος «Ζωή μεθόρια» ήταν μια μεγάλη στιγμή άσχετα από τις πωλήσεις του συγκεκριμένου βιβλίου και δεν σχετιζόταν με την κοινωνική μου δικτύωση. Στα διαδικτυακά μέσα περισσότερο χτίζονται «περσόνες» αντί να γίνονται ουσιαστικές συζητήσεις.

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Την καλοσύνη σε συνδυασμό με την ανιδιοτέλεια. Να είσαι πάντα έτοιμος για το καλό, να το σκέφτεσαι ακόμη κι όταν δεν σου το ζητάνε.

Τι είναι η συγγραφή για εσάς;
Είναι κάτι που υπήρχε μέσα μου πριν γίνω «συγγραφέας» όπως υπήρχε και η μουσική μέσα στον πατέρα μου. Εκείνος έγινε μουσικός, εγώ δεν είχα κλίση. Γράφω από δεκαπέντε χρονών, εξέδωσα όμως το πρώτο μου βιβλίο στα τριάντα τέσσερα. Η γραφή είναι ένα αναπόσπαστο μέρος της ζωής και της σκέψης μου, είναι διασκέδαση και δημιουργία. Μπορεί μια μέρα να πάψω να εκδίδω βιβλία, αλλά όχι να γράφω.

Γράφετε κάτι καινούργιο;
Πάντα γράφω και όχι ένα μόνον πεζογράφημα, τα αφήνω, τα πιάνω, είναι όλα σε μια συνεχή ροή. Έτσι βρίσκομαι συνεχώς με ένα κείμενο και, όταν κρίνω ότι έρχεται η στιγμή να περάσει κάτι στους αναγνώστες, τότε επικεντρώνομαι σ’ αυτό και το ολοκληρώνω. Αυτό τότε θα είναι το «καινούργιο» για τον αναγνώστη, κάτι πολύ σχετικό δηλαδή. «Το τραγούδι του πατέρα» γράφτηκε σε πρώτη μορφή πριν είκοσι χρόνια, ύστερα το άφησα στην άκρη και, όταν έφυγε από τη ζωή ο πατέρας μου, το δούλεψα από την αρχή. Αυτή είναι και η πρόκληση της γραφής, να αντέχει στον χρόνο.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το