Πολιτισμός

Θάνος Γώγος “Η Θεσσαλία να γίνει ορατή στον παγκόσμιο λογοτεχνικό χάρτη”

Ο Θάνος Γώγος γεννήθηκε το 1985 στη Λάρισα. Είναι εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού και των εκδόσεων «Θράκα», ένας από τους ιδρυτές και διευθυντής του Πανθεσσαλικού Φεστιβάλ Ποίησης και Project Coordinator του ευρωπαϊκού λογοτεχνικού προγράμματος λογοτεχνικών διαμονών Ulysses Shelter. Το 2013 κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή Μεταιχμιακή χαρά, εκδ. Φαρφουλάς, το 2014 η ποιητική σύνθεση Γλασκώβη, εκδ. Θράκα (2019 β’ έκδοση, εκδόσεις Sandorf, 2020, Κροατία) και το 2020 η ποιητική σύνθεση Ντακάρ από εκδ. Μελάνι (δίγλωσση έκδοση) και από το πολιτιστικό κέντρο Μάριμπορ, Σλοβενία. Το 2015 συμμετείχε στο 2ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών, στο πλαίσιο της 12ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης και στην ανθολογία «New Voices of Greece» που εκδόθηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού και παρουσιάστηκε στην 67η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Φρανκφούρτης. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και έχουν μεταφραστεί σε 10 γλώσσες.

Έχει συμμετάσχει σε πολλές ανθολογίες και φεστιβάλ ποίησης στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Είναι μέλος του Κύκλου Ποιητών και του Δικτύου Versopolis. Διαμένει στα παράλια Λάρισας.

Η συζήτησή μας έγινε στον απόηχο του 9ου Πανθεσσαλικού Φεστιβάλ Ποίησης που πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στους τέσσερις Νομούς της Θεσσαλίας.

 

Συνέντευξη 

Χαριτίνη Μαλισσόβα

 

Θέλετε να κάνετε μια μικρή αποτίμηση του φετινού 9ου Πανθεσσαλικού Φεστιβάλ Ποίησης, που ολοκληρώθηκε πριν από λίγες ημέρες;

Παρά τις δύσκολες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί λόγω της πανδημίας, το Φεστιβάλ κατάφερε να πετύχει τους στόχους του. Οι τρεις πιο σημαντικοί: Για πρώτη φορά να διεξαχθεί και στις 4 πόλεις της Θεσσαλίας, να συμμετάσχουν περισσότεροι διεθνείς ποιητές από κάθε άλλη χρονιά (είχαμε 11 φέτος) και να αγκαλιαστεί από το κοινό, κάτι που έγινε μιας και όλοι οι χώροι των εκδηλώσεων γέμισαν, τηρώντας παράλληλα αυστηρά τα μέτρα ενάντια στη διασπορά της Covid-19. Στην Καρδίτσα μάς τα χάλασε ο καιρός και γυρίσαμε μόνο βιντεοποιήματα, ωστόσο, η live εκδήλωση αναβλήθηκε, δεν ακυρώθηκε και θα πραγματοποιηθεί σύντομα. 

Προσωπικά η αγαπημένη μου βραδιά ήταν αυτή του Βόλου, στη Μακρινίτσα, καθώς θεωρώ πως είχε το υψηλότερο αισθητικό αποτέλεσμα χάρη στη μαγευτική θέα που προσφέρει ο χώρος του Art Café και στην άρτια οργάνωση από τον φορέα Μαγνήτων Κιβωτός που υποστήριξε το Φεστιβάλ μας. 

 

Πώς και πότε γεννήθηκε η ιδέα του Πανθεσσαλικού Φεστιβάλ Ποίησης;

Γεννήθηκε πριν δέκα χρόνια, σε συναντήσεις που είχαμε στη Λάρισα γύρω από τη λογοτεχνία ποιητές που μέναμε εκείνη την περίοδο στη Λάρισα. Παράλληλα δημιουργήθηκε και η Θράκα. Ο ενθουσιασμός για την τέχνη που αγαπάμε, γέννησε το Φεστιβάλ και τη Θράκα. Με τα χρόνια το Φεστιβάλ μεγάλωσε και με τη βοήθεια και της Αντιδημαρχίας Πολιτισμού και επιστημών του Δήμου Λαρισαίων που το συνδιοργανώνουμε τα τελευταία χρόνια, έγινε ένα από τα πιο γνωστά διεθνή Φεστιβάλ ποίησης της χώρας.

 

Είστε εκδότης της Θράκας, που εκδίδει ποιητικά βιβλία. Πείτε μας για τα βιβλία που εκδίδετε.

Η Θράκα εκδίδει κυρίως (αλλά όχι μόνο) ποιητικά βιβλία. Εκδίδουμε επίσης βιβλία με διηγήματα και έχουμε εκδώσει λίγα μυθιστορήματα, αλλά η αλήθεια είναι πως αποτελούν εξαιρέσεις. Μας ενδιαφέρει κυρίως να εκδίδουμε ταλαντούχους ποιητές της νεότερης γενιάς της Ελλάδας και του εξωτερικού, αλλά επίσης παράλληλα καταξιωμένους ποιητές, όπως ο κ. Ηλίας Κεφάλας, του οποίου η νέα ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις μας. Επιπλέον ποτέ δεν λέμε όχι σε μεταφραστικές προτάσεις σπουδαίων ποιητών που δεν έχουν μεταφραστεί ή εκδοθεί ποτέ πιο πριν σε βιβλίο στην Ελλάδα. 

 

Εκδίδετε και δικά σας ποιήματα. Τι σας έκανε να αγαπήσετε την ποίηση, να γράφετε, αλλά και να την προωθείτε;

Παραμένω ενεργός ως ποιητής, συμμετέχοντας σε πολλά φεστιβάλ στην Ελλάδα και το εξωτερικό και θεωρώ την ταυτότητα του ποιητή αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς μου. 

Αγάπησα την ποίηση μετά τα 20 μου χρόνια και αμέσως άρχισα να γράφω και να διορθώνω και να ξαναγράφω και να διαβάζω πάνω από όλα. Αγάπησα την ποίηση μετά τα 20, γιατί πιστεύω πως ο τρόπος που διδασκόταν στο σχολείο την καθιστούσε απωθητική: Ο εξαναγκασμός να πρέπει όλα να έχουν ένα συγκεκριμένο νόημα και το άγχος του αν θα το παπαγαλίσω σωστά για τις εξετάσεις. Λίγο αργότερα – ευτυχώς λόγω των αϋπνιών μου – πολλά βράδια έπιανα βιβλία ποίησης χωρίς να έχω κάποιον να μου πει τι σημαίνει αυτό και το άλλο και χωρίς να έχω κάποιον να με εξετάσει. Μετά όπου πήγαινα, πάντα είχα βιβλία ποίησης μαζί μου. 

Οι ποιητές που αγάπησα πρώτα ήταν αυτοί που μου ήταν προσιτοί στις αισθήσεις, όπως ο Εγγονόπουλος ή ο Ρεμπώ ή ο Ελιάρ, ένιωθα πως δημιουργούν μια νέα γλώσσα, μέσα από τη γλώσσα που μιλάνε οι άνθρωποι, πιο αληθινή, που πρώτα τη βιώνεις αισθαντικά και μετά με τη λογική. Στη γλώσσα μας συμβαίνει το αντίθετο, όμως, είναι μόνο το 25% νομίζω της συνολικής μας επικοινωνίας. Αυτοί οι ποιητές, και πολλοί άλλοι/ες, ένιωσα πως ή ανεβάζουν αυτό το ποσοστό ή με ξεγελούν με υπέροχο τρόπο. 

Είχα μεγάλο άγχος χρόνια πριν για την προώθηση της ποίησής μου, τώρα έχω περισσότερο για την προώθηση γενικά της ποίησης, αλλά και των ποιητών της Θράκας. Το θεωρώ σαν καθήκον μου αν κάτι είναι καλό να το αναδείξω και, ανάλογα σε ποιους απευθύνομαι, να τους παρουσιάσω κάτι με τρόπο που θα τους αγγίξει. Για το πώς προωθώ τη δική μου ποίηση, είμαι ευχαριστημένος με τα 3 βιβλία που έχω γράψει και, αν είμαι λίγο ματαιόδοξος, είμαι περισσότερο τεμπέλης σε αυτό, για να νοιάζομαι πολύ. Περισσότερο με ανησυχεί το πώς θα μπορέσω να γράψω κάτι με ποιότητα, ειδικά τώρα που, αν γράψω και κάτι πολύ μέτριο, γνωρίζω πως θα βρω πόρτες ανοιχτές που θα θέλουν να το εκδώσουν, λόγω του ρόλου που έχω ως παράγοντας στην ποίηση. 

 

Με δεδομένο ότι μπήκατε σε πολύ νεαρή ηλικία (αρκετά κάτω από 30) στον χώρο των εκδόσεων, αντιμετωπίσατε κάποια προβλήματα;

Φυσικά και αντιμετωπίσαμε προβλήματα. Αλλά και να έμπαινα στα 40 ή και στα 50 πάλι θα αντιμετωπίζαμε προβλήματα. Πολλά θα ήταν τα ίδια, κάποια διαφορετικά. Όμως, πολλοί ήταν εκείνοι που στήριξαν την προσπάθειά μας, γιατί αναγνώρισαν κάτι ελπιδοφόρο: Ότι οι νέοι άνθρωποι από την περιφέρεια δεν θέλουν απλά να μιμηθούν κάτι ή να το παίξουν κουλτουριάρηδες, αλλά να παράξουν ποιοτικό έργο. Πολλοί μας πίστεψαν πως θα φέρουμε κάτι διαφορετικό στην ποίηση, στην πόλη μας, αλλά και στην Ελλάδα.

 

Η απόσταση από την πρωτεύουσα ή τη συμπρωτεύουσα, που, θεωρητικά, είναι τα κέντρα των πολιτιστικών εξελίξεων, είναι ανασχετικός παράγοντας στην πραγματοποίηση των σχεδίων σας;

Ποτέ δεν θέλησα και ούτε πρόκειται να θελήσω να αλλάξει έδρα η Θράκα. Αγαπώ τον τόπο μου και θέλω να προσφέρω εδώ. Επίσης οι συνθήκες να εργαστείς στον πολιτισμό στη Λάρισα είναι πολύ καλές και η υποστήριξη από τοπικούς φορείς και ιδρύματα είναι τέτοια που δεν νομίζω πως θα συναντούσα σε άλλη πόλη. 

Όμως, για να λέμε τα πράγματα όπως έχουν, η πρωτεύουσα, σχεδόν πάντα, κοιτά μια δράση, ένα έργο, μια προσπάθεια στην περιφέρεια περιφρονητικά αρχικά. 

Και κάθε καλλιτέχνης ή παράγοντας που προέρχεται από την περιφέρεια στην τέχνη θα βιώσει αδικία. Γιατί σχεδόν παντού παίζουν ρόλο, λίγο ή πολύ, και οι προσωπικές σχέσεις. Από τα βραβεία, τις επιχορηγήσεις, την αντιμετώπιση που θα λάβει κάθε προσπάθεια, την προβολή που δεν θα έχει για αρκετό καιρό… και άλλα.

Εκεί κάνουν πολλοί το λάθος και ή τα παρατάνε ή καταστρέφονται ψυχολογικά ή αναγκάζονται να μετακομίσουν στην Αθήνα. Έχω διαπιστώσει στη δεκάχρονη πορεία μου πως αν κάποιος επιμείνει και αν η δουλειά του είναι καλή, στο τέλος θα αναγνωριστεί και η προσπάθειά του. Απλώς χρειάζεται περισσότερη υπομονή, επιμονή και χρόνο.

 

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;

Πραγματικά δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση.

Έχω ένα προσωπικό κώδικα αξιών που έχει διαμορφωθεί από αποδοχές συλλογικών κοινωνικών ή ηθικών αξιών και από απορρίψεις συλλογικών κοινωνικών ή ηθικών αξιών. 

Ξέρω πως έχω ψηλά σαν αξίες το old school «να κρατάς τον λόγο σου» και την αξία της προσωπικής και συλλογικής ελευθερίας. Αλλά νιώθω μπερδεμένος γιατί οι συλλογικές αξίες αλλάζουν με τις εποχές και το lifestyle, το ίδιο και οι πολιτικοί και κοινωνικοί φορείς που εκπροσωπούν αξίες. 

 

Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε; 

Την «Κωμωδία» των Γιάννη Στίγκα και Νικόλα Ευαντινού (εκδ. Άγρα).

Και θα τη διαβάσω ξανά και ξανά. 

 

Θέλετε να μας πείτε για τα μελλοντικά σας σχέδια;

Με φοβίζουν οι μεγάλες αλλαγές. Είμαι άνθρωπος της ρουτίνας. Οπότε θέλω στον επόμενο χρόνο να κρατήσω ζωντανές όλες τις δράσεις της Θράκας (Περιοδικό, Εκδόσεις, Φεστιβάλ, Ευρωπαϊκό πρόγραμμα λογοτεχνικών διαμονών «Το καταφύγιο του Οδυσσέα») και να πραγματοποιηθούν με ακόμα καλύτερη ποιότητα. Αν το επιτρέψουν οι συνθήκες προσδοκώ να συνεχίσουμε τις επισκέψεις ποιητών στα σχολεία, μια δράση που θεωρώ από τις πιο σημαντικές της Θράκας. Να φέρνουμε σε επαφή τους ανθρώπους με τη σύγχρονη ποίηση από μικρή ηλικία, με τον σωστό για εμάς τρόπο. Πάντα, ωστόσο, κάτι καινούργιο προκύπτει, στη βάση των παραπάνω που χτίζουμε για χρόνια.

 

Ποια φαντάζεστε κι επιθυμείτε να είναι η πορεία του Πανθεσσαλικού Φεστιβάλ την επόμενη χρονιά, αλλά και τα επόμενα πέντε-δέκα χρόνια;

Φαντάζομαι να συνεχίζει σταθερά να μεγαλώνει, κάθε χρόνο λίγο περισσότερο. Του χρόνου π.χ., θα ήθελα να εξοικονομήσουμε το budget, ώστε να έχουμε και όλα τα ποιήματα που θα διαβάσουν Έλληνες ποιητές μεταφρασμένα στα αγγλικά και να προβάλλονται παράλληλα ή να διαβάζονται και στα αγγλικά. Στόχος είναι να υπάρχει ακόμα πιο ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ Ελλήνων και διεθνών ποιητών.

Αυτό που επιθυμώ για τα επόμενα χρόνια, όχι μόνο με όχημα το Φεστιβάλ, αλλά με τη συλλογική δράση της Θράκας, είναι να συμβάλλουμε ώστε ο τόπος μας, η Θεσσαλία, να γίνει ένα κέντρο ποίησης στην Ελλάδα και ορατή στον παγκόσμιο λογοτεχνικό χάρτη.

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το