Πολιτισμός

Τα κάλαντα και άλλες επίκαιρες παραδόσεις ζωντανεύουν στο Λύκειο των Ελληνίδων Βόλου

Επίκαιρο εκπαιδευτικό πρόγραμμα με τίτλο «Να τα πούμε;» υλοποιεί για τρίτη συνεχή χρονιά φέτος το Λύκειο των Ελληνίδων Βόλου, στην περίοδο του Δεκεμβρίου. Πρόκειται για ένα ακόμη πετυχημένο μουσειοπαιδαγωγικό πρόγραμμα με θέμα τα κάλαντα, αυτό το πανάρχαιο ελληνικό έθιμο, που έρχεται μέσα από τα βάθη των αιώνων και διατηρείται αμείωτο έως τις μέρες μας.
Εκπαιδευτικός σκοπός του προγράμματος είναι: Να γνωρίσουν τα παιδιά την ιστορία των καλάντων από την αρχαιότητα ως σήμερα. Να έρθουν σε επαφή με την Ελληνική παράδοση. Να προσεγγίσουν μέσω της τέχνης καλαντιστές άλλων εποχών. Να γνωρίσουν και να τραγουδήσουν κάλαντα από διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Να αναβιώσουν παλιά έθιμα και να καλλιεργήσουν δεξιότητες μέσα από προσωπικές δημιουργίες. Τέλος, να ψυχαγωγηθούν μέσω μιας ευχάριστης βιωματικής εμπειρίας στο μουσειακό χώρο του ΛΕΒ, στο περιβάλλον με τις παραδοσιακές ενδυμασίες.

 
Βασικός κορμός του προγράμματος, εκτός από το μουσικό μέρος που προσφέρουν τα κάλαντα είναι ο διάσημος πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα «Τα κάλαντα ή ο τυμπανιστής». Ένα κορυφαίο έργο της νεοελληνικής τέχνης που ζωγράφισε ο κορυφαίος Έλληνας καλλιτέχνης το 1872, αποτυπώνοντας μια ομάδα παιδιών διαφόρων εθνικοτήτων να λένε τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα. Αρκούσε αυτό το έργο για να αποδοθεί στον κορυφαίο Έλληνα καλλιτέχνη ο τίτλος «ο ζωγράφος των Χριστουγέννων». Το έργο αυτό, που προκαλεί συγκίνηση και θαυμασμό, θεωρείται ως η κορυφαία στιγμή στην ηθογραφική ζωγραφική της Ελλάδας. Είναι προφανές ότι ξεπερνά την απλή απεικόνιση ενός εθίμου και έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις για τους συμβολισμούς του. Eνδιαφέρον προκαλεί η προσέγγιση της επιμελήτριας της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαριλένας Κασιμάτη η οποία σημειώνει: «Τα ποιητικώτατα Κάλαντα του Λύτρα διαφεύγουν με την εσωτερικότητα και την επινόηση του χρόνου στην ελληνικότατη ηθογραφική αυτή σκηνή, από κάθε κοινοτοπία. Τα σύμβολα που εισάγει, χωρίς τυμπανοκρουσίες -το μαρμάρινο θωράκιο της Νίκης, που δένει το σανδάλι της, αλλά ειρωνικά σχεδόν, βαλμένο δίπλα σε μια χορταρένια σκούπα, το γυάλινο ποτήρι με το νερό, που παραπέμπει στην κάθαρση που έρχεται από τα Ελληνόπουλα, που δεν εμφανίζονται ως γραφικά δείγματα μιας γνωστής τυπολογίας φορεσιών, το ξερό, άνυδρο δέντρο που δηλώνει την υφέρπουσα φτώχεια στο πρόσωπο της σκοτεινής μορφής, που μόλις φαίνεται πίσω από τον τοίχο….».
Το παραπάνω πρόγραμμα σχεδίασε και εκπονεί η μουσειοπαιδαγωγός, Αποστολία Αρμπελιά, η οποία υλοποιεί και τα υπόλοιπα εκπαιδευτικά προγράμματα του ΛΕΒ. Το συγκεκριμένο απευθύνεται σε παιδιά του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού Σχολείου καθώς και σε διάφορες ομάδες παιδιών εκτός σχολικού χώρου και είναι προσαρμοσμένο στο γνωστικό και εξελικτικό τους επίπεδο. Έχει διάρκεια μιάμιση έως δύο ώρες (ανάλογα με την ηλικία των ομάδων). Με το εν λόγω πρόγραμμα ο μουσειακός χώρος του Λυκείου των Ελληνίδων φιλοδοξεί να ανοίξει για μια ακόμα φορά την πόρτα του, στους αιώνιους και ιδανικούς καλαντιστές, τα παιδιά, και να μοιραστεί μαζί τους τη χαρά της εορταστικής αυτής περιόδου, με γνώμονα πάντα την ελληνική παράδοση. Πληροφορίες για συμμετοχή στο πρόγραμμα: 24210-33938 τις πρωινές ώρες ή στο 6945852406.

 
Όπως είναι γνωστό, τα κάλαντα είναι ελληνικότατο έθιμο που διατηρείται ζωντανό και σήμερα με τα παιδιά να περιδιαβαίνουν τις γειτονιές, από σπίτι σε σπίτι, ανά δυο ή και περισσότερα και να τα τραγουδούν συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο ή ακόμα και κιθάρα, ακορντεόν, λύρα, λαούτο, νταούλι, τσαμπούνα κ.ά. Τα παιδιά παίρνουν με τη σειρά τα σπίτια και χτυπώντας την πόρτα τους, ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη ή την νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Ο νοικοκύρης τα ανταμείβει με κάποιο χρηματικό ποσό, ενώ παλιότερα τους πρόσφερε από τα ευρισκόμενα στο σπίτι, μελομακάρονα, κουραμπιέδες, ξηρούς καρπούς και άλλα φαγώσιμα καλούδια.

 


Κάλαντα συναντώνται παντού, σε ολόκληρη την Ελλάδα, ηπειρωτική και νησιωτική, σε αμέτρητες παραλλαγές και αντιστοιχούν στον τοπικό πολιτισμό και τον κάθε περιοχής χαρακτήρα.
Για τα κάλαντα, πιστεύεται ότι η ιστορία τους προχωρεί πολύ βαθιά στο παρελθόν και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Έχουν βρεθεί, μάλιστα, αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα (Ειρεσιώνη στην αρχαιότητα). Τα παιδιά της εποχής εκείνης κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Άλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στο οποίο κρεμούσαν κόκκινες και άσπρες κλωστές. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων.

 
Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda». Φέρουν το όνομα από τις καλένδες του Ιανουαρίου της Ρωμαϊκής εποχής (πρωτοχρονιά). Από τον 2ο π.Χ. αιώνα η πρωτοχρονιά ξεκίνησε να γιορτάζεται τον Ιανουάριο, ενώ μέχρι τότε γιορταζόταν Μάρτιο. Αργότερα, στο Βυζάντιο, τα κάλαντα διατηρήθηκαν ως έθιμο και αφομοιώθηκαν από τον Χριστιανισμό.
Τα κάλαντα αποτελούν δημοτικά ευχητικά και εγκωμιαστικά τραγούδια που ψάλλονται εθιμικά κατ’ έτος, κυρίως κατά την παραμονή μεγάλων θρησκευτικών εορτών όπως των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς (Αγίου Βασιλείου), των Θεοφανείων, ακόμη και των Βαΐων (ή Λαζάρου), με εξαίρεση εκείνων της Μεγάλης Παρασκευής που είναι κατανυκτικά.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το