Τοπικά

Τα έντονα «σκαμπανεβάσματα» της αλιείας στην ιχθυόσκαλα του Βόλου “Θ” (photos)

Όταν η πόλη κοιμάται, η ζωή στην ιχθυόσκαλα του Βόλου ακολουθεί το δικό της ρυθμό. Κάθε βράδυ το μέρος γεμίζει από τις φωνές των ιχθυοπαραγωγών και των εμπόρων, οι οποίοι μοχθούν καθημερινά ώστε τα ψάρια να καταλήξουν από τη θάλασσα στο πιάτο μας.

Το ραντεβού κλείστηκε τα ξημερώματα της περασμένης Τετάρτης. Η ώρα κόντευε 2.30, όταν τα πρώτα εμπορεύματα έκαναν την εμφάνισή τους και το… αλισβερίσι με τους εμπόρους είχε ήδη αρχίσει. Τα ψάρια συσκευάζονται σε τελάρα και η ιδιότυπη δημοπρασία ξεκινά. Οι τιμές ποτέ δεν είναι σταθερές.

Αναλόγως με τις ποσότητες που αλιεύονται, αλλά και την ποιότητα των ψαριών, οι τιμές στην ιχθυόσκαλα έχουν πολλά «σκαμπανεβάσματα». Όλα είναι θέμα προσφοράς και ζήτησης, ενώ σημαντικό ρόλο παίζουν και οι καιρικές συνθήκες. Όταν έχει αέρα, οι ποσότητες των ψαριών που φτάνουν στην ιχθυόσκαλα είναι μικρότερες και οι τιμές «τσιμπάνε».

Όσοι εργάζονται εκεί έχουν συνηθίσει από χρόνια τις συνθήκες της δουλειάς και κυρίως το δύσκολο ωράριο. Οι ώρες ύπνου είναι ελάχιστες. Κάθε βράδυ άπαντες πρέπει να είναι στις επάλξεις για να εξυπηρετήσουν τους εμπόρους που έρχονται στην ιχθυόσκαλα του Βόλου. Η πόλη μας καλύπτει ιχθυοπώλες από τους υπόλοιπους θεσσαλικούς νομούς μέχρι και τη Λαμία, μικροπωλητές των λαϊκών αγορών μα και τους πλανόδιους που βγαίνουν στα χωριά για να διαθέσουν την πραμάτειά τους.

Στις παλιές καλές εποχές, η ιχθυόσκαλα του Βόλου έσφυζε από ζωή. Τώρα η κρίση έχει αφήσει τα σημάδια της, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχουν λιγοστέψει και τα ψάρια. Τα αποθέματα στον Παγασητικό πλέον δεν επαρκούν και τα αλιευτικά σκάφη βγαίνουν τόσο ανοικτά των Σποράδων, όσο και στα βόρεια του Ευβοϊκού κόλπου. Όταν τα πληρώματα (κυρίως Αιγύπτιοι, μια και οι Έλληνες έχουν σχεδόν αποτραβηχτεί) στα γρι γρι και τις ανεμότρατες μαζέψουν τα δίχτυά τους, ακολουθεί αγώνας δρόμου για την έγκαιρη παραλαβή του εμπορεύματος. Η έλλειψη χώρων αποθήκευσης στην ιχθυόσκαλα του Βόλου, υποχρεώνει τους παραγωγούς και τους εμπόρους να καλύπτουν πολλά χιλιόμετρα με φορτηγά-ψυγεία, καθώς όταν τα αλιευτικά σκάφη βγαίνουν έξω από τον Παγασητικό στη συνέχεια δένουν στο λιμάνι του Πλατανιά. Ένα πρόβλημα που θα επιλυθεί οριστικά μόνο με την παράδοση της καινούριας ιχθυόσκαλας.

Κάθε χρόνο και χειρότερα…

Ο κ. Σταύρος Μπουντούκος είναι ένας από τους εννέα ιχθυοπαραγωγούς-μέλη του Αλιευτικού Συνεταιρισμού γρι γρι Βόλου «Ο Παγασητικός». Βρίσκεται στο επάγγελμα από την ηλικία των 14 ετών, ωστόσο βλέπει πως οι συνθήκες γίνονται όλο και πιο δύσκολες: «Βρίσκομαι 40 χρόνια στη θάλασσα κι εκείνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι κάθε χρόνο πηγαίνουμε και χειρότερα. Η οικονομική κρίση έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο τον κλάδο της αλιείας. Τα έξοδα είναι πάρα πολλά, ενώ αντίθετα τα έσοδα μειώνονται. Μόνο για τη συντήρηση των σκαφών και την ανανέωση του εξοπλισμού που μας επιβάλλουν, απαιτούνται χιλιάδες ευρώ, ενώ και τα καύσιμα κοστίζουν. Κάθε μήνα ένα γρι γρι χρειάζεται περίπου 10 τόνους πετρέλαιο, ενώ μία ανεμότρατα καταναλώνει σχεδόν διπλάσια ποσότητα».

Ο κ. Παρασκευάς Μπουντούκος είναι πλανόδιος πωλητής και καθημερινά βγαίνει στις λαϊκές αγορές, επισημαίνοντας με τη σειρά του πως υπάρχει μεγάλη πτώση στην κατανάλωση: «Οι συνταξιούχοι, που είναι και η «ραχοκοκαλιά» της πελατείας μας στη λαϊκή, με τις συνεχείς μειώσεις από τα μνημόνια έχασαν μεγάλο μέρος της αγοραστικής δύναμής τους. Αυτό είχε άμεσο αντίκτυπο και σε εμάς, αφού σε σχέση με μία πενταετία πριν είμαστε 60% κάτω σε κατανάλωση. Τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα για εμάς τους χειμερινούς μήνες, αφού τότε υπάρχουν λιγότερα ψάρια και η αγορά τους είναι πιο ακριβή. Χαρακτηριστικά τον προηγούμενο μήνα υπήρξε μέρα που το τελάρο με τον γαύρο πωλούνταν 40 ευρώ, που ήταν και τιμή ρεκόρ για φέτος. Το επάγγελμα θυμίζει περισσότερο χρηματιστήριο. Εξαρτιόμαστε απόλυτα από την παραγωγή και το μέγεθος των αλιευμάτων. Μέσα στον Ιανουάριο βγήκα μόλις δέκα φορές στη λαϊκή. Όταν δεν έχει ψάρια, αναπόφευκτα δεν θα δουλέψουμε. Είναι καθαρός τζόγος, αλλά με ελάχιστα περιθώρια κέρδους πλέον για τους επαγγελματίες».

Σημείο αναφοράς

τα «φθηνόψαρα»

Για όσους ασχολούνται με το εμπόριο ψαριών, σημείο αναφοράς αποτελούν τα ψάρια που απευθύνονται στα χαμηλότερα βαλάντια, τα λεγόμενα «φθηνόψαρα». Ιδιαίτερα ο γαύρος είναι το είδος που διακινείται περισσότερο, όπως παραδέχθηκε ο ιχθυέμπορος κ. Γιάννης Κέκιας: «Ο κόσμος με δεδομένες τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες, αναζητά ποιοτικά προϊόντα, αλλά με χαμηλές τιμές. Για παράδειγμα ο γαύρος επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον όγκο της δουλειάς μας. Οι καταναλωτές έχουν κάνει στροφή στα αφρόψαρα, που έχουν πιο ανταγωνιστικές τιμές».

Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο κ. Αλέκος Κυρίτσης, ο οποίος δραστηριοποιείται επαγγελματικά με το εμπόριο τους τελευταίους μήνες: «Τα πιο ακριβά ψάρια, όπως είναι οι μπακαλιάροι, οι κουτσομούρες, οι καραβίδες, τα θράψαλα και γενικότερα όσα προέρχονται από τις ανεμότρατες, δεν προτιμούνται πολύ. Οι Βολιώτες καταναλώνουν λιγότερα ψάρια σε σύγκριση με παλαιότερα και το μεροκάματο βγαίνει πιο δύσκολα. Οι δύσκολοι μήνες είναι από Δεκέμβριο μέχρι τον Μάρτιο, καθώς τότε τα γρι γρι δεν βγαίνουν στη θάλασσα και μειώνονται οι επιλογές σε φτηνότερα ψάρια».

Επείγει η παράδοση

της νέας ιχθυόσκαλας

Εν τω μεταξύ συμπληρώθηκαν ήδη έξι μήνες από τότε που το Ελληνικό Δημόσιο διά του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων παραχώρησε τη διαχείριση της νέας ιχθυόσκαλας Βόλου στον Οργανισμό Κεντρικών Αγορών και Αλιείας. Ο Ο.Κ.Α.Α. είναι ο φορέας που διαχειρίζεται και τις υπόλοιπες 11 ιχθυόσκαλες σε όλη την Ελλάδα και βρίσκονται σε Πάτρα, Καβάλα, Μηχανιώνα, Κερατσίνι, Χανιά, Πρέβεζα, Κάλυμνο, Χίο, Χαλκίδα, Αλεξανδρούπολη και Μεσολόγγι.

Το κόστος για την ολοκλήρωση της νέας ιχθυόσκαλας, που βρίσκεται παραπλεύρως των παλαιών σφαγείων κι εντός της ζώνης λιμένα Βόλου, άγγιξε τα πέντε εκατομμύρια ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού καλύφθηκε από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν και ο αρχικός σχεδιασμός έγινε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν η ιχθυόσκαλα μεταφέρθηκε στη Μπουρμπουλήθρα από την κεντρική παραλία του Βόλου και μάλιστα εν μέσω διαμαρτυριών των οικολογικών οργανώσεων πως απειλείται το οικοσύστημα της περιοχής, χρειάστηκαν περισσότερα από 20 χρόνια για την ολοκλήρωση του έργου.

Ωστόσο, αν και για τη νέα ιχθυόσκαλα δαπανήθηκαν τόσα χρήματα, οι αλιείς και οι ιχθυέμποροι βλέπουν ότι η μετεγκατάστασή τους στα νέα κτίρια δεν προχωράει. Η στασιμότητα που παρατηρείται δικαιολογημένα προκαλεί τα εύλογα παράπονα των επαγγελματιών της περιοχής, που απαιτούν την όσο πιο γρήγορη διευθέτηση του ζητήματος. Πόσο μάλιστα από την στιγμή που όλα αυτά τα χρόνια φιλοξενούνται σε πρόχειρες κατασκευές, που στερούνται βασικών προδιαγραφών κι ενώ δίπλα τους βρίσκονται ανεκμετάλλευτες οι καινούριες εγκαταστάσεις.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το