Ελλάδα

Τα 3 τρικ του ΔΝΤ για να κοπεί η προσωπική διαφορά

«Δεν φτάνει που το ΔΝΤ τραβάει την απόφαση του Eurogroup από τα μαλλιά. Επιμένει να συγκρίνει… μήλα με πορτοκάλια».

Ηταν ξημερώματα πια, όταν κυβερνητικός αξιωματούχος με άμεση γνώση της διαπραγμάτευσης επιχειρούσε γλαφυρά να αποτυπώσει τα μυστικά της σκληρής μάχης που δίνει το οικονομικό επιτελείο με τα… αλά καρτ στοιχεία του ΔΝΤ.

Το Ταμείο επιμένει στη σκληρή γραμμή για «μαχαίρι» 1% του ΑΕΠ, δηλαδή μέτρα 1,8 δισ. ευρώ, «μπαμ και κάτω» στις συντάξεις. Οι πίνακες όμως και τα γραφήματα που χρησιμοποιεί στις τεχνικές συζητήσεις για να στεριώσει τα επιχειρήματά του έχουν, κατά τους Ελληνες τεχνοκράτες, τρία σοβαρά προβλήματα:

1 Συγκρίνει στοιχεία διαφορετικών ετών για την κρατική χρηματοδότηση. Για την Ελλάδα χρησιμοποιεί απολογιστικά στοιχεία έτους 2015 και για τις άλλες χώρες δεδομένα από το Ageing Report 2012, τα οποία βασίστηκαν σε μακροοικονομικές υποθέσεις (πιο ευνοϊκές) με έτος βάσης το 2010. Παρόλο που το επικαιροποιημένο Ageing report 2015 είναι διαθέσιμο.

2 Ο μέσος όρος που χρησιμοποιεί για την κρατική χρηματοδότηση στις συντάξεις της Ευρωζώνης, δηλαδή το 2½ του ΑΕΠ, δεν αντιπροσωπεύει όλες τις χώρες. Από τον υπολογισμό του μέσου όρου εξαιρεί το Βέλγιο και την Αυστρία με την αιτιολογία πως έχουν πολύ διαφορετικά ασφαλιστικά συστήματα. Μόνο που αυτές οι δυο χώρες έχουν αρκετά υψηλή κρατική χρηματοδότηση και η εξαίρεσή τους ρίχνει σημαντικά τον μέσο όρο, έναν κρίσιμο δείκτη με τον οποίο συγκρίνεται η Ελλάδα.

3 Δεν χρησιμοποιεί την πλέον πρόσφατη μεθοδολογία και δεν διαχωρίζει τη θεσμική κρατική χρηματοδότηση, που είναι κατοχυρωμένη στο πλαίσιο της τριμερούς συνεισφοράς στο ασφαλιστικό (εργοδότες, εργαζόμενοι κράτος), από την κάλυψη ελλειμμάτων. Μιλά γενικά για μεταφορές από τον κρατικό προϋπολογισμό ύψους 11% του ΑΕΠ (20 δισ.). Μόνο που η πραγματική δαπάνη για την κάλυψη των ελλειμμάτων του συστήματος είναι 5% του ΑΕΠ (9 δισ.). Το ΔΝΤ όμως συνυπολογίζει και το 4% του ΑΕΠ (7,2 δισ.) που είναι η θεσμική κρατική χρηματοδότηση στο πλαίσιο της τριμερούς, ακόμη και 2% του ΑΕΠ (3,6 δισ.) που είναι η χρηματοδότηση του επικουρικού Ταμείου από τα αποθεματικά του, δηλαδή την περιουσία του…

Το ΔΝΤ μιλά γενικά για μεταφορές από τον κρατικό προϋπολογισμό 11% του ΑΕΠ (20 δισ.), μόνο που συνυπολογίζει τη θεσμική κρατική χρηματοδότηση στο πλαίσιο της τριμερούς (4% του ΑΕΠ ή 7,2 δισ.) και τη χρηματοδότηση του επικουρικού Ταμείου από τα αποθεματικά του (2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ.).

«Ως εκ τούτου η Ελλάδα αντιμετωπίζεται με διαφορετικούς κανόνες για την εκτίμηση της πορείας του συνταξιοδοτικού της συστήματος σε σχέση με τις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες», επιμένουν οι τεχνοκράτες που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα κατά ΔΝΤ statistics…

Τα καλά νέα από ΕΦΚΑ
Απέναντι στα «μαύρα» δεδομένα που παραθέτουν οι οικονομολόγοι της Ντέλιας Βελκουλέσκου, η ομάδα της υπουργού Εργασίας Εφης Αχτσιόγλου επιμένει πως η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα βαίνει μειούμενη και πως το 2021 προσεγγίζει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό σημαίνει πως από 16% του ΑΕΠ που είναι σήμερα (περίπου 30 δισ.) πέφτει στο 14% του ΑΕΠ το 2021 όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 12,5% του ΑΕΠ.

Στο τραπέζι μάλιστα έπεσαν και τα πρώτα καλά νέα από την εκτέλεση του προϋπολογισμού του ΕΦΚΑ: τον Ιανουάριο τα έσοδα έφτασαν τα 3,135 δισ. και τα έξοδα τα 2,56 δισ. με ταμειακό πλεόνασμα 575 εκατ. ευρώ. Με την προσαρμογή των στοιχείων σε δημοσιονομική, δεδουλευμένη βάση, το πραγματικό πλεόνασμα του Ιανουαρίου είναι 36 εκατ. ευρώ, ενώ τον Φεβρουάριο φτάνει τα 61 εκατ. ευρώ.

Παρ’ όλα αυτά, το ΔΝΤ «ξεχειλώνοντας» την απόφαση του πρόσφατου Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου αξιώνει «μαχαίρι» 1,8 δισ. (1% του ΑΕΠ) από τις συντάξεις με ακαριαία και εφάπαξ εφαρμογή το 2019 ή το 2020.

Τα στοιχεία δείχνουν πως η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα από 16% του ΑΕΠ που είναι σήμερα (περίπου 30 δισ.) πέφτει στο 14% του ΑΕΠ, προσεγγίζοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Η ελληνική πλευρά θέλει να ρίξει τον πήχη του λογαριασμού ? για παράδειγμα στο 0,7% του ΑΕΠ ? και να απλώσει τα μέτρα σε μια 5ετία. Η απόφαση του Eurogroup έκανε ούτως ή άλλως λόγο για ένα ισορροπημένο πακέτο με ισόποσα μέτρα – αντίμετρα, αφετηρία το 2% του ΑΕΠ και μεταβατικότητα στα μέτρα για το Ασφαλιστικό, λένε Ελληνες αξιωματούχοι. Το Ταμείο όμως ήρθε στην Αθήνα ισχυριζόμενο πως η μεταβατικότητα αναφέρθηκε μόνο ως «πιθανότητα» και το ίδιο τοποθετείται στην αντίθετη πιθανότητα…

Στη μέση αυτής της δύσκολης διελκυστίνδας βρίσκεται η «προσωπική διαφορά» στις κύριες συντάξεις, η διαφορά δηλαδή που θα προκύψει από τον επανυπολογισμό των παλιών συντάξεων με βάση το καινούργιο σύστημα (τρόπος υπολογισμού Κατρούγκαλου). Ακόμη όμως κι αν κοβόταν ολόκληρη, δεν φτάνει καν για το ύψος των μέτρων που αξιώνει το ΔΝΤ… Οι οικονομικές υπηρεσίες του υπουργείου Εργασίας υπολογίζουν το σύνολο της «προσωπικής διαφοράς» σε όλο το σύστημα στο 1,4 δισ. δηλαδή 0,75% του ΑΕΠ.

Μέσα όμως σε αυτό το μέγεθος περιλαμβάνονται και «προσωπικές διαφορές» στις χαμηλές αλλά και στις κατώτατες συντάξεις, τις οποίες θέλει πάση θυσία να προστατέψει η ελληνική κυβέρνηση. Οι μεγαλύτερες «προσωπικές διαφορές» εντοπίζονται στους συνταξιούχους του πρ. ΤΕΒΕ (περίπου 30%) και του Δημοσίου (15%-20%), ενώ στο ΙΚΑ είναι μικρές (4%-5%).

Εισπράττουν πάνω από 1.000 €
Στην επικίνδυνη ζώνη 720.000 συνταξιούχοι

Ο γρίφος δεν είναι καθόλου εύκολος. Σε κάθε περίπτωση, στην πρώτη γραμμή του πυρός βρίσκονται κατηγορίες συνταξιούχων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα με υψηλές αποδοχές -συγκριτικά με τον μέσο όρο του συστήματος- και ταυτόχρονα μεγάλες «προσωπικές διαφορές». Για παράδειγμα 720.000 συνταξιούχοι εισπράττουν συντάξεις πάνω από 1.000 ευρώ και εμπίπτουν ταυτόχρονα σε κατηγορίες με σημαντικές προσωπικές διαφορές. Σε αυτούς ανήκουν δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν συνταξιοδοτηθεί με 35ετία, πανεπιστημιακοί, ένστολοι, γιατροί του ΕΣΥ, μισθωτοί στον ιδιωτικό τομέα που αποχώρησαν με πολύ υψηλές αποδοχές (22η – 28η ασφαλιστική κλάση), συνταξιούχοι του πρ. ΤΕΒΕ. Αν όμως η μπίλια κάτσει στις απαιτήσεις του ΔΝΤ πρέπει να αναζητηθούν εξοικονομήσεις και από αλλού…

Εκτός πλαισίου του Eurogroup
Στη βαριά συμφωνία που απαιτεί η δεύτερη αξιολόγηση, το χαρτοφυλάκιο της υπουργού Εργασίας, Εφης Αχτσιόγλου, αποδεικνύεται το πλέον δύστροπο και δύσκολο να κλείσει. Στα εργασιακά, το σχέδιο της κυβέρνησης σκοντάφτει στις «ιδεολογικές εμμονές» του ΔΝΤ που κι εκεί κινείται εκτός του πλαισίου που τέθηκε στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου. Οπως αναφέρουν χαρακτηριστικά κυβερνητικές πηγές, το πλαίσιο του κρίσιμου Eurogroup έθετε την επαναφορά της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων πριν το τέλος του προγράμματος (2018) και την αντιμετώπιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων εντός της «ευρωπαϊκής κανονικότητας». Αντί αυτών, η υπουργός Εργασίας και το οικονομικό επιτελείο βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη σκληρή ατζέντα του ΔΝΤ και την ολική επαναφορά του Ταμείου στην άκαμπτη στάση του. Και κάπως έτσι τα εργασιακά αναδεικνύονται σε νούμερο ένα «αγκάθι» της συμφωνίας και πρακτικά η τελευταία βασική εκκρεμότητα για την επίτευξη τεχνικής συμφωνίας (Staff Level Agreement).

Το Ταμείο δεν ζητά μόνο πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων με αύξηση του ορίου από το 5% στο 10% και αλλαγή του πλαισίου της προέγκρισης ώστε να καταργηθεί το υπουργικό «βέτο». Ταυτόχρονα δεν «δίνει» τίποτα στο κεφάλαιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων θεωρώντας πως και η παραμικρή υποχώρηση θα ήταν «πισωγύρισμα». Κοινώς τα βάζει όλα στο τραπέζι, ζητώντας ευκολότερες απολύσεις και δυσκολότερες απεργίες. Το ευρωπαϊκό σκέλος των δανειστών πιέζει περισσότερο για την αλλαγή του καθεστώτος προέγκρισης των ομαδικών απολύσεων, ενώ στα άλλα δύσκολα κεφάλαια κάνει πίσω και αφήνει το ΔΝΤ να… παίζει μπάλα. Αναγνωρίζει τις ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές αλλά διατηρεί περιορισμένο ρόλο. «Είμαστε εδώ με εντολή να μείνει το ΔΝΤ στο τραπέζι», επαναλάμβαναν οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες στις αιτιάσεις της ελληνικής πλευράς.

ΕΠΑΝΑΦΕΡΕΙ ΤΟ ΛΟΚ ΑΟΥΤ

Το Ταμείο ξαναρίχνει στο τραπέζι «δράκους του παρελθόντος» ζητώντας την επαναφορά της ανταπεργίας (λοκ άουτ) που έχει απαγορευτεί από το 1982 και την εκθεμελίωση του συνδικαλιστικού νόμου με αλλαγή του πλαισίου της απεργίας.

Πηγή: Έθνος

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το