Τοπικά

Συγγραφικό ντεμπούτο για τον αξιωματικό της ΕΛΑΣ Νικόλαο Καραφυλλίδη

Ο Νικόλαος Καραφυλλίδης, αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, ασκώντας τα καθήκοντά του έρχεται αντιμέτωπος με ένα σκληρό μέρος της καθημερινότητας ενός αστυνομικού. Πολλά από τα γεγονότα που έχει καταγράψει στη μνήμη του, αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για το συγγραφικό ντεμπούτο του με το βιβλίο «Λέγοντας αλήθειες», που κυκλοφόρησε από την Ήρα Εκδοτική.
Ο 38χρονος αστυνόμος Α’, ο οποίος εδώ και ενάμιση χρόνο υπηρετεί στο επιτελείο της Περιφερειακής Διεύθυνσης Θεσσαλίας στη Λάρισα, όταν βγάζει τη στολή του, ασχολείται με τη συγγραφή και πριν από λίγες εβδομάδες είδε το πρώτο ολοκληρωμένο έργο του στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Δείχνει πως βαδίζει μακριά από τα στερεότυπα των περισσότερων για τους αστυνομικούς, φανερώνοντας παράλληλα την αγάπη του για το γράψιμο και τη λογοτεχνία.

Το εφαλτήριο για την ενασχόλησή του με τη συγγραφή στάθηκε ένα περιστατικό που αντιμετώπισε σε μία υπόθεση που ανέλαβε στο παρελθόν: «Βρέθηκα κάποτε μπροστά σε ένα βίαιο έγκλημα. Σε άλλη πόλη, εκτός Λάρισας. Τότε με πλησίασε ένα μικρό κορίτσι, έξι-επτά ετών το πολύ. Με έπιασε από το χέρι και κοιτώντας με δάκρυα στα μάτια μου είπε: «Γιατί δεν ζήτησε συγνώμη;». Το κοίταξα αμήχανα και ρώτησα: «Τι θέλεις να πεις;». «Αν ζητούσε συγνώμη, δεν θα είχε συμβεί τίποτα» αποκρίθηκε το παιδί έπειτα. Στο πέρας της προανάκρισης προς μεγάλη έκπληξη όλων διαπιστώσαμε στην απολογία του κατηγορουμένου ότι όλα θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί με μία συγνώμη που δεν δόθηκε. Το γεγονός που σας περιέγραψα, με στιγμάτισε τότε, ενώ το βλέμμα εκείνου του κοριτσιού, που δεν θα το ξεχάσω ποτέ, θα με κυνηγά στη ζωή μου για πάντα. Αυτό στάθηκε αφορμή για να ξεκινήσω το γράψιμο του βιβλίου, που κράτησε δυόμισι περίπου χρόνια, όσο υπηρετούσα στη Δίωξη Ναρκωτικών Λάρισας».

Μέσα από τη μυθοπλασία επιχείρησε να στείλει το δικό του μήνυμα στους αναγνώστες του βιβλίου, επιστρατεύοντας τις εμπειρίες του στο αστυνομικό σώμα: « Η προανάκριση, ειδικά στην υπηρεσία της Ασφάλειας, είναι πλούσια από εικόνες. Εικόνες ακόμη και βίαιες, που πηγάζουν μέσα από αποτρόπαιες καταστάσεις και προκαλούν το κοινό αίσθημα. Είναι όμως ευκαιρία και τον ουδέτερο αναγνώστη να δει πώς αντιλαμβάνεται ένας αστυνομικός το έγκλημα και κυρίως το αποτέλεσμα του εγκλήματος».
Η υπόθεση του βιβλίου «Λέγοντας αλήθειες» εκτυλίσσεται σε μία μικρή κοινωνία της ελληνικής επαρχίας, με τον Λαρισαίο αστυνομικό να μιλά παράλληλα για τη δύναμη της συγχώρεσης επιστρατεύοντας ως εργαλείο στη συγγραφή του την εξομολόγηση: «Η ιστορία τοποθετείται σε ένα φανταστικό χωριό της Βόρειας Εύβοιας κι αφού πρώτα περιγράφω την επίσκεψη ενός αντισυμβατικού ανθρώπου στο κελί ενός ερημίτη μοναχού στο Άγιο Όρος. Μέσα σε μία κλειστή κοινωνία προσπάθησα να εντάξω τη σύγχρονη Ελλάδα των μνημονίων και της βίαιης περικοπής των μισθών. Επιχείρησα να περάσω στις σελίδες του βιβλίου τα προβλήματα του κόσμου μέσα από τη θρησκεία. Γι’ αυτό και επιστράτευσα την εξομολόγηση, από τα πιο κατανυκτικά μυστήρια της πίστης μας, πάντοτε με σεβασμό στο ορθόδοξο δόγμα και το θρησκευτικό συναίσθημα. Κάπως έτσι προέκυψε και ο τίτλος του βιβλίου. Αυτές οι δύο λέξεις ενώνονται για να περιγράψουμε ουσιαστικά το μυστήριο της εξομολόγησης. Να λέμε αλήθειες. Όπως πρέπει να κάνουμε κάποια στιγμή στη ζωή μας για πράγματα που θα έπρεπε να έχουμε αποφύγει με κάθε τρόπο. Πάντοτε υπάρχει η δεύτερη επιλογή αναζητώντας τη λύτρωση και τη συγχώρεση μέσα από αυτό».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το