Τοπικά

Στο κολαστήριο της Κίτρινης Αποθήκης – Ο 95χρονος σήμερα Θεόδωρος Αγιώτης “γράφει” την ιστορία

 

Η περιπέτεια που βίωσε κατά τη διάρκεια της Κατοχής ο 95χρονος σήμερα Θεόδωρος Αγιώτης δεν γράφτηκε σε κάποιο βιβλίο Ιστορίας, όπως και χιλιάδων άλλων Ελλήνων που έπεσαν θύματα της ναζιστικής θηριωδίας. Όμως όσα μνημονεύει με κάθε λεπτομέρεια ο θαλερός Πηλιορείτης για το πιο ζοφερό κομμάτι της ζωής του, είναι ένα πολύτιμο μάθημα μνήμης για όσα βίωσε ο τόπος μας τα χρόνια εκείνα.

Συνελήφθη από Γερμανούς στρατιώτες στο Πήλιο, βασανίστηκε φρικτά στην Κίτρινη Αποθήκη, ενώ έπειτα από ένα σύντομο πέρασμα από τη Θεσσαλονίκη, βρέθηκε επιβάτης στο «τρένο του θανάτου» και εκτοπίστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουγκσμπουργκ της Βαυαρίας, περίπου 80 χιλιόμετρα από το Μόναχο. Ο υπερήλικας άνδρας έδωσε χθες το «παρών» στην εκδήλωση που έγινε στη Νέα Ιωνία για τους χώρους εγκλεισμού στη Μαγνησία κατά τη δεκαετία του 1940. Κατέθεσε με τη σειρά του μία συγκλονιστική μαρτυρία για τα κολαστήρια του Βόλου, όπου γράφτηκαν μαύρες σελίδες στη νεότερη ιστορία της πόλης και έλαβαν χώρα ανείπωτες κτηνωδίες από κατακτητές και δωσίλογους του ΕΑΣΑΔ κατά του εγχώριου πληθυσμού. Με φόντο τους αιματοβαμμένους τοίχους της Κίτρινης Αποθήκης, όπου βρέθηκε έγκλειστος ο Θεόδωρος Αγιώτης τον Μάρτιο του 1944, ακριβώς μετά τα 20ά γενέθλιά του, άρχισε να εκτυλίσσεται η συγκινητική ιστορία του νεαρού τότε Πηλιορείτη από το Μετόχι, την οποία έχει εξιστορήσει και στην Ομάδα Προφορικής Ιστορίας Βόλου.
«Οι Γερμανοί την άνοιξη του 1944 έστησαν μία επιχείρηση που την ονόμασαν «Χτένι του Πηλίου», για να πλήξουν τους αντάρτες του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Πέρασαν και από το χωριό μας. Οι νέοι είχαμε κρυφτεί σ’ ένα ρουμάνι έξω από το Μετόχι, δηλαδή ένα πυκνό δάσος από κουμαριές και ρείκια. Ήταν κι ένας ηλικιωμένος, που δούλευε μπαλωματής στο Μετόχι, αλλά τον εκτέλεσαν επί τόπου «γαζώνοντάς» τον με πολυβόλο. Μας συνέλαβαν και καταλήξαμε πεζή στον Λαύκο. Λίγο προτού φτάσουμε εκεί, στην τοποθεσία «Κόρακα τη ράχη», μέσα σε μία καλυβούλα βρήκαν έναν λατόμο κι επειδή είχε εκρηκτικά για την εξόρυξη, τον σκότωσαν μπροστά στα μάτια μας. Έπειτα μας κατέβασαν στο Χόρτο και από εκεί με το καραβάκι «Φρίξος» μας έφεραν στον Βόλο», θυμήθηκε ο κ. Αγιώτης, νεολαίος τότε στην ΕΠΟΝ που στα σπλάχνα της ανδρώθηκαν χιλιάδες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης.
Βρέθηκε κρατούμενος στην πολυώροφη καπναποθήκη που ανήκε στην
καπνοβιομηχανία «American Tobacco Company», επί των οδών Βασσάνη και Ανθίμου Γαζή, τη λεγόμενη Κίτρινη Αποθήκη κάτω από άθλιες συνθήκες κράτησης, όπου τα χειρότερα δεν θα αργούσαν να έρθουν. «Μας πήγαν στον 3ο όροφο. Η γερμανική φρουρά είχε τους συνεργάτες της. Ήταν ένας κοντοχωριανός μου. Λεγόταν Λαμπαδάρης και ήταν από τον Λαύκο, απ’ όπου καταγόταν και η μητέρα μου. Τον παρακάλεσε να μεσολαβήσει για να με απελευθερώσουν, αλλά δίχως αποτέλεσμα. Έτσι άρχισε η ανάκριση. Άκουγες παντού ουρλιαχτά. Ένας συγκρατούμενος δεν άντεξε τη φρίκη. Άνοιξε το παράθυρο κι έπεσε στο κενό. Αυτοκτόνησε από την απελπισία του», είπε συγκινημένος ο κ. Αγιώτης, ο οποίος κλείνοντας αποκάλυψε λεπτομέρειες από τα βασανιστήρια που υπέστη: «Μας ξεγύμνωναν και μας ακινητοποιούσαν στις τσιμεντένιες κολώνες, τραβώντας από τα χέρια, ενώ κάποιος άλλος μας χτυπούσε ανελέητα. Με γκλομπ, μαστίγιο, ό,τι βάλει ο νους σου. Πρηζόμασταν από το ξύλο. Λιποθύμησα δύο φορές. Μου πετούσαν νερό με τον κουβά, συνερχόμουν και ξανάρχιζαν να με δέρνουν. Έπειτα ήταν και οι «μούμιες», οι δωσίλογοι με τις κουκούλες, για να μη βλέπαμε ποιοι ήταν. Στην Κίτρινη Αποθήκη έμεινα ένα δεκαήμερο περίπου. Όμως, επειδή δεν γνώριζα αυτά που γύρευαν, εκδιώχθηκα πρώτα στη Λάρισα, όπου μας απείλησαν με εκτέλεση και στάλθηκα σ’ ένα στρατόπεδο στο Ντουντουλάρ στα Διαβατά Θεσσαλονίκης. Διασχίζοντας τη Γιουγκοσλαβία μάθαμε για τη συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία και μετά από σύντομη παραμονή στη Βιέννη, κατέληξα στη Γερμανία μέχρι που έληξε ο πόλεμος».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το