Πολιτισμός

Στις γειτονιές του Παπαδιαμάντη

Της Λίνας Θωμά

Γρηγόρης Καρταπάνης, «Έκτοτε καθ’ όλας τας επανόδους μου εις την γενέθλιον νήσον…» Τα σκιαθίτικα διαλείμματα του Παπαδιαμάντη και άλλα παπαδιαμαντικά σημειώματα, Εκδόσεις Ήβη, Βόλος 2022, σελ. 212.

Αν το έργο είναι κομμάτι του δημιουργού, τότε και ο δημιουργός ο ίδιος αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, κομμάτι του έργου του: Η εγχώρια παπαδιαμαντική έρευνα δεν κάνει ως προς αυτό διακρίσεις. Πού αρχίζει το ένα και πού τελειώνει το άλλο είναι ζήτημα σύνθετο και τα πράγματα δυσκολεύουν περισσότερο, αν έχουμε να κάνουμε με έναν παλιό κλασικό των γραμμάτων. Έχουν γραφτεί πολλά, έχει χυθεί όπως λέμε μπόλικο μελάνι. Μια νέα θεώρηση, όπως αυτή του Γρηγόρη Καρταπάνη έρχεται να ρίξει φως και να διαλευκάνει. Μελετώντας τις παλιότερες πηγές, ερευνά το καινούργιο, κρίνοντας και συγκρίνοντας από την απόσταση της εποχής, με μια νεότερη και ανανεωμένη ματιά των πραγμάτων. Είναι η εποχή των λιγότερων προκαταλήψεων η δική μας. Για να γίνει κατανοητός ο κοσμοκαλόγερος των ελληνικών γραμμάτων είναι ανάγκη να αποκαλυφθεί τρωτός. Η ανθρώπινη διάσταση ενός μεγάλου δημιουργού, όπως αυτός, εξανθρωπίζει μαζί και το έργο του.

Κι όσοι από τους θεωρητικούς της λογοτεχνίας λένε πως στο βάθος του κειμένου ψάχνουμε οι αναγνώστες να μάθουμε για τον συγγραφέα, ότι είναι η ζωή του συγγραφέα που μας απασχολεί, δίκιο έχουν. Μακάρι να μπορούσαμε ανάμεσα στις γραμμές να μελετήσουμε εύκολα και αυτόν που τις γράφει, να καταλαβαίναμε τον χαρακτήρα του δημιουργού από τον «γραφικό χαρακτήρα» του και μόνο. Δεν είναι λίγο, δεν είναι πολύ: μαρτυρίες και δημοσιεύματα, άρθρα και επιστολές – όλο και κάτι έχει να υποδείξει το καθένα. Σε μια σπονδυλωτή ερευνητική εργασία, όπως αυτή, τα σχόλια και οι πηγές αποτελούν μια καρποφόρα ρίζα τροφοδοσίας.
Η εμπλουτισμένη αρχική μελέτη για τα «σκιαθίτικα διαλείμματα του Παπαδιαμάντη» εξακτινώνεται σε όλη τη διαδρομή του παπαδιαμαντικού βίου που προσανατολίζεται με βάση την πυξίδα των ταξιδιών από και προς το νησί της Σκιάθου – μια πορεία συνεχούς παλιννόστησης, δεμένη στο νήμα του γυρισμού, ποτισμένη με τη μελαγχολία της αναγκαστικής φυγής του. Είναι μια βιογραφία βηματιστή με μόνιμη αναφορά τον γενέθλιο τόπο με ποικίλα επεισόδια και απρόβλεπτα συμβάντα της ζωής του, τα οποία έρχονται να φωτίσουν τη σχέση του Παπαδιαμάντη με τους άλλους σε οικογενειακό ή γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο. Ένας περίπλους ζωής που γίνεται στο τέλος και περίπλους της γραφής: το πήγαινε έλα της νοσταλγίας τροφοδοτεί τη φαντασία και χρωματίζει την πέννα του• γίνεται το χρονόγραμμα της ψυχής του.

Με βάση τα χρονολόγια του παπαδιαμαντικού βίου, φωτίζονται κάποιες κατά καιρούς διατυπωμένες ανακρίβειες, ενώ σχολιάζονται σε δεύτερο και τρίτο επίπεδο τα ήδη καταγραμμένα σχόλια για τυχόν αδιευκρίνιστες πλευρές της ζωής του. Παράλληλα, επισημαίνονται σχετικές απροσδιοριστίες ημερομηνιών και χρονολογικά σφάλματα που έχουν έως τώρα περάσει στην έρευνα για ορθά. Το αβίαστο συμπέρασμα είναι πως ο Παπαδιαμάντης έζησε πολύ λίγο στη Σκιάθο που αγαπούσε, τα τελευταία χρόνια της ζωής του πιο πολύ: Η φαντασιακή λογοτεχνική του ζωή λειτούργησε, μ’ αυτόν τον τρόπο, αναπληρωτικά της στέρησής του.

Εκεί ωστόσο που αποθεώνεται το ιδιαίτερο στοιχείο μιας μαρτυρίας προσωπικής είναι στα απομνημονεύματα του λαϊκού ζωγράφου Ν. Χριστόπουλου: Η συνάντηση με τον σκιαθίτη συγγραφέα, καταγραμμένη χρόνια μετά, θα αποτελέσει ένα ξέχωρο πεδίο έρευνας. Ο Γρηγόρης Καρταπάνης την κάνει φύλλο και φτερό. Εξετάζει με τρόπο εξονυχιστικό την αξιοπιστία και χρονολόγηση της μαρτυρίας, τις τυχόν ασάφειες και τα δυσερμήνευτα στοιχεία της για να καταλήξει, μέσα από τη διασταύρωση παράλληλων πηγών, στις πιο ασφαλείς υποθέσεις. Διότι στην ιστορική έρευνα τέτοιων μαρτυριών, να μιλάει κανείς με βεβαιότητες είναι επιστημονικά παρακινδυνευμένο. Αλλά δεν είναι δίχως χάρη όλο αυτό. Ένα παλιό ημερολόγιο με τις ανορθογραφίες τού συντάκτη του μεταφέρει σε μας, σήμερα, τον συγκεχυμένο χρόνο μιας μνήμης ξεχωριστής: Το επεισόδιο μιας μονάκριβης στιγμής που σημάδεψε ένα ολόκληρο οικογενειακό βίωμα.

Στο ίδιο νήμα των σκιαθίτικων αναφορών κινείται και η συγκεντρωτική καταγραφή των χριστουγεννιάτικων διηγημάτων. Η ματιά του μελετητή τα ξεψαχνίζει διεξοδικά: ταξινομήσεις, προσεγγίσεις και λοιπές εκτιμήσεις. Η χρονολογική κατάταξη με βάση τις δημοσιεύσεις τους μαρτυρά την ενδελεχή αναζήτηση και τον κόπο.
Η πρόσληψη του παπαδιαμαντικού έργου στα κατοπινότερα χρόνια είναι ένα ζήτημα εξίσου ενδιαφέρον, μιας και δείχνει την πορεία του στον χρόνο, αλλά και την καθιέρωσή του στον τόπο, μεταφέροντας τον ορίζοντα των αξιών της ελληνικής μεταπολεμικής κοινωνίας μέσα από τις δράσεις της πνευματικής ζωής. Εδώ το βλέμμα του ερευνητή σκάβει βαθιά στον τοπικό Τύπο και καταγράφει. Παρουσιάζει και απαριθμεί. Κατά τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τον θάνατο του δημιουργού, κηρύσσοντας η Νομαρχία Μαγνησίας το 1961 ως «Έτος Παπαδιαμάντη», οργανώνει σε συνεργασία με τους φορείς ένα πανόραμα εκδηλώσεων: όμιλοι, σωματεία, σύλλογοι, λέσχες και εταιρείες πολιτισμού συνεργάζονται προς την κατεύθυνση αυτή. Πολυάριθμες εκδηλώσεις φιλολογικές, πολιτιστικές, θρησκευτικές, εκδρομικές και αθλητικές καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα εορτασμών με τον γενικό τίτλο «Παπαδιαμάντεια».
Ακόμα και ο χώρος του ποδοσφαίρου δεν μένει απυρόβλητος: Σε έναν «εορταστικό» αγώνα ανάμεσα στη Νίκη και τον Ολυμπιακό Βόλου οι δύο ομάδες διεκδικούν το λεγόμενο «Παπαδιαμάντειο Κύπελλο»! Η υστεροφημία του σκιαθίτη ηθογράφου απλώνεται τόσο βαθιά στην ελληνική κοινωνία που δίνει χαρακτήρα και σε μια εκκλησιαστική τελετουργία: μια λειψανοθήκη με την κάρα του εκτίθεται στο μνημόσυνό του στην εκκλησία της Σκιάθου, εκείνη τη χρονιά. Είναι φανερό πως το όνομά του αρχίζει να απηχεί κι ένα είδος θρησκευτικού σεβασμού. Η ιεροποίηση αυτή θα αποτελέσει μια άλλη παράμετρο για τον τρόπο πρόσληψης του «αγίου των ελληνικών γραμμάτων». Αντίθετα με την αθρόα κινητοποίηση του 1961, η παλιότερη εκδήλωση του έτους 1925 για τα αποκαλυπτήρια της προτομής στο Μπούρτζι της Σκιάθου δεν είχε τον επίσημο κόσμο που θα αναμενότανε.

Για την καταξίωση του Παπαδιαμάντη έπρεπε, λοιπόν, να περάσουν κάμποσα χρόνια. Από κει και έπειτα, το μέγεθός του μέτρησε μια αξία εθνική. Ο κοσμοκαλόγερος της Σκιάθου λατρεύτηκε σαν ένας δημιουργός που εξέφραζε άμεσα την παράδοση και την εκκλησία, γι’ αυτό και αγιοποιήθηκε λατρευτικά. Η εξιδανίκευση αυτή προκάλεσε και μια αντίδραση στον κόσμο των γραμμάτων, έφερε μια καχύποπτη δυσαρέσκεια που, μεγαλώνοντας με τον καιρό, είχε αναφορά και στο συγγραφικό του έργο. Η νεότερη εποχή ξέλυσε τις γλώσσες περισσότερο. Από το «μυρίζει κερί και λιβάνι» περάσαμε στα «απαράδεκτα λάθη του μεθύστακα και λιγδιάρη Παπαδιαμάντη», σύμφωνα με τα σχετικά σχόλια του Ηλία Πετρόπουλου (σελ. 178). Κι όπως φαίνεται, είναι δύσκολο καμιά φορά να κρατήσει κανείς από τις δύο αυτές ροπές αποστάσεις σοφές και μετρημένες.

Η παρούσα μελέτη το καταφέρνει και αυτό. Στα τελευταία κεφάλαια που γίνεται λόγος για τις αναφορές φαγώσιμων ειδών στις επιστολές του συγγραφέα, αλλά και τις σημειώσεις ποτών και πόσεων μέσα στο έργο του, ο «οινόφλυξ» Παπαδιαμάντης» υποδηλώνεται σαφώς μέσα από παράλληλες πηγές και διασταυρωμένες παρατηρήσεις. Δεν χωρούν εδώ καλά καλά διαψεύσεις: Ο κυρ-Αλέξανδρος είχε αγάπη στο ποτό μεγάλη. Ο λογοτέχνης γιατρός και φίλος του, Παύλος Νιρβάνας, χρησιμοποιεί και τον όρο «αλκοολικός», συνιστώντας του μάλιστα θεραπεία. Ήταν μια αλήθεια του βίου του κι αυτή. «Δεν βαστάει τη θέση του» θα σχολιάσει ο Ανδρέας Καρκαβίτσας στην τελευταία του επίσκεψη στο νησί (σελ.189). Ο καθηγητής Ν. Β. Τωμαδάκης θα προτιμήσει τον όρο «αμαρτία». «Ο αμαρτωλός Παπαδιαμάντης» σημειώνει σχετικά (σελ. 176).

Ξεπερνώντας το απλουστευτικό δίπολο ιερότητα vs αμαρτία, ο Γρηγόρης Καρταπάνης προσεγγίζει τα στοιχεία της βιογραφίας του σκιαθίτη λογοτέχνη με ανανεωμένο κριτήριο κι ελεύθερη ματιά. Προχωράει μάλιστα ακόμα περισσότερο: Αναζητεί κι ανακαλύπτει τη σχέση τους με το έργο. «Μήπως αν δεν ήταν «οινόφλυξ» ο Παπαδιαμάντης, δεν θα υπήρχε και το μεγαλειώδες έργο του;» Αναρωτιέται σχετικά (σελ.179). Πέρα από τους περιορισμούς μιας «ηθικολογίας» και λοιπούς ύμνους λατρευτικούς ή εξολοθρευτικούς, η ισορροπημένη ματιά του μελετητή, εδώ, αξιοποιεί με εντιμότητα την ανεξάντλητη πηγή του παπαδιαμαντικού έργου.

Η φωτογραφία είναι από το αρχείο του Γ. Θωμά. Ανάμεσα στ’ άλλα, εικονίζεται ένας πίνακας (18 επί 17,5) του λαϊκού ζωγράφου Ν. Χριστόπουλου, χαρισμένος από τον ίδιο τον ζωγράφο ένα χρόνο πριν τον θάνατό του, όταν τον είχε επισκεφτεί στο εργαστήριό του. Φέρει τη λεζάντα: «Ο Παπαδιαμάντης όταν πήγαμε στο ψάρεμα το 1906»

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το