Πολιτισμός

Σοφία Μπραϊμάκου: Μόνιμοι κάτοικοι – Ένα μυθιστόρημα ξεχωριστό

Της
Λίνας Θωμά

Η ιστορία ενός σπιτιού είναι η ιστορία των ανθρώπων του, οι φθορές του γίνονται τραύματα της ψυχής. Και για να το κατοικήσεις, πρέπει να το επισκευάσεις – άλλη θεραπεία δεν υπάρχει για να διαπραγματευτεί κανείς τη ζωή, να αντέξει μαζί και τον θάνατο. Ραγίσματα, ρυτίδες του χρόνου, αμυχές του έρωτα και του πόνου, επιθυμίες ανεκπλήρωτες και αδήριτα βιώματα: Ποιος δεν έχει χαθεί ποτέ στα «αχαρτογράφητα νερά» του πιο οικείου του χώρου; Όταν το τοπίο της ψυχής διαστέλλεται, ο εσωτερικός χώρος χαράζει τα σύνορά του και η μαρτυρία του παρελθόντος γίνεται προβολή του μέλλοντος. Στα μισόνερα της μνήμης, οι τοίχοι ρευστοποιούνται,·άλλο υλικό πιο συμπαγές δεν βρίσκεται για να θεμελιώσει τη ζωή. Το μυθιστόρημα της Σοφίας Μπραϊμάκου, ανάμεσα στ’ άλλα, επιθυμεί να μιλήσει και για όλα εκείνα που συνθέτουν και ορίζουν τη σημασία μιας κατοικίας, τη βιωματική της διάσταση και το αβίωτο του καταναγκασμού της.
Μια συνθήκη ζωής που προοικονομείται κιόλας από τον τίτλο: Οι «Μόνιμοι κάτοικοι» ενός χώρου δεν θα διακινδυνέψουν το καινούργιο, παρά για να το δοκιμάσουνε. Να το οικειωθούν με τα δικά τους μέσα και να το εξημερώσουνε. Σαν να μπορούσαν να εξημερώσουν μαζί και τις χίμαιρες της καρδιάς, τα άγνωστα τοπία του ονείρου. Κάπως έτσι, η είσπραξη μιας εξασφαλισμένης ζωής χάνεται στις χαραμάδες μέσα των ονείρων.
Στα δεκατρία κεφάλαια του βιβλίου, η ηρωίδα με το συμβολικό όνομα «Ζωή» ακολουθεί το πλάνο της ζωής της, για να περιπλανηθεί στη συνέχεια πέρα και έξω από αυτό: Στα μονοπάτια της εξερεύνησης του εαυτού, λόγου χάρη, και στις παρυφές της μνήμης του, εκεί όπου τα γεγονότα υπονομεύουν και υπονομεύονται μέσα από μια πιθανή διάψευσή τους. Διότι παρόλο που γίνεται λόγος για τοίχους, τίποτα στην ιστορία αυτή δεν μοιάζει συμπαγές, «οι θεότητες των μικρών πραγμάτων» ορίζουν τον κόσμο κατά βούληση και τα στέρεα υλικά που τον καθορίζουν γίνονται «τα ολοδικά μας φθαρτά» στοιχεία. Ένα σπίτι, άλλωστε, μπορεί να δείξει τη φθορά περισσότερο από κάθε τι άλλο. Κι έπειτα, η συνείδηση μιας κατοικίας και η μνήμη που αυτή πυκνώνει περιγράφει την αδήριτη σχέση μας με ό,τι νομίζουμε δικό μας, παλιό και γνωστό, αλλά είναι τελικά ξένο.
Ο αντίλαλος μιας τέτοιας αδιασάλευτης παρουσίας χάνεται μέσα στον χρόνο και οι εμμονές του ανήκειν και του μη ανήκειν σχετικοποιούνται. Αποτελεί η περιουσία ουσία του ανθρώπου; Είναι η ιδιοκτησία βάρος ή ευλογία, κατάρα ή ευχή; Κτήτορες, κτήματα και τιμαλφή αναζητούν εδώ τη σχέση τους με τον χρόνο. Κι εκεί που το παρόν του χώρου διασταυρώνεται με το επέκεινα του εσωτερικού χρόνου, η ροή της συνείδησης βρίσκει διατύπωση στην άρθρωση ενός λόγου συνειρμικού: Ο εσωτερικός μονόλογος δυναμιτίζει την αφήγηση, της δίνει έκταση και παλμό και την εισάγει στη διάσταση του χρόνου.
Μ’ αυτή την αφηγηματική τεχνική, ο λόγος της περιγραφής αξιοποιείται δυναμικά· η λεπτομέρεια προσεγγίζει το αντικείμενο σαν φακός μεγεθυντικός να αποδώσει τις φανερές και κρυφές ιδιότητές του. Είναι αξιοπρόσεκτο πόσο κερδίζει τη ματιά η άσκηση του λόγου στο βιβλίο αυτό – δύσκολο να αγνοήσεις τη γραφή του. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο λόγος γίνεται όχημα, μαζί και σκοπός, η αυτοαναφορική γραφή ρίχνει στη γλώσσα φως. Οι πολλαπλές ερμηνείες και οι αποχρώσεις των σημασιών υπηρετούν μια τέτοια μορφή λόγου.
Το παιχνίδι του κερματισμένου χρόνου και του τραυματισμένου χώρου ορίζεται και μέσα από τα όνειρα της ηρωίδας. Είναι τα όνειρα μιας μνήμης βιωματικής, μπορεί και αβίωτης. Όμως η σκιά του παρελθόντος μοιάζει σκιάχτρο του μέλλοντος, τα όνειρα μπερδεύονται, η συνείδηση του εαυτού χάνεται: Η αφήγηση εξελικτικά αποκτά στοιχεία της λογοτεχνίας του φανταστικού. Και για να αποδώσει το χαρακτήρα της κατοικίας μέσα από τη διάχυση του χρόνου, την ορίζει ως κατοικία ζωής, μα και θανάτου. Οι αυξομειώσεις του ονείρου μαρτυρούν του λόγου το αληθές.
Το αίσθημα του σπιτιού γίνεται το αίσθημα ενός απογυμνωμένου βίου που ζητεί ένα κέλυφος προστασίας,·αλλά ό,τι ορίζει, το ίδιο και ανατρέπει τελικά.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το