Τοπικά

«Σκοτεινές» πτυχές της Κατοχής θα παρουσιάσει η ιστορικός Μαρία Καβάλα σε ομιλία της στο Π.Θ.

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, οι Έλληνες πέρα από την πείνα, την εξαθλίωση και την καταπίεση, αντιμετώπισαν και τον εξαναγκασμό σε καταναγκαστική εργασία από τις γερμανικές αρχές κατοχής. Χιλιάδες συμπατριώτες μας βρέθηκαν σε στρατόπεδα των Ναζί, σε μία από τις πιο «σκοτεινές» πτυχές του πολέμου.

Την προσεχή Τετάρτη 20 Νοεμβρίου και ώρα 19:00, η κ. Μαρία Καβάλα, επίκουρη καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, έπειτα από πρόσκληση του Συλλόγου Ιστορίας Μνήμης Εθνικής Αντίστασης (ΣΙΜΕΑ) για τον εορτασμό της ημέρας Εθνικής Αντίστασης θα βρεθεί στον Βόλο, όπου θα μιλήσει στο αμφιθέατρο «Ι. Κορδάτος» στο παραλιακό συγκρότημα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Το θέμα της ομιλίας της θα είναι «Η ναζιστική «εργασιακή» πολιτική στην Ελλάδα 1941/1944 – Δουλική εργασία και φυλετικά ζητήματα».

Η έγκριτη ιστορικός θα αναλύσει ιδιαίτερα την περίοδο από τα μέσα της Κατοχής κι έπειτα. «Αξίζει τον κόπο να δούμε πώς αρχικά οι Γερμανοί χρησιμοποιούν την ξένη εργασία στα δύο πρώτα χρόνια μέχρι το 1942, τόσο από την κατεχόμενη Κεντρική Ευρώπη, όσο και την Ελλάδα. Όσο εξελίσσεται ετούτος ο ολοκληρωτικός πόλεμος, τα εργατικά χέρια στο εσωτερικό της Γερμανίας μειώνονται, ενώ οι ανάγκες για πολεμικό υλικό παραμένουν τεράστιες. Κι εκεί αρχίζει να συζητείται για πρώτη φορά η λύση της πολιτικής επιστράτευσης στις δοσιλογικές κυβερνήσεις που έχουμε εκείνη την εποχή, από τον Τσολάκογλου ακόμη, μέχρι τον Λογοθετόπουλο και τον Ράλλη. Ωστόσο, είναι από τα ζητήματα που θα συσπειρώσουν την Αντίσταση και μάλιστα πολύ δυναμικά», τόνισε η κ. Καβάλα, για να προσθέσει: «Αν και το μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης ουδέποτε εφαρμόστηκε, βλέπουμε ότι οι κατακτητές προσπαθούν να πάρουν κόσμο, είτε από τους έγκλειστους στις φυλακές, είτε με φυλετικά κριτήρια. Στην Ελλάδα το πρώτο κάλεσμα για καταναγκαστική εργασία ήταν στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, το καλοκαίρι του 1942, κάτι που καλλιεργήθηκε και από τις κατοχικές κυβερνήσεις. Και μάλιστα η φυλετική πολιτική, επεξεργάστηκε ένα σχέδιο που στην «καρδιά» του είχε την «Τελική Λύση» και κόστισε το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. Όποιος έφευγε, δεν θα επέστρεφε ποτέ. Το ενδιαφέρον, όμως, για την περίπτωση της Ελλάδας είναι ότι ενώ ματαιώθηκε η πολιτική επιστράτευση, παίρνουν κόσμο από τα εβραϊκά γκέτο, καθώς και από τις φυλακές».

Επτά και πλέον δεκαετίες μετά τη λήξη του εφιάλτη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι μνήμες παραμένουν «ζωντανές» μέχρι και σήμερα. «Εκείνη την εποχή η Κεντρική Ευρώπη είχε μετατραπεί σ’ ένα απέραντο στρατοπεδικό σύμπαν. Από τη μία πλευρά είχαμε τα λεγόμενα στρατόπεδα θανάτου, που οδηγήθηκαν όσοι θεωρούνταν φυλετικά κατώτεροι από τους Γερμανούς, όπως οι Εβραίοι και οι Ρομά. Από την άλλη λειτουργούσαν τα στρατόπεδα εργασίας, ενώ είχαμε και περιπτώσεις Ελλήνων που οδηγήθηκαν μέχρι και σε ορυχεία. Πλέον προκύπτει και αυτό από την έρευνα που συνεχίζεται ανελλιπώς έως σήμερα», σημείωσε η κ. Καβάλα.
Κλείνοντας δε, έθιξε το ζήτημα της σιωπής που επικράτησε για τους Έλληνες που βρέθηκαν κάποτε στη Γερμανία: «Κυρίως αυτό συνέβη, εξαιτίας των μεταπολεμικών και μετεμφυλιακών συνθηκών που επικράτησαν στην Ελλάδα. Ήταν πολύ δύσκολο να μιλήσει κάποιος γι’ αυτό. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι οι περισσότερες μαρτυρίες που έχουμε, είναι από τη δεκαετία του 1980 κι έπειτα. Πιο παλιά φοβόταν κάποιος να μιλήσει, γιατί αυτόματα θα θεωρούταν ότι είχε συλληφθεί για αντίσταση και κατ’ επέκταση για συμμετοχή στην Αριστερά. Πλέον, όμως, όλες αυτές οι πτυχές της γερμανικής κατοχής παύουν να βρίσκονται στο περιθώριο».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το