Αθλητισμός

“Πιστεύουμε στην ομάδα” τονίζει ο τεχνικός διευθυντής της Νίκης Ρήγας Στύλας

Την εμπιστοσύνη του στην ομάδα που δημιουργήθηκε το περασμένο καλοκαίρι εξέφρασε ο Ρήγας Στύλας. Ο τεχνικός διευθυντής της Νίκης αναφέρθηκε στα όσα συνέβησαν από την αρχή της περιόδου, στην άριστη σχέση που έχει με τους Αλέξη Παπακωνσταντίνου και Βασίλη Βενέτη ενώ εμφανίστηκε αισιόδοξος για το μέλλον.
Ο Ρήγας Στύλας μίλησε στην εκπομπή «Clasico» στον ραδιοφωνικό σταθμό «Βόλος 9.86» για τα εξής θέματα:

Για τη σωστή επιλογή των ξένων παικτών: «Είναι ένα αποτέλεσμα δουλειάς δέκα χρόνων. Τόσο διάστημα είναι ατζέντης ποδοσφαιριστών. Ταξιδεύω τουλάχιστον τρεις με τέσσερις φορές στο εξωτερικό και ασχολούμαι κυρίως με Ισπανία, Ιταλία και Αργεντινή».

Για τον σχεδιασμό με ξένους μεσοεπιθετικά και Έλληνες στην άμυνα: «Τα ταξίδια μου στο εξωτερικό μ’ έκαναν να σκεφτώ πολύ πάνω στο ποδόσφαιρο. Διαπίστωσα ότι πρέπει να έχεις ελληνική άμυνα και από τη μέση και μπροστά να διαθέτεις περισσότερη ποιότητα -χωρίς να θέλω να μειώσω τους Έλληνες ποδοσφαιριστές- και διαφορετικό τρόπο τακτικής. Στην Ισπανία το πρώτο πράγμα που μαθαίνουν τα παιδιά στις ακαδημίες είναι η τακτική και μετά η μπάλα, ενώ στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίστροφο. Εγώ ήθελα να πλέξω αυτά τα δύο πράγματα. Το ίδιο ήθελε και ο Ισαάκ, αλλά με την ισπανική φιλοσοφία. Αυτό για να γίνει χρειάζεται να περάσει χρόνος και να δουλευτεί πάρα πολύ».

Για την επιλογή ξένων που δεν είχαν ξαναπαίξει στην Ελλάδα: «Προσπάθησα να προσαρμόσω ένα παζλ βάσει της νοοτροπίας που έχω στη δουλειά μου. Δεν το κρύβω ότι το επόμενο βήμα που θέλω να κάνω μετά τη δουλειά μου ως ατζέντης είναι να γίνω τεχνικός διευθυντής. Είμαι τυχερός που μου έδωσαν τα «κλειδιά» της Νίκης, που είναι μεγάλη και ιστορική ομάδα, έχει βαριά φανέλα και η ευθύνη είναι μεγάλη».

Για το πώς έγινε η προσέγγιση από τη Νίκη: «Είμαστε τα τελευταία επτά χρόνια φίλοι με τον Βασίλη Βενέτη. Όλες οι συζητήσεις μας ήταν γύρω από το ποδόσφαιρο. Το καλοκαίρι συζητήσαμε για τη Νίκη, μου έκανε την πρόταση και την αποδέχθηκα χωρίς σκέψη. Ήμουν χαρούμενος αλλά και πολύ αγχωμένος, γιατί δεν είναι εύκολο».

Για την ανάθεση της τεχνικής ηγεσίας στον Ισαάκ Χοβέ: «Είχε ενημερωθεί ο προπονητής για την κουλτούρα και τη φιλοσοφία μας, ενώ επειδή είχε περάσει από την Ελλάδα και τη Νίκη γνώριζε τα αποδυτήρια. Το παίρνω πάνω μου όσον αφορά τον προπονητή. Θέλαμε να δώσουμε ένα πρότζεκτ σ’ έναν νέο άνθρωπο για να δώσει μια φρεσκάδα και καταλήξαμε στον Ισαάκ Χοβέ».

Για το τι δεν λειτούργησε καλά στη συνεργασία με τον Χοβέ: «Η απειρία όσον αφορά το θέμα της προσωπικότητας, δηλαδή τη διαχείριση στα αποδυτήρια γιατί είχε να κάνει με φτασμένους ποδοσφαιριστές. Οι παίκτες είναι ισχυρές προσωπικότητες, άρα για να μπορέσεις να το διαχειριστείς αυτό πρέπει να είσαι πιο ισχυρή προσωπικότητα. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχαμε χρόνο και δεν υπήρχε η προσωπικότητα για να μπορέσει να αντισταθμίσει την έλλειψη χρόνου. Γιατί αν είχε μια προσωπικότητα πιο ισχυρή, θα μπορούσε να καλύψει τα κενά του χρόνου και να δουλέψει. Εκεί δεν υπήρχε ισορροπία, έγειρε προς τη μία πλευρά και τελείωσε η συνεργασία μας με ωραίο τρόπο».

Για τους πολλούς μυικούς τραυματισμούς στην αρχή: «Ήταν απόλυτα φυσιολογικό, όταν μια ομάδα αρχίζει προετοιμασία στις 22 Αυγούστου με ποδοσφαιριστές που έχουν τελειώσει αρχές Μαΐου. Ουσιαστικά κάναμε εννέα μέρες προετοιμασία στο βουνό. Από φιλικά τίποτα. Σε μια φυσιολογική προετοιμασία υπάρχει χρόνος για να ξεπεραστεί οποιοσδήποτε τραυματισμός. Εμείς δεν είχαμε τίποτα και ήταν μονόδρομος το ότι αυτά θα συμβούν μέσα στο πρωτάθλημα».

Για το αν ήταν ρίσκο η συγκρότηση ρόστερ μόλις 22 παικτών: «Όχι δεν ήταν, γιατί οι ποδοσφαιριστές που επιλέξαμε ήταν ενδεκαδάτοι. Αναπληρώναμε τα κενά, φέρναμε ποδοσφαιριστές και «γεμίζαμε» τις προπονήσεις. Είμαι κατά στο να γεμίσω μια ομάδα με παίκτες. Πώς θα τους διαχειριστώ μετά; Έπειτα θα έχουμε μουρμούρα στα αποδυτήρια, προβλήματα και σκυμμένα κεφάλια. Και όταν κάποια στιγμή χρειαστείς αυτόν τον παίκτη να τον βάλεις μέσα για να σε βοηθήσει, ψυχικά δεν θα υπάρχει, οπότε δεν θα μπορείς να πάρεις ούτε το 1%».

Για την άσχημη αρχή στο πρωτάθλημα: «Όλοι οι αντίπαλοι που παίξαμε χειροκροτούσαν αυτή την ομάδα. Εμείς χάναμε και όλοι μας χειροκροτούσαν. Είναι απίστευτο αυτό. Θεωρώ ότι μας στοίχισε πάρα πολύ η προετοιμασία και στη συνέχεια αυτό που αφορά την προσωπικότητα του προπονητή. Επίσης δεν υπήρχε χρόνος για να μεταδοθεί η φιλοσοφία του προπονητή. Μην σας πω ότι χρειάζονται ακόμη και δύο χρόνια για να φτάσεις σ’ ένα επιθυμητό αποτέλεσμα».

Για το ότι μπήκε στο στόχαστρο μετά την ήττα από τον Ιωνικό: «Ήμουν στον… σταυρό. Ποτέ δεν πίστεψα ότι αυτή η ομάδα δεν μπορεί να καταφέρει πράγματα. Ήμουν σίγουρος μαζί με τον Βασίλη Βενέτη και τον Αλέξη Παπακωνσταντίνου ότι αυτή η ομάδα είναι αδύνατον να μην καταφέρει να παίξει ποδόσφαιρο. Ποτέ δεν σκέφτηκα να τα παρατήσω, ό,τι αναλαμβάνω θέλω να το πηγαίνω μέχρι το τέρμα».

Για την πρόσληψη Βεργέτη: «Κάναμε κάποιες συζητήσεις για το θέμα προπονητή. Το μόνο που μπορεί να κάνει ένας τεχνικός διευθυντής είναι να δώσει κάποια ονόματα. Από εκεί και πέρα το θέμα χειρίστηκαν καθαρά οι κ.κ. Παπακωνσταντίνου και Βενέτης. Δεν ήθελα να μπω ανάμεσα. Κάνεις μια επιλογή και δεν σου βγαίνει, επομένως πρέπει να κάνεις στην άκρη και να μπει η διοίκηση μπροστά και να το «τρέξει». Με τον κ. Βεργέτη είχα ξανασυνεργαστεί στη Δόξα Δράμας. Είναι άνθρωπος ηθικός, επαγγελματίας και αγαπά αυτό που κάνει».

Για το τι άλλαξε με τον Βεργέτη στον πάγκο: «Ο Στάικος έβαλε όλη τη δουλειά και την πείρα του σε πολύ μικρό χρόνο σε όλα τα επίπεδα. Έχει ταξιδέψει στο εξωτερικό, έχει δουλέψει σε μεγάλη ομάδα και είναι σημαντικό ότι είναι Έλληνας προπονητής με τις γνώσεις του εξωτερικού».

Για τις μεταγραφές του Ιανουαρίου: «Αποκτήθηκαν ποδοσφαιριστές εκεί που χρειάζονταν. Όταν αρχίζεις μ’ ένα ρόστερ συμμαζεμένο, οικογενειακό, δεν αλλάζεις μετά τη φιλοσοφία, την οποία έχει και ο κ. Βεργέτης. Τα παιδιά που ήρθαν προσαρμόστηκαν γρήγορα».

Για τη μη απόκτηση δεύτερου φορ μετά τη φυγή του Καπού: «Όταν λείψει ο Ροχάνο, σέντερ φορ θα είναι ο Μπαταγίνι, ο οποίος παίζει στις πτέρυγες, ως επιθετικός μέσος και σέντερ φορ. Είναι ποδοσφαιριστής πρώτης γραμμής, που μπορεί να σταθεί πολύ εύκολα μέσα στο «κουτί». Ο Μαρτίν είναι δυνατός ποδοσφαιριστής, μπορεί να κρατήσει στην πλάτη του την πίεση και να «σπάσει» την μπάλα δεξιά ή αριστερά».

Για το αν η Νίκη μπορεί να πετύχει την άνοδο: «Δεν είναι δυνατόν να είσαι σε ένα κτίριο με 15 ορόφους και να κοιτάς κάτω. Εμείς θα προσπαθήσουμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να το φτάσουμε στο τέρμα. Αυτό θα το δείξει η πορεία. Εμείς πηγαίνουμε αγώνα-αγώνα. Θέλουμε να φτάσουμε εκεί που μπορούμε αλλά κάθε αγώνας είναι διαφορετικός. Συγκεντρωνόμαστε πλέον στα οκτώ παιχνίδια που απομένουν. Το παιχνίδι με τον Ιωνικό θα δείξει πράγματα που θα έχουν ένα μήνυμα. Να γίνει ένα δίκαιο και καλό παιχνίδι και ο καλύτερος να κερδίσει. Εμείς διεκδικούμε τη νίκη σε κάθε αγώνα. Τα παιδιά έχουν καταλάβει ότι μπορούν να κάνουν περισσότερα. Όσο μικραίνει η ψαλίδα του χρόνου τα παιχνίδια γίνονται τελικοί».

Για την υποδομή: «Οι υποδομές δίνουν το βήμα για να κάνεις πολλά πράγματα. Όταν ξεκινήσουν τα έργα στον ΟΣΕ και μπουν όλα σε ένα πρόγραμμα η Νίκη θα είναι αυτοδύναμη. Περίπου 250 παιδιά είναι στη διάθεση της Νίκης χωρίς υποδομές. Σκεφτείτε τι θα ακολουθήσει. Αν δεν έχεις υποδομές, δεν μπορείς να υποστηρίξεις το 100% αυτής της φιλοσοφίας γύρω από το ποδόσφαιρο και τις βάσεις, γιατί τα παιδιά θα πρέπει να πάρουν τη βάση».

Για το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό: «Τον καιρό εκείνο δεν είχα όρεξη να βγω από το σπίτι. Όχι γιατί φοβόμουν, ήταν μια ψυχολογική πίεση γιατί δεν μπορούσα να πιστέψω ότι αυτό που έχουμε φτιάξει δεν μπορεί ν’ αποδώσει. Ήταν τρέλα όλο αυτό, και περισσότερο όταν έρχονταν οι αντίπαλοι που έλεγαν για την ομάδα τα καλύτερα αν κι εσύ έχανες. Ήταν διπλό το χτύπημα. Εκείνη την ημέρα βρέθηκα μέσα στον κόσμο της Νίκης γιατί δεν χρειαζόταν πλέον η παρουσία μου στον πάγκο και η θέση του τεχνικού διευθυντή είναι εκεί. Ήθελα να ζήσω την ομάδα αυτή, πλέον σαν θεατής από τις κερκίδες. Είσαι αλλιώς στον πάγκο, ξέφευγα και είχα πάρει και δύο κίτρινες. Η θέση μου είναι εκεί και δεν έχω φύγει από εκείνη την ημέρα. Στο τέλος είχα ξέσπασμα.

Κάθε σαββατοκύριακο ξεσπάω μέσα μου και μετά προσπαθώ να το συγκρατήσω. Είναι μία δικαίωση τριών ανθρώπων που πολεμήθηκαν στην αρχή, αλλά δεν αλλαξοπίστησαν στα ιδανικά και στις ιδέες τους. Ο Αλέξης, ο Βασίλης κι εγώ ήμασταν και είμαστε μια γροθιά, ακόμη και στις χειρότερες μέρες που πέρασαν με τα ανεπιτυχή αποτελέσματα. Δεν λυγίσαμε ποτέ και αυτό έχει μεγάλη σημασία, γιατί μπορούν να ενωθούν άλλοι 500. Κρατήσαμε και αντέξαμε. Αυτοί βοήθησαν εμένα πάρα πολύ και θέλω να πιστεύω ότι βοήθησα κι εγώ. Αυτό έφερε και το αποτέλεσμα να δίνουμε και στα παιδιά δύναμη και πίστη».

Για τους φιλάθλους: «Θέλω να ευχαριστήσω όλους τους φιλάθλους που στήριξαν την ομάδα στο παιχνίδι με το Αιγάλεω. Θα θρηνούσαμε θύματα. Ένα μεγάλο ευχαριστώ για την υπομονή τους και για τη στήριξη κάθε εβδομάδα εντός έδρας. Είναι μία τρανή απόδειξη ότι πραγματικά κάνουμε σωστά τη δουλειά μας. Είναι μία εικόνα χίλιες λέξεις. Ο κόσμος βλέπει ότι γίνεται μία πολύ καλή δουλειά και την υποστηρίζει».

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το