Άρθρα

“Η πολιτική της τεστοστερόνης”

Του Κώστα Μανωλίδη*

Πρέπει να το παραδεχτούμε: ο Αχιλλέας Μπέος ασκεί μια άμεση σαγήνη σε μερίδα των πολιτών του Βόλου. Πέρα από τους μηχανισμούς προπαγάνδας του, πέρα από το επιτήδειο λαϊκισμό των πεπραγμένων του και τις όποιες ικανότητές του, φαίνεται ότι το μοντέλο πολιτικού που αντιπροσωπεύει είναι για κάποιους ελκυστικό. Θα δοκιμάσω λοιπόν να βρω κάποιες εξηγήσεις για αυτό το φαινόμενο. Να δω δηλαδή, πέρα από προσωπικές ή συγκυριακές προτιμήσεις των ψηφοφόρων, ποιο είναι το κοινό έδαφος αυτής της έλξης.

Σκέφτομαι ότι αν κάτι χαρακτηρίζει τους καιρούς που ζούμε, δεν είναι μόνο η βιοτική ανασφάλεια και οι κάθε είδους δυσκολίες και απειλές. Αυτά υπήρχαν πάντα. Αυτό που πραγματικά μας καταβάλλει είναι η ασύλληπτη πλέον πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου. Νοιώθουμε ανίσχυροι μπροστά στην ανεξέλεγκτη πολλαπλότητα των παραμέτρων του και στην αδιαφάνεια των μηχανισμών που ρυθμίζουν την κίνησή του. Είναι αδύνατον να προσανατολιστούμε μέσα στις ραγδαίες μεταβολές των πραγμάτων και να δώσουμε εκ νέου νόημα σε όσα μας περιβάλλουν και μας καθορίζουν. Αυτή η αδυναμία έχει αναθερμάνει ανορθολογικές στάσεις, θεωρίες συνομωσίας και μια αμφισβήτηση προς κάθε είδους παραδοχές και αξίες.

Για κάποιους λοιπόν συμπολίτες μας, ένας τρόπος να ξορκίσουν τον φόβο αυτού του ρευστού και απρόβλεπτου κόσμου είναι να καταφύγουν στην απατηλή ασφάλεια της πυγμής. Να ψηφίζουν δηλαδή τον πιο θορυβώδη, τον πιο αδιάλλακτο κι έτοιμο να συγκρουστεί με όλα. Βοηθάει σε αυτό η εμπέδωση στην κοινωνία ενός μηδενισμού και μιας κυνικής αποδοκιμασίας όλων των πολιτικών δυνάμεων και διεργασιών.

Νοιώθουν έτσι αρκετοί συμπολίτες μας την ικανοποίηση ότι όλα όσα υποσκάπτουν έμμεσα τη ζωή μας μπορούν για λίγο να νικηθούν από πρωτόγονες απλουστεύσεις, από κραυγές και ύβρεις. Κι ακριβώς για αυτό, δεν φαίνεται αρνητικό το γεγονός ότι ο εκλεκτός τους προέρχεται από επαγγέλματα της νύχτας και έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με την δικαιοσύνη. Αντίθετα, προσφέρει έτσι ένα οικείο πρότυπο καπατσοσύνης και τσαμπουκά ως συμβολική άμυνα απέναντι στην απρόσωπη ισχύ μακρινών κέντρων αποφάσεων.

Εξάλλου, η λογική της πυγμής και της ηγεμονικής επιβολής στη διοίκηση δίνει αβίαστα την εντύπωση της αποτελεσματικότητας. Δεν καταδέχεται τον διάλογο, ούτε σπαταλάει χρόνο σε έλλογα επιχειρήματα και σε συνθέσεις απόψεων. Απέναντι σε δαιδαλώδεις και χρονοβόρες διαδικασίες αντιπαραβάλει τις άμεσες επιδόσεις που παρέχει η σπασμωδική και ενστικτώδης ενεργητικότητα.

Αυτή η επίδειξη δυναμισμού καταξιώνεται στο κοινό της ανεξαρτήτως του τι είδους έργα αφήνει και τι προτεραιότητες θέτει. Αρκεί ο Δήμαρχος να είναι έξω απ’ το γραφείο, να επιτηρεί εργασίες και να εκτοξεύει διαταγές, αψηφώντας κοινωνικό αντίλογο και θεσμικά εμπόδια. Και βέβαια, μέσα από την έντεχνη προβολή αυτής της υποτιθέμενης παραγωγικότητας παραβλέπουμε τον επικίνδυνο εθισμό που δημιουργεί η εξακολουθητική παράκαμψη νόμων και διαδικασιών.

Αξίζει εδώ να θυμηθούμε τι έγραφε ο Ουμπέρτο Έκο όταν παρουσίαζε τα γνωρίσματα του πρώιμου φασισμού: «Ο ανορθολογισμός βασίζεται επίσης στη λατρεία της δράσης για τη δράση. Επειδή η δράση είναι από μόνη της όμορφη, πρέπει να αναλαμβάνεται πριν, ή χωρίς, οποιαδήποτε σκέψη. Η σκέψη είναι μια μορφή αποδυνάμωσης. Επομένως, η κουλτούρα είναι ύποπτη, στο βαθμό που ταυτίζεται με την κριτική στάση. Η καχυποψία απέναντι στον κόσμο της διανόησης αποτελούσε πάντοτε σύμπτωμα του πρωτοφασισμού.»

Αντίστοιχη είναι η δυσφορία που διακατέχει τον Α. Μπέο απέναντι στην πνευματική παραγωγή. Η, με κάθε ευκαιρία, απαξιωτική στάση του προς τη διανόηση άλλοτε καλύπτεται πίσω από μια επιδεικτική λαϊκότητα κι άλλοτε δείχνει τα δόντια μιας απροκάλυπτης αντιπνευματικότητας. Είναι χαρακτηριστική η αυθόρμητη αγανάκτησή του για την προοπτική του Βόλου «να μετατραπεί σε Πανεπιστημιούπολη». Για τον Α. Μπέο, η σκέψη που δυσπιστεί και η πολιτισμική παραγωγή που δεν συμμορφώνεται στο αγοραίο επικοινωνιακό παιχνίδι εκλαμβάνονται ως απειλές .
Όμως, η ροπή για την χωρίς περίσκεψη δράση είναι ανασταλτική για μακρόπνοους σχεδιασμούς, ιεραρχήσεις στόχων και για τη συστηματική προετοιμασία έργων. Έτσι περιορίζει το πεδίο της σε μικρής εμβέλειας και άμεσης ανταπόδοσης ζητήματα. Δηλαδή, κυρίως στην τακτική ανακαίνιση της βιτρίνας της πόλης και σε δημόσια θεάματα.

Επομένως, οι μεγάλες και σύνθετες προκλήσεις που θέτουν οι σημερινές πόλεις σε συνδυασμό με τις δυσμενείς προοπτικές της κλιματικής αλλαγής μένουν εκτός των δυνατοτήτων ενός τέτοιου Δημάρχου. Γιατί δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ούτε με τον εκφοβισμό των υφισταμένων, ούτε με ξεσπάσματα τεστοστερόνης. Η έλλειψη στρατηγικής δεν καλύπτεται με αντισυστημικές ιαχές. Για να αξιοποιηθούν Ευρωπαϊκά προγράμματα και κρατικές χρηματοδοτήσεις ή για να προσελκυστούν επενδύσεις, απαιτείται ένας καλοκουρδισμένος διοικητικός μηχανισμός, πολλαπλές επιστημονικές συνέργειες και κυρίως ηγεσία με οξυδέρκεια, όραμα και πίστη σε αξίες.
Ακόμα λοιπόν κι αν η αίσθηση πυγμής και δυναμισμού του Α. Μπέου προσφέρει σε κάποιους ψυχολογική ασφάλεια, είναι σίγουρο πως, όχι μόνο δεν επαρκεί, αλλά είναι εμπόδιο για μια σοβαρή και ουσιαστική φροντίδα για την πόλη.

*Ο Κώστας Μανωλίδης είναι Καθηγητής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος με τον Ιάσονα Αποστολάκη και την παράταξη Μαζί για τον Βόλο

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το