Άρθρα

Οι πρόωρες εκλογές και η τίγρη της Βεγγάλης

Απόστολος Παντσάς

Του Απόστολου Παντσά

Παραφράζοντας τη λαϊκή ρήση «Μάη μήνα στον καταραμένο τόπο βρέχει» θα μπορούσα να πω ότι «κάθε μήνα στον (πολιτικά) καταραμένο τόπο μπορεί να έχει εκλογές», αφού ο κάθε χαμένος των όποιων εκλογών από την επομένη της ήττας του ζητά και πάλι την ετυμηγορία του λαού επικαλούμενος την, υποθετική η πραγματική, αναντιστοιχία λαϊκής θέλησης και σύνθεσης της βουλής. Τα πλέον λατρεμένα πολιτικά υποκείμενα στην πρώιμη αλλά και την ύστερη μετεκλογική περίοδο είναι οι γνωστοί «κοψοχέρηδες». Όντας το υπομόχλιο των πολιτικών ανατροπών, τους ψάχνουν οι πάντες: αντιπολίτευση, δημοσιογράφοι- αναλυτές, δημοσκόποι. Αναλύοντας το θυμικό αυτής της ενδιαφέρουσας κοινωνικής ομάδας προκύπτει η αναγκαία, στην αντιπολίτευση, πλατφόρμα επιχειρημάτων και στοιχειοθετείται έτσι η «αδήριτη ανάγκη» των πρόωρων εκλογών. Τόσο απλά,τόσο απλοϊκά, τόσο ελάχιστα πολιτικά.
Προσωπικά πιστεύω ότι στις 22, μαξιμουμ, Μαρτίου θα έχουμε εκλογές, όχι γιατί το θέλει ο λαός, αλλά εξ αιτίας ενός γεγονότος άσχετου με αυτήν καθαυτήν τη διακυβέρνηση της χώρας και τη δυσφορία του λαού. Το γεγονός έχει να κάνει μόνο με το κομματοκρατούμενο δημοκρατικό μας καθεστώς, που έχει εμπλέξει στους πελατειακούς του σχεδιασμούς το ρόλο του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα κρατώντας τον όμηρο των ισορροπιών και των συναλλαγών του. Η άμεση εκλογή προέδρου από το λαό είναι η μόνη δημοκρατικά αξιοπρεπής λύση και δεν είναι τυχαίο που όλα τα σύγχρονα δημοκρατικά ευρωπαϊκά κράτη την έχουν επιλέξει. Δεν είναι τυχαίο που τα υποανάπτυκτα και απολυταρχικά καθεστώτα είναι εκείνα που δίνουν το δικαίωμα σε «πεφωτισμένες» αλλά σαφώς ευκαιριακά επιλεγμένες ομάδες (δηλαδή ελεγχόμενες και καθοδηγούμενες) να αναδεικνύουν τον ανώτατο άρχοντα. Δεν είναι τυχαίο επίσης που στα πιο προηγμένα, πολιτικά μιλώντας, κράτη, οι εκλογές πολύ σπάνια ή ποτέ είναι πρόωρες. Με εξαίρεση την Ιταλία μετά τον πόλεμο, τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν εκλογές όποτε ορίζει το σύνταγμα και όχι όποτε μπορεί να το «απαιτούν» οι δημοσκοπήσεις. Η δημοτικότητα του Ολάντ σε ελάχιστο χρονικό διάστημα έπεσε στο 12,5% αλλά κανείς δεν διανοείται να τον πιέσει να κάνει εκλογές. Ο γαλλικός λαός θα πιεί το πικρό ποτήρι μέχρι το τέλος διότι έτσι λέει το σύνταγμα του. Διότι το επιβάλλει η αποδοχή των όρων του παιχνιδιού.

Μια κυβέρνηση, εκλεγμένη από το λαό, δικαιούται να κάνει ένα τετραετές πλάνο, δικαιούται να έχει αυτό το χρονικό περιθώριο που της δίνει το σύνταγμα, να πραγματοποιήσει το όποιο έργο της και να κριθεί γι’ αυτό στο τέλος της θητείας. Ο νομοθέτης προφανώς λαμβάνει υπ όψιν τον παράγοντα χρόνο ώστε οι σχεδιασμοί να γίνουν πράξεις και να δώσουν ή να μην δώσουν πολιτικά αποτελέσματα. Δείτε πόσο ήρεμα και ήσυχα είναι τα κόμματα με τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση: κάθε πέντε χρόνια εκλογές για δήμαρχο και περιφερειάρχη. Μπέο θέλατε αγαπητοί βολιώτες για τη πόλη σας… Μπέο θα έχετε για πέντε χρόνια… Η ιστορία πάει μπροστά, καταγράφει, διδάσκει, αποφαίνεται αλλά δεν κάνει restart. Η δημοκρατία δεν είναι ala cart και όταν δεν μας βολεύει ή δεν μας αρέσει το εκλογικό αποτέλεσμα «πάμε για άλλα», μέχρι να ταιριάξει το αποτέλεσμα στις αναμονές μας. Ιδιοσυστατικό της δημοκρατίας είναι η επαναληψιμότητα των επιλογών του πολίτη, η εκ νέου δηλαδή έκφραση γνώμης για επιλογές, προτάσεις, πρακτικές. Ο χρονικός προσδιορισμός της τετραετίας λειτουργεί σαν την πιο σοβαρή προειδοποίηση προς τον πολίτη να μην κάνει λάθος, να διαλέξει σωστά, να σκεφτεί ποιόν και τι θα ψηφίσει, γιατί θα πρέπει να περιμένει τέσσερα χρόνια μέχρι να ξαναμπορέσει να εκφέρει γνώμη. Αυτός είναι ο κανόνας του παιχνιδιού της δημοκρατίας. Είναι κανόνας παιδευτικός που αποκαθάρει τα κίνητρα του πολίτη και προσπαθεί να τον πειθαναγκάσει να είναι αυστηρός και δίκαιος. Σκεφτείτε το μέσο έλληνα να ξέρει ότι κάθε χρόνο τέτοια μέρα θα είχαμε εκλογές, πόσο σοβαρά θα έπαιρνε την ψήφο του!

Δημοσκοπικά μέχρι χθες τουλάχιστον οι περισσότεροι Έλληνες δεν ήθελαν εκλογές, μεταξύ αυτών και το 25% των πολιτών που δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ. Διαισθητικά οι Έλληνες ξέρουν ότι όλοι, μα όλοι, έχουμε ανάγκη να βγάλουμε πλήρες, ολοκληρωμένο συμπέρασμα για την επιτυχία ή την αποτυχία των προηγούμενων πριν περάσουμε στους επόμενους. Οι Έλληνες έχουν κουραστεί από την πλειοδοσία και το λαϊκισμό. Έχουν βαρεθεί τους τζάμπα μάγκες, τους εραστές της παραμυθίας, δηλαδή της παρηγοριάς. Έχουν πληρώσει ακριβά τους ερασιτεχνισμούς και τις μαγικές λύσεις. Βασικό ζητούμενο λοιπόν δεν είναι οι πρόωρες εκλογές, αλλά αυτή καθαυτή η ουσία της παραγόμενης πολιτικής. Δεν θέλουν άλλη «ανάπηρη» και ανύπαρκτη, θα έλεγα, «ελευθερία», όπως έγραψε χθες ο Θανάσης Σαμαράς ότι λέει ο Μιχάλης Κατσαρός. Θέλουν μια, Βαλκανική έστω, λειτουργούσα δημοκρατική κοινωνία. Θέλουν να τερματιστεί επιτέλους αυτός ο ατελείωτος πολικός χειμώνας του πελατειακού κομματικού κράτους και να προκύψει μια άνοιξη, δειλή ίσως στην αρχή ναι, αλλά μια άνοιξη ο ήλιος της οποίας θα αγγίξει όλους τους Έλληνες και όχι τους «επίλεκτους» των μηχανισμών. Γιατί, αν δεν έρθει τώρα η πολιτική άνοιξη, πότε θα έρθει? Γιατί, αν ο λαός που είναι στο καναβάτσο, που τον γρονθοκοπούν αλύπητα από δεξιά και από αριστερά δεν σαλτάρει στη ράχη της άνοιξης και δεν την τιθασεύσει τώρα, πότε θα το κάνει? Ατυχώς οι προϋποθέσεις γι’ αυτή την άνοιξη έχουν υποσκάψει τα θεμέλια της κοινωνίας, έχουν αποσαρθρώσει τον κοινωνικό ιστό έχουν καταστείλει το πολιτικό ανοσοποιητικό της σύστημα. Δυστυχώς η Άνοιξη του τόπου μας, μετά από τόσους αλλεπάλληλους χειμώνες, φαντάζει ακόμη άγρια τίγρη της Βεγγάζης.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το