Τοπικά

Πολυτεχνείο: To χρονικό της εξέγερσης τον «ματωμένο» Νοέμβρη του 1973 – Πως ο Τύπος του Βόλου κατέγραψε τα γεγονότα

unnamed (7)

Σαράντα τρια χρόνια μετά, η εξέγερση του Πολυτεχνείου θα θυμίζει για πάντα την αρχή του τέλους για τη χούντα. Μετά τα γεγονότα του Νοέμβρη του 1973 άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την κατάρρευση του καθεστώτος που επέβαλαν οι συνταγματάρχες με το πραξικόπημα που έβαλε στο «γύψο» την Ελλάδα για μία επταετία. Όταν ο Παπαδόπουλος είδε πως η κατάσταση στο Πολυτεχνείο έβγαινε εκτός ελέγχου, δεν δίστασε να στείλει τα τανκς, που έλυσαν την πολιορκία των φοιτητών, οι οποίοι έδιναν τον υπέρ πάντων αγώνα για την ελευθερία.

«Τώρα μπαίνουν. Τους βλέπω. Ζήτω η Ελλάδα…», ήταν τα τελευταία λόγια που ακούστηκαν από τον αυτοσχέδιο ραδιοφωνικό σταθμό που στήθηκε στο Πολυτεχνείο, την ώρα που το τανκ έριξε την κεντρική πύλη και ακολούθησε η εισβολή των λοκατζήδων και των δυνάμεων ασφαλείας που έγραψαν τον επίλογο της χούντας τον «ματωμένο» Νοέμβριο του 1973.

Χαρακτηριστικά πρωτοσέλιδα από τη «Θεσσαλία» από τα γεγονότα εκείνης της εποχής
Χαρακτηριστικά πρωτοσέλιδα από τη «Θεσσαλία» από τα γεγονότα εκείνης της εποχής

Οι βολιώτικες εφημερίδες που κυκλοφορούσαν τότε μέσα από τις… συμπληγάδες της λογοκρισίας που επέβαλε η χούντα, κάλυψαν με τον δικό τους τρόπο τα γεγονότα της φοιτητικής εξέγερσης. Έτσι, η αναδίφηση του αρχείου του τοπικού Τύπου αποκαλύπτει αξιοσημείωτες πτυχές της κορυφαίας πράξης αντίστασης του ελληνικού λαού ενάντια στη δικτατορία των συνταγματαρχών.

Το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στο Βόλο ήταν στραμμένο στα δραματικά γεγονότα του Πολυτεχνείου. Όμως η λογοκρισία που επιβλήθηκε στη μετάδοση ειδήσεων μετά την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου την επαύριο της εισβολής των τανκς, δεν άφησε πολλά περιθώρια για την ενημέρωση των αναγνωστών.

Ο Παπαδόπουλος με το διάγγελμά του, αλλά και τα διαδοχικά κυβερνητικά ανακοινωθέντα, αποσκοπούσε στην υποβάθμιση των όσων συνέβησαν στην Αθήνα που κλονίστηκε συθέμελα από τις διαδηλώσεις.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο τρόπος που παρουσιάστηκε από τις εφημερίδες της εποχής το πραξικόπημα του ταξίαρχου Ιωαννίδη, το οποίο εκδηλώθηκε στις 25/11/73 και ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο. Την ημέρα εκείνη ουσιαστικά η χούντα άλλαξε… προσωπείο, αφού στην εξουσία ανήλθαν οι «σκληροί» του καθεστώτος.

Ο Ιωαννίδης, ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν διοικητής της περιβόητης ΕΣΑ και κινούσε παρασκηνιακά τα νήματα, όρισε διάδοχο του Παπαδόπουλου τον Φαίδωνα Γκιζίκη, έναν Βολιώτη αντιστράτηγο του Πυροβολικού που την περίοδο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου ήταν στρατιωτικός διοικητής Αθηνών και Αττικής.

Τα υπόλοιπα που συνέβησαν στη συνέχεια είναι γνωστά.

Η ανατροπή του Μακάριου οδήγησε στην τραγωδία της Κύπρου, που κόστισε την εισβολή των Τούρκων και τη διχοτόμηση του νησιού, ρίχνοντας τους τίτλους τέλους της χούντας, ενώ ο Γκιζίκης τον Ιούλιο του 1974 υποχρεώθηκε να παραδώσει την εξουσία της χώρας στον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Χωρίς το φόβο της λογοκρισίας, η λεζάντα στο δημοσίευμα της «Θεσσαλίας» το Νοέμβρη του 1974 τα λέει όλα…
Χωρίς το φόβο της λογοκρισίας, η λεζάντα στο δημοσίευμα της «Θεσσαλίας» το Νοέμβρη του 1974 τα λέει όλα…

Οι πρώτες ταραχές

Οι πρώτες κινητοποιήσεις εκδηλώθηκαν την Τρίτη 13 Νοεμβρίου, με το ρεπορτάζ των πρώτων ημερών να αναφέρει: «Ενετάθη η φοιτητική αναταραχή και οι διαμαρτυρίαι σπουδαστών όλων των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων των Αθηνών εκορυφώθησαν. Εκτόξευαν συνθήματα κατά της κυβερνήσεως ως «Ελευθερία», «Δημοκρατία», «Δεν περνά ο φασισμός», «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία», «Λαέ, ή τώρα ή ποτέ», «Κάτω η xούντα» και «Mαρκεζίνη παραιτήσου»». Την ίδια στιγμή το Υπουργείο Παιδείας με ανακοίνωσή του έσπευδε να σχολιάσει πως «ομάδες συγκεντρωθείσαι εις τους χώρους του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, αποτελούμεναι κατά το πλείστον από φοιτητάς συρρεύσαντας εκ διαφόρων σχολών, παρέχουν ομολογουμένως άκοσμον θέαμα, θορυβούσαι και παρεμποδίζουσαι την κυκλοφορίαν και τροχοφόρων». Ως… άκοσμο θέαμα εκλάμβανε η χούντα την κινητοποίηση του κόσμου, που είχε κατακλύσει τους δρόμους της πρωτεύουσας και διαδήλωνε κατά της δικτατορίας.

Η κλιμάκωση της έντασης στην Αθήνα με επίκεντρο το Πολυτεχνείο αποτυπώθηκε στα δημοσιεύματα που ακολούθησαν. «Νύκτα κολάσεως εις Αθήνας. Αληθείς μάχαι μεταξύ αστυνομίας και διαδηλωτών. Οδοφράγματα και πυροβολισμοί. Αληθής εξέγερσις φοιτητών και πολιτών. Εις πραγματικήν κόλασιν πυρός μετεβλήθη τας εσπερινάς ώρας η πρωτεύουσα κατόπιν των τραγικών επεισοδίων, τα οποία διεδραματίσθηκαν μεταξύ αστυνομίας και διαδηλωτών», διάβαζαν οι Βολιώτες με κομμένη την ανάσα στις εφημερίδες που κυκλοφόρησαν το Σάββατο 17 Νοεμβρίου 1973. Συγκλονιστική ήταν η περιγραφή της ωμής επίθεσης των αστυνομικών δυνάμεων εναντίον των πολιτών, όταν διαδηλωτές επιχείρησαν να καταλάβουν το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, που βρισκόταν τότε επί της 3ης Σεπτεμβρίου. «Δύο χιλιάδες περίπου διαδηλωτές επετέθησαν εναντίον οχυρωθέντων εντός του υπουργείου αστυνομικών και προσεπάθησαν τρεις φορές να το καταλάβουν. Οι αστυνομικοί ήσαν πολλοί και πλήρως εξοπλισμένοι, φέροντας «Τόμσον» και μυδραλιοβόλα, με τα οποία έρριπτον συνεχώς κατά των επιτιθέμενων φοιτητών ειδικάς πλαστικάς βολίδας». Οι πλαστικές βολίδες ήταν οι περίφημες σφαίρες ντουμ-ντουμ, που κόστισαν πολλές ανθρώπινες ζωές κατά τη διάρκεια των επεισοδίων, αν και οι χουντικοί δεν δίστασαν τότε να δολοφονήσουν εν ψυχρώ πολίτες, όπως έκανε ο περιβόητος Νίκος Ντερτιλής το μεσημέρι της 18ης Νοεμβρίου καταμεσής του δρόμου στην Πατησίων, που πυροβόλησε στο κεφάλι και σκότωσε έναν 20χρονο ηλεκτρολόγο από τη Μυτιλήνη.

Η επιβολή στρατιωτικού νόμου

Αγωνιώδης η προσπάθεια της χούντας να ρίξει το ανάθεμα των επεισοδίων στην Αριστερά και τον παλαιοκομματισμό. Το κυβερνητικό ανακοινωθέν μετά την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο ήταν ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε στις τάξεις των στρατιωτικών, που δεν έκρυβαν το αντικομμουνιστικό μένος τους. «Ο Ελληνικός Λαός έζησε την φρίκην των ταραχών, που προκάλεσαν αναρχικά στοιχεία εις τας Αθήνας. Εδοκίμασε την παγεράν πνοήν του θανάτου, επαναφέροντας εις την μνήμην του τα γεγονότα του «Κόκκινου Δεκέμβρη» του 1944», ανέφερε η ανακοίνωση του καθεστώτος, που ήθελε να δικαιολογήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο την επιβολή στρατιωτικού νόμου στις 18/11, για να καταλήξει: «Ο Στρατιωτικός Νόμος, ως επιβαλλομένη εκ των πραγμάτων ευεργετική προστασία του φιλησύχου Ελληνικού Λαού, ήτο η μόνη λύσις, η οποία απέτρεψε τα σχέδια των αναρχικών και αποκατέστησε την τάξιν. Τα θλιβερά γεγονότα των Αθηνών απεκάλυψαν ότι αι σκοτειναί δυνάμεις του κομμουνισμού και του παλαιοκομματισμού, ακολουθούσαι παράλληλον πορείαν, θέλουν να οδηγήσουν τον Λαόν εις την «δημοκρατίαν των οδοφραγμάτων, δηλαδή εις την οχλοκρατίαν, την ανασφάλειαν και το χάος». Ανάλογες ήταν και οι δηλώσεις του Γιώργου Παπαδόπουλου, ο οποίος ως Πρόεδρος της… Δημοκρατίας, στο διάγγελμά του για την «αποκατάστασιν της διασαλευθείσης τάξεως», σημείωνε ότι «τα γεγονότα των τελευταίων ημερών απέδειξαν την ύπαρξιν συνωμοσίας των εχθρών της Δημοκρατίας».

Η φίμωση στον Τύπο

Η επιβολή του στρατιωτικού νόμου έφερε λογοκρισία στα δημοσιεύματα του Τύπου. Έτσι εξέλειψαν μεμιάς τα ρεπορτάζ στον τοπικό Τύπο, μετά και τη σχετική εντολή που εξέδωσε ο τότε αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων Δημήτρης Ζαγοριανάκος, γνωστός για το αλησμόνητο «Απεφασίσαμεν και διατάσσομεν». Η χούντα επέβαλε την απαγόρευση πληροφοριών για το Πολυτεχνείο «δυναμένων να φέρουν ανησυχίαν ή φόβον εις τους πολίτας», με την απειλή πως οι παραβάτες θα περνούσαν από Στρατοδικείο.

Η ανατροπή Παπαδόπουλου

Οκτώ ημέρες μετά την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ο Ιωαννίδης προχώρησε σε πραξικόπημα και ανέτρεψε τον Γιώργο Παπαδόπουλο και την «σκιώδη» κυβέρνηση του Σπύρου Μαρκεζίνη. Ο τελευταίος πρόλαβε να μείνει στον πρωθυπουργικό θώκο για 47 ημέρες, ενώ με το πραξικόπημα του Ιωαννίδη, εξαφανίστηκαν οι όποιες ελπίδες για… φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος. Ο Παπαδόπουλος βρίσκεται υπό κατ’ οίκον περιορισμό στην πολυτελέστατη παραθαλάσσια βίλα, που του παραχώρησε ο Αριστοτέλης Ωνάσης, όπου και παρέμεινε μέχρι την οριστική πτώση της χούντας τον Ιούλιο του 1974.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο σχολιασμός του πραξικοπήματος της 25ης Νοεμβρίου 1973, αλλά και η εμφανέστατη προσπάθεια αποδόμησης του ανατραπέντος Παπαδόπουλου. Το πραξικόπημα χαρακτηρίστηκε ως «επέμβαση των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, που αξιοποίησαν τις αρχές της Επανάστασης της 21ης Απριλίου», ενώ η αναδημοσίευση από τη «Θεσσαλία» ενός άρθρου της εφημερίδας «Ελληνικός Βορράς» από τη Θεσσαλονίκη ήταν ενδεικτική για τη μεταμόρφωση του Παπαδόπουλου σε… αποδιοπομπαίο τράγο της χούντας: «Ο σφετεριστής της 21ης Απριλίου, ο εκτρέψας την Επανάστασιν εκείνην του 1967 από τους εθνικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς στόχους που έθεσεν, ανετράπην. Ο Λαός ατενίζει τας Ενόπλους Δυνάμεις με απέραντον αγάπην που τον απήλλαξαν από τον τύραννον και την πρωτοφανή φαυλοκρατίαν και οικογενειοκρατίαν. Οι φαύλοι, οι επιτήδειοι, οι αγύρται και οι ασπόνδυλοι να εξαφανισθούν».

 

Ο Γκιζίκης υπογράφει το πρακτικό της ορκωμοσίας του Καραμανλή
Ο Γκιζίκης υπογράφει το πρακτικό της ορκωμοσίας του Καραμανλή

Ένας Βολιώτης στην Προεδρία της Δημοκρατίας

Ο αντικαταστάτης του Δημήτρη Ιωαννίδη στην Προεδρία της Δημοκρατίας ήταν ο Φαίδωνας Γκιζίκης, ο οποίος μέχρι και σήμερα κρατάει τον τίτλο του μοναδικού Βολιώτη που υπηρέτησε στο συγκεκριμένο αξίωμα. Ο Γκιζίκης ήταν 56 ετών όταν ορκίστηκε Πρόεδρος και μάλιστα όχι από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, που παραιτήθηκε τελικά στις 14/12/73, αλλά τον Σεραφείμ που ήταν ακόμη Μητροπολίτης Ιωαννίνων πριν τον διαδεχθεί στον αρχιεπισκοπικό θρόνο.

Ο Γκιζίκης γεννήθηκε στις 16 Ιουνίου 1917 στο Βόλο και ήταν γιος καπνεμπόρου. Ο πατέρας του, Δημήτρης Γκιζίκης, διατηρούσε καπναποθήκη στη διασταύρωση των οδών Αλεξάνδρας και Κοραή, ενώ η οικογένεια διέμενε επί της Ροζού με Γαλλίας. Ο Φαίδων Γκιζίκης φοίτησε στο Γυμνάσιο Βόλου, πλην της τελευταίας τάξης που παρακολούθησε στη Λαμία. Ο θάνατος του πατέρα του το 1923, στάθηκε αφορμή για να μετακομίσει οικογενειακώς στην Αθήνα. Στη συνέχεια εισήχθη στην Σχολή Ευελπίδων, ενώ πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο του 1940.

Υπήρξε από τα βασικά στελέχη στο κίνημα της 21ης Απριλίου, ενώ μετά την επιβολή της χούντας ανέλαβε τη διοίκηση της Στρατιάς στη Λάρισα. Το 1969 έμεινε χήρος, ενώ είχε ένα γιο που την εποχή της εξέγερσης το 1973 ήταν τελειόφοιτος του Πολυτεχνείου, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ της εποχής.

Μετά το φιάσκο της Κύπρου ο Γκιζίκης τον Ιούλιο του 1974 κάλεσε από το Παρίσι στην Ελλάδα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που ζούσε αυτεξόριστος στη γαλλική πρωτεύουσα. Ο τελευταίος παρά την πτώση της χούντας διατήρησε στη θέση του τον Βολιώτη στρατηγό μέχρι τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, για να αντικατασταθεί στη συνέχεια από τον Μιχάλη Στασινόπουλο, τον πρώτο Πρόεδρο της μεταπολιτευτικής Ελλάδας.

Ο Φαίδων Γκιζίκης (αριστερά) μαζί με τον Γιώργο Παπαδόπουλο (στο μέσον) και τον Δημήτρη Ιωαννίδη. Η φωτογραφία λήφθηκε πολύ καιρό πριν ο τελευταίος ανατρέψει τον Παπαδόπουλο
Ο Φαίδων Γκιζίκης (αριστερά) μαζί με τον Γιώργο Παπαδόπουλο (στο μέσον) και τον Δημήτρη Ιωαννίδη. Η φωτογραφία λήφθηκε πολύ καιρό πριν ο τελευταίος ανατρέψει τον Παπαδόπουλο

Οι εκλογές του ’74

Και η πρώτη επέτειος

Ένα χρόνο μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, στις 17 Νοεμβρίου 1974 έγιναν οι πρώτες ελεύθερες κοινοβουλευτικές εκλογές μετά την πτώση των συνταγματαρχών, με τον Καραμανλή να σχηματίζει κυβέρνηση με μεγάλη πλειοψηφία. Η προσφυγή στις κάλπες επισφράγισε την ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής του τόπου μετά από μία ταραχώδη περίοδο που κράτησε πολλά χρόνια, ενώ στην κυβέρνηση Καραμανλή τοποθετήθηκε κι ένας Βολιώτης. Ο λόγος για τον Νίκο Μπρισίμη (πέθανε το 2010 σε ηλικία 93 ετών), ο οποίος ανέλαβε τότε υφυπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Φυσικά, εκτός από τις εκλογές που μονοπώλησαν το ενδιαφέρον των εφημερίδων, αρκετό χώρο κάλυψε και το ρεπορτάζ για τον πρώτο εορτασμό του Πολυτεχνείου, με τη «Θεσσαλία» να σημειώνει: «Ο λαός της Αθήνας γιόρτασε τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου με ξέσπασμα πάθους. Τίμησε τις δεκάδες των νεκρών και τις εκατοντάδες των τραυματιών, σύσσωμος, ενωμένος, αποφασισμένος. Κοινό αίτημα όλων: Όχι άλλη δικτατορία στην Ελλάδα. Άμεση και παραδειγματική τιμωρία των ενόχων της σφαγής του Πολυτεχνείου και του πραξικοπήματος της Κύπρου, για μία Ελλάδα ανεξάρτητη, δημοκρατική και κυρίαρχη, χωρίς βασανιστές και προδότες».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το