Τοπικά

Ημερίδα στο Βόλο για τις υδατοκαλλιέργειες: Παράγονται ετησίως 120.000 τόνοι ψαριών

ΗΜΕΡΙΔΑ ΙΧΘΥΟΛΟΓΙΑΣ

Στους 120.000 τόνους ψαριών κυρίως σε τσιπούρα και λαβράκι, ανέρχονται η ποσότητα που παράγεται κάθε χρόνο από τις μονάδες υδατοκαλλιέργειας που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και αποτελούν ένα πολύ δυναμικό εξαγώγιμο προϊόν.

Χθες στη Γεωπονική Σχολή πραγματοποιήθηκε ημερίδα, όπου παρουσιάστηκαν τα τρία προγράμματα που υλοποίησαν καθηγητές του Τμήματος Γεωπονίας Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος για τις υδατοκαλλιέργειες.

Πρόκειται για ερευνητικά προγράμματα που χρηματοδοτήθηκαν κατά 25% από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και κατά 75% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας.

Στο πρώτο πρόγραμμα επιστημονικός υπεύθυνος ήταν ο επίκουρος καθηγητής κ. Νίκος Νεοφύτου και αφορούσε την εφαρμογή νέων σύγχρονων πρακτικών για την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των υδατοκαλλιεργειών στο υπόστρωμα: Η περίπτωση του ολοθούριου Holothuria tubulosa.

Το δεύτερο πρόγραμμα υλοποιήθηκε από τον επίκουρο καθηγητή κ. Ιωάννη Καραπαναγιωτίδη και αφορούσε τη χρησιμοποίηση των μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών στις ιχθυοτροφές της τσιπούρας.

Το τρίτο πρόγραμμα είχε τίτλο «Βιώσιμη και ανταγωνιστική ιχθυοκαλλιέργεια: Η αύξηση της αντιστάθμισης ως καινοτόμος και φιλικότερη προς το περιβάλλον διαχειριστική πρακτική» με επιστημονική υπεύθυνη την αναπληρώτρια καθηγήτρια κ. Παναγιώτα Παναγιωτάκη.

Και τα τρία έργα υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο του Μέτρου 3.5 «Πιλοτικά Σχέδια» Επιχειρησιακό πρόγραμμα Αλιείας.

Η κ. Παναγιώτακη τόνισε πως η αύξηση της αντιστάθμισης ως εργαλείο μπορεί να συμβάλλει στη μείωση του κόστους παραγωγής των ψαριών. Ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας έχει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια ο κλάδος έχει ρυθμό αύξησης κατά μέσο όρο 6%, όταν για παράδειγμα η βοοτροφία έχει πολύ μικρότερο ρυθμό αύξησης. Επίσης τα ψάρια μας εξάγονται στο εξωτερικό και έχουμε εξαιρετική ποιότητα παραγόμενου προϊόντος. Κάθε χρόνο παράγονται από τις μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας 120.000 τόνοι ψαριών, όπως τσιπούρα, λαβράκι, αλλά και φαγκρί και άλλα.

«Η διατροφή συμμετέχει με ποσοστό 50% και πάνω στο τελικό κόστος της παραγωγής του ψαριού. Και η προσπάθεια είναι να πιέσουμε το κόστος της παραγωγής. Στην έρευνά μας αυτό το κάναμε μειώνοντας τη διατροφή. Δηλαδή αντί το ψάρι να φάει 100%, έτρωγε 75% για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μειώνοντας κατά 25% την ποσότητα της χορηγούμενης διατροφής κατορθώνουμε σε ένα διάστημα δώδεκα εβδομάδων, όταν σιτίζονται ξανά τα ψάρια στην κανονική τους ποσότητα, να έχουμε ίδια τελική παραγόμενη βιομάζα».

Έτσι το ψάρι είναι ποιοτικό και γευστικό στον καταναλωτή είτε έφαγε 100% είτε 75% κατά την περίοδο εκτροφής του».

Η ίδια πρόσθεσε πως η θρεπτική αξία του ψαριού είτε εκτρεφόμενο είτε προϊόν συλλεκτικής αλιείας είναι ίδια.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το