Τοπικά

Παλεύουν για βιοπορισμό χωρίς βασικά έργα υποδομής στα παρακάρλια χωριά

Έρευνα, η οποία διενεργήθηκε από το Εργαστήριο Βιομετρίας του Τμήματος Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, σε δείγμα κατοίκων από 27 τοπικές κοινότητες των Νομών Λάρισας και Μαγνησίας, εντός των ορίων της λεκάνης απορροής της λίμνης Κάρλας, έδειξε την έλλειψη υψηλών προσδοκιών των πολιτών για τη διευθέτηση όλων των προβλημάτων της περιοχής, ώστε να καλυφθούν οι προοπτικές αξιοποίησης της λίμνης και όχι μόνο.

Η μελετήτρια κ. Χρυσάφω-Άννα Χατζηπέτρου

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη συμπλήρωση δομημένου ερωτηματολογίου μέσω προσωπικών συνεντεύξεων με επικεφαλής την κ. Χρυσάφω-Άννα Χατζηπέτρου υποψήφια διδάκτορα στο Τμήμα Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος, του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Σκοπός ήταν να συμπεριληφθούν στοιχεία, που συνδέουν την ικανοποίηση της τοπικής κοινωνίας και τις υφιστάμενες κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες με την εξέλιξη της περιοχής. Η ποιότητα ζωής είναι ζητούμενο, καθώς οι κάτοικοι ανησυχούν ακόμη και για το ανεπαρκές αποχετευτικό δίκτυο. Η επιβάρυνση με ρυπαντικές ουσίες έχει αρνητικές συνέπειες στο νερό των υδάτινων αποδεκτών και κατά συνέπεια στη δημόσια υγεία. Επίσης ο ανεπαρκής σχεδιασμός, οι ελλείψεις σε εξοπλισμό και η ατομική στάση και συμπεριφορά είναι μερικές από τις γενεσιουργές αιτίες προβλημάτων σχετικά με τη διαχείριση των απορριμμάτων.
Με την ολοκλήρωση των έργων μεγάλης κλίμακας για την ανασύσταση της λίμνης Κάρλας οι παρακάρλιες κοινότητες απέκτησαν νέα ταυτότητα. Επιλύθηκε εν μέρει το ζήτημα της άρδευσης των καλλιεργούμενων εκτάσεων και δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για ορθή διαχείριση του υδατικού δυναμικού. Εξασφαλίστηκε η ποθητή αντιπλημμυρική θωράκιση της ευρύτερης περιοχής και αποκαθίσταται σταδιακά η περιβαλλοντική ισορροπία. Με βάση τα επιμέρους φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά των δημοτικών ενοτήτων μπορούν να δημιουργηθούν ευκαιρίες απασχόλησης με ενδογενή οικονομική δραστηριότητα, που απώτερο σκοπό θα έχουν τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων και την αναζωογόνηση του τόπου.
Εντούτοις, καθοριστικός παράγοντας για τη μελλοντική εξέλιξη της περιοχής αποτελεί η διαμορφωμένη αντίληψη του τοπικού πληθυσμού, η οποία συνδέεται με το βαθμό αισιοδοξίας, που αυτός εκφράζει. Όταν ο βαθμός αισιοδοξίας είναι χαμηλός, λειτουργεί αρνητικά στις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες.

Οριακός ο βιοπορισμός των κατοίκων
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη συμπλήρωση δομημένου ερωτηματολογίου μέσω προσωπικών συνεντεύξεων. Οι 218 ανώνυμοι συμμετέχοντες, μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής, έδωσαν απαντήσεις σε θέματα που αφορούσαν, στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κατά την εκτέλεση των γεωργικών/ κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων,
τη διαδοχή στην οικογενειακή εκμετάλλευση, τη σχέση που έχουν με τις κρατικές δομές (ΟΤΑ, ΥπΑΑΤ, Φορέα διαχείρισης ΚαΜαΚεΒε), το επίπεδο ικανοποίησης από τις πολιτιστικές και κοινωνικές υπηρεσίες, την κοινωνική συνοχή και την ταύτιση με τον τόπο, τις παραμέτρους που είναι σημαντικές για την αναζωογόνηση της περιοχής.
Από την έρευνα προέκυψε ότι η γεωργία αποτελεί ουσιαστικό τομέα απασχόλησης στην περιοχή, αφού ποσοστό 80,7% των συμμετεχόντων την ανέφερε ως μοναδική απασχόληση.
Σύμφωνα με την ηλικία που δήλωσαν οι συμμετέχοντες κατά την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας, οι 167 είναι άνω των 40 ετών, ενώ μόλις 52 άτομα ανήκαν στην ομάδα των νεότερων, έως 39 ετών. Ως προς το φύλο, οι γυναίκες αποτέλεσαν το 7,3% του δείγματος.
Σε ό,τι αφορά στην επαγγελματική δραστηριότητα του δείγματος, ποσοστό 78,4% δραστηριοποιείται στη γεωργία, 8,3% ασχολείται αποκλειστικά με την κτηνοτροφία, ποσοστό 6,9% ασκεί και τις δύο αγροτικές δραστηριότητες και 6,4% έχει εξωγεωργικό επάγγελμα. Η παραγωγική κατεύθυνση των εκμεταλλεύσεων των συμμετεχόντων κατά 78,4% είναι αμιγώς φυτική και 6,9% μεικτή.
Oι αγροτικές εκμεταλλεύσεις είναι κυρίως μικρομεσαίες, οικογενειακές, εκ των οποίων ποσοστό 61% αποδίδει εισοδήματα τα οποία καλύπτουν οριακά τον βιοπορισμό των αντίστοιχων νοικοκυριών, που κατά πλειονότητα είναι πολυμελή.
Αντίστοιχα, από τις κτηνοτροφικές μονάδες οι οποίες δηλώθηκαν, κάποιες αναφέρθηκαν ως μικρά ποιμνιοστάσια και κάποιες άλλες ως οργανωμένες, με σύγχρονες εγκαταστάσεις. Από το σύνολο, ποσοστό 59,5% του δείγματος αφορούσε μονάδες αιγοπροβατοτροφίας και 28,5% μονάδες εκτροφής βοοειδών. Ένα 4,8% του δείγματος αφορούσε μελισσοκομικές μονάδες ως δευτερεύουσα απασχόληση.

Αντιδράσεις για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος
Οι κάτοικοι, σύμφωνα με την έρευνα, ανυπομονούσαν να γίνουν αποδέκτες της αποτελεσματικότητας του έργου ανασύστασης της λίμνης. Ωστόσο, προβληματίζονται σχετικά με την απουσία σχεδιασμού λοιπών έργων υποδομής, όσο και με την υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος. Οι συμμετέχοντες ανέφεραν προβλήματα προσβασιμότητας προς τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και στο δίκτυο μεταφοράς εμπορευμάτων. Η άμεση βελτίωση του αγροτικού οδικού δικτύου, κοινοτικού και δασικού είναι απαραίτητη, καθώς συνδέει τον χώρο παραγωγής με το χώρο εναπόθεσης και διαχείρισης των πρώτων υλών και των παραγόμενων προϊόντων, όπως και με τον τόπο κατανάλωσης. Ένα καλό οδικό δίκτυο θα μειώσει τον χρόνο και το κόστος μεταφοράς.
Επιπλέον, πέραν του ανεπαρκούς δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, αυτό που δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τους αγρότες, είναι η τιμή του αγροτικού ρεύματος ως μέρος του κόστους παραγωγής των αγροτικών προϊόντων. Αναμένουν μείωση της τιμής, προκειμένου να αξιοποιηθούν ορθότερα τα αρδευτικά συστήματα. Η τιμή του αγροτικού ρεύματος στη χώρα μας μέχρι και το 2011 ήταν στις 6 χαμηλότερες εκ των 27 κρατών-μελών της ΕΕ. Ωστόσο, η μετέπειτα αυξητική πορεία της κατέταξε την Ελλάδα στην 11η θέση των ευρωπαϊκών χωρών με το ακριβότερο ρεύμα.
Η αξία της ποσότητας του νερού, εξαιτίας της άμεσης επίδρασης που έχει στη φυτική παραγωγή και στο εισόδημα των γεωργών, το καθιστά κύριο φυσικό πόρο και η μη επαρκής διαθεσιμότητά του αποτελεί περιοριστικό παράγοντα. Πολύ συχνά η κάλυψη των αναγκών των καλλιεργειών γίνεται με υπόγεια ύδατα, οδηγώντας στη μείωση της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα. Οι απαιτήσεις νερού είναι εξίσου μεγάλες και στην κτηνοτροφική παραγωγή, για να καλυφτούν οι ανάγκες εκτροφής και υγιεινής των ζώων. Σημασία έχει και η ποιότητα του αρδευτικού νερού, διότι επιδρά στα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά της παραγωγής. Όταν το αρδευτικό νερό περιέχει τοξικά στοιχεία, τότε καθίσταται επικίνδυνο για την υγεία των ζώων και των ανθρώπων μέσω της τροφικής αλυσίδας.
Το ανεπαρκές αποχετευτικό δίκτυο και η επιβάρυνση με ρυπαντικές ουσίες έχει αρνητικές συνέπειες στο νερό των υδάτινων αποδεκτών και κατά συνέπεια στη δημόσια υγεία. Ο ανεπαρκής σχεδιασμός, οι ελλείψεις σε εξοπλισμό και η ατομική στάση και συμπεριφορά είναι μερικές από τις γενεσιουργές αιτίες προβλημάτων, σχετικά με τη διαχείριση των απορριμμάτων.
Η αδυναμία των κρατικών φορέων να ενημερώνουν επαρκώς το κοινό, να υλοποιούν δράσεις, να εφαρμόζουν τα προγράμματα και να υποστηρίζουν το ευρύτερο συμφέρον, δημιουργεί χαλαρή σχέση με τους κατοίκους της περιοχής. Το 41,5% του δείγματος δήλωσε ότι έχει ανάγκη από μια πιο στενή σχέση, ειδικά με τον Φορέα Διαχείρισης. Επίσης, για να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή, θα πρέπει οι κρατικοί λειτουργοί να παρεμβαίνουν, με σκοπό να επιλύσουν προβλήματα και όχι μόνο για να εποπτεύσουν.

Καμία βελτίωση στους ρυθμούς ανάπτυξης
Το επίπεδο των κοινωνικών δομών (κοινωνικό φαρμακείο, περίθαλψη, αλληλέγγυα παιδεία, ανταλλακτήρια σπόρων, κ.ά.) περιγράφηκε από το 69,7% ως καθόλου ικανοποιητικό. Για τις δομές πολιτισμού, αναψυχής και αθλητισμού ποσοστό 21,1% δήλωσε αρκετά έως πολύ ικανοποιημένο.
Η αναζήτηση επαγγελματικών ευκαιριών, η δημιουργία και η κάλυψη νέων αναγκών, η οικονομική κατάσταση είναι ορισμένα από τα αίτια και κίνητρα, που μπορούν να υποχρεώσουν ένα άτομο, να μετακινηθεί από τον τόπο εγκατάστασής του σε έναν άλλο. Τα παραπάνω θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στην πρόταση «για έναν καλύτερο τρόπο ζωής». Η έρευνα έδειξε, με ποσοστό 68,3%, ότι η ταύτιση με τον τόπο καταγωγής συνεχίζει να υφίσταται, ακόμη και όταν ο ρυθμός ανάπτυξης δεν παρουσιάζει βελτίωση.
Τα φυσικά οικοσυστήματα αποτελούν για την περιοχή σημαντική οικολογική παράμετρο και είναι λογικό οι κάτοικοι να συμφωνούν με κάθε ενέργεια, που αποσκοπεί στην προστασία και τη διατήρησή τους. Ειδικότερα, ποσοστό 41,7% από τους συμμετέχοντες έδειξε θετική εκτίμηση για τους στόχους του δικτύου Νatura 2000. Ποσοστό 45% απάντησε ότι οι όροι που διέπουν την προστατευόμενη περιοχή της Κάρλας δεν επηρεάζουν την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν και κατέταξαν κατά σειρά σπουδαιότητας προτάσεις σχετικές με την εξέλιξη της περιοχής, ως εξής: Τα δίκτυα και οι υποδομές κρίνονται απαραίτητα, καθώς χωρίς τη διαμόρφωση αυτών δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη.
Αναγκαία η βελτίωση του εμπορίου και η σύνδεση του πρωτογενή τομέα με τη μεταποίηση. Οι εναλλακτικές καλλιέργειες αποτελούν μέσο ενθάρρυνσης για τους νέους αγρότες, καθώς τους παρέχονται οικονομικά κίνητρα. Τα κτηνοτροφικά πάρκα, δεν ενδείκνυνται για την παρακάρλια περιοχή, διότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες μεγάλες εκτάσεις.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το