Άρθρα

Οστεοπόρωση – Οστεοπενία: Σύγχρονα διατροφικά πρωτόκολλα

 

Της
Νότας Μπλούχου,
διατροφολόγου –
διαιτολόγου, RD, MMedSci

Ως οστεοπόρωση χαρακτηρίζεται η χρόνια πάθηση του μεταβολισμού των οστών κατά την οποία παρατηρείται μια ελάττωση της οστικής αντοχής δηλαδή, σταδιακή μείωση της πυκνότητας και της ποιότητάς τους.
Η οστεοπόρωση εμφανίζεται είτε σε γενικευμένη μορφή είτε σε
τοπική.
Η γενικευμένη μορφή υποδιαιρείται σε πρωτοπαθή και δευτεροπαθή οστεοπόρωση.
Στην πρωτοπαθή μορφή ανήκουν η μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση, η γεροντική οστεοπόρωση και η ιδιοπαθής που εμφανίζεται σε αγόρια και κορίτσια της εφηβείας, αλλά και νεαρά ενήλικα άτομα και έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια.
Η δευτεροπαθής παρατηρείται σε παθήσεις όπως ο διαβήτης, η νεφρική ανεπάρκεια, το σύνδρομο Cushing, η χρήση κορτικοστεροειδών, η δρεπανοκυτταρική αναιμία, το πολλαπλούν μυέλωμα, ο υπερπαραθυρεοειδισμός, η παρατεταμένη ακινητοποίηση κ.τ.λ.
Η τοπική μορφή οστεοπόρωσης προέρχεται μετά από ακινητοποίηση καταγμάτων, από την παροδική οστεοπόρωση μιας άρθρωσης, κυρίως του ισχίου κ.τ.λ.
Φυσιολογικά η οστική πυκνότητα αυξάνει προοδευτικά όσο ο σκελετός αναπτύσσεται και εξακολουθεί να αυξάνεται μέχρι περίπου την ηλικία των 35 ετών, οπότε και φθάνει στο μέγιστο επίπεδο. Η κορυφαία αυτή οστική μάζα (peak bone mass) επηρεάζεται σημαντικά από τη διατροφή, το φύλο, τη φυλή, την άσκηση και τη φυσιολογική λειτουργία διαφόρων οργάνων του σώματος. Μετά την ηλικία των 35 ετών αρχίζει βαθμιαία φυσιολογική απώλεια αυτής.
Στις γυναίκες, κατά την περίοδο της εμμηνόπαυσης, ο ρυθμός επιταχύνεται σε ποσοστό 2-3% τον χρόνο εξαιτίας της ελάττωσης του επιπέδου οιστρογόνων στο αίμα και μερικές φορές φθάνει και 7% (fast bone losers).
Στην Ελλάδα σε άτομα άνω των 60 ετών έχει βρεθεί ότι το 19% των γυναικών και το 11% των ανδρών παρουσιάζουν οστεοπόρωση.
Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την εκδήλωση της οστεοπόρωσης είναι: Το οικογενειακό ιστορικό, το γυναικείο φύλο, ορμονικές διαταραχές (αμηνόρροια- εμμηνόπαυση – χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης), η ιδιοσυστασία (μικρόσωμες λεπτές ξανθές γυναίκες με ευαίσθητη επιδερμίδα), η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, το κάπνισμα, η κατάχρηση αλκοόλ-καφεΐνης, η αυξημένη κατανάλωση πρωτεϊνών, το χαμηλό σωματικό βάρος (BMI<19 Kg/m2 ), δίαιτες χαμηλές σε Ca και βιταμίνη D, υπέρμετρη χρήση αλατιού, παρατεταμένη χορτοφαγία, παρατεταμένη χρήση φαρμάκων(π.χ. μεθοτρεξάτη, κορτικοστεροειδή, θυρεοειδικές ορμόνες, διουρητικά, αντιόξινα, χημειοθεραπεία, ορμονοθεραπεία για τον καρκίνο, λίθιο, φάρμακα για σπασμούς και για άσθμα), χρόνιες ασθένειες (νεφρική ανεπάρκεια, χρόνιες διαρροϊκά σύνδρομα, ΧΑΠ (Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια), ολική γαστρεκτομή, διαβήτης, ρευματοειδής αρθρίτιδα, ψωρίαση).
Δυστυχώς η πολύ σοβαρή αυτή νόσος δεν θεραπεύεται, αλλά απλά αντιμετωπίζεται. Η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη. Αυτή θα πρέπει να αρχίζει από την παιδική ηλικία με σωστή διατροφή και άσκηση. Τα άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο ανάπτυξης ή πάσχουν από οστεοπόρωση πρέπει να υιοθετήσουν έναν νέο τρόπο ζωής (lifestyle), που περιλαμβάνει αύξηση της φυσικής δραστηριότητας με συγκεκριμένες ασκήσεις και διαμόρφωση ενός κατάλληλου διαιτολογίου. Τις περισσότερες φορές επιβάλλεται η χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής. Η κρίσιμη ηλικία μεταξύ 2 και 20 χρόνων είναι ο προάγγελος για τη μελλοντική εμφάνιση οστεοπενίας ή και οστεοπόρωσης
Το γάλα, το γιαούρτι, το τυρί αποτελούν σημαντικές πηγές ασβεστίου. Συνιστώνται προϊόντα εμπλουτισμένα σε βιταμίνες Α και D.
Η επαρκής πρόσληψη βιταμίνης D είναι ιδιαίτερα σημαντική. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής συντίθεται μετά από έκθεση στον ήλιο αλλά, εμφανίζεται σε μεγάλη συγκέντρωση και σε αυγά, λιπαρά ψάρια, συκώτι, βούτυρο, κρόκο αυγού και εμπλουτισμένα προϊόντα (δημητριακά, χυμοί, γάλα), ιδιαίτερα για τα άτομα που υπόκεινται σε περιορισμένη έκθεση στον ήλιο.
Η λακτόζη βελτιώνει την απορρόφηση του ασβεστίου. Στην περίπτωση αλλεργίας στη λακτόζη εναλλακτικές λύσεις αποτελούν το γιαούρτι, το ξυνόγαλα, το κεφίρ, διάφορες κρέμες. Ασφαλέστερη επιλογή το γάλα αμυγδάλου. Οι χορτοφάγοι μπορούν να καταναλώνουν γάλα σόγιας εμπλουτισμένο με ασβέστιο και τυρί από σόγια (tofu).
Ο οργανισμός του ανθρώπου δύναται να απορροφήσει μέχρι το 60% του προσλαμβανόμενου ασβεστίου.
Ο φωσφόρος παρόλο που βοηθά στην απορρόφηση του ασβεστίου και ταυτόχρονα μειώνει την αποβολή του από τα ούρα (αποτελούν και τα δυο μαζί δομική ύλη της οστικής μάζας), εντούτοις η υπερβολική πρόσληψη αυτού δύναται να οδηγήσει σε δυσαπορρόφηση. Τροφές πλούσιες σε φώσφορο όπως ψάρια, μοσχάρι, χοιρινό, πουλερικά, κρόκος αυγού, δημητριακά, αγκινάρες και μανιτάρια συστήνεται να μην συνδυάζονται με πηγές ασβεστίου.
Η μέτρια κατανάλωση των πρωτεϊνών αυξάνει την απορρόφηση του Ca λόγω σχηματισμού μοριακών δομών εύκολα αφομοιώσιμων με τα αμινοξέα αργινίνη και λυσίνη. Οι μεγάλες, όμως, ποσότητες, κυρίως ζωικής προέλευσης, συντελούν στην αυξημένη αποβολή ασβεστίου από τα ούρα.
Σημαντικές ποσότητες ασβεστίου εντοπίζονται και σε λαχανικά όπως μπρόκολο, λάχανο, ραδίκια, γογγύλια, φασόλια και πλήρη δημητριακά. Ωστόσο, το ασβέστιο των γαλακτοκομικών απορροφάται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό (30% απορρόφηση) σε σχέση με των λαχανικών (5% απορρόφηση) εξαιτίας της παρουσίας των φυτικών (αυξημένη απέκκριση του ασβεστίου) και οξαλικών οξέων που παρεμποδίζουν την απορρόφησή του.
Τα κορεσμένα λίπη κυρίως ζωικής προέλευσης μειώνουν την απορρόφηση του Ca. Τα μερικώς αποβουτυρωμένα γαλακτοκομικά προϊόντα περιέχουν την ίδια ή και περισσότερη ποσότητα ασβεστίου σε σχέση με τα πλήρη προϊόντα. Να αποφεύγεται ο συνδυασμός γάλακτος με κακάο γιατί μειώνεται η απορρόφηση του ασβεστίου.
Συστήνεται περιορισμός του αλατιού σε 2-4 gr ημερησίως διότι η υπερβολική πρόσληψη Na έχει συσχετισθεί με μειωμένη απορρόφηση και αυξημένο κίνδυνο οστεοπόρωσης και καταγμάτων.
Το κάπνισμα αποτελεί σημαντικό παράγοντα απώλειας οστικής μάζας για αυτό οι οδηγίες προτείνουν αποφυγή ή ελάττωσή του.
Ελεγχόμενη κατανάλωση αλκοόλ: Η αυξημένη κατανάλωση (περισσότερα από 2 ποτά/ημέρα για τις γυναίκες και περισσότερα από 3 ποτά/ ημέρα για τους άνδρες) καθώς και η αυξημένη κατανάλωση καφεΐνης (>3 φλυτζ. καφέ/ ημέρα)μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την υγεία των οστών.
Τα αμύγδαλα, τα καρύδια, το σουσάμι και τα προϊόντα του όπως ταχίνι, χαλβάς, παστέλι επίσης χαρακτηρίζονται για τα υψηλά ποσοστά ασβεστίου.
Συνεπώς η διατροφή αποτελεί ουσιαστική παράμετρο της σκελετικής υγείας συμμετέχοντας τόσο στην πρόληψη, όσο και στη θεραπευτική αγωγή αντιμετώπισης της οστεοπόρωσης.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το