Άρθρα

Όρια και συναισθηματική ισορροπία

Της Χαριτίνης Μαλισσόβα*

Δεν είναι λίγες οι φορές που οι εκπαιδευτικοί ερχόμαστε σε αμηχανία ή νιώθουμε έκπληξη όταν γονείς μάς προσεγγίζουν για να ενημερωθούν για την πρόοδο των παιδιών τους και διαπιστώνουμε πόσο έξω πέφτουν σχετικά με την εικόνα που τα παιδιά τους έχουν διαμορφώσει στη σχολική τάξη.
Και δεν μιλάμε τόσο για τα μαθησιακά προβλήματα, αλλά, κυρίως, για τα προβλήματα συμπεριφοράς.
Απόρροια μεγαλύτερης έκπληξης αποτελεί το γεγονός ότι ενώ, αρχικά, πολλοί γονείς δείχνουν συνεργάσιμοι και έχουν σε ικανοποιητικό βαθμό επίγνωση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους, σταδιακά και κυρίως όταν τα ζητήματα είναι επαναλαμβανόμενα και δεν βελτιώνονται με την πάροδο του χρόνου, η συμπεριφορά των γονέων μεταστρέφεται και γίνεται αρνητική απέναντι στο σχολείο και σε όσους εμπλέκονται με το παιδί τους.
Είναι συχνό το φαινόμενο όταν σε περιπτώσεις άρνησης, κακής συμπεριφοράς ή και αστάθειας στη στάση του παιδιού απέναντι στο σχολείο, γονείς να αναζητούν την πηγή του προβλήματος έξω από το ίδιο το παιδί και από το οικογενειακό περιβάλλον. Συχνά, μάλιστα, θεωρούν υπεύθυνους τους συμμαθητές τους, οι οποίοι, όπως πιστεύουν, πυροδοτούν την αρνητική συμπεριφορά των παιδιών τους.
Το παρόν άρθρο δεν αναφέρεται σε περιπτώσεις σχολικού εκφοβισμού. Εδώ μιλάμε για τις περιπτώσεις παιδιών που είναι ακόμα ανώριμα ή που δεν έχουν μάθει να οριοθετούν τη συμπεριφορά τους.

Το παρόν άρθρο στοχεύει στην ευθύνη των γονέων σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση ανάλογων συμπεριφορών των παιδιών τους.
Ο έμπειρος εκπαιδευτικός εύκολα αντιλαμβάνεται ότι η έλλειψη των ορίων στη συμπεριφορά του μαθητή στο σχολικό περιβάλλον είναι προέκταση μιας ανάλογης συμπεριφοράς που δείχνει στο σπίτι και απέναντι στους γονείς του (στα αδέλφια του, στους παππούδες, στους φίλους του).
Αντιλαμβάνεται ωστόσο ότι το άγχος, η κούραση ή πιο σπάνια η αδιαφορία των γονέων συχνά τους οδηγούν ακόμα και στο να εθελοτυφλούν. Όλα τα παραπάνω γίνονται τροχοπέδη στο να ληφθούν τα ανάλογα μέτρα έγκαιρα, ώστε η συμπεριφορά του μαθητή να βελτιωθεί και η στάση του απέναντι στο σχολείο να αποκτήσει θετικό πρόσημο.
Όταν ένα παιδί στα 6 ή 7 χρόνια έρχεται στο σχολείο με ασταθή κι ευμετάβλητη συμπεριφορά, όταν δείχνει κουρασμένο και υποτονικό τη μια και υπερβολικά επιθετικό την επόμενη, όταν καταφεύγει στο ψέμα για να δικαιολογηθεί στους γονείς ή στους δασκάλους του, όταν σωματοποιεί το άγχος του και τον εκνευρισμό του (με συχνές επισκέψεις στην τουαλέτα, με υπερκινητικότητα, με ανορεξία ή ακόμα και με αύξηση της θερμοκρασίας του σώματός του), ίσως είναι ώρα οι γονείς να αγκαλιάσουν τα παιδιά τους με τον σωστό τρόπο και να χτυπήσουν την πόρτα ενός ειδικού.

Τι γίνεται, λοιπόν, όταν τα όρια, οι λογικοί κανόνες στους οποίους μαθαίνει να υπακούει ώστε να αυτοελέγχεται, να νιώθει ασφαλές, ήρεμο και χαρούμενο και που το βοηθά να προσαρμόζεται στο σπίτι, στο σχολείο και στον κοινωνικό περίγυρο, δεν υπάρχουν σε ένα παιδί;
Το σχολείο παραπέμπει σε ανάλογους φορείς όταν κρίνει ότι είναι σκόπιμο, ωστόσο οι γονείς είναι εκείνοι που οφείλουν να αναγνωρίσουν πρώτοι τα σημάδια που θα τους οδηγήσουν στο να λάβουν μια διάγνωση για τα τυχόν προβλήματα του παιδιού τους.
Συχνά, όμως, αντί να αναγνωρίσουν και να προλάβουν τα προβλήματα, τα αποδίδουν στο εκπαιδευτικό σύστημα, στους εκπαιδευτικούς που θεωρούν ότι μεροληπτούν και «τιμωρούν» το δικό τους παιδί, ενώ αφήνουν «ατιμώρητα» άλλα παιδιά πιο ζωηρά από τα δικά τους, φτάνοντας σε σημείο ακόμα και να μεταφέρουν υπερβολές του παιδιού ως αληθινά περιστατικά (επικαλούμενοι ακόμα και τη σύμφωνη μαρτυρία άλλων συμμαθητών ή και των γονιών τους, σχεδόν πάντα, όμως, ανώνυμα).
Παύουν να εστιάζουν, σταδιακά, στο δέντρο, που είναι το παιδί τους και βλέπουν ένα δάσος συμμαθητών κι εκπαιδευτικών που συντελούν στο να «χάνεται» το παιδί τους, ξεφεύγοντας από τον αρχικό στόχο που δεν είναι άλλος από το να δυναμώσει και να ανθίσει το δικό τους δεντράκι.
Ας μην ξεχνούν οι γονείς ότι το δεντράκι τους έχει βγάλει τις ρίζες του στο σπίτι και πως τα κλαδιά του θα ανθίσουν και θα καρπίσουν ανάλογα με τη φροντίδα που τους έχουν παράσχει από τη βρεφική ηλικία.
Αν ένα παιδί δεν έχει εκπαιδευτεί από το σπίτι να έχει όρια, δύσκολα θα τα θέσει και στο σχολείο.
Αν έχει μάθει να λέει δεν μπορώ ή δεν θέλω κάθε φορά που δυσκολεύεται, το ίδιο θα κάνει και στο σχολικό περιβάλλον.
Αν έχει μάθει να κλαίει ή να επιτίθεται κάθε φορά που πρέπει να απολογηθεί για τη συμπεριφορά του χωρίς να του δίνουν να καταλάβει τα λάθη του από το σπίτι, τότε και στο σχολείο θα προσπαθεί με ψέματα ή μεταφέροντας τις ευθύνες του στους συμμαθητές του να πετύχει όσα θέλει με τον δυνατό μικρότερο κόπο.
Όταν λοιπόν οι γονείς κάνετε μια συζήτηση με τον εκπαιδευτικό του παιδιού σας για ανάλογα θέματα, ας μην ξεχνάτε πως συχνά ήδη γνωρίζει τι από τα παραπάνω ισχύει κι ότι η συζήτηση μαζί του πρέπει να είναι πρωτίστως ειλικρινής.
Ας ακούτε τους εκπαιδευτικούς, ας τους εμπιστεύεστε κι ας συνεργάζεστε μαζί τους για το καλό των παιδιών.
Ό,τι σπέρνουμε θερίζουμε.
Νόμος.
Της φύσης.
Και της ζωής.

*Η Χαριτίνη Μαλισσόβα είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας του βιβλίου Σχέσεις γονέων-εκπαιδευτικών στο Δημοτικό Σχολείο (εκδ. Αρμός)

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το