Άρθρα

Οι επιπτώσεις της τιμής των μετάλλων στην ενεργειακή μετάβαση

 

Του
Ευθύμιου Ζιγγιρίδη,
BEng MSc MILT AMIEE,
συμβούλου Στρατηγικών Επενδύσεων

Οι τιμές για τα βιομηχανικά μέταλλα, ένα σημαντικό θεμέλιο για την παγκόσμια οικονομία. Μετά την πανδημία έχει παρατηρηθεί ένα μεγάλο ράλι ανόδου τιμών, καθώς οι οικονομίες άνοιξαν ξανά. Μια επακόλουθη άνοδος των τιμών για υλικά, όπως το κοβάλτιο και το νικέλιο, θα έφερνε περιόδους άνθησης σε ορισμένες οικονομίες που είναι οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς – αλλά το αυξανόμενο κόστος θα μπορούσε να καθυστερήσει την ίδια την ενεργειακή μετάβαση.
Ένα τυπικό πακέτο μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων, για παράδειγμα, χρειάζεται περίπου 8 κιλά (18 λίβρες) λιθίου, 35 κιλά νικέλιο, 20 κιλά μαγγάνιο και 14 κιλά κοβάλτιο, ενώ οι σταθμοί φόρτισης απαιτούν σημαντικές ποσότητες χαλκού. Το λίθιο θα μπορούσε να αυξηθεί από το επίπεδό του το 2020 περίπου 6.000 δολάρια ο μετρικός τόνος σε περίπου 15.000 δολάρια στα τέλη αυτής της δεκαετίας – και να παραμείνει ανυψωμένο κατά το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 2030. Οι τιμές του κοβαλτίου και του νικελίου θα δουν επίσης παρόμοιες αυξήσεις τα επόμενα χρόνια.
Μέταλλα, τα οποία χρησιμοποιούνται σε εξοπλισμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, έχουν υποστεί ραγδαίες αυξήσεις. Η τελευταία μηνιαία άνοδος τιμής για το πολυπυρίτιο ήταν της τάξης του 10%. Ως εκ τούτου, έφτασε τα 39,3 δολάρια ανά κιλό και έχει αυξηθεί πλέον κατά 400% από τον Ιούνιο του 2020. Το αλουμίνιο από το χαμηλό των 1.460 δολαρίων ανά τόνο, οι τιμές έχουν διπλασιαστεί σε περισσότερα από 3.500 δολάρια ανά τόνο. Το τρέχον υψηλό 13 ετών βρίσκεται πολύ πάνω από τις τιμές πριν από την πανδημία, οι οποίες παρέμειναν περίπου στα 2.000 δολάρια ανά τόνο από το 2016. Το κόστος του χάλυβα οπλισμού στην Ευρώπη πριν 3 εβδομάδες αυξήθηκε σε ιστορικό υψηλό 1.140 ευρώ ο τόνος, αυξημένο κατά 150% από τα τέλη του 2019. Η δε τιμή του ρόλου θερμής έλασης, μιας δημοφιλέστατης μορφής χάλυβα, έφτασε σε ιστορικό υψηλό περίπου 1.400 ευρώ ο τόνος, αύξηση σχεδόν 250% σε σχέση με την τιμή λίγο πριν από την έναρξη της πανδημίας της Covid-19. Επίσης για 4 μέταλλα το νικέλιο, κοβάλτιο, χαλκός και λίθιο οι προβλέψεις του ΔΝΤ μιλάνε για διπλασιασμό ή και τριπλασιασμό των τιμών τους.
Η αύξηση των τιμών για τα μέταλλα οφείλεται μεταξύ άλλων στους παρακάτω λόγους:
-Ανάκαμψη της μεταποίησης μετά την πανδημία και ειδικά στην Κίνα, η οποία είναι χρήστης των περισσότερων μετάλλων στη βιομηχανία της.
-Πολλές δραστηριότητες εξόρυξης διακόπηκαν προσωρινά λόγω του Covid-19. Επιπλέον, οι ναύλοι για τη μεταφορά υλικών έφθασαν σε υψηλό δέκα ετών λόγω της συμφόρησης σε βασικά λιμάνια, των περιορισμών καραντίνας, των συνεχιζόμενων προβλημάτων στελέχωσης των ναυτιλιακών πληρωμάτων και της ανάκαμψης των τιμών των καυσίμων.
-Οι έντονες προσδοκίες για τον ρυθμό της μετάβασης σε μια πιο πράσινη οικονομία και τα φιλόδοξα προγράμματα υποδομών έδωσαν στις τιμές των μετάλλων μια επιπλέον ώθηση. Μια γρήγορη ενεργειακή μετάβαση, για παράδειγμα, θα μπορούσε να απαιτήσει 40πλάσια αύξηση της κατανάλωσης λιθίου για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενώ η κατανάλωση γραφίτη, κοβαλτίου και νικελίου για αυτούς τους σκοπούς μπορεί να αυξηθεί περίπου 20 έως 25 φορές, σύμφωνα με Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας.
-Πολεμική σύγκρουση Ρωσίας, Ουκρανίας. Η Ρωσία είναι βασικός παγκόσμιος προμηθευτής για μέταλλα όπως το αλουμίνιο, το νικέλιο και το παλλάδιο. Η Ρωσία όσο και η Ουκρανία αντιπροσωπεύουν το 7,5% των παγκόσμιων εξαγωγών σιδήρου και χάλυβα, η Ρωσία επίσης αντιπροσωπεύει το 5% του νικελίου και το 6% της παραγωγής αλουμινίου.
Η ζήτηση μετάλλων θα μπορούσε να εκτιναχθεί στα ύψη, η προσφορά μετάλλων συνήθως αντιδρά αργά στα σήματα τιμών. Αυτό εξαρτάται, εν μέρει, από τις μεθόδους παραγωγής. Ο χαλκός, το νικέλιο και το κοβάλτιο εξορύσσονται σε ορυχεία, τα οποία συχνά απαιτούν επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου και χρειάζονται έως και 19 χρόνια για να κατασκευαστούν. Αντίθετα, το λίθιο εξάγεται συχνά από μεταλλικές πηγές και η άλμη καθώς το αλμυρό νερό αντλείται από τη γη.
Σύμφωνα με τον χάρτη ενεργειακής μετάβασης έως το 2050 του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα αυξηθεί από τα σημερινά επίπεδα περίπου 10% σε 60%, ενισχυμένο από την ηλιακή, την αιολική και την υδροηλεκτρική ενέργεια. Το μερίδιο από τα ορυκτά καύσιμα θα μειωθεί από σχεδόν 80 τοις εκατό σε περίπου 20 τοις εκατό. Προσθέτει επιπλέον ότι η αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα απαιτούσε οκταπλάσια αύξηση των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και θα προκαλούσε έντονη αύξηση της ζήτησης για μέταλλα.
Ο αρχικός σχεδιασμός της ΕΕ για γρήγορη μετάβαση σε πράσινες μορφές ενέργειας απέτυχε. Ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας και οι κυρώσεις στη Ρωσία έκαναν την ΕΕ να αντιληφθεί ότι οφείλει να σχεδιάσει ένα νέο ενεργειακό μίγμα προκειμένου να απεξαρτηθεί από το ρώσικο φυσικό αέριο και να επιβραδύνει τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια χρησιμοποιώντας άλλες πηγές ενέργειας όπως πυρηνική και φυσικό αέριο προερχόμενο από τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τον ελλαδικό χώρο.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα οφείλουν να διαμορφώσουν ενεργειακή στρατηγική βάθους τουλάχιστον 2 ή 3 δεκαετιών προκειμένου η χώρα να αποκτήσει ενεργειακή αυτονομία και μέσα από αυτό μία άνευ προηγουμένου αναπτυξιακή πορεία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το