Πολιτισμός

«Οι αγάπες του πολέμου» της Κατίνας Λατίφη -Τέντα παρουσιάζεται σε Αλμυρό και Βόλο

Στις 19 Νοεμβρίου, ημέρα Σάββατο, στις 7 μ.μ., θα πραγματοποιηθεί στον Αλμυρό, στο «Αρχοντικό», δάσος Κουρί, η παρουσίαση του έργου της κ. Κατίνας Λατίφη-Τέντα, με αφορμή την έκδοση του τελευταίου βιβλίου της με τίτλο «Οι αγάπες του πολέμου». Η ίδια παρουσίαση θα γίνει την επομένη, Κυριακή 20 Νοεμβρίου, την ίδια ώρα, στον Βόλο, στο ξενοδοχείο Park.
Ομιλητές: Στέλιος Ελληνιάδης, δημοσιογράφος, Ναταλία Μουστακλή, Διεύθυνση Δημοσίων Σχέσεων Βουλής των Ελλήνων, Ιωάννα Παπαθανασίου, ιστορικός, διευθύντρια ερευνών στο ΕΚΚΕ, Κώστας Λιβιεράτος, εκδότης-επιμελητής, Μαρία Ούτα, φιλόλογος. Θα συντονίσει ο Βασίλειος Φυτιλής, δικηγόρος στον Αλμυρό. Θα συντονίσει η Αννίττα Πρασσά, δρ. Ιστορικός, προϊσταμένη Γ.Α.Κ. Μαγνησίας στον Βόλο.
Με την ευκαιρία αυτή ρωτήσαμε την Κατίνα Λατίφη πώς ασχολήθηκε με ένα τέτοιο ασυνήθιστο θέμα.

Κυρία Λατίφη έχετε γράψει το πολύ γνωστό βιβλίο «Τα απόπαιδα», μια προσωπική μαρτυρία που έχει μεταφραστεί στα γαλλικά και στα γερμανικά. Επίσης, άλλη μια πολύ ξεχωριστή μαρτυρία, το «Μακρύς ο δρόμος για την Ιθάκη. Πολιτική ξενιτιά, 1950-1974. Κι ακόμα, την κορυφαία μελέτη σας «Πέτρος Σ. Κόκκαλης – Βιωματική βιογραφία». Τώρα μας ξαφνιάσατε με τις «Αγάπες του πολέμου». Τι προκάλεσε την καταγραφή τους;
Κάποιος απ’ τους αρχαίους μάς έχει πει: Η τραγωδία αρχίζει όταν τελειώνει ο πόλεμος και ξυπνάει ο πόνος. Ένας πόλεμος δεν είναι μονοδιάστατος, έχει πολλές πλευρές και αναρίθμητες συνέπειες. Συνεπώς, δεν ήταν δυνατόν να μείνει απ’ έξω ο έρωτας, που είναι συνυφασμένος με την ανθρώπινη φύση, τόσο δυνατός κι όμορφος που δεν σε ρωτάει πού είσαι και τι κάνεις, αν πολεμάς ή αν είσαι ειρηνικός πολίτης στο σπίτι σου. Αναφέρομαι ειδικά στον έρωτα, γιατί το συναίσθημα της αγάπης, με την πλατύτερη έννοια της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης, ήταν σε μας διάχυτο, ενισχυμένο κι από την ιδεολογία μας.
Όταν πριν μερικά χρόνια έλαβα πρόσκληση από ένα πανεπιστήμιο στο Παρίσι να μιλήσω σε φοιτητές και καθηγητές, απ’ την κατάμεστη αίθουσα ακούστηκε το πρώτο φοιτητικό ερώτημα: «Κυρία Λατίφη, εσείς στο βουνό ήσασταν ερωτευμένη;». Απάντησα: «Ήμουν 17, 18, 19 χρονών και δεν θα ήμουν ερωτευμένη; Μόνιμα ήμουν ερωτευμένη, πότε με τον έναν, πότε με τον άλλον, αλλά δεν το ομολογούσα ούτε στον εαυτό μου. Ωστόσο, πρόσθεσα, «ερωτευόμουν όπως και οι συναγωνίστριές μου αυτούς που ήταν παλληκάρια, ανδρείοι στον πόλεμο, κάτι που εσείς είναι δύσκολο να το βιώσετε σήμερα».
Είχαμε κρυστάλλινες αγάπες και έρωτες, που ήταν, όμως, χαλιναγωγημένοι. Είχαμε και τον θάνατο συνοδεία, και μαζί την ηθική αρχή που έδινε αναβολή σ’ αυτές τις αγάπες για μετά, για όταν θα τέλειωνε η σύγκρουση, αν θα ζούσαμε τότε. Θα ήταν λοιπόν μεγάλη παράλειψη να μη γραφτεί τίποτε για όλα αυτά.

Οι ιστορίες που περιγράφετε στο βιβλίο είναι όλες αληθινές; Κι αν ναι, πώς τις γνωρίσατε;
Όλα τα διηγήματα είναι απολύτως αληθινά, τα πρόσωπα όλα υπαρκτά, η φαντασία χρωματίζει απλώς πρόσωπα και πράγματα, δεν αλλάζει τα γεγονότα. Δύο διηγήματα έχουν να κάνουν με τον Αλμυρό. Το «Έτος 1946» αφορά τον πρώτο μου ξάδερφο, τον Τάσο Μήλιο, και τον Κυριάκο Καραγιάννη. Όταν άρπαξαν τον Τάσο απ’ τον γάμο του και τον μακέλεψαν, εγώ ήμουν κολλημένη σε μια γκλαβανή στο σπίτι της οικογένειας Τσαβαλιά, γιατί με έψαχναν οι ίδιοι φονιάδες. Άκουγα κολλημένη στα κεραμίδια τον θρήνο της μάνας μου και των συγγενών μου. Οι «Ελεύθεροι σκοπευτές» αναφέρονται στο πατριωτάκι μου, τον Γιώργο Παπούλια. Ήταν αυτός που, όταν με είδε αντάρτισσα στην Όθρυ, πήγε παράνομα, παρήγγειλε να του φτιάξουν και μου ’φερε τα πρώτα αρβυλάκια με κόκκινα ρέλια. «Το δίλημμα» αφορά τη ζωή του υποστράτηγου του Δημοκρατικού Στρατού Αλέκου Υψηλάντη. Ήμουν υπεύθυνη Νεολαίας και Γυναικών στην 103 Ταξιαρχία του και έζησα από κοντά όσα του συνέβησαν. Προσπαθούσα, θυμάμαι, να τον σταματήσω απ’ τον χορό της απελπισίας του (ας σημειωθεί ότι τα κοριτσάκια και του Γιώργου και του Αλέκου έζησαν κι έκαναν οικογένειες). Το «Κάποτε στη Μόσχα», που θα μπορούσε να είναι ένα μικρό μυθιστόρημα, μια νουβέλα, είναι καθ’ όλα αληθινό, με σκόπιμα μισοαλλαγμένα τα ονόματα. Το «Η καρδιά που δεν άντεξε» αφορά τον Κώστα Κουκούλα, συμφοιτητή μου στη Μόσχα, συμπληρωμένο με την αφήγηση του γιου του Θανάση Κουκούλα, που πέθανε πρόσφατα. Κι όλα τα άλλα αφορούν φίλους και φίλες, συμμαχητές μου. Με ορισμένες ξαναβρεθήκαμε μετά στη Ρουμανία – όταν η Λαϊκή Δημοκρατία δεν ήρθε στην Ελλάδα – και μερικές σπούδασαν και παντρεύτηκαν εκεί.
Ξεχωρίζω την «Ένοχη Αγάπη», που ίσως θα έπρεπε να είναι το πρώτο διήγημα στο βιβλίο μου. Όλα τα άλλα αφορούν τον άνθρωπο μαχητή, ενώ αυτό αφορά τον υπερ-μαχητή άλογο. Ο Στήβεν Σπίλμπεργκ έχει κάνει το φιλμ «Το άλογο του πολέμου», υποψήφιο για Όσκαρ. Ετούτη η πιο απλή ιστορία, για την «Αύρα» του μπουρλοτιέρη Βρατσάνου, είχε κι αυτή προταθεί να γίνει φιλμ.
Το έχω πει κι άλλες φορές ότι είμαι χρεώστρια απέναντι σ’ αυτούς που θυσιάστηκαν και δεν έχουν φυγή, κι όταν μπορώ και εκτελώ το χρέος που μου αναλογεί νιώθω ότι μου ταιριάζει η φράση «πληρώνω το γλυκό βάσανο της θύμησής μου».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το