Τοπικά

«Οδύσσεια» για Βολιώτες ναυτικούς στα λιμάνια λόγω καραντίνας – Ο Γ. Ψαρογιώργος περιγράφει την εμπειρία του

Ακόμα και τέσσερις μήνες παραπάνω είναι αναγκασμένοι να παραμένουν στα πλοία Έλληνες ναυτικοί, καθώς λόγω των μέτρων που ισχύουν για τον περιορισμό της διάδοσης του covid 19 σε πολλές χώρες τα λιμάνια είναι κλειστά και δεν μπορούν να αντικατασταθούν τα πληρώματα. Βολιώτης αξιωματικός μέλος πληρώματος το προηγούμενο διάστημα αναγκάστηκε να παραμείνει δύο μήνες παραπάνω στο καράβι, αφού απαγορευόταν η άφιξη των αντικαταστατών από τη χώρα στην οποία βρισκόταν το σκάφος, στο πλαίσιο της εφαρμογής των μέτρων καραντίνας για την προστασία από τον κορωνοϊό.

Μάλιστα υπήρξε περίπτωση Έλληνα αξιωματικού ο οποίος χρειάστηκε να περιμένει ακόμα και τέσσερις μήνες παραπάνω μέχρι να αποδεσμευτεί ταξιδεύοντας οκτώ ολόκληρους μήνες, αντί για τέσσερις, όπως ήταν προγραμματισμένο.
Ο Βολιώτης υποπλοίαρχος Γιάννης Ψαρογιώργος περιγράφει στη «Θ» την εμπειρία του από ταξίδι στο οποίο γύρισε τη μισή υφήλιο. Κορέα, Αυστραλία, Ιαπωνία, για να περάσουν μέσω Καραϊβικής στον Κόλπο του Μεξικού και στο Φρίταουν του Τέξας, όπου εκεί σήμανε το τέλος της μεγάλης αυτής διαδρομής.

Για να βρει το καράβι με το οποίο θα μπάρκαρε ταξίδεψε στην Κορέα, αεροπορικώς μέσω της Ντόχα του Κατάρ. Με το που έφτασε εκεί στις 19 Μαρτίου μπήκε σε καραντίνα από τις αρχές, μιας και εκείνη την περίοδο ο κορωνοϊός έκανε θραύση στην περιοχή με χιλιάδες κρούσματα και δεκάδες θανάτους καθημερινά. Έμεινε σε καραντίνα μιας εβδομάδας στο ξενοδοχείο, ενώ μετά από τρεις ημέρες τον οδήγησαν σε ειδικά διαμορφωμένο θάλαμο που βρισκόταν εκτός νοσοκομείου, για να κάνει το τεστ. Την επόμενη βγήκε το αποτέλεσμα που ήταν αρνητικό, αλλά παρόλα αυτά η καραντίνα συνεχίστηκε για τρεις ακόμα ημέρες, μέχρι να συμπληρωθεί μια εβδομάδα. «Κατόπιν πιάσαμε δουλειά, όμως ύστερα από πέντε ημέρες εντοπίστηκε κρούσμα στην πτήση από την Ντόχα στη Σεούλ, με αποτέλεσμα να μπω εκ νέου σε καραντίνα για τέσσερις ημέρες. Τεστ δεν μου έκαναν ξανά και μετά από αυτό το διάστημα επανήλθα κανονικά στη δουλειά». Στις 11 Μαΐου αναχώρησε από την Κορέα με καινούργιο σκάφος τύπου LNG (τάνκερ) με προορισμό την Αυστραλία.

Έμειναν δύο εβδομάδες στο αγκυροβόλιο έξω από την πόλη του Ντάργουιν, που βρίσκεται στη Βόρεια Αυστραλία. Εκεί απαγορευόταν όχι μόνο να αλλάξουν πληρώματα, αλλά και οι ναυτικοί δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν τη στεριά. Η διαδικασία φόρτωσης του πλοίου διήρκεσε δύο ημέρες και μόλις ολοκληρώθηκε, λύθηκαν οι κάβοι και η ρότα χαράχθηκε για την Ιαπωνία. Στις 27 Ιουνίου έπιασαν στο Καβασάκι, κοντά στο Τόκυο. «Εκεί μπορούσε να έρθει και να φύγει από το πλοίο κόσμος χωρίς να παραμείνει σε καραντίνα, αρκεί να είχε αρνητικό τεστ. Οι Ιάπωνες ήταν χαλαροί, αλλά πολύ οργανωμένοι και έκαναν τεστ σε όλους όσοι έμπαιναν, αλλά και έφευγαν. Υπήρχε γιατρός που παρακολουθούσε τα πάντα». Στις 28 Ιουνίου το πλοίο μπάρκαρε από την Ιαπωνία με προορισμό τον Κόλπο του Μεξικού και το Τέξας, για να φορτώσει φτάνοντας στις 25 Αυγούστου.

Το ταξίδι ήταν πολύ μεγάλο, ενώ πέρασαν από τη Σιγκαπούρη, η οποία ήταν κλειστή για αλλαγές πληρωμάτων. Συνέχισαν για τη Ρεϊνιόν και τον Μαυρίκιο στον Ινδικό Ωκεανό, όπου και εκεί δεν επιτρεπόταν οι αλλαγές πληρωμάτων. Πέρασαν από το Κέιπταουν της Νότιας Αφρικής, το οποίο ήταν και αυτό κλειστό, τη στιγμή που για αρκετά μέλη του πληρώματος είχε λήξει η σύμβαση που είχαν υπογράψει και ήταν για περίπου έναν μήνα εγκλωβισμένοι στο πλοίο, χωρίς να μπορούν να αποχωρήσουν και να έρθουν οι αντικαταστάτες τους. Φτάνοντας στο νότιο κομμάτι της Καραϊβικής και στο Κουρασάο (στα ανοιχτά της Βενεζουέλας), κατάφεραν να αποχωρήσουν, όπως και ο ίδιος μετά από ενάμιση μήνα αναμονής.

Μέτρα προστασίας
Σύμφωνα με τον 38χρονο υποπλοίαρχο σε όλα τα λιμάνια στα οποία έδεσαν, τηρούνταν πολύ αυστηρά μέτρα ασφαλείας. Πιο συγκεκριμένα ανέβαιναν πάνω στο πλοίο μόλις δύο άτομα από το λιμάνι για εργασίες και επίβλεψη, ενώ παλαιότερα συγκεντρώνονταν αρκετοί, μεταξύ των οποίων λιμενικοί και τελωνειακοί. Άπαντες φορούσαν προστατευτικές μάσκες, όπως και οι ναυτικοί. «Το πλήρωμα αποτελούνταν από 30 άτομα (Έλληνες, δύο Κύπριοι, Ουκρανοί, Φιλιππινέζοι, ένας Κροάτης και ένας Ισπανός), και ήταν όλοι ψύχραιμοι, αναφορικά με την πανδημία. Σε άλλα ελληνόκτητα καράβια ο χρόνος παραμονής των ναυτικών ήταν πολύ μεγαλύτερος από τον ενάμιση μήνα. Μάλιστα Έλληνας σε άλλο σκάφος έμεινε τέσσερις μήνες παραπάνω, καθώς έκαναν δρομολόγια, φορτώνοντας και ξεφορτώνοντας σε λιμάνια που δεν επέτρεπαν την προσέγγιση. Ουσιαστικά καραντίνα για τα πλοία υπάρχει σε όλη την Αφρική και τη Λατινική Αμερική». Όπως αναφέρει ο Βολιώτης υποπλοίαρχος, αξιωματικός από τη Μαγνησία που βρισκόταν σε άλλο σκάφος αντί για τέσσερις μήνες ταξίδεψε έξι, λόγω των περιορισμών που ισχύουν. «Είναι ενοχλητικό, να μην ξέρεις αν θα φύγεις, από πού και πού θα πάει τελικά το καράβι» σημειώνει με νόημα.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το