Τοπικά

Ο Βολιώτης ιατρός Αντώνης Κασιάρας έμεινε 26 χρόνια στη Λατινική Αμερική – “Στη Βραζιλία μπορείς να ζήσεις το όνειρο”

Το 1992 ο ιατρός Αντώνης Κασιάρας, 28 ετών τότε, μετανάστευσε στη Βραζιλία. Έζησε και εργάστηκε εκεί 26 ολόκληρα χρόνια, μέχρι που την περσινή άνοιξη πήρε την απόφαση να επιστρέψει στον Βόλο. Ο Βολιώτης επιστήμονας μίλησε για τις εμπειρίες του στη μεγαλύτερη και πολυπληθέστερη χώρα της Λατινικής Αμερικής, όπου άσκησε το ιατρικό επάγγελμα για δυόμισι και πλέον δεκαετίες.

Αρχικά βρέθηκε στο Ρίο Πρέτο, που απέχει 440 χιλιόμετρα από το Σάο Πάολο. Απέκτησε την ειδικότητα του παθολόγου/ρευματολόγου και απασχολήθηκε στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της πόλης, όπου βρισκόταν ήδη από τη δεκαετία του ’50 ο θείος του, έχοντας ιδρύσει εκεί νεφρολογική κλινική. Το διάστημα 2013-2016 βρέθηκε στην κεντροδυτική Βραζιλία, καθώς συμμετείχε στο «Mais Medicos», ένα κυβερνητικό πρόγραμμα, που κάλυψε την έλλειψη γιατρών στα περίχωρα μεγάλων πόλεων. Εκτός από την επαγγελματική δραστηριότητά του, αναφέρθηκε επίσης στον τρόπο ζωής που συνάντησε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, επισημαίνοντας πως η Βραζιλία είναι μία χώρα που μπορείς να ζήσεις το όνειρο.

Ο Αντώνης Κασιάρας γεννήθηκε το 1964 στην Κοζάνη. Ήρθε δύο ετών στον Βόλο, όταν ο πατέρας του, δασονόμος στο επάγγελμα, πήρε μετάθεση στην πρώην Νομαρχία Μαγνησίας και βρέθηκε τότε στο Δασαρχείο Βόλου. Αποφοίτησε από το 2ο Λύκειο Βόλου, πετυχαίνοντας στην Ιατρική το 1982 στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Η 11η Σεπτεμβρίου 1992 έμελλε να είναι η ημέρα, που αποχαιρέτησε την Ελλάδα, αφού τότε μπήκε στο αεροπλάνο για τη Νότια Αμερική. «Θυμάμαι ακόμη τον πρώτο περίπατο που έκανα στο Σάο Πάολο, όπου με υποδέχθηκε ένας ξάδερφός μου, γιος του θείου μου, Αθανάσιου Μπέζα, ο οποίος ήταν νεφρολόγος και είχε μία μεγάλη κλινική στο Ρίο Πρέτο. Οι εικόνες που είδα, τότε, ήταν άκρως εντυπωσιακές. Δεν γνώριζα τι σήμαινε μία πόλη ανάλογου μεγέθους, αφού τότε το Σάο Πάολο είχε γύρω στα 10 εκατομμύρια κατοίκους. Όσο η Ελλάδα δηλαδή. Σήμερα είναι η μεγαλύτερη πόλη σε πληθυσμό της Βραζιλίας», εξομολογήθηκε χαρακτηριστικά.

Εξετάζοντας μία έγκυο Βραζιλιάνα

Η ύπαρξη συγγενών στο Σάο Χοσέ ντο Ρίο Πρέτο, στάθηκε καταλυτική στην απόφαση του 28χρονου τότε γιατρού, να εγκατασταθεί στο εξωτερικό. «Ο αδερφός της μητέρας μου, ο οποίος πέθανε το 2013, είχε πάει στο Σάο Πάολο το 1958. Έφυγε με καράβι από τον Πειραιά και μετά από μία σύντομη στάση στην Ιταλία κατέληξε με το πλοίο της γραμμής στη Βραζιλία, όπου σπούδασε ιατρική και έμεινε για πάντα. Όταν πήγα εγώ, μετρούσε ήδη 34 χρόνια στη Βραζιλία», τόνισε ο Αντώνης Κασιάρας και πρόσθεσε: «Αποφάσισε να πάει στο Ρίο Πρέτο. Ήταν διορατικός και μετακόμισε σε μία πολλά υποσχόμενη πόλη, όπου σήμερα είναι κέντρο ιατρικής από τις γύρω περιοχές. Στο Ρίο Πρέτο έχει πολιτειακή σχολή ιατρικής. Έδωσα εξετάσεις για ειδικότητα, τις οποίες πέρασα και έκανα παθολογία και ρευματολογία. Ο θείος μου νεφρολόγος. Ήταν πιο παλιά και καθηγητής στη Σχολή που πήγα, αλλά είχε αποχωρήσει από χρόνια, για να ανοίξει την κλινική».
Ξεπέρασε γρήγορα το πρόβλημα της γλώσσας, αφού μέσα σε τρεις μήνες έμαθε πορτογαλικά και αφού ολοκλήρωσε την ειδικότητα, έμεινε για εννέα χρόνια στα εξωτερικά ιατρεία του πανεπιστημιακού νοσοκομείου, που συγκαταλέγεται στα κορυφαία της Βραζιλίας.

Η μετακίνηση στην ενδοχώρα
Το καλοκαίρι του 2013, η τότε πρόεδρος της Βραζιλίας, Ντίλμα Βάνα Ρούσεφ, εφάρμοσε το πρόγραμμα «Mais Medico». Μεταφράζεται «Περισσότεροι γιατροί» και στόχο είχε να καλύψει την έλλειψη ιατρών στο εσωτερικό της αχανούς χώρας των 208.000.000 κατοίκων. Χιλιάδες επαγγελματίες υγείας, όχι μόνο από τη Βραζιλία, αλλά και το εξωτερικό, παρείχαν έτσι τις υπηρεσίες τους σε εκατομμύρια ανθρώπους. Ο Αντώνης Κασιάρας μετακινήθηκε στην πόλη Aparecida de Goiania, στην κεντροδυτική Βραζιλία, που απείχε 200 χιλιόμετρα από την Μπραζίλια, τη διοικητική πρωτεύουσα της χώρας. «Η Aparecida το 1990 είχε 18.000 κατοίκους και το 2013 που πήγα, ζούσαν εκεί πάνω από 500.000. Ασύλληπτη η πληθυσμιακή έκρηξη. Εντάχθηκα στην πρώτη ομάδα γιατρών, που μετείχε στο πρόγραμμα. Η εκπαίδευσή μας έγινε στο Ρίο Ντε Τζανέιρο, σε μία ναυτική βάση. Συνεργαζόμουν με Κουβανούς, Ισπανούς, Ιταλούς και Πορτογάλους συναδέλφους», είπε ο 55χρονος γιατρός, ο οποίος έπειτα υπογράμμισε πως το συγκεκριμένο πρόγραμμα κυριολεκτικά έσωσε τη δημόσια υγεία στη Βραζιλία: «Πήγαμε σε μέρη δυσπρόσιτα, με εγκληματικότητα, απομακρυσμένα, που δεν είχαν ποτέ άλλοτε γιατρό στο παρελθόν. Το Ρίο Πρέτο συγκαταλέγεται στις ταχύτερα αναπτυσσόμενες. Πέρυσι αναδείχθηκε τρίτη καλύτερη πόλη για να ζεις στη Βραζιλία. Στην Aparecida ίσχυε το ανάποδο. Δρούσαν συμμορίες, υπήρχαν ναρκωτικά, πορνεία, εμπόριο όπλων. Υπήρχε μεγάλη ανασφάλεια, ενώ γιατρό έβλεπαν σπάνια. Στην αρχή ήταν δύσκολα, όμως ήρθα κοντά με τους ντόπιους. Απλοϊκοί άνθρωποι, αλλά καλοί. Οι περισσότεροι εξ αυτών δούλευαν καθημερινά στην καλλιέργεια ζαχαροκάλαμου και σόγιας και στην εκτροφή βοοειδών. Εργάστηκα ως ρευματολόγος και οικογενειακός γιατρός. Έβλεπα παιδιά, εγκύους, παθολογικά περιστατικά».

Το πρόγραμμα «Mais Medicos/Περισσότεροι γιατροί» έδωσε το δικαίωμα σε εκατομμύρια κατοίκους της Βραζιλίας να αποκτήσουν πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη

Η ζωή στη χώρα της σάμπα και του καφέ
Το πρώτο πράγμα που σκέφτονται οι περισσότεροι, όταν ακούν το όνομα της Βραζιλίας, είναι η σάμπα, το ποδόσφαιρο, οι θρυλικές παραλίες Κόπα Καμπάνα και Ιπανέμα, αλλά και το καρναβάλι στο Ρίο ντε Τζανέιρο… Ο Αντώνης Κασιάρας είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την καθημερινότητα των Βραζιλιάνων, πέρα από τα στερεότυπα που επιτάσσει η τουριστική προβολή.
«Έχουμε αρκετά πράγματα, που μοιάζουμε οι Βραζιλιάνοι με τους Έλληνες. Η εγγύτητα των ανθρώπων είναι παρόμοια. Δηλαδή συναισθηματικά πλησιάζονται. Δεν είναι απόμακρα άτομα. Όμως, οι συνήθειες, οι αντιλήψεις και η κοινωνική δομή, είναι διαφορετικά. Υπάρχουν έντονες ταξικές διαφορές. Στη Βραζιλία πρέπει να καταλαβαίνεις σε ποια τάξη ανήκεις. Αν είσαι αστός, αν ανήκεις στον γεωργικό πληθυσμό ή αν είσαι οικονομικά προνομιούχος. Υπάρχει φεουδαρχική αντίληψη της ζωής, που καθορίζει πολλά άλλα πράγματα», εξήγησε ο Βολιώτης γιατρός, ο οποίος διηγήθηκε κι ένα σπαρταριστό περιστατικό για την αντίληψη που έχουν οι Βραζιλιάνοι για την Ελλάδα: «Σέβονται την ελληνική κουλτούρα, γι’ αυτό δεν τίθεται ζήτημα. Ιδιαίτερα αγαπούν την αρχαία Ελλάδα. Όμως, επειδή στα μέρη που έζησα, συνυπήρξα με απλοϊκούς ανθρώπους, που δεν είχαν πάει καν σχολείο, με ρωτούσαν είτε για τον Παρθενώνα, είτε για το εάν… φοράμε ακόμη χλαμύδες στην καθημερινότητά μας. Εκ πρώτης όψης φαίνεται αστείο, αλλά υπάρχει αυτή η εντύπωση. Βέβαια, κι εμείς έχουμε παρόμοιες αντιλήψεις, π.χ. με τους ιθαγενείς του Αμαζονίου. Είναι φοβερό αυτό. Η τουριστική προπαγάνδα είναι πάνω απ’ όλα».

Η 26ετής παραμονή του στη Βραζιλία, έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσει… καλύτερα τη χώρα, λέγοντας: «Δεν είναι δύσκολη ζωή. Αρκεί να ερμηνεύσεις τη Βραζιλία σ’ αυτό που είναι. Δεν υπάρχει πολιτική χροιά στις σκέψεις των κατοίκων της χώρας, ενώ απουσιάζουν τα πολιτικά πάθη, που βλέπουμε στην Ελλάδα…
Το 1992, όταν πέρασα την πύλη του αεροδρομίου, κρατώντας το διαβατήριο, ήμουν αισιόδοξος για το τι θα έβρισκα στη Βραζιλία. Από εκεί κρατώ πολλά πράγματα. Αυτή η χώρα σου αρέσει για κάτι που δεν μπορείς να το εξηγήσεις. Δίνει μία μοναδική αίσθηση, που δεν μπορείς να την αντικαταστήσεις. Έχει δυναμικότητα, μία ζεστασιά και κάτι σαν υπόσχεση για το μέλλον. Είναι η αισιοδοξία και ο θετικός συναισθηματικός προσανατολισμός που έχει ο Βραζιλιάνος».

Η επιστροφή στον Βόλο
Ο Αντώνης Κασιάρας πλέον μετρά εννέα μήνες από τον επαναπατρισμό του. Όσο για τις ομοιότητες που συνάντησε, με την πόλη που άφησε πίσω του πριν από τόσα χρόνια; «Έλειπα από το 1982, πρώτα ως φοιτητής κι έπειτα που πήγα στη Βραζιλία. Σαφώς τώρα φαντάζει άλλη πόλη. Ο κόσμος άλλαξε, οι συνήθειες. Παρατήρησα πως έχει άλλο χρώμα ο Βόλος, άλλαξε η έκφραση των ανθρώπων. Γίναμε κάπως πιο μοντέρνοι οι Βολιώτες. Μέσα μου, πάντως, φροντίζω να κρατώ αναμνήσεις από τα μέρη που μεγάλωσα κι ας μην υπάρχουν πια».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το