Άρθρα

Ο στίχος θα αγγίξει την αιματοβαμμένη ιστορία στα Τέμπη;

Του Γ. Καπουρνιώτη

Είναι στιγμές, σπάνιες ευτυχώς, αλλά τόσο έντονες που σε στιγματίζουν μια ζωή. Ο καθένας μας μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του είτε ως επιβάτη της μοιραίας αμαξοστοιχίας στα Τέμπη – μία από τις ομορφότερες τοποθεσίες, όχι μόνο της Θεσσαλίας αλλά ολόκληρης της Ελλάδας – είτε ως γονιό που έχασε το παιδί του τόσο άδικα, ως φίλο, συμφοιτητή, σύντροφο των ψυχών αυτών… Κανένα δεν αφήνει ασυγκίνητο κάτι τέτοιο. Ολόκληρη η Ελλάδα συνεχίζει να είναι συγκλονισμένη μετά την τραγωδία. Η οδύνη των συγγενών, όσων χάθηκαν ξαφνικά τόσο άδικα, έχει κινητοποιήσει σε συγκινητικό βαθμό την κοινή γνώμη. Η οργή και η θλίψη, απέραντη σαν θάλασσα, μάς κατακλύζουν. Το τραγικό, το άδικο, η θυσία τόσο νέων ανθρώπων πνίγει τον λαό και τον εξωθεί στους δρόμους, σε διαμαρτυρίες. Η Ημέρα της Γυναίκας αφιερώθηκε από πολλά ΜΜΕ και από δημοφιλείς λογαριασμούς στα social media στις μητέρες των θυμάτων της τραγωδίας. Γιατί πρόκειται για έγκλημα. Έγκλημα με πολλούς ενόχους. Χρόνια ετοιμαζόταν όλο αυτό. Έβραζε υπόγεια κι όλο και φούσκωνε, πίεζε τα τοιχώματα μέχρι που τα τίναξε όλα στον αέρα. Τόσες ζωές, τόσα παιδιά απάνω στην αλκή της νιότης και να χαθούν σε μια αστραπή. Δύσκολες μέρες. Δύσκολοι καιροί. Μύλος. Μύλος που αλέθει τις ψυχές και τις ζωές μας.

Τη στιγμή, λοιπόν, που η ελληνική κοινωνία προσπαθεί να σταθεί δίπλα στους γονείς και συγγενείς των θυμάτων, αναρωτιέμαι, αν θα γραφτεί κάποιο τραγούδι για την τραγωδία στα Τέμπη. Η τέχνη έχει την δύναμη να εκφράσει όλα όσα είναι δύσκολο να ειπωθούν μέσα από ένα τραγούδι για «εκείνο το τρένο» που χάραξε μια απροσδόκητη πορεία για τις ζωές νέων – στην πλειονότητά τους – ανθρώπων; Η τέχνη θα δημιουργήσει κάτι που θα καταχωρηθεί στην εθνική μνήμη (μας); Η τέχνη θα φροντίσει να μείνουν χαραγμένες οι μαύρες σελίδες της αιματοβαμμένης ιστορίας πάνω στις ράγες, σαν φάροι αναμμένοι που θα πρέπει να διώχνουν τα καράβια από τα βράχια και να σταματάνε τα τρένα από την πορεία τους προς τον θάνατο; Έχει γράψει κάτι ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου για τον Σωκράτη Μάλαμα: «Στην κοιλάδα των Τεμπών, φόβος των μηχανοδηγών». Υπάρχει και το «Άιντε και Ντε» – ένα «ιδιόμορφο» βαλς – ζεϊμπέκικο – που τραγουδάει ο Γιάννης Πουλόπουλος, σε στίχους Γιάννη Ρίτσου και είχε γραφτεί για την αντίστοιχη τραγωδία στον Δοξαρά, 51 χρόνια πριν. Αλλά δεν κάνουν. Σε τέτοιες τραγωδίες ακόμα και η Μούσα στέκει αμήχανη. Ίσως και επειδή ως λαός προτιμούμε να ξεπερνάμε τον πόνο διά της λήθης. Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, θα το ξεχάσουμε… μέχρι να πιάσει σκουριά η μνήμη. Τι να γράψει και τι να τραγουδήσει; Πώς να θρηνήσει τα τρία κορίτσια από την Καλαμπάκα; Τί να τραγουδήσει για τα παιδιά που χάθηκαν; Υπάρχουν λόγια, άραγε, για αυτούς που έχασαν αγαπημένους και πήραν πίσω μαύρες σακούλες, γιατί οι δικοί τους «εξαϋλώθηκαν»; Θεέ μου! είναι μια λέξη που δεν μπορώ να την ακούω, κι όμως ακούγεται συνέχεια στα αυτιά μου. Δεν λένε πέθαναν, δεν λένε σκοτώθηκαν, λένε «εξαϋλώθηκαν». Έγιναν καυτός αέρας, σύννεφο, καπνός. Έγιναν ανύπαρκτοι.
Παρεμπιπτόντως, στο ελληνικό τραγούδι, τα τρένα σφυρίζουν μόνο για αποχωρισμούς. Δεν υπάρχουν χαρούμενα τραγούδια για τρένα. Το τρένο θα φεύγει πάντα στις οκτώ, ταξίδι για την Κατερίνη και θα πάρει μαζί του και τον φαντάρο που θα φυλάει σκοπιά. Ενίοτε θα πηγαίνει και σε νησί, κατά το σουρεαλιστικό εύρημα του Γκάτσου: «Πάει έφυγε το τρένο, έφυγες και εσύ. Σταλαγματιά χρυσή, σε γαλανό νησί». Ο μόνος που περιμένει τρένο είναι ο Άκης Πάνου, διά του Στράτου Διονυσίου: «Στον Σταθμό του Μονάχου». Εκεί σουρουπώνει, η αμαξοστοιχία «Ακρόπολις» θα φτάσει, μακάρι να κατεβάσει έναν φίλο ή γνωστό. Μπορεί και να είναι ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο οποίος επιβιβάστηκε στο «Τρένο για τη Γερμανία» του Κώστα Βίρβου. «Μέσα στο τρένο που με πάει στην ξενιτιά, κλαίω τη μοίρα μου χωρίς παρηγοριά». Η στιχουργική έμπνευση δεν έχει αγγίξει ποτέ την περιγραφή ενός σιδηροδρομικού δυστυχήματος. «Σαν δυο τρένα που αντάμωσαν ένα βράδυ» τραγουδάει ο Διονυσίου, αλλά σπεύδει να συμπληρώσει ότι «χώρισαν ξανά μες στο σκοτάδι». Προφανώς επειδή, μέχρι σήμερα, στη συλλογική συνείδηση το τρένο θεωρείτο ασφαλές. Όχι πια!

Τώρα δεν υπάρχει καμία αμφιβολία: Θα αποκτήσουμε το πιο ασφαλές σιδηροδρομικό δίκτυο στην Ευρώπη, μπορεί και στον κόσμο. Και όταν με το καλό εγκατασταθούν όλα τα απαραίτητα συστήματα, οι πολιτικοί θα εκφωνήσουν πανηγυρικούς για την πατρίδα μας που πρόλαβε, επιτέλους, το τρένο της ανάπτυξης (ω, ναι, τρένο!) και κατευθύνεται αισιόδοξη προς το μέλλον. Και τα θύματα της τραγωδίας θα γίνουν Ιφιγένειες που, τελικά, θυσιάστηκαν για να φυσήξει ο άνεμος της προόδου πάνω από το σιδηροδρομικό δίκτυο. Χωρίς τραγούδι, λοιπόν. Μόνο με τον εθνικό ύμνο. Και από το βάθος ο Δημήτρης Μητροπάνος να εκλιπαρεί μήπως μπορείς να κάνεις κάτι για να χάσει το τρένο. Ίσως φαντάστηκε την αδιαφορία, τον φόβο της κακιάς στιγμής που ξορκίζεται μέρα με τη μέρα, με τους υπεύθυνους χωρίς ευθύνη και τους ανεύθυνους που χειρίζονται τα κλειδιά στις ράγες πάνω στις οποίες ταξιδεύουμε όλοι. Τι πιο ελληνικό από τη μάταιη θυσία τους;
Κι εμείς με τον καιρό θα το έχουμε ξεχάσει και η είδηση θα μπαίνει στις πίσω σελίδες, όπως μπαίνει τώρα και η δίκη για το Μάτι. Κάποιος άλλος Πούτιν, μια άλλη Πισπιρίγκου, ένας άλλος πάτερ Αντώνιος, ένας άλλος Μίχος θα φιγουράρει φάτσα κάρτα στα εξώφυλλα. Για σήμερα τουλάχιστον, όμως, η σκέψη ας είναι κοντά σε αυτούς που έφυγαν και λίγα λουλούδια για τα παιδιά που δεν πέθαναν, δεν σκοτώθηκαν. Εξαϋλώθηκαν. Ζωή σε μας. Αλλά είναι ζωή αυτή;

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το