Άρθρα

O Σολωμός, o Ροντήρης και ο Κουν… “Η γνωριμία μου με τους τρεις κορυφαίους θεατρανθρώπους”

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

Είχα την τύχη και την ευλογία να τους προλάβω και τους τρεις. Δεν έχει σημασία πώς και πόσο. Αλλά τους πρόλαβα.
Ο Δημήτρης Ροντήρης και ο αδελφός του, όσο ζούσαν, ήταν πελάτες του δικηγορικού γραφείου, όπου δούλεψα στον Πειραιά. Ήταν βέροι Πειραιώτες αν και κατάγονταν από το Αγρίνιο, αν θυμάμαι καλά.
Ο Δημήτρης, ένας γλυκύτατος άνθρωπος, μπορεί να έδειχνε προς τα έξω στρυφνός, μα είχε καρδιά μάλαμα. Τον θυμάμαι μέχρι που έφυγε από τη ζωή. Αλλά τότε δεν ήξερα ούτε ποιος ήταν ούτε τι αξία είχε.
Μοναδικός – ίσως ο μεγαλύτερος – θεατράνθρωπος στην ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου μας.

*

Τον Κάρολο Κουν τον εγνώρισα το 1976, στην παλιά Επίδαυρο, σε ένα σπιτάκι, που του είχε παραχωρηθεί, για να μένει όσο κατέβαινε στο θέατρο του Πολυκλείτου για παραστάσεις, δοκιμές και πρόβες. Κουβαλιότανε εκεί ολόκληρος ο θίασος, και ο Κουν σε μια γωνιά, κάτω την κληματαριά, παρακολουθούσε τους βοηθούς του – Λαζάνη, Κουγιουμτζή και Αρμένη – αν ακολουθούσαν τη σκηνοθετική του γραμμή και αν δίδασκαν όπως ήθελε αυτός τον Χορό, στα βήματα και την απαγγελία.

Καθόταν στην πολυθρόνα του σκηνοθέτη, καπνίζοντας αρειμάνια με το τσιγάρο ανάμεσα στον μέσο και τον παράμεσο, με τα μαλλιά χυτά, το βλέμμα χυμένο κι αυτό στον αργολικό κόλπο, σχολιάζοντας πού και πού την έπαυλη του Ροστροπόβιτς (;), που βρισκόταν στην απέναντι βραχωμένη ακτή.

Με πήγε ώς εκεί και με σύστησε – καλή του ώρα – ένας καρδιακός φίλος, ο Μανώλης Πασχαλάκης, πολιτικός μηχανικός, που μεσολάβησε για να κάνει τις διακοπές του στην παλιά Επίδαυρο ο Κουν.

Είχα σταθεί σαν το ζαγάρι σε μια γωνιά, παραδίπλα του και τον παρακολουθούσα πώς σηκωνόταν, πώς αλαφιαζόταν, πώς χαμογελούσε, αφήνοντας δυο σειρές μάλλον χαλασμένα δόντια να ξωπετούνε απ’ τα δασωμένα χείλια του.

Όχι ότι είχα τίποτε με τον γίγαντα της θεατρικής κουλτούρας, αλλά το γεγονός ότι τον άκουσα να μιλάει – εκτός σκηνής και τηλοψίας – να αντιδρά, να βρίζει και να εκτελεί εκείνες τις ιδιόρρυθμες χειρονομίες του, μου ήταν αρκετό.
Φυσικά ούτε είχα τίποτα άλλο μαζί του ούτε τον ξαναείδα.

*

Τον Αλέξη Σολωμό τον συνάντησα τυχαία, στο προαύλιο του Ηρωδείου, πριν κάμποσα χρόνια (πρέπει να ήταν το 2008 και να ήταν 90 χρονώ) μετά από μια αριστοφανική παράσταση.

Τον ξεχώρισα ανάμεσα σε εκατοντάδες άτομα και γνωστές περσόνες του θεάτρου και της τηλεόρασης, να γυροφέρνει αμήχανος, δίχως συντροφιά, γερασμένος κι ίσως προβληματισμένος, του μίλησα, και του ζήτησα τη γνώμη του, δίχως να με γνωρίζει.

Μου ζήτησε να καθίσουμε στο τσιμεντένιο παγκάκι του προαυλίου να πάρει μιαν ανάσα, ύστερα με κοίταξε, απόρησε πώς τον εγνώρισε κάποιος άγνωστος και με ρώτησε αν είμαι ηθοποιός.
Σαν του απάντησα αρνητικά, με ξαναρώτησε πώς τον αναγνώρισα. Αυτό κι αν είχε τη σημασία του.

Ο κορυφαίος, τότε, επιζών σκηνοθέτης, κριτικός, δραματουργός, αναλυτής και θιασώτης της αρχαίας δραματικής ποίησης, που άφησε εποχή στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου, ήταν εντελώς άσημος και άγνωστος σε όλους τους φωνασκούντες φρακοφόρους, χειροφιλητές και ασπαζόμενους, επίσημους και ανεπίσημους, που κάμανε πηγαδάκια γύρω από αστέρες της τηλεοπτικής βιομηχανίας, με συνέπεια ο Άνθρωπος, να απορήσει πώς κάποιος τον ανεγνώρισε, ενώ ούτε στο θέατρο πήγαινε πια ή εργαζόταν ούτε δοσοληψίες είχε με την πολιτική της τέχνης και τους παρατρεχάμενους της δημοσιότητας.

Πήρε το θάρρος για να μου ανοίξει την καρδιά του, αλλά με ξαναρώτησε ποιος είμαι. Δεν πίστευε ότι του ήμουν ένας άγνωστος που έτσι στα καλά καθούμενα τον αναγνώρισε.
«Κι εν πάση περιπτώσει, από πού με γνωρίζετε», επέμεινε.

Βλέπετε ήταν ακόμη κουμπωμένος, αλλά ομιλητικός και προσηνής. Ζητούσε ένα κλειδί γνωριμίας. Ποιος ήμουνα εγώ που του αφιέρωσα τον χρόνο μου δίχως εκείνος να τραβάει τα βλέμματα και τα φλας της δημοσιότητας…

Όταν του είπα ότι τον γνωρίζω από τον «Ζωντανό Αριστοφάνη» του η έκπληξή του ήτανε μικρού παιδιού. Γούρλωσε τα μάτια του, με κοίταξε και μου είπε:
«Μήπως είσαι δημοσιογράφος»;

Όχι, του είπα, αλλά θα ήθελα να σας ακούσω, ειδικά για τον Αριστοφάνη, επειδή πιστεύω ότι το έργο σας είναι αξεπέραστο, μοναδικό και πρωτοποριακό στο είδος του.

Ο εξέχων αυτός αναλυτής του Αριστοφάνη, έκαμε λίγο πίσω το κεφάλι του, καθώς δεν περίμενε να συναντήσει κάποιον που να τον αναγνωρίσει – έτσι αφανής και άσημος που ήταν – και κυρίως να του μιλήσει με τόση κολακεία γι’ αυτό το κορυφαίο αναλυτικό βιβλίο, πάνω στους χαρακτήρες των αριστοφανικών έργων και στα ήθη της κλασικής Αθήνας, όπως τόσο έξοχα τα ζωγραφίζει ο μέγας Αλέξης Σολωμός στο εκπληκτικό αυτό δοκίμιό του.

Του ζήτησα να πάμε απέναντι έως το «Διόνυσο», για ένα κρασί, αλλά ευγενικά αρνήθηκε, δίχως όμως να θέλει να φύγει, γιατί του άνοιξα πληγή που δεν μπορούσε να κλείσει. Άλλωστε περίμενε την κόρη του ως νάρθει να τον πάρει.

Μείναμε εκεί για μισή ώρα. Μου μίλησε για τον «Ζωντανό Αριστοφάνη», αλλά και για τη ζωή του. Πως οι δικοί του ήθελαν να τον κάνουν δικηγόρο. Πώς σπούδασε νομικά, πώς έβγαλε τη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου μες στην κατοχή, πώς έκαμε μεταπτυχιακό την περίοδο του Εμφυλίου, πως θαύμαζε τον Ροντήρη, αλλά και τον Φώτο Πολίτη, πώς… πώς…

*

Ο Αλέξης Σολωμός γεννήθηκε το 1918 στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Εθνικού. Ίδρυσε το Προσκήνιο και υπήρξε αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΕΙΡΤ και διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου.

Σκηνοθέτησε πλήθος παραστάσεις, έγραψε 11 βιβλία για το θέατρο, το αρχαίο δράμα και τον Αριστοφάνη και δίδαξε τον θεατρικό λόγο τόσο στην Αθήνα, όσο και στη Δραματική Ακαδημία του Λονδίνου. Τελευταία του παράσταση ήταν η Αντιγόνη του Σοφοκλή, το 1992.

Η πρώτη του παράσταση στην Επίδαυρο, με την οποία άνοιξε τις πύλες του το θέατρο του Πολυκλείτου, ήταν οι Εκκλησιάζουσες, το 1956. Τον επόμενο χρόνο σκηνοθέτησε Λυσιστράτη και με αυτό το έργο κατάφερε να αναστήσει το είδος και να κάνει προσιτό κι επίκαιρο τον Αριστοφάνη στο διεθνές και στο ελληνικό κοινό.

Διαχρονική έμεινε η ατάκα του για τους πολιτικούς και τον Αριστοφάνη: «Όποιος θέλει να γίνει υπουργός ή και βουλευτής ακόμα και να κρίνει από τη θέση του την τύχη της χώρας, πρέπει πρώτα να εκπαιδευτεί άριστα στις κωμωδίες του Αριστοφάνη»…
Ο Αλέξης Σολωμός έφυγε από τη ζωή το 2012, σε ηλικία 94 ετών.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το