Άρθρα

Ο ρόλος των γονέων στον επαγγελματικό προσανατολισμό των παιδιών τους

 

Της
Θεοδώρας Γεωργατζή,
ψυχολόγου ΜSc,
υποψήφιας διδάκτωρος
Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Ο επαγγελματικός προσανατολισμός είναι η ανίχνευση και η ορθή αξιολόγηση των ικανοτήτων, των δεξιοτήτων, των ταλέντων, των ενδιαφερόντων και της ιδιοσυγκρασίας του εφήβου, ώστε να θέσει ως στόχο ένα μελλοντικό επάγγελμα που θα του προσφέρει αποκατάσταση στην αγορά εργασίας, οικονομική αυτονομία και ευημερία, αλλά πρωτίστως ισορροπία και πληρότητα.
Ο έφηβος καλείται – στην πλειονότητα των περιπτώσεων χωρίς τη συμβουλευτική υποστήριξη παιδαγωγού ή ψυχολόγου – στην ηλικία των 15 περίπου ετών να αρχίσει να προετοιμάζει τον εαυτό του για τον στίβο των πανελλαδικών εξετάσεων, την πρώτη μεγάλη δοκιμασία της ζωής του απέναντι στο σύστημα των ενηλίκων. Καλείται να επιλέξει κατεύθυνση σπουδών, να ορίσει ένα σκληρό προπονητικό πρόγραμμα εντός και εκτός σχολείου και να το εκτελέσει με αδιάκοπη προσπάθεια, αφοσίωση και υπομονή, μέχρι τη μάχη των πανελλαδικών εξετάσεων.
Πόσο ελεύθερη και πόσο δική του είναι, όμως, η απόφαση αυτή; Λειτουργούν οι γονείς ως καταλύτες; Η απάντηση στο ερώτημα είναι πως γονεϊκές προβολές υφίσταντο, υφίστανται και θα υφίστανται, καθώς όλοι μας φέρουμε την ανάγκη αντανάκλασης του εαυτού μας στον απόγονό μας.
Ονειρευόμαστε το καλύτερο για το μωρό μας από τη μέρα της γέννησής του, για την υγεία του, την ανάπτυξή του, τη μόρφωσή του, το επάγγελμά του, τις σχέσεις του και, γενικότερα, την τύχη του στη ζωή. Είναι, άλλωστε, η φροντίδα και η υποστήριξη των παιδιών μας δική μας ευθύνη.
Βαθύτερες ναρκισσιστικές ανάγκες, όμως, πολλές φορές οδηγούν στην εργαλειοποίηση των παιδιών και τη χειριστική συμπεριφορά των γονέων, με σκοπούς όπως:
-Tη συνέχιση ενός καταξιωμένου κοινωνικά επαγγέλματος και μοτίβου ζωής (π.χ. γονέας με κερδοφόρο επάγγελμα, κοινωνικά αναγνωρισμένο, που θεωρεί αυτόματη και υποχρεωτική τη διαδοχή του από το παιδί του).
-Tην ικανοποίηση απωθημένων επαγγελματικών στόχων του γονέα (π.χ. γονέας που απέτυχε να σπουδάσει αυτό που επιθυμούσε μεταβιβάζει την επιθυμία του στο παιδί του, για να την δει εντέλει να εκπληρώνεται).
-Tη μέγιστη αξιοποίηση της ευκαιρίας μίας καλύτερης ζωής (π.χ. γονέας με σκληρή
χειρωνακτική εργασία, χαμηλά αμειβόμενη, αναμένει πως το παιδί του με το «βραχιόλι» του πτυχίου θα κατακτήσει μία καλύτερη θέση στην κοινωνία).
Τι πρέπει, λοιπόν, να προσέχουν οι γονείς, όταν, συνειδητά ή ασυνείδητα, επηρεάζουν τις αποφάσεις των παιδιών τους;
Καταρχάς, η εφηβεία συνιστά μία δεύτερη γέννηση, μία περίοδο μαζικών αλλαγών, σωματικών ψυχικών, κοινωνικών. Μία περίοδο μετάβασης προς την ενηλικίωση, μέσω της διαμόρφωσης ατομικής ταυτότητας. Ο έφηβος, δηλαδή, παλεύει με το «μέσα» του, για να αναδυθεί εντέλει ο ενήλικος εαυτός του.
Ο σύγχρονος δε έφηβος της εποχής της απρόσκοπτης και απεριόριστης σύνδεσης στο ίντερνετ βάλλεται από καταιγισμό πληροφοριών και ερεθισμάτων. Μεγαλώνει ανάμεσα στο πραγματικό και το εικονικό, κινδυνεύοντας από την παγίδα της σύγχυσης ανάμεσα στα δύο. Εάν δεν υπάρχουν γερά αντισταθμίσματα ουσίας στο οικογενειακό και το σχολικό περιβάλλον, αυτή η υπερπληροφόρηση μπορεί να οδηγήσει σε αποκλίνουσες συμπεριφορές, ενίοτε αυτοκαταστροφικές.
Τις περισσότερες φορές οι γονείς είναι υπεραπασχολημένοι στον δικό τους κύκλο υποχρεώσεων και δεν αντιλαμβάνονται τα σήματα που εκπέμπουν τα παιδιά τους. Είναι πρόθυμοι να παρέχουν υλικά ό,τι καλύτερο, αλλά απέχουν επικοινωνιακά και ψυχικά.
Ποιο είναι, λοιπόν, το πλαίσιο ασφαλείας που χρειάζεται ο έφηβος στον δύσβατο δρόμο προς την ενηλικίωση και την επιλογή επαγγέλματος;
Ας ξεκινήσουμε με τη βασική αρχή πως οι γονείς δεν πρέπει να μεταδίδουν στα παιδιά τους το αγωνιώδες σήμα πως η επιτυχία στις πανελλαδικές εξετάσεις είναι η αρχή και το τέλος του σύμπαντος. Πρέπει από νωρίς να μάθουν στα παιδιά τους πως η ζωή είναι γεμάτη διαρκείς δοκιμασίες και προκλήσεις και πως ο αγώνας είναι στην ανθρώπινη φύση, μας εξελίσσει, μας δυναμώνει, μας δίνει αυτοσεβασμό και σοφία. Να τους μάθουν πως η επιτυχία δεν είναι ποτέ πλατύς μονόδρομος. Η διαδρομή θα έχει νομοτελειακά και λάθη.
Σημαντικό, επίσης, είναι οι γονείς να παρατηρούν και να αφουγκράζονται τα παιδιά τους, μέσα από ένα κανάλι ανοιχτής επικοινωνίας και εμπιστοσύνης. Το παιδί δεν θα πρέπει να φοβάται τη μη αποδοχή ή την απόρριψη. Θα πρέπει να μιλάει ανοιχτά στους γονείς του για τις ανησυχίες του, τους φόβους του, τις προτιμήσεις του, τις ανάγκες του και τα όνειρά του. Πρέπει να καταλαβαίνει πως οι γονείς το αγαπούν άνευ όρων και προϋποθέσεων και το σέβονται ως ξεχωριστή ανθρώπινη οντότητα. Μόνο όταν ο άνθρωπος νιώθει αγάπη και αποδοχή μπορεί να ανθίσει και να δημιουργήσει, να γίνει, δηλαδή, και επιτυχημένος και ευτυχισμένος.
Τέλος, να μη διστάζουν οι γονείς, όταν βεβαίως νιώθουν οι ίδιοι ή τα παιδιά τους την ανάγκη, να απευθύνονται σε ειδικούς της ψυχικής υγείας. Οι ειδικοί δεν είναι κριτές, είναι άνθρωποι που με επιστημονικό τρόπο θα τους ακούσουν, θα τους κατανοήσουν και θα τους βοηθήσουν.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το