Αθλητισμός

“Ο Ολυμπιακός Βόλου ήταν το δεύτερο σπίτι μου” – O γιος του ιδρυτή του συλλόγου εξιστορεί τα πρώτα βήματα των «ερυθρολεύκων»

Η ποδοσφαιρική ομάδα του Ολυμπιακού Βόλου φέτος συμπληρώνει 80 χρόνια ζωής. Από το 1937 μέχρι και σήμερα, οι «ερυθρόλευκοι» έγραψαν τη δική τους ιστορία κι έφτασαν από τις αλάνες του Αναύρου μέχρι την έξοδο στην Ευρώπη το καλοκαίρι του 2011. Χαρακτηριστικές στιγμές από τη διαδρομή του Ολυμπιακού θυμήθηκε ο γιος του ιδρυτή του συλλόγου Φίλωνας Πουργιάς. Ο 80χρονος, πλέον, Βολιώτης, ο οποίος μάλιστα είδε τη γέννησή του να συμπίπτει με την εμφάνιση του Ολυμπιακού, εξιστόρησε άγνωστα περιστατικά από τη θητεία του Απόστολου Πουργιά, του πρώτου προέδρου στην ιστορία του Ολυμπιακού.

 

 

Ο κ. Φίλωνας Πουργιάς το πρωί της Κυριακής ήταν επίσημος προσκεκλημένος της διοίκησης του Ερασιτέχνη Ολυμπιακού στην κοπή πίτας του συλλόγου. Η παρουσία του υιού του ιδρυτή των Βολιωτών προκάλεσε συγκίνηση, με τον ίδιο να αποτελεί «ζωντανό» κομμάτι της ιστορίας του Ολυμπιακού Βόλου. «Γεννήθηκα το 1937, τη χρονιά που ιδρύθηκε ο Ολυμπιακός. Όταν πήγαινε στο Πρωτοδικείο για να δηλώσει την ομάδα, ήταν μαζί του οι υπόλοιποι σύμβουλοι από το ΔΣ, μεταξύ των οποίων και ο Κώστας Κωνσταντάρας, ένα ίλαρχος, ο οποίος έγινε και νονός μου. Την ώρα που ήταν όλοι εκεί, γεννιόμουν εγώ. Έτσι, η μάνα του πήγε και τον βρήκε στο δικαστήριο, λέγοντάς του: «Άντε, τρέξε. Γεννήθηκε ο γιος σου». Κάπως έτσι έγινα η μασκότ του Ολυμπιακού. Περνούσαν από το σπίτι και μ’ έπαιρναν, σε όποιο γήπεδο κι εάν έπαιζε η ομάδα. Έχω ζήσει τον Ολυμπιακό πολύ. Έγινε το δεύτερο σπίτι μου. Πιτσιρικάς ήμουν συνέχεια στα πρώτα γραφεία. Εκεί στην Πολυμέρη με Σαράτση. Μόνο εμένα δεν μ’ άφησε να ασχοληθώ. Είχε τους λόγους του. Μια φορά έπαιξα στην ομάδα της Εμπορικής Σχολής, όταν ακόμη φοιτούσα εκεί, κόντρα στα δεύτερα του Ολυμπιακού. Το είπαν στον πατέρα μου και ήρθε στο γήπεδο και με μάζεψε», εξομολογήθηκε ο κ. Πουργιάς, ο οποίος στη συνέχεια μίλησε για τη ζωή του πατέρα του.

«Ο πατέρας μου γεννήθηκε το 1906 και πέθανε σε ηλικία 70 ετών. Πριν από 40 χρόνια ακριβώς. Ήταν εμποροράφτης. Το σπίτι μας ήταν πίσω από τον μύλο του Καπουρνιώτη στη συνοικία του Αγίου Κωνσταντίνου. Εκεί που είναι σήμερα τα ΕΛΤΑ στην οδό Δημητριάδος λειτουργούσαμε το κατάστημά μας. Ένα μεγάλο μαγαζί με πέντε εισόδους. Μέχρι και θυρωρό είχαμε. Συνολικά 67 άτομα προσωπικό απασχολούνταν. Ράφτες, καλφάδες, ό,τι έβαζε ο νους σου. Δεν υπήρχε πιο μεγάλο ραφείο από το δικό μας. Το 1940 σαν κηρύχθηκε ο πόλεμος ήθελαν οι Ιταλοί να χτυπήσουν ένα εγγλέζικο καράβι που ήταν στο λιμάνι του Βόλου και τελικά κατέστρεψαν το μαγαζί μας. Μιλάμε για ολική καταστροφή. Ο πατέρας μου ήταν ποδηλάτης, αθλητής του Γ.Σ. Βόλου. Βέβαια, για λίγο διάστημα έπαιξε κι εκείνος ποδόσφαιρο. Του άρεσε να αγωνίζεται ως τερματοφύλακας. Μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου και την καταστροφή του εμποροραφείου ανεβήκαμε στη Μακρινίτσα. Μωρό ήμουν τότε. Όμως, επειδή τον πατέρα μου τον κυνήγησαν αρκετά εκείνη την περίοδο, στη συνέχεια καταφύγαμε στο Μούρεσι, όπου ζήσαμε μέχρι την απελευθέρωση. Όταν έφυγαν οι Γερμανοί κατακτητές, επιστρέψαμε ακτοπλοϊκώς στον Βόλο. Επιβιβαστήκαμε σ’ ένα καΐκι στο Χόρτο κι έτσι γυρίσαμε πίσω. Στον Κατοχή ο απαγχονισμός του Μαλαβέτα στην πλατεία Ελευθερίας είχε κοστίσει πολύ στον πατέρα μου. Ήταν φίλοι».

 

 

Η ίδρυση
Στη συνέχεια ο 80χρονος Βολιώτης αναφέρθηκε στο πώς ο Απόστολος Πουργιάς έλαβε την απόφαση να ιδρύσει τον Ολυμπιακό Βόλου: «Η ιδέα για την ίδρυση της ομάδας γεννήθηκε στον Άγιο Κωνσταντίνο. Όλη η συνοικία έγινε «κόκκινη» από τότε. Λόγω της συμπάθειας του πατέρα μου προς τον Ολυμπιακό Πειραιώς διαλέξαμε την ονομασία «Ολυμπιακός» και για εμάς. Ο πατέρας μου στήριζε τότε τον ΟΣΦΠ, αλλά μετά το 1937 για την οικογένειά μας μόνο μία ομάδα υπάρχει: Ο Ολυμπιακός Βόλου. Αυτό ισχύει μέχρι και σήμερα, για τα παιδιά και τα εγγόνια μου. Εξακολουθούμε να πηγαίνουμε όλοι μαζί στο γήπεδο. Ο πατέρας μου ήταν ο χρηματοδότης του Ολυμπιακού εκείνη την εποχή. Πρόσφερε αρκετά στην ομάδα, ειδικά στα πρώτα βήματά της. Τότε το ποδόσφαιρο ήταν αρκετά διαφορετικό και ο εκάστοτε πρόεδρος τα αναλάμβανε όλα. Έδινε πριμ, μια φορά όταν είχαμε κερδίσει τη Δόξα Δράμας, έκανε δώρο στους παίκτες από ένα κουστούμι. Κόκκινο σακάκι και γκρι παντελόνι. Και φυσικά τους έβγαζε τακτικά έξω. Στο «Θεοξένεια» στην Πορταριά έγιναν πολλά γλέντια τότε εκεί. Το στέκι τους βέβαια ήταν στην ταβέρνα του Τσουράπα. Ήταν κι έφορος υλικού. Εκεί πήγαιναν συχνότερα. Έτρεφαν σεβασμό στον πρόεδρο. Σ’ ένα συμβούλιο κάποιος μπήκε μέσα με το κομπολόι. Σηκώθηκε ένας παίκτης και τον χαστούκισε, γιατί το εξέλαβε ως έλλειψη σεβασμού. Τον έβγαλαν έξω οι ίδιοι οι ποδοσφαιριστές. Τον σέβονταν, γιατί ό,τι έλεγε, το έκανε. Μόνο μετά τα εμφράγματα που έπαθε σε μεγάλη ηλικία, σταμάτησε να πηγαίνει στο γήπεδο».

 

Περιπέτειες…
Ο κ. Φίλωνας Πουργιάς θυμήθηκε αρκετά περιστατικά από τις πρώτες… περιπέτειες των «ερυθρολεύκων»: «Το όνομα του Ολυμπιακού Βόλου γρήγορα έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα. Την περίοδο 1939 – ’40 κέρδισε 3-1 τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης για τους «16» του Κυπέλλου Ελλάδας και φτάσαμε στους «οκτώ». Στα προημιτελικά έχασε 5-1 από την ΑΕΚ, αλλά αδικήθηκε από τον διαιτητή. Δύο ημέρες μετά το παιχνίδι εκείνο μας προσκάλεσε ο Ολυμπιακός Πειραιώς για φιλικό παιχνίδι και αποσπάσαμε ισοπαλία στο Ποδηλατοδρόμιο του Φαλήρου. Επί Μεταξά είχαμε πολλές περιπέτειες για το γήπεδο. Ο πατέρας μου διεκδικούσε μία έκταση στον Άναυρο που ανήκε στον Κυνηγετικό Σύλλογο. Κάποτε ήρθε στον Βόλο ο Κωνσταντίνος Κοτζιά, ο οποίος είχε αναλάβει υπουργός Διοικήσεως Πρωτευούσης στο καθεστώς Μεταξά. Είχαν κατηγορήσει άδικα τον Πουργιά και απαίτησε ο Κοτζιάς να συναντηθούν στο Δημαρχείο. Όταν μπήκε ο πατέρας μου μέσα στην αίθουσα, του είπαν: «Να, αυτός είναι που προκαλεί τα προβλήματα». Όμως, ο Κοτζιάς τον καλοδέχθηκε και ο πατέρας μου, του αποκρίθηκε:

 

«Έχω έντεκα παλικάρια, που δεν μπορούν να κάνουν προπόνηση στον δρόμο. Ζητάω ένα γήπεδο». Τελικά ο Κοτζιάς του χάρισε μία φωτογραφία με αφιέρωση «Στον αγαπητό μου πρόεδρο», ενώ από πίσω της είχε σημειώσει το τηλέφωνό του, ώστε σε περίπτωση που κάποιος τον ενοχλούσε ξανά, να τον έπαιρνε. Όμως, παρά τη θετική στάση του υπουργού, άκρη με το γήπεδο δεν βρέθηκε. Δώσαμε μετά ένα ματς με τη μικτή Βόλου, κέρδισε ο Ολυμπιακός και ο Κοτζιάς εντυπωσιάστηκε. Μετά πάμε στη Λάρισα, μικτή Λάρισας-Ολυμπιακός. Στο ημίχρονο χάναμε 1-0. Ο Νικολάρας ο Μαλαβέτας, μέσα, ο Νάνος, και άλλοι. Στο γήπεδο ήταν και ο Παντελής Μαγουλάς, είχε έρθει μαζί μας, με το τρένο. Είχαν άριστες σχέσεις με τον πατέρα μου. Κι όταν χάναμε 1-0, του λέει: «Πρόεδρε, πού είναι τα άλογα σου;». «Τώρα θα τα δεις» του απάντησε εκείνος. Μπαίνει στα αποδυτήρια, για να τους εμψυχώσει. Στο δεύτερο ημίχρονο άρχισαν οι δικοί μας να τους «βομβαρδίζουν» και κερδίσαμε».

Ο γιος του πρώτου προέδρου του Ολυμπιακού μίλησε για το πώς στελεχώθηκε η ομάδα στο ξεκίνημά της: «Το 1937 που ιδρυθήκαμε, υπήρχαν αξιόλογες ομάδες στον Βόλο. Υπήρχε ο Κένταυρος, ο Απόλλων, η Νίκη στη Νέα Ιωνία. Εμείς είχαμε πάρει παίκτες σχεδόν απ’ όλους. Πώς γίνονταν οι μεταγραφές; Ο πατέρας μου είχε κοντά του τον Γιάννη Βογιατζή. Έπαιζε διαιτητής, ενώ ήταν και σύμβουλος στον Ολυμπιακό. Τον έβαζε και γύριζε τις γειτονιές ψάχνοντας για ταλέντα. Έτσι διαλέγαμε τους καλύτερους παίκτες. Ή όταν διηύθυνε αγώνες της ΕΠΣΘ, έλεγε τον πατέρα μου: «Απόστολε, στην τάδε ομάδα παίζει ένας πολύς καλός ποδοσφαιριστής». Πήγαινε και τον έκλεινε ο πατέρας μου. Όσο για τον Μαγουλά και την αντιπαλότητα με τη Νίκη; Η αντιζηλία των φιλάθλων δεν μου έλεγε κάτι. Σε επίπεδο προέδρων υπήρχαν εξαιρετικές σχέσεις. Θυμάμαι περνούσε ο συχωρεμένος Λαλές από το μαγαζί και με φώναζε: Γεια σου, Φίλωνα».

Η κουβέντα μαζί με τον Φίλωνα Πουργιά έκλεισε για τη στιγμή που ο ίδιος ξεχωρίζει στην 80ετή πορεία του βολιώτικου συλλόγου: «Αναμφίβολα, η συμμετοχή μας στα προκριματικά του Europa League. Τότε ένιωσα ρίγος. Και την Κυριακή που πήρα την αναμνηστική φανέλα, συγκινήθηκα πάρα πολύ. Ψέματα να πω; Ο Ολυμπιακός είναι ιδέα, είναι θρησκεία, είναι ιστορία».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το