Ελλάδα

Ο Καμίνης ρώτησε στη Βουλή για τους αστυνομικούς-ορντινάτσες , αλλά του είπαν ότι είναι εθνικό απόρρητο 

Η υπόθεση της πολυάριθμης αστυνομικής προστασίας στον τηλεπαρουσιαστή Μένιο Φουρθιώτη, την οποία επιβεβαίωσε το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, ανακοινώνοντας την απόσυρση των αποσπασμένων αστυνομικών, έφερε με τρόπο εμφατικό —και κάπως φανταχτερό αφού πρόκειται για τηλεπερσόνα— το θέμα της φύλαξης από την ΕΛ.ΑΣ των λεγόμενων «επίσημων και ευπαθών στόχων». Ένα θέμα που είχε επιχειρήσει να το αναδείξει πριν από έναν χρόνο και δυο μήνες ο Γιώργος Καμίνης, ως τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη του Κινήματος Αλλαγής, στη Βουλή, αλλά τότε είχε συναντήσει τις υπεκφυγές, αν όχι την περίεργη σιωπή, του υπουργείου.

Η αλήθεια είναι ότι εδώ και πολλά χρόνια διαβάζουμε και ακούμε διαμαρτυρίες ότι διατίθεται υπερβολικά μεγάλος αριθμός αστυνομικών για τη φύλαξη προσώπων, μεταξύ των οποίων είναι βετεράνοι της πολιτικής και απόμαχοι δικαστικοί, αλλά επίσης επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι κ.ά. Και αυτό, σε κάθε περίπτωση, είναι ένα διπλό κόστος για την Πολιτεία: και πληρώνει τους μισθούς αστυνομικών για να φυλούν-προστατεύουν ιδιώτες και αυτοί οι αστυνομικοί απουσιάζουν από άλλες κρίσιμες υπηρεσίες και δομές της ΕΛ.ΑΣ. Ο ίδιος ο κ. Καμίνης είχε πει το περασμένο καλοκαίρι πως «ουδείς είναι σε θέση να διαβεβαιώσει την κοινή γνώμη ότι τα κριτήρια που εφαρμόζονται είναι δίκαια και ότι το κράτος δεν σπαταλά ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για να φυλά πρόσωπα που είτε στην πραγματικότητα δεν κινδυνεύουν είτε έχουν την οικονομική δυνατότητα να φροντίσουν τα ίδια για τη φύλαξή τους». Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, κάθε αστυνομικός κοστίζει στον έλληνα φορολογούμενο -πέρα από το κόστος εκπαίδευσης του- τουλάχιστον 28.000 ευρώ ετησίως. Με δεδομένο μάλιστα ότι η φύλαξη ενός προσώπου γίνεται σε δύο βάρδιες, απαιτεί κατ΄ ελάχιστον τέσσερα πρόσωπα (2×2). Σύνολο 112.000 ευρώ για κάθε φυλασσόμενο πρόσωπο. «Σε ποια σοβαρή χώρα συμβαίνουν αυτά και καλύπτονται από πλήρη αδιαφάνεια;» είχε αναρωτηθεί ο κ. Καμίνης, ο οποίος είχε εξηγήσει και το πρόβλημα για τον εκάστοτε υπουργό Προστασίας του Πολίτη (άρα και τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, με παρέμβαση του οποίου, όπως θέλει η σχετική διαρροή, αποσύρθηκαν οι αστυνομικοί από τη φυλακή του κ. Φουρθιώτη): «Αποτελεί κοινό μυστικό ότι κάθε νέος υπουργός Προστασίας του Πολίτη, μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του, αρχίζει μια απεγνωσμένη προσπάθεια να εξορθολογίσει την κατάσταση. Ομως τα ορατά και αόρατα νήματα του πελατειακού κράτους κινητοποιούνται αμέσως, με αποτέλεσμα οι αστυνομικοί που στην αρχή της υπουργικής θητείας ανακαλούνται σε μάχιμες θέσεις είτε δεν αναλαμβάνουν καν τα νέα τους καθήκοντα είτε ως δια μαγείας επανέρχονται σε λίγες εβδομάδες σε θέση φύλαξης, συχνά μάλιστα του ιδίου προσώπου. Κάτι σαν μόνιμες ορντινάντσες δηλαδή»… Αυτά τα έλεγε ο κ. Καμίνης τον περασμένο Ιούνιο. Εξι μήνες αφού είχε δει την ερώτησή του προς το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για το καθεστώς φύλαξης επισήμων και άλλων, ουσιαστικά να μην απαντάται — το υπουργείο επικαλέστηκε διατάξεις περί απορρήτου που αφορούν θέματα εθνικής άμυνας και ασφάλειας. Ο κ. Καμίνης επανήλθε και με δεύτερη ερώτηση, τον Μάρτιο του 2020, για να λάβει την ίδια απάντηση, αυτή τη φορά από τον υφυπουργό Λευτέρη Οικονόμου: «Σε απάντηση του ανωτέρω μέσου κοινοβουλευτικού ελέγχου, σας γνωρίζουμε ότι αναφορικά με τα αιτούμενα στην εν θέματι ερώτηση στοιχεία, ακόμη κι αν αυτά δοθούν κατά κατηγορία και όχι κατ’ άτομο, παρέχουν πληροφορίες που άπτονται ζητημάτων ασφαλείας. Είναι δηλαδή δυνατό με την παροχή στοιχείων να εξαχθούν συμπεράσματα που επηρεάζουν την τρωτότητα του συστήματος ασφαλείας τόσο των εν λόγω προσώπων, όσο και κρισίμων εγκαταστάσεων», ανέφερε στην απάντησή του ο υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη. Η υπόθεση του κ. Φουρθιώτη έδωσε αφορμή στον κ. Καμίνη να επανέλθει. Με ανάρτησή του, ο βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής και τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη, προανήγγειλε ότι θα ξαναφέρει το θέμα στη Βουλή —όχι του κ. Φουρθιώτη, τον οποίο άλλωστε δεν κατονομάζει καν, αλλά αυτό των αστυνομικών-φρουρών επισήμων και άλλων. Έγραψε συγκεκριμένα: «Πριν από 14 μήνες, τον Ιανουάριο του 2020, απηύθυνα κοινοβουλευτική ερώτηση προς το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη σχετικά με τα κριτήρια και τον αριθμό των αστυνομικών που υπηρετούν στη συνοδεία ασφαλείας “επίσημων και ευπαθών στόχων”. Όλοι γνωρίζουμε ή έστω υποψιαζόμαστε, πως υπάρχει μια διαχρονική κακοδιαχείριση των ανθρωπίνων πόρων της αστυνομίας, για να φυλάσσονται στόχοι που στην πραγματικότητα δεν το δικαιούνται. Το παραδέχτηκε, άλλωστε, πρώτος ο ίδιος ο κ. Χρυσοχοΐδης, όταν, λίγες εβδομάδες μετά τις εκλογές του 2019, είχε σπεύσει να προαναγγείλει την επιστροφή μεγάλου αριθμού αστυνομικών που απασχολούνται καταχρηστικά στη φύλαξη επισήμων, στις κανονικές τους υπηρεσίες. »Η απάντηση, όμως, στην ερώτηση μου ήταν απροσδόκητα φοβική. Με μια σαθρή νομική αιτιολόγηση, το υπουργείο ισχυρίστηκε πως τέτοιου είδους πληροφορίες είναι απόρρητες για εμάς τους πληβείους. Έφτασαν στο σημείο να επικαλεστούν μάλιστα, στην απάντησή τους, ένα πρακτικό επεξεργασίας του Συμβουλίου της Επικρατείας από το 1981 (!!), το οποίο παρουσίασαν ως “Γνωμοδότηση”. Κείμενο που δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή πολιτική κατάσταση και στερείται κανονιστικής ισχύος. Επανήλθα, με δεύτερη ερώτηση, τον Μάρτιο του 2020, ζητώντας συγκεκριμένες πληροφορίες. Η πολιτικά εξοργιστική απάντηση του υπουργείου ήταν ακόμη χειρότερη. Του τύπου “τα στοιχεία που ζητάτε είναι απόρρητα διότι είναι απόρρητα”. »Είναι σαφές, από τις αποκαλύψεις των ημερών, ότι γύρω από τη διάθεση αστυνομικών σε ευπαθείς και επίσημους στόχους επικρατεί απαράδεκτη αδιαφάνεια, η οποία γίνεται ανεκτή, για να μην πω ότι εκπορεύεται, από το ίδιο το υπουργείο. Η αδιαφάνεια, με τη σειρά της, όπως πάντα, φέρνει διαφθορά. » Δεν είναι, φυσικά, το θέμα η προστασία ενός γνωστού τηλεπαρουσιαστή, η οποία μπορεί να είναι ή να μην είναι δικαιολογημένη. Το θέμα είναι ότι με την απόκρυψη σημαντικών στοιχείων, κανείς από εμάς δεν μπορεί να εκφέρει άποψη για ένα θέμα δημοσίου συμφέροντος. Είμαι σίγουρος ότι μπορεί να βρεθεί ένας τρόπος, η κοινή γνώμη να έχει πρόσβαση σε τέτοιου είδους πληροφορίες, χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια των ανθρώπων που πραγματικά το χρειάζονται. » Μαθαίνω τώρα πως ελήφθη η απόφαση να αποσυρθεί η πολυπληθής φρουρά του συγκεκριμένου. Πρόκειται, φυσικά, για άμεση παραδοχή του λάθους. Είναι όμως μια στάση βαθιά υποκριτική, καθώς όταν το υπουργείο ρωτήθηκε, απέφυγε τη βάσανο του κοινοβουλευτικού ελέγχου με κάθε τρόπο. Στην επίκαιρη ερώτηση που θα καταθέσω την επόμενη εβδομάδα, εκ νέου για το θέμα, ελπίζω το Υπουργείο να επιδείξει μεγαλύτερη προθυμία να μοιραστεί με την Εθνική Αντιπροσωπεία “μυστικά και ντοκουμέντα”».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το