Άρθρα

Ο Γεωργάκης Ολύμπιος και το ολοκαύτωμά του – Μορφές ηρώων της Επανάστασης του 1821

Του
Δημήτρη Κωνσταντάρα-Σταθαρά

Η Επανάσταση του 1821, που δημιούργησε το σύγχρονο ελεύθερο ανεξάρτητο Κράτος μας, ήταν ένας πανελλήνιος ξεσηκωμός, που «πληρώθηκε» με καταστροφές, σφαγές, βασανιστήρια, ολοκαυτώματα και βαρύ φόρο αίματος από τους Έλληνες, που «τόλμησαν» να αποτινάξουν τον τούρκικο ζυγό από τον τράχηλό τους. Να μην το ξεχνάμε αυτό!
Έτσι έχουμε τα ολοκαυτώματα των Ψαρών, της Κάσου, των Κυδωνιών, του Καψάλη και του Ιωσήφ Ρωγών στο Μεσολόγγι, στο Αρκάδι στα 1866, όπου οι πρωτεργάτες τους προτίμησαν τον ένδοξο ηρωικό θάνατο τυλιγμένοι μέσα στις φλόγες, παρά την ατιμωτική παράδοση και συνέχεια, βέβαιο αποκεφαλισμό τους από τους Τούρκους.
Στο σημερινό μας σημείωμα θα αναδείξουμε το ολοκαύτωμα του Θεσσαλού οπλαρχηγού Γεωργάκη Ολύμπιου, από το Λιβάδι της Ελασσόνας, κατά τον Αγώνα, που συντελέστηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1821 στη Μολδοβλαχία, όπου κηρύχτηκε το πρώτον η Επανάσταση από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, τον Φεβρουάριο του 1821.

Ο Γεωργάκης Ολύμπιος, κλεφταρματολός και ήρωας του 1821, γεννήθηκε το 1772 στην ορεινή κωμόπολη Λιβάδι, στις πλαγιές του όρους Τίταρος, σε υψόμετρο 1.200 μ., Β.Δ. της Ελασσόνας. Ήταν συγγενής των αρματολών του Ολύμπου Λαζαίων, τους οποίους εξόντωσε ο Αλή πασάς. Τότε ο Γεωργάκης κατέφυγε στα βουνά και προξενούσε ζημιές στους Τούρκους του Αλή πασά και τον ανάγκασε να του παραχωρήσει το αρματολίκι του Ολύμπου, από το οποίο πήρε και το όνομά του «Ολύμπιος».
Το 1799 ήλθε σε ρήξη με τον Αλή πασά και έγινε κλέφτης στην ίδια περιοχή. Όταν η καταδίωξή του από τον Αλή πασά εντάθηκε, έφυγε προς τη Σερβία και συνέχεια στο Βουκουρέστι (1803) και υπηρέτησε στο «Ελληνικό Σύνταγμα της Οδησσού» που είχε οργανωθεί από τον τσάρο Αλέξανδρο Α’, παίρνοντας μέρος στη ρωσοτουρκική διαμάχη (1805-1806) και απέκρουσε τον τουρκικό στρατό που επιχειρούσε να εισβάλει στη Βλαχία. Για την ανδρεία του ονομάστηκε συνταγματάρχης και ο τσάρος τού απένειμε το παράσημο της Αγίας Άννας και τον χρησιμοποίησε για διάφορες αποστολές.
Στο Βουκουρέστι μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Π. Αναγνωστόπουλο το 1819 και πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στη διάδοση των ιδεών της. Κατά την προετοιμασία του κινήματος στη Μολδοβλαχία, υπήρξε από τους ικανότερους συνεργάτες του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Όταν ο Υψηλάντης έφθασε στο Βουκουρέστι, τον βοήθησε να επιβάλει την εξουσία του. Πήρε μέρος στην ατυχή μάχη του Δραγατσανίου (7 Ιουνίου 1821) και χάρη στην επέμβασή του έσωσε αρκετούς ιερολοχίτες. Μετά την οριστική αποτυχία του κινήματος δεν ακολούθησε τον Υψηλάντη στην Αυστρία – δεν είχε εμπιστοσύνη στην Αυστρία του Μέττερνιχ – αλλά αποφάσισε να καταφύγει στη Βεσσαραβία (περιοχή της Ρουμανίας, τότε ανεξάρτητη υπό την κηδεμονία της Ρωσίας) και από εκεί στην επαναστατημένη Πελοπόννησο, εγχείρημα με πολλές δυσκολίες.

Ο Γεωργάκης Ολύμπιος με υψηλό φρόνημα απευθύνεται προς τους συμπολεμιστές του: «Ανδρείοι Έλληνες! Όλοι μας, ευγενείς αδελφοί, υποκύψαμε σε μία τρομερή μοίρα. Από τους ομόδοξους γείτονές μας εκείνοι που μας υποσχέθησαν βοήθεια μας εγκατέλειψαν, οι άλλοι με συκοφαντίες εχαρακτήρισαν σαν έγκλημα τους αιματηρούς αγώνες μας για τη θρησκεία μα και την ύπαρξή μας! Ψηλά το κεφάλι αδέρφια! Δείξτε πως είστε αντάξιοι των προγόνων σας. Εσώσαμε εν τούτοις την τιμή μας. Η Ευρώπη εγνώρισε τους γυιους της Ελλάδας! Η βοήθεια που υποσχέθηκε η Ρωσία έρχεται αργά για μας… Εμπρός αδέλφια! Ας πεθάνωμε κοιτάζοντας άφοβα τον θάνατο στα μάτια. Ζήτω η θρησκεία και η ελευθερία της Ελλάδας! Θάνατος στους βαρβάρους. ΓΙΩΡΓΑΚΗΣ ΟΛΥΜΠΙΟΣ».

Μαζί με τον Γιάννη Φαρμάκη κατευθύνθηκαν από τη Βλαχία προς τη Μολδαβία, προκαλώντας βαριές απώλειες στους Τούρκους που τους κατεδίωκαν. Πολλοί όμως στρατιώτες του λιποτάκτησαν και περί τα μέσα Αυγούστου 1821 είχαν μείνει περίπου τετρακόσιοι, ενώ ο ίδιος αρρώστησε σοβαρά. Για λίγο διάστημα σταμάτησε στη μονή Σέκου με σκοπό να προχωρήσει στη Βεσσαραβία. Παρέμεινε όμως στη Μονή επηρεασμένος από επιστολή του επισκόπου του Ρόμανου, σταλμένη ίσως «τη εισηγήσει των Τούρκων», που τον παρακαλούσε να μείνει στη Μονή και να τη διαφυλάξει από τη λεηλασία των κειμηλίων της από τους Τούρκους. Ο αγνός εκείνος άνθρωπος συγκινήθηκε από την έκκληση αυτή και απεφάσισε να μείνει εκεί, υπέρμαχος της πίστης και της απειλούμενης με βεβήλωση και λεηλασίας Μονής, χωρίς να υποπτευθεί ότι έπεφτε σε «παγίδα». Στις 8 Σεπτεμβρίου 1821 τους περικύκλωσαν 600 Τούρκοι. Οι πολιορκημένοι βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ο Γεωργάκης Ολύμπιος με ένδεκα συντρόφους του ανέβηκε στο καμπαναριό της μονής και από εκεί άρχισε να πυροβολεί. Διαβάζουμε στην Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του Διον. Κόκκικου (τόμος 1ος, σελ. 156): «Οι Τούρκοι ήρχισαν να ανεβαίνουν την σκάλαν του κωδωνοστασίου. Ο Ολύμπιος είδε ότι θα συνελαμβάνετο και απεφάσισε ν’ αποθάνη ανατινάσσων το κωδωνοστάσιον εις τον αέρα. Υπήρχον εκεί μερικά βαρέλια με πυρίτιδα. Τότε, εγκαταλείψας το μέρος όπου επυροβολούσε, ωρθώθη ανάμεσα εις τους συμπολεμιστές του και με το πιστόλι εις το χέρι τούς εφώναξε: Εγώ θα καώ. Σεις αν θέλετε, φύγετε. Σας ανοίγω την πόρτα. Και την άνοιξε. Κανείς δεν έφυγε. Τότε οι ευρισκόμενοι έξω Τούρκοι ώρμησαν εντός του κωδωνοστασίου. Ο Ολύμπιος άδειασε το πιστόλι του εις το ανοικτόν βαρέλι με την πυρίτιδα. Όλοι ανετινάχθησαν μέσα εις κακπνούς και φλόγας. Το κωδωνοστάσιο, με τους Τούρκους και τους Έλληνας μαζί, είχε γίνει σωρός φλεγόμενος». Έτσι εκπλήρωσε στο ακέραιο ό,τι έγραφε τον Σεπτέμβριο του 1820 στον Αλέξανδρο Υψηλάντη: «Υπόσχομαι ν’ αγωνισθώ ώς «την υστερινήν ρανίδα του αίματός μου, χωρίς ποτέ να με δειλιάση καμμιά ανθρώπινος περίστασις».

Ο Γιάννης Φαρμάκης με τους πολεμιστές του, μετά από σκληρό αγώνα μέσα στη μονή, παραδόθηκε λίγο αργότερα με εγγυήσεις για την ασφάλεια αυτού και των ανδρών του, αλλά οι Τούρκοι παρασπόνδησαν και θανατώθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Και σαν επίλογο για τον ήρωα Γεωργάκη Ολύμπιο διαβάζουμε στην «Εγκυκοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα (Έκδοση ΤΟ ΒΗΜΑ, 1991, τόμος 46ος, σελ. 384) τούτα τα σημαντικά. «Ο ακέραιος χαρακτήρας του Γεωργάκη Ολύμπιου και οι μεγάλες στρατιωτικές του ικανότητες, καθώς και ο πατριωτισμός του, έκαναν την πρόωρη απώλειά του ακόμη βαρύτερη για την εξέλιξη της Επανάστασης. Με τις θυσίες του έγραψε την τελευταία σελίδα στην ιστορία του ξεσηκωμού στη Μολδοβλαχία, ενώ αν ζούσε, ίσως να ήταν διαφορετική η εξέλιξη του Αγώνα, κυρίως στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία».
Κλείνοντας το σημείωμα αυτό, ας μου επιτραπεί ν’ αναφερθώ σε μια προσωπική σχέση που είχα νεαρός σπουδαστής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης που αποφοίτησα το 1956. Τότε στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες διδασκόμασταν καλλιτεχνικά μαθήματα την ιχνογραφία (ζωγραφική), την καλλιγραφία και τη χειροτεχνία, μαθήματα που διδάσκονταν στα σχολεία. Την τελευταία χρονιά (διετής φοίτηση) έπρεπε να υποβάλουμε ένα έργο ως πτυχιακή εργασία (πρακτικής φύσης). Τότε, νεαρός, είχα εντυπωσιαστεί από τη θυσία και το ολοκαύτωμα του Γεωργάκη Ολύμπιου στη Μονή Σέκου το 1821. Έτσι στο μάθημα της Ιχνογραφίας (καθηγήτρια Ελπινίκη Παπαναστασίου) επέλεξα να ζωγραφίσω (να μεγεθύνω) τον πίνακα του Γερμανού ζωγράφου Πέτερ φον Ες, που παρουσίαζε τον Γεωργάκη Ολύμπιο με αποφασιστικότητα να βάζει φωτιά στα βαρέλια με την πυρίτιδα και γύρω οι σύντροφοί του, ενώ στο βάθος διακρίνονται οι Τούρκοι εισβολείς. Αγόρασα πανί (κάμποτ) και κατασκεύασα ένα τελάρο (1,50 Χ 1 μ.) και επιδόθηκα με ζήλο και επιμέλεια στη ζωγραφική. Το αποτέλεσμα φαίνεται στη φωτογραφία που επισυνάπτω. Το έργο μου αυτό αναρτήθηκε στην αίθουσα εκδηλώσεων της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης. Μνήμες νεανικές που μας γέμιζαν ενθουσιασμό και συγκίνηση.

Μ’ αυτόν τον τρόπο θέλησα να τιμήσω φέτος, 200 χρόνια μετά την Επανάσταση του 1821, τον ήρωα Γεωργάκη Ολύμπιο, που όταν ήμουν νεαρός θέλησα να αποτυπώσω με έργο ζωγραφικής τον θαυμασμό μου και τη συγκίνησή μου, αισθήματα που με διακατέχουν μέχρι σήμερα γι’ αυτόν.
Πηγές: 1. Ελληνική Επανάστασις του Διονυσίου Α. Κοκκίνου (Έκδοση. Μέλισσα, 1974, 1ος τόμος), 2. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Εκδοτική Αθηνών, 1975, ΙΒ’ τόμος Ελληνική Επανάσταση), 3. Διαδίκτυο (Βικιπαίδεια), 4. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τ. 46, σελ. 383 το ΒΗΜΑ, 1996.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το