Άρθρα

Ο εμπορικός πόλεμος των ΗΠΑ με την Κίνα

Του Βασίλη Ρουσόπουλου*

Στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, το μεγαλύτερο μέρος των ξένων επενδύσεων στράφηκε στην Κίνα. Η χαμηλή φορολογία, οι χαμηλές αμοιβές, οι υποβαθμισμένες συνθήκες εργασίας, ιδιαίτερα στις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, που δημιουργήθηκαν από το 1979 επί τούτοις για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, το αυταρχικό καθεστώς που επιβάλει την εργασιακή ειρήνη, το χαλαρό νομικό πλαίσιο προστασίας του περιβάλλοντος, η φθηνή παραγωγή για τις εξαγωγές και η μεγάλη αγορά για κατάκτηση, ήταν οι λόγοι για τους οποίους η Κίνα πήρε τη μερίδα του λέοντος. Αναπτύχθηκε υπό συνθήκες προστατευτισμού μέχρι την είσοδό της στον ΠΟΕ το 2001, ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων και μη μετατρεψιμότητα του νομίσματος.

Σε λίγες δεκαετίες κατέστη η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου και «στρατηγικός ανταγωνιστής» των ΗΠΑ. Επιτυγχάνει ετησίως μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα και συσσώρευσε τεράστια συναλλαγματικά αποθέματα, που διαθέτει για επέκταση της οικονομικής της και πολιτικής της επιρροής.
Αντίθετα, την ίδια περίοδο στις ΗΠΑ η μαζική φυγή του παραγωγικού κεφαλαίου οδήγησε σε αποβιομηχάνιση και ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο και στον κρατικό προϋπολογισμό. Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, που οι ΗΠΑ κυρίως προώθησαν, γύρισε για τις ίδιες μπούμερανγκ. Οι μεν αμερικανικές πολυεθνικές αποκόμισαν τεράστια κέρδη από τη μετάθεση της παραγωγής τους στο εξωτερικό, οι δε ΗΠΑ κατέληξαν να έχουν διπλά ελλείμματα. Η ερώτηση είναι, σε ποιες χώρες δηλώνουν τα κέρδη τους και πόσο αμερικανικές, γερμανικές, ιαπωνικές κ.λπ. είναι πλέον οι διάφορες πολυεθνικές, που δραστηριοποιούνται σε όλο τον κόσμο.

Για τον Τραμπ προέχει πάση θυσία η ανάκαμψη της παραγωγικής βάσης, για τη μείωση των διπλών ελλειμμάτων και την αντιμετώπιση της Κίνας. Τα μέτρα της οικονομικής πολιτικής στο εσωτερικό αποσκοπούν να κρατήσουν τις επιχειρήσεις στις ΗΠΑ με κίνητρα και απειλές. Μείωσε τους φόρους στις επιχειρήσεις και απειλεί με δασμούς στα εισαγόμενα εμπορεύματα όσων επιχειρήσεων μεταθέσουν την παραγωγή τους στο εξωτερικό. Προς τα έξω επέβαλε δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα, την Ευρώπη και άλλες χώρες επιλεκτικά σε συγκεκριμένα εμπορεύματα, με ελλειμματικό για τις ΗΠΑ εμπορικό ισοζύγιο στις διμερείς σχέσεις. Η Κίνα ανταποδίδει και έτσι ξεκίνησε ένας εμπορικός πόλεμος δασμών. Για την ιστορία, και πριν από τον Τραμπ οι ΗΠΑ και η Γερμανία είχαν προχωρήσει σε επιβολή δασμών για ορισμένα προϊόντα της Κίνας, με το αιτιολογικό ότι «οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί διαφέρουν από χώρα σε χώρα».

Ο προστατευτισμός του Τραμπ δεν είναι από ιδεολογία. Οι δασμοί αποτελούν μέτρο πίεσης κυρίως προς την Κίνα, αλλά και τη Γερμανία, να μειώσουν τα υπέρμετρα εμπορικά πλεονάσματα. Απόδειξη, ότι στον χρηματοπιστωτικό τομέα, όπου οι ΗΠΑ και το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο έχουν όφελος, κατάργησε τους νόμους και τους κανόνες, που μετά την κρίση του 2008 έθεταν περιορισμούς σε ορισμένες κερδοσκοπικές πρακτικές.
Πριν την επιβολή των δασμών είχε πιέσει την Κίνα και τη Γερμανία να πάρουν μέτρα για μείωση των υπέρμετρων πλεονασμάτων. Η Κίνα στην αρχή δέχθηκε, αλλά χρονοτριβούσε. Θα έπρεπε να ανατιμήσει το εθνικό της νόμισμα, ώστε οι εξαγωγές να γίνουν ακριβότερες και να μειωθούν και ταυτόχρονα οι εισαγωγές φθηνότερες και να αυξηθούν. Ή/και με εσωτερική ανατίμηση να αυξήσει την εγχώρια ζήτηση για επενδύσεις και κατανάλωση, με αυξήσεις στις αμοιβές εργασίας, που αυξάνουν το κόστος παραγωγής, συνακόλουθα τις τιμές πώλησης με αποτέλεσμα πάλι, να μειωθούν οι εξαγωγές και να αυξηθούν οι εισαγωγές. Η Γερμανία αντέτεινε το ανυπόστατο επιχείρημα, ότι λόγω του κοινού νομίσματος δεν έχει τον έλεγχο επί της νομισματικής πολιτικής. Ενώ βέβαια μπορεί να προβεί σε εσωτερική ανατίμηση – όπως η Ελλάδα αντίθετα υποχρεώθηκε σε εσωτερική υποτίμηση, με περικοπές των μισθών, των συντάξεων και των κρατικών δαπανών.

Ο εμπορικός πόλεμος των δασμών ΗΠΑ-Κίνας, που εμπλέκει και άλλες χώρες, οδήγησε σε παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση, που σε συνδυασμό με τα διεθνώς αυξημένα επίπεδα χρέους ενέχει κινδύνους για αλυσιδωτές χρεοκοπίες επιχειρήσεων, νοικοκυριών και κρατών. Από την άλλη θα στρέψει τις πλεονασματικές χώρες, για να αποφύγουν την ύφεση, σε αυξήσεις της εγχώριας ζήτησης και έτσι προς μία εξισορρόπηση του διεθνούς εμπορίου.
Για την παγκόσμια οικονομική ισορροπία σημασία έχει η ισορροπία των συνολικών εισαγωγών – εξαγωγών κάθε χώρας και όχι τα διμερή ελλείμματα ή πλεονάσματα στο εμπορικό ισοζύγιο, και μάλιστα σε συγκεκριμένα εμπορεύματα. Για παράδειγμα, εάν η Ελλάδα εξάγει στη Ρωσία αγροτικά προϊόντα, η Ρωσία στη Γερμανία φυσικό αέριο και η Γερμανία στην Ελλάδα αυτοκίνητα στο ίδιο ποσό, όλα τα διμερή ισοζύγια είναι ελλειμματικά ή πλεονασματικά, τα ισοζύγια όμως και των τριών κρατών είναι εξισωμένα και οι εξαγωγές καλύπτουν τις εισαγωγές σε όλες τις χώρες του παραδείγματος.

Ο Τραμπ ασφαλώς ενδιαφέρεται για την άμεση εξισορρόπηση του αμερικανικού εμπορικού ισοζυγίου και όχι για τη γενική εξισορρόπηση του διεθνούς εμπορίου. Η γενική εξισορρόπηση του διεθνούς εμπορίου είναι μία χρονοβόρα διαδικασία, στην οποία εμπλέκονται οι παρελκυστικές τακτικές των πλεονασματικών χωρών με τις εκτενείς αναπροσαρμογές των αγορών.
Προ ολίγων ημερών, στις 15 Ιανουαρίου 2020, επετεύχθη μία μερική συμφωνία, που προβλέπει αύξηση των εισαγωγών αμερικανικών προϊόντων από την Κίνα και μείωση των αμερικανικών δασμών σε κινεζικά προϊόντα. Οι δασμοί θα διατηρηθούν ως μέτρο πίεσης για την τήρηση της συμφωνίας. Οι εισαγωγές αυτές θα μειώσουν μερικώς το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα, αλλά δεν θα φέρουν την ισορροπία στο διμερές ισοζύγιο. Και οι θετικές επιδράσεις για την παγκόσμια ισορροπία θα μειωθούν, αν η Κίνα αντικαταστήσει ένα μέρος των επιπλέον εισαγωγών της από τις ΗΠΑ με μείωση των εισαγωγών της από τις άλλες χώρες.

Η συμφωνία κρίνεται ως προσωρινή ανακωχή. Υπάρχουν ακόμη σοβαρά ανοιχτά θέματα στις οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών, όπως οι κρατικές επιχορηγήσεις κρατικών επιχειρήσεων στην Κίνα και οι ευρείες παραβιάσεις από την Κίνα των δικαιωμάτων της πνευματικής ιδιοκτησίας αμερικανικών επιχειρήσεων.
Ο εμπορικός πόλεμος των δασμών είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.
Το διακύβευμα της αναμέτρησης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας είναι η ηγεμονία του κόσμου.

*Ο Βασίλης Ρουσόπουλος είναι δρ. Οικονομικών Επιστημών, τ. καθηγητής ΤΕΙ Λάρισας

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το