Πολιτισμός

Ο Διονύσης Ζησιμάτος απαντά στο ερωτηματολόγιο του Proust “Η αυτοκτονικότητα, το σοβαρότερο σύμπτωμα της κατάθλιψης”

 

Επιμέλεια
Μαίρη Τσακνάκη Γαβαλά

Καλεσμένος μας σήμερα ο ψυχίατρος Διονύσης Ζησιμάτος.

Γιατρέ καλώς ήρθατε στο Ερωτηματολόγιο του Proust. Χαίρομαι που είστε ξανά στην πατρίδα. Να σας δώσω τον λόγο. Καταγωγή, παιδικά χρόνια, σπουδές…
Γεννήθηκα στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1972. Οι γονείς μου Βολιώτες με καταγωγή από τα Φάρσα της Κεφαλονιάς ο πατέρας μου και από τον Άγιο Δημήτριο -Άγιο Ιωάννη Πηλίου η μητέρα μου. Ζήσαμε λίγα χρόνια στην Αθήνα όπου ο πατέρας μου εργαζόταν ως οδηγός ασθενοφόρου. Ιδιαίτερη ήταν η επιρροή του πατέρα μου με τις διηγήσεις του μέσα από τον χώρο της δουλειάς του που με επηρέασαν καταλυτικά στην πορεία της ζωής μου, ώστε να επιλέξω να σπουδάσω Ιατρική. Ήδη από τα σχολικά χρόνια γνώριζα ιατρική ορολογία και τρόπους αντιμετώπισης διαφόρων παθολογικών καταστάσεων. Όμως, επανερχόμενος στην παιδική μου ηλικία, η οικογένεια επανήλθε στον Βόλο το 1977. Φοίτησα διαδοχικά στο νηπιαγωγείο, στο 10ο Δημοτικό Σχολείο στην 1η τάξη και στο 5ο Δημοτικό Σχολείο στη συνέχεια. Ακολούθησαν το 8ο Γυμνάσιο και το 2ο Λύκειο Βόλου. Πολλές και ανεξίτηλες είναι οι αναμνήσεις μου από τη γειτονιά μου στη Βλαχάβα με Ανθίμου Γαζή, όπου έζησα τα παιδικά και όλα τα εφηβικά μου χρόνια μέχρι και την ολοκλήρωση των σπουδών μου.
Σπούδασα Ιατρική στην Ιατρική Ακαδημία Μόσχας, στη νεοσύστατη τότε Ρωσική Ομοσπονδία κατά τα ταραγμένα για τη χώρα αυτή τότε χρόνια 1991-1998. Η έφεσή μου στη ρωσική γλώσσα έγινε γρήγορα αντιληπτή από τους καθηγητές μου, οι οποίοι πρότειναν να σπουδάσω παράλληλα και στο παιδαγωγικό τμήμα του πανεπιστημίου λαμβάνοντας και το πτυχίο ρωσικής φιλολογίας.

Καριέρα;
Το 2000 υπήρξε ο πρώτος σταθμός στην καριέρα μου που ήταν η εργασία μου στη νευροψυχιατρική κλινική «Ασκληπιείον Άνω Βόλου» των ιατρών Αργύρη Μπισακού και Θανάση Κυριάκου. Αποφασιστική στάθηκε η επιρροή και αρωγή του αείμνηστου νευροψυχιάτρου Θανάση Κυριάκου που υπήρξε ο μέντοράς μου στην ψυχιατρική. Ακολούθησε η θητεία μου ως αγροτικός γιατρός στην Ανάβρα Μαγνησίας-Δομοκού, αλλά και στο Κέντρο Υγείας Αλμυρού. Αναμνήσεις πολλές από την Ανάβρα και το σημαντικότερο η αγάπη του κόσμου από την πρώτη στιγμή. Στη συνέχεια αποφάσισα να μεταβώ στην αγαπημένη μου Αθήνα προκειμένου να δικτυωθώ στον ιατρικό χώρο και να κάνω την ψυχιατρική μου ειδικότητα. Δεύτερος σταθμός στην καριέρα μου υπήρξε η ευκαιρία που μου δόθηκε να εργαστώ για δύο έτη στην ιστορική ψυχιατρική κλινική «Σινούρη» στην Κηφισιά. Ήταν επί δεκαετίες το φυτώριο των διαπρεπέστερων ψυχιάτρων της χώρας και μια πόρτα σε σπουδαίες γνωριμίες στον χώρο της ψυχιατρικής. Τρίτος σταθμός από τα χρόνια της Αθήνας ήταν η ειδικότητά μου στην ψυχιατρική κλινική του Νοσοκομείου Αγία Όλγα, κοντά στον σπουδαίο καθηγητή, προηγουμένως, του Λονδίνου, τον αείμνηστο Γιάννη Κογιώργο. Με την ολοκλήρωση της ειδικότητας το 2010 επέλεξα να επανέλθω στον Βόλο, όπου άνοιξα ιατρείο, ενώ υπήρξα και πρωινός ψυχίατρος/ιατρός επιτροπών ΚΕΠΑ τη διετία 2011-2013 στο ΙΚΑ Βόλου. Το 2013 και μετά τη λήξη της σύμβασης έργου στο ΙΚΑ άνοιξα και δεύτερο ιατρείο στον Αλμυρό.

Το εξωτερικό, γιατί; Σκέπτεστε να γυρίσετε ξανά να εργαστείτε στον Βόλο;
Από την εποχή της ειδικότητάς μου πριν το 2010 ήθελα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου για εργασία στο εξωτερικό με τη φιλοδοξία μίας μετεκπαίδευσης. Αυτή η φιλοδοξία πήρε σάρκα και οστά στα χρόνια της κρίσης κι έτσι το 2014 έφυγα για τη Σουηδία. Η επίπονη αρχικά εγκατάσταση ήρθε σε σύντομο διάστημα να δώσει τη θέση της σε μια εκπληκτική αναγνώριση της δουλειάς μου με τις πόρτες να ανοίγουν η μια μετά την άλλη σε επαγγελματικές ευκαιρίες και υψηλές αποδοχές. Έτσι το αρχικό σχέδιο για μια σύντομη μετεκπαίδευση έγινε 6 χρόνια. Η αγάπη του Έλληνα για την πατρίδα του έχει υμνηθεί και ο νόστος της επανόδου στον υπέροχο Βόλο μου δεν έφυγε ποτέ από το μυαλό μου, υπό προϋποθέσεις. Και για αυτή την επάνοδο παραμένω αυτό το διάστημα εδώ.

Στη συνέντευξή σας, στον ραδιοφωνικό σταθμό της Μητρόπολης Ορθόδοξη Μαρτυρία, αναφέρατε υπέροχες σκέψεις σχετικά με την ειδικότητά σας, το επάγγελμα του γιατρού γενικά. Θα θέλατε να επαναλάβετε μερικές από τις απόψεις σας;
Στη ραδιοφωνική σας εκπομπή μίλησα για την ανάγκη συνεργατικού πνεύματος μεταξύ γιατρού και ασθενούς που θα πρέπει να βασίζεται πρώτα από όλα στην απλότητα του γιατρού. Αυτό εμπεδώνεται στην πορεία της συνεργασίας μέσω εννοιών, όπως η συναισθηματική νοημοσύνη και κατανόηση από την πλευρά του γιατρού, αλλά και η τήρηση της ευπρέπειας και των οδηγιών από την πλευρά του ασθενούς. Πάντοτε ο γιατρός είναι αυτός που θα δείχνει τη δέουσα κατανόηση και τον δρόμο για μια καλή συνεργατική θεραπευτική σχέση με τον ασθενή του. Θεωρώ ότι ο επαγγελματίας, ο οποίος κατέχει το αντικείμενό του, μιλά απλά και γίνεται κατανοητός. Οι σχέσεις των ανθρώπων, ακόμη και στον χώρο της παροχής υπηρεσιών, καθορίζονται, μεταξύ άλλων, από το περιβάλλον, τον κώδικα επικοινωνίας της κάθε κοινωνίας και την κουλτούρα. Ο γιατρός οφείλει και πρέπει να δίνει ένα σαφές χρονοδιάγραμμα (γιατρέ μου πότε θα γίνω καλά;) και να εξηγεί με απλά λόγια τη θεραπευτική στρατηγική που θα ακολουθηθεί, αναφέροντας μεταξύ άλλων τις συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων που προτείνει, λέγοντας το πότε και πώς θα παρέλθουν και δίνοντας εν τέλει πειστικές απαντήσεις που θα επαληθεύονται. Τότε κατά τη γνώμη μου ένας γιατρός λέγεται καλός.
Η ψυχιατρική του σήμερα έχει εξελιχθεί με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Τα φάρμακα και οι μέθοδοι θεραπείας έχουν βελτιστοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που πλέον οι αγχώδεις και καταθλιπτικές διαταραχές θεωρούνται εν δυνάμει ιάσιμες καταστάσεις, αλλά και καταστάσεις χρονιές, όπως η διπολική διαταραχή και η σχιζοφρένεια δεν προκαλούν πλέον το λεγόμενο ψυχιατρικό στίγμα, διότι αρκεί για παράδειγμα η χορήγηση μιας ένεσης ανά 20 ημέρες και με ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες που μετά βίας μπορούν να γίνονται αντιληπτές.
Η αυτοκτονικότητα είναι το σοβαρότερο σύμπτωμα της κατάθλιψης. Είναι καλό οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας να το τονίζουν με κάθε ευκαιρία στον κόσμο για να γίνει βίωμα στη σκέψη του και να μη σχολιάζεται ως «μοιραία έκβαση» των συνθηκών ζωής του θανόντος. Ο συγγενής, ο γείτονας και ο γιατρός πρέπει πάνω από όλα να είναι ενεργοί και υπεύθυνοι άνθρωποι, κυρίως λαμβάνοντας πρωτοβουλίες πρόληψης της αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς. Το να αποτανθεί ο οποιοσδήποτε στον ίδιο τον πάσχοντα, παροτρύνοντάς τον να πάει σε έναν ψυχίατρο ή έναν ψυχολόγο για έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία, νομίζω ότι είναι ιερά υποχρέωση όλων. Ακόμη κι αν κάποιος αρνείται να πάει για εξέταση, αλλά έχει αφήσει αιωρούμενα σχόλια ή και σαφείς προθέσεις αυτοκτονίας, μπορεί ο οποιοσδήποτε που ενδιαφέρεται να κάνει μια καταγγελία στην αστυνομία. Οι αστυνομικοί είναι απολύτως εκπαιδευμένοι στο πώς θα χειριστούν μια τέτοια κατάσταση (αναφέρομαι στην έκδοση προσωρινής εισαγγελικής εντολής ψυχιατρικής εξέτασης σε δημόσιο νοσοκομείο, όπου δυο ειδικοί ψυχίατροι θα γνωματεύσουν για τη σοβαρότητα της κατάστασης).
Τόσο ο ψυχολόγος, όσο και ο ψυχίατρος, έχουν τα γνωστικά εργαλεία για την έγκαιρη διάγνωση της κατάθλιψης και της αυτοκτονικότητας. Οι δυο ειδικότητες συνεργάζονται και αλληλοσυμπληρώνονται με αγαστό τρόπο στα πλαίσια της δεοντολογίας στην αποθεραπεία τέτοιων καταστάσεων.

Πώς είναι το σύστημα υγείας στη Σουηδία;
Η Σουηδία είναι μια χώρα με παροιμιώδη οικονομική σταθερότητα και κράτος πρόνοιας, που γνωρίζει μόνον ανάπτυξη, χωρίς πόλεμο, εδώ και 200 χρόνια. Θα μπορούσε να τη χαρακτηρίσει κάποιος ως μια καλοκουρδισμένη μηχανή. Ο φλεγματικός χαρακτήρας του Σουηδού, καθώς και οι εμπεδωμένες κοινωνικά έννοιες του lagom (μέτρον άριστον), της μη παρεμβατικότητας, αλλά και της υπερηφάνειας για την πατρίδα τους ως χώρα «παγκόσμιο φάρο» στην ειρήνη, την αρωγή προς τους απανταχού έχοντες ανθρωπιστική ανάγκη και πολιτική προστασία, έχουν συνδράμει συνολικά και μεταξύ άλλων σε ένα σύστημα υγείας παγκοσμίως ζηλευτό που, ενώ είναι κρατικό, όμως, παντρεύεται με την αναπτυξιακή λογική του ιδιωτικού τομέα.
Η πανδημία του κορωνοϊού χτύπησε άσχημα ακόμη και τα πιο εύρωστα συστήματα υγείας των πιο ανεπτυγμένων χωρών. Η Σουηδία εξαρχής δέχτηκε σφοδρή κριτική για τη στρατηγική που επέλεξε έναντι της πανδημίας με τη γνωστή σε όλους «ανοσία της αγέλης». Ο πρώτος χρόνος της πανδημίας οδήγησε σε πολύ περισσότερους θανάτους από ό,τι στην Ελλάδα, τη στιγμή που η τελευταία μπήκε αρκετά πιο δυναμικά στα περιοριστικά μέτρα και τον εμβολιασμό. Εφέτος πάντως η Σουηδία έχει πολύ λιγότερους νεκρούς από άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου και ο εμβολιασμός έχει φτάσει σε πολύ υψηλά ποσοστά στον γενικό πληθυσμό. Το σύστημα υγείας έχει αποσυμπιεστεί αισθητά και τα περιοριστικά μέτρα ήρθησαν για όλους στο τέλος του περασμένου Σεπτέμβρη.

Τον ελεύθερο χρόνο σας τι κάνετε; Τα χόμπι σας;
Τα τελευταία χρόνια της ζωής μου στο εξωτερικό θέλησα όλο και περισσότερο να έρχομαι και να ξεκουράζομαι στον αγαπημένο μου Βόλο, ειδικά από τότε που ιδιώτευσα εκεί, έχοντας την πολυτέλεια επιλογής του χρόνου και διάρκειας της άδειάς μου. Άρχισα να βρίσκω παλιούς φίλους και γνωστούς. Από παλιά ασχολούμαι με το περπάτημα στο βουνό. Ασχολήθηκα με την ιστιοπλοΐα λόγω της αγάπης μου για τη θάλασσα, αν και όχι όσο θα ήθελα. Το τρέξιμο και οι απλές αεροβικές ασκήσεις είναι κάτι που κάνω σχεδόν καθημερινά όπου κι αν βρεθώ. Η μουσική είναι κληρονομιά μου από τον πατέρα μου. Ήμασταν μαζί μέλη της βολιώτικης χορωδίας τη δεκαετία του ’80. Έκτοτε ασχολούμαι ερασιτεχνικά με το rock τραγούδι και με την κιθάρα για αποσυμπίεση από την καθημερινότητα, αλλά και στις παρέες μου όταν υπάρχει κέφι.

Covid-19: Οι προβλέψεις σας, οι ανησυχίες σας, ο εμβολιασμός. Να δώσετε κάποιες;
Προσωπικά είμαι υπέρμαχος του εμβολιασμού. Ως υγειονομικός έχω εμβολιαστεί και στο παρελθόν επαναλαμβανόμενα έναντι μορφών γρίπης, αλλά και της ηπατίτιδας. Έναντι του κορωνοϊού έχω ήδη κάνει τρεις δόσεις. Είναι η καλύτερη πρόληψη μαζί με τα μέτρα προστασίας που δεν θα πρέπει να αμελούμε, ιδιαίτερα τώρα που δοκιμαζόμαστε από νέο κύμα. Πιστεύω ότι σε λίγους μήνες θα χτιστεί επιτέλους το λεγόμενο «τοίχος ανοσίας» και θα περάσει η πανδημία σε ενδημική φάση και τελικά στην επίσημη λήξη της από τον ΠΟΥ, όπως έγινε περίπου και με την ισπανική γρίπη στις αρχές του 20ού αιώνα. Είμαι αισιόδοξος, λοιπόν. Άλλωστε αισιόδοξος προσπαθώ να παραμένω πάντα, ακόμα και στα δύσκολα.

Γιατρέ, σας ευχαριστώ πολύ για τις συμβουλές ως γιατρός – ψυχίατρος στους αναγνώστες της κυριακάτικης «Θεσσαλίας».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το