Κόσμος

«Νιώθω σαν να είμαι νεκρός» λέει ο πατέρας του Αϊλάν

niwthw-san-na-eimai-nekros-leei-o-pateras-tou-ailan.w_l

Η φωτογραφία του τρίχρονου Αϊλαν Κουρντί, που βρέθηκε νεκρός στα τουρκικά παράλια, έχει συγκλονίσει. Το ίδιο και η ιστορία του. Ο πατέρας του, Αμπντουλάχ, μίλησε στο Spiegel για τη φυγή από τη Συρία, για το διάστημα που η οικογένειά του έζησε στην Τουρκία και το ταξίδι προς την Ελλάδα που στοίχισε τη ζωή στα δύο παιδιά του και στη γυναίκα του.
Η συνέντευξη του πατέρα του Αϊλάν

«Φύγαμε από την Δαμασκό με την οικογένειά μου, λίγο μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Συρία, και πήγαμε στο Κομπάνι, στα σύνορα με την Τουρκία. Σύντομα, άφησα την οικογένειά μου εκεί και πήγα στην Κωνσταντινούπολη για να δουλέψω σε ένα εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας.

Κάθε μέρα δούλευα 12 ώρες, και έστελνα τα χρήματα στους δικούς μου. Αλλά το 2014, το Ισλαμικό Κράτος επιτέθηκε στο Κομπάνι. Η γυναίκα μου Ρεχάν, και οι γιοί μας, ο Αϊλάν και ο Γκαλίμπ, οι οποίοι ήταν δύο και τεσσάρων ετών τότε, έφυγαν μαζί με δεκάδες χιλιάδες άλλους κατοίκους.

Ηρθαν στην Κωνσταντινούπολη. Εγώ έπιασα δουλειά σε ένα γιαπί. Κάθε μέρα, κουβάλαγα 200 σάκους με τσιμέντο με τις σκάλες, για 11 ώρες. Ηταν σκληρή δουλειά και η Τουρκία ήταν τόσο ακριβή για εμάς. Βρήκαμε ένα δωμάτιο, ήταν υγρό και σκοτεινό, αλλά κόστιζε 400 τουρκικές λίρες (€116) τον μήνα.

Σκεφτήκαμε να φύγουμε από την Τουρκία για πρώτη φορά πριν από πέντε μήνες. Ο Γκαλίμπ και ο Αϊλαν είχαν μια δερματική πάθηση, και έπρεπε να βάζουν μια κρέμα τρεις φορές την ημέρα. Η κρέμα κοστίζει 7 τουρκικές λίρες και χρειάζονταν ένα σωληνάριο την ημέρα. Αυτό ήταν άλλες 210 λίρες το μήνα. Αδύνατο.

Πήγαμε στη Σμύρνη, σε ένα ξενοδοχείο, και μείναμε εκεί για 12 ημέρες, για 50 δολάρια την ημέρα. Οι Τούρκοι και Σύριοι διακινητές λειτουργούν εντελώς ανοιχτά στη Σμύρνη, και βρήκαμε αμέσως κάποιον. Στην αρχή ήθελε 6.000 ευρώ για το ταξίδι, αλλά ο Γκαλίμπ και ο Αϊλάν υπολογίστηκαν σαν ένα άτομο, και έτσι πλήρωσα μόνο 4.000 ευρώ. Πήγαμε στην Αλικαρνασσό, γιατί από εκεί είναι κοντά η Ελλάδα.
Ανεβήκαμε σε ένα μηχανοκίνητο σκάφος. Είχε μήκος πέντε-έξι μέτρα και δύο μέτρα πλάτος. Φαινόταν ασφαλές. Ημασταν 13 άτομα. Ο καπετάνιος μας είπε ότι η διαδρομή θα ήταν δέκα λεπτά. Μπορούσαμε να δούμε το νησί, φαινόταν πολύ κοντά. Ολοι έλεγαν ότι ήταν η Κως. Φύγαμε στις 11 το βράδυ την 1η Σεπτεμβρίου.

Η θάλασσα ήταν ήρεμη. Αλλά μετά από πέντε λεπτά, όλα άλλαξαν. Σηκώθηκαν μεγάλα κύματα, και ένα αναποδογύρισε το σκάφος μας.

Ηταν σκοτεινά. Δεν μπορούσα να δω τη γυναίκα μου ή τα παιδιά μου. Αλλά άκουγα τη γυναίκα μου να μου φωνάζει να σώσω τα αγόρια μας. Αλλά εγώ δεν μπορούσα να τους κρατήσω πια. Γαντζώθηκα στο σκάφος, έως ότου ένας από εμάς έφτασε στην ακτή και κάλεσε την αστυνομία. Με κλείδωσαν σε ένα κελί στη διάρκεια της νύχτας.

Μετά από αυτό, όλα γίνονται θολά. Οι αστυνομικοί με πήγαν σε ένα νοσοκομείο. Είπαν ότι βρέθηκε νεκρή η οικογένειά μου. Εκλαιγα, είδα νεκρή την Ρεχάν, την αγαπημένη μου. Τον Γκαλίμπ μου, τον Αϊλάν μου, ένα παιδί που ήταν πάντα γελαστό.

Στις 2 Σεπτεμβρίου, πέταξα με ένα αεροπλάνο για την Ουρφα μέσω Κωνσταντινούπολης με την νεκρή οικογένειά μου. Από εκεί, πήγαμε στα τουρκο-συριακά σύνορα. Η κηδεία διήρκεσε τρεις ώρες, ήρθαν πάνω από 1.000 άνθρωποι.

Δεν θα φύγω ποτέ από το Κομπάνι. Θέλω να είμαι κοντά στην οικογένειά μου. Ακόμη και αν το μόνο που μου έχει απομείνει από τους δικούς μου είναι τα ρούχα τους. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα πια. Νιώθω σαν να είμαι νεκρός».

Πηγή www.thetoc.gr

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το