Τοπικά

Νικ.Κυριαζής: Τα αρνητικά επιτόκια και οι επιδράσεις τους στην ελληνική οικονομία

Ντόρος και πολύς λόγος έχει γίνει τους τελευταίους μήνες για τα αρνητικά επιτόκια. Η στρατηγική των αρνητικών επιτοκίων βρέθηκε στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια. Ο δρ. Νικόλαος Αθ. Κυριαζής, διδάκτωρ Τραπεζικής και Χρηματοοικονομικής, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, μιλά στη «Θεσσαλία» για την ερμηνεία των «αρνητικών επιτοκίων», για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους, αλλά και την επίδραση στην ελληνική οικονομία.

Για ποιο λόγο έχει έρθει τελευταία στο προσκήνιο η στρατηγική των «αρνητικών επιτοκίων»;
Έως τώρα η κατάθεση χρημάτων που δεν θα απέφερε ούτε καν μια μικρή θετική απόδοση, φάνταζε τελείως ξένη για τους Έλληνες, αν αναλογιστούμε ότι για πολλές δεκαετίες είχαμε συνηθίσει σε πολύ υψηλά επιτόκια από τις εμπορικές τράπεζες. Σε μια προσπάθεια αναθέρμανσης των οικονομιών, πολλές κεντρικές τράπεζες σε παγκόσμιο επίπεδο, την τελευταία δεκαετία και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, έχουν υιοθετήσει νομισματικές πολιτικές έξω από τα καθιερωμένα, δηλαδή μη συμβατικές. Πρώτες ήταν οι Η.Π.Α. και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ακολούθησαν η ένωση κρατών της Ευρωζώνης, η Ελβετία, η Δανία, η Σουηδία και η Ιαπωνία που επέτρεψαν την πτώση των βασικών επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών τους λίγο κάτω από το μηδέν (αρνητικά επιτόκια). Μετά από 3 στάδια ποσοτικής χαλάρωσης στις Η.Π.Α. και το Ηνωμένο Βασίλειο και τα ασθενή έως μέτρια αποτελέσματα που επέφεραν, οι ευρωπαϊκές χώρες και η Ιαπωνία – αν και εισήλθαν καθυστερημένα στη λογική αυτή – προχώρησαν σε ριζοσπαστικά μέτρα προκειμένου να τονώσουν τις αγορές και την οικονομία τους.

Ποια είναι η ακριβής ερμηνεία των «αρνητικών επιτοκίων»;
Η στρατηγική υιοθέτησης αρνητικών επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες δεν επιτρέπει να συσσωρεύουν σε αυτές χρήμα ως απόθεμα οι εμπορικές τράπεζες. Αυτή η στρατηγική αποσκοπεί στην αναθέρμανση της οικονομίας στη χώρα που εφαρμόζεται, καθώς οι εμπορικές τράπεζες αναγκάζονται να διοχετεύουν το χρήμα με τη μορφή δανείων στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο το διαθέσιμο εισόδημα, τη ροπή προς κατανάλωση και τη συνολική ζήτηση και οδηγώντας στην αύξηση του ΑΕΠ.

Ποια είναι τα πλεονεκτήματα των «αρνητικών επιτοκίων»;
Στα πλεονεκτήματα των «αρνητικών επιτοκίων» ανήκει το ότι οδηγούν στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος της χώρας που τα υιοθετεί. Επομένως, καθίστανται ευκολότερες οι εξαγωγές της χώρας, αλλά δυσχεραίνουν οι εισαγωγές προϊόντων. Συνεπώς, τα αρνητικά επιτόκια συνιστούν κατάλληλη πολιτική για χώρες που έχουν μεγάλες ποσότητες προϊόντων προς εξαγωγή και είναι προσανατολισμένες στις εξαγωγές, ενώ ταυτόχρονα θέλουν να αποκλείσουν αλλοδαπούς ανταγωνιστές από την πρόσβαση στην εγχώρια αγορά (π.χ. οι Η.Π.Α.). Πρέπει επιπλέον να σημειωθεί ότι τα αρνητικά επιτόκια δανεισμού από τις εμπορικές τράπεζες προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις οδηγούν σε φθηνότερο δανεισμό, άρα μεγαλύτερη κατανάλωση και περισσότερες και μεγαλύτερες επενδύσεις, άρα και προοπτικές υψηλότερης ανάπτυξης στην οικονομία.

Ποια είναι τα μειονεκτήματα των «αρνητικών επιτοκίων»;
Από την άλλη πλευρά, η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος μπορεί να οδηγήσει μια χώρα σε απομονωτισμό ως προς τους εμπορικούς της εταίρους. Επίσης, δύναται ιδιαίτερα να πλήξει κράτη όπως η Ελλάδα που ανήκουν σε ενώσεις κρατών και εξαρτώνται από εισαγωγές σε πολλούς παραγωγικούς τομείς. Πιθανή υποτίμηση του ευρώ θα οδηγούσε σε πολύ μεγάλη έλλειψη προϊόντων και αύξηση των τιμών στην Ελλάδα. Εκτός από αυτό, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι εμπορικές τράπεζες πλήττονται οικονομικά από την πολιτική των «αρνητικών επιτοκίων» και δεν θα μπορούσαν να παραμείνουν σε λειτουργία για μεγάλο χρονικό διάστημα υπό αυτές τις συνθήκες. Πιθανότατα θα αναγκάζονταν να μετακυλήσουν το κόστος στους καταθέτες, επιβάλλοντάς τους να πληρώνουν αντί να λαμβάνουν τόκο από τις καταθέσεις τους. Επομένως, μακροχρόνια θα οδηγούμασταν σε κλυδωνισμούς στο τραπεζικό σύστημα και σε μείωση των εισοδημάτων και του πλούτου των Ελλήνων.

Πώς βλέπετε το μέλλον της Ελλάδας αν επιδράσουν σε αυτή οι μη συμβατικές πολιτικές;
Η συμπερίληψη της Ελλάδας σε πρακτικές ποσοτικής χαλάρωσης – δηλαδή την αγορά μακροχρόνιων κρατικών ομολόγων – από μέρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θα έδινε μεγάλη ανακούφιση στο πρόβλημα ρευστότητας της χώρας. Μια τέτοια εξέλιξη, ακόμη και σε συνδυασμό με την πολιτική των «αρνητικών επιτοκίων» που συμφέρει τις ισχυρότερες χώρες της Ευρωζώνης, θα μπορούσε να επιφέρει έναν νέο κύκλο αξιοπιστίας και ευφορίας στην ελληνική αγορά και γενικότερα στην ελληνική οικονομία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το