Τοπικά

Νερό και πράσινο σε ενιαίες διαδρομές, η «ένεση» ζωής για την πόλη του Βόλου 

Οι πόλεις εξελίσσονται και τα φυσικά στοιχεία μέσα σε αυτές μειώνονται, γεγονός που κάνει τη βιωσιμότητα των αστικών κέντρων να μοιάζει δυσοίωνη. Ένας λοιπόν από τους τρόπους εξυγίανσης των πόλεων φαίνεται ότι είναι οι «πράσινες και μπλε υποδομές», που συνδέονται μεταξύ τους.

Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και η κ. Τατιανή Καϊσίδου, αρχιτέκτονας μηχανικός, παρουσίασαν τον σχεδιασμό πράσινων και μπλε υποδομών για την πόλη του Βόλου, μια έρευνα που εστιάζει στην καταλληλότητα της πόλης να εντάξει στον αστικό σχεδιασμό τις υποδομές, με εξυγίανση του αστικού τοπίου. Σαν πεδίο μελέτης ορίστηκε τμήμα του πολεοδομικού κέντρου του Βόλου και συγκεκριμένα το σημερινό εμπορικό κέντρο, τους κεντρικούς αυτοκινητόδρομους, το εμπορικό και επιβατικό λιμάνι, σταθμούς τρένων και ΚΤΕΛ και τα περισσότερα τμήματα και υπηρεσίες του Δήμου. Αναφέρεται δηλαδή η έρευνα ουσιαστικά σε ένα ζωντανό και δραστήριο κομμάτι της πόλης, που αναπτύσσονται εργασιακές, κοινωνικές και προσωπικές σχέσεις και υφίστανται δράσεις εμπορίου, διασκέδασης, αναψυχής, εκπαίδευσης και εργασίας. Στο τμήμα αυτό της πόλης, πέρα από τις κύριες εμπορικές, οικονομικές, κοινωνικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες συγκεντρώνονται και οι σημαντικότεροι υπαίθριοι πράσινοι και μη χώροι του Βόλου. Τα μεγαλύτερα πάρκα της πόλης, κεντρικές πλατείες, μικρά πάρκα και παιδικές χαρές υφίστανται στην ορισμένη αυτή περιοχή. Πέρα, ωστόσο, από τα στοιχεία αυτά, σημαντικό ρόλο στην περιβαλλοντική πλευρά της πόλης παίζει ο φυσικός πλούτος που την περικλείει. Το θαλάσσιο μέτωπο, οι δυο χείμαρροι, ο ορεινός όγκος της Γορίτσας και τμήμα του ορεινού όγκου του Πηλίου βρίσκονται είτε μέσα στον αστικό ιστό είτε σε πολύ μικρή απόσταση από αυτόν, γεγονός που τους κάνει κύριους ρυθμιστές του κλίματος και της βιοποικιλότητας της περιοχής. Η μελέτη ανάγεται σε δυο πεδία και εξετάζει την πόλη τόσο σε πεδίο μάκρο-κλίμακας, όσο και μίκρο-κλίμακας, προσπαθώντας να εντοπίσει τις περιοχές, που μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη. Με βάση τα στοιχεία της αναθεώρησης επέκτασης του ΓΠΣ, για ολόκληρη την οικιστική ενότητα Βόλου με 163.901 κατοίκους, αντιστοιχούν 0,25 τ.μ. ανά κάτοικο από παιδικές χαρές (0,1-1 στρ.), 0,5 τ.μ. ανά κάτοικο από πλατείες (1-5 στρ.), 1,5 τ.μ. ανά κάτοικο από πάρκα (5-15 στρ.) και 5,5 τ.μ. ανά κάτοικο από πάρκα πόλης (>15 στρ.).

Λείπουν πάρκα τσέπης
Σε 20 περίπου πάρκα και πλατείες του πολεοδομικού συγκροτήματος Βόλου, το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στο πάρκο του Πεδίου του Άρεως, που αν και είναι ένα από τα μεγαλύτερα της πόλης, βρίσκεται σε πολύ κακή κατάσταση, όσον αφορά στην επάρκεια και την ποιότητα πρασίνου, του φωτισμού, και της καθαριότητας. Αν και συνορεύει µε την περιοχή της Νεάπολης, µε το θαλάσσιο μέτωπο και µε το πανεπιστημιακό συγκρότηµα του Πεδίου του Άρεως, δυστυχώς δεν λειτουργεί ως χώρος αναψυχής για τους κατοίκους των γύρω συνοικιών, ούτε ως χώρος πολιτιστικών εκδηλώσεων. Η πρόσβασή του είναι δύσκολη, καθώς η είσοδος βρίσκεται σε κεντρικό οδικό άξονα (λεωφόρος Αθηνών) με ιδιαίτερα αυξημένο κυκλοφοριακό φόρτο, και χωρίς να υπάρχει κάποιος ασφαλής τρόπος προσέγγισης (π.χ. πεζογέφυρα). Παράλληλα η πόλη παρουσιάζει έλλειψη «πάρκων τσέπης», δηλαδή πάρκα συνοικιών, τα οποία επηρεάζουν τόσο την πυκνότητα του δομημένου ιστού, όσο και την ποιότητα ζωής στις γειτονιές. Με βάση το διάγραμμα της πόλης, υπαίθριοι χώροι υπάρχουν σχεδόν σε όλη την έκταση της περιοχής έρευνας, με μεγαλύτερη συσσώρευση αυτών περιαστικά του κέντρου και κοντά στην περιφερειακή οδό και τον λόφο της Γορίτσας.

Η έρευνα παρατηρεί ανυπαρξία σύνδεσης μεταξύ των πράσινων χώρων της πόλης. Όλοι οι χώροι πρασίνου, ανεξαρτήτως μεγέθους, μορφής ή τοποθεσίας, δεν αλληλεπιδρούν και δεν αλληλοεπηρεάζουν ο ένας τον άλλον. Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ροή μέσα στην πόλη, η οποία να υποδηλώνει κάποια σχέση μεταξύ των πλατειών, των πάρκων ή των υδάτινων στοιχείων αυτής. Στην περίπτωση του Βόλου αυτό που παρατηρείται είναι η μη διαμόρφωση και αξιοποίηση των δυο ρεμάτων, Κραυσίδωνα και Αναύρου, καθώς και των περιοχών που αυτά συνδέονται με τη θάλασσα. Στις παρόχθιες περιοχές έχει αναπτυχθεί άγρια βλάστηση, χωρίς, ωστόσο να υπάρχει καμία αξιοποίησή τους πέρα από τα έργα στήριξης και υποδομής, μικρούς χώρους αστικού πρασίνου και τις γέφυρες που εξυπηρετούν το οδικό δίκτυο. Ακόμη παρατηρείται ότι σε αρκετά σημεία το έδαφος των ρεμάτων έχει καλυφθεί από τσιμέντο. Ο χώρος που αποτελεί βασικό βιότοπο στην ευρύτερη περιοχή είναι ο λόφος της Γορίτσας. Είναι ο πιο κοντινός ορεινός όγκος στο κέντρο της πόλης, ενώ παράλληλα αποτελεί και αρχαιολογικό χώρο. Σε σχέση με τη συνδεσιμότητα των φυσικών χώρων πρασίνου που αναπτύσσονται περιφερειακά της πόλης, δεν υπάρχει σήμερα κάποιος συγκεκριμένος σχεδιασμός δικτύου, ούτε μεταξύ αυτών ούτε σε σχέση με το αστικό κέντρο, εκτός από το οδικό δίκτυο. Η μόνη διαμόρφωση δικτύου πέρα του οδικού, είναι αυτή των μονοπατιών του Πηλίου και της Γορίτσας, και όχι κάποιο δίκτυο πράσινων διαδρομών, που να συνδέει τους περιαστικούς χώρους πρασίνου.

Το πράσινο και το υδάτινο στοιχείο
Οι υποδομές που ερευνήθηκαν, έχουν άμεση σχέση με το πράσινο και το υδάτινο στοιχείο. Το είδος των φυτών και δέντρων, η μορφή που θα έχει το πράσινο, είναι σημαντικοί παράγοντες. Αυτός είναι και ο λόγος που οι «πράσινες υποδομές» μπορούν να αλλάξουν τη μορφή και την ποιότητα ζωής στην πόλη. Η δικτύωση των χώρων πρασίνου και η τοποθέτησή τους σε μεγάλα συμπλέγματα υπαίθριων χώρων, αυξάνει τον αριθμό των χρηστών, των λειτουργιών και των χρήσεων των χώρων αυτών. Τα μικρά διασκορπισμένα και κατακερματισμένα πάρκα και πλατείες δίνουν τη θέση τους σε δίκτυα αναψυχής, ποδηλατοδρόμους μέσα από δεντρόφυτες εκτάσεις και διαδρομές που προσφέρουν ξεκούραση, χαλάρωση και υγεία στους πολίτες. Το πράσινο στοιχείο πλέον έχει σημαντική υπόσταση μέσα στον ιστό της πόλης, όση και οι γκρι χτισμένες υποδομές, με συγκεκριμένο λόγο για τη θέση, τη μορφή και τον τρόπο σχεδιασμού τους. Όσο καλός σχεδιασμός πράσινων χώρων και δικτυώσεων και αν γίνει, ο παράγοντας άνθρωπος είναι αυτός που θα οδηγήσει στην επιτυχία ή μη των προτάσεων. Ο τρόπος χρήσης, η διαχείριση, η διατήρηση, ο σεβασμός και η φροντίδα των χώρων αυτών από τον άνθρωπο, είναι τα στοιχεία εκείνα, που θα συμβάλλουν στη βιωσιμότητα αυτών και εν τέλει της ίδιας της πόλης. Η εύκολη προσβασιμότητα όλων των πολιτών, ανεξαρτήτως κοινωνικής ομάδας, ηλικίας, κινητικής κατάστασης, αποτελεί παράγοντα επιτυχίας του σχεδιασμού. Παράλληλα η διαμόρφωση οικολογικής συνείδησης από την πλευρά πολιτών και αρχών και η προστασία του περιβάλλοντος συμβάλλουν σημαντικά στη διατήρηση και την προστασία των χώρων αυτών.

Οι χώροι που μπορούν να συνδεθούν
Το σχεδιασμένο δίκτυο αειφορικής μετακίνησης θα έχει σαν δομικά χαρακτηριστικά κόμβους και συνδέσμους. Σαν κόμβοι θα δράσουν πλατείες με μεγάλα ποσοστά πρασίνου, προαύλια εκκλησιών, κόμβοι οδών, προαύλια σχολείων και υπαίθριοι χώροι άθλησης, ενώ σαν σύνδεσμοι οι φυτεμένες οδοί ήπιας κυκλοφορίας, πεζόδρομοι και ποδηλατόδρομοι. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δημιουργήθηκαν τρεις κατηγορίες δικτύων αειφορικής μετακίνησης, που στόχο έχουν τη διευκόλυνση της μετακίνησης μέσα στον αστικό χώρο και την αναβάθμιση της ποιότητάς της. Το πρώτο δίκτυο αστικού πράσινου διαπερνά την περιοχή μελέτης από το ένα άκρο στο άλλο, διερχόμενο από μεγάλους πράσινους χώρους της πόλης, ενώνοντας τον προαύλειο χώρο του Πολυτεχνείου και τις εκβολές του ρέματος του Κραυσίδωνα με το πάρκο Αναύρου και τις εκβολές του ρέματος. Διερχόμενοι κόμβοι είναι η πλατεία Ρήγα Φεραίου, η πλατεία Πανεπιστημίου και το πάρκο του Αγ. Κωνσταντίνου. Το δεύτερο δίκτυο συνδέει τους αθλητικούς υπαίθριους χώρους της πόλης, οι οποίοι λειτουργούν και σαν κόμβοι σε αυτό, μέσω δεντρόφυτων δρόμων και ποδηλατόδρομων. Ενώ ένα τρίτο δίκτυο είναι αυτό των σχολείων, το οποίο έχει σαν κόμβους όλα τα προαύλια των σχολείων του κέντρου της πόλης, ενωμένα μέσω ποδηλατόδρομων, οι οποίοι βοηθούν στην εύκολη και γρήγορη μετακίνηση των μαθητών. Η Γορίτσα σαν Ζώνη Προστασίας, συνδεδεμένη με το περιαστικό πράσινο το Βόλου, μπορεί να συνδεθεί με το Πήλιο και να δημιουργηθεί μια πράσινη ζώνη βιότοπων γύρω από το αστικό κέντρο.

Παράλληλα στις παρόχθιες περιοχές των ρεμάτων, όπως και στο παραλιακό μέτωπο, πέρα από τη χλωρίδα, αναπτύσσεται και η αντίστοιχη πανίδα, η οποία χρήζει προστασίας και διατήρησης. Αυτομάτως λοιπόν δημιουργούνται μέσα στην πόλη σημεία βιοτόπων, που μέσω πράσινων λωρίδων γης, συνδέονται και δημιουργούν το δίκτυο. Τα δομικά χαρακτηριστικά των δικτύων αυτών είναι σαν κόμβοι πάρκα, πλατείες, παιδικές χαρές και γενικότερα πράσινοι υπαίθριοι χώροι μικτής χρήσης, και σαν σύνδεσμοι οι φυτεμένες οδικές αρτηρίες, πεζόδρομοι και διαδρομές. Χαρακτηριστικό της αρχικής εικόνας του κέντρου του Βόλου ήταν τα διάσπαρτα πάρκα και πλατείες, τα οποία διασπούσαν τον συμπαγή ιστό της πόλης, χωρίς να έχουν κάποια σύνδεση μεταξύ τους. Αυτοί είναι οι χώροι λοιπόν που θα παίξουν τον ρόλο των στάσεων στο δίκτυο αναψυχής και θα αποτελέσουν πόλους κοινωνικής συνεύρεσης, αναψυχής, στάσης, ξεκούρασης και χαλάρωσης των κατοίκων. Είναι ουσιαστικά οι προορισμοί των διαδρομών των δικτύων και δεν θα έχουν τόσο τον ρόλο μονοπατιού στο εσωτερικό της πόλης. Τέτοιοι χώροι στη συγκεκριμένη περιοχή που εξετάστηκαν, είναι τα μεγάλα πάρκα και πλατείες της πόλης, όπως η πλατεία Ρήγα Φεραίου, Πανεπιστημίου, Αγ. Κωνσταντίνου, το πάρκο Γιάννη Δήμου, στη Χιλιαδού, και άλλα μικρά πάρκα, παιδικές χαρές και διαμορφωμένες πράσινες πλατείες. Στόχος είναι η δημιουργία πράσινων διαδρομών μέσα στον αστικό ιστό, που να προσφέρουν ευχαρίστηση και στιγμές χαλάρωσης και αναψυχής στους διαβάτες. Τα δίκτυα αυτά θα είναι προσπελάσιμα είτε με τα πόδια είτε με ποδήλατα, ενώ παράλληλα, κατάλληλα διαμορφωμένες ράμπες θα επιτρέπουν την πρόσβαση ΑμεΑ και παιδικών καροτσιών.

Τρία δίκτυα αναψυχής
Με τις προδιαγραφές αυτές λοιπόν, δημιουργούνται τρία δίκτυα αναψυχής. Το πρώτο είναι τα «παραλιακό δίκτυο», διαδρομή περιπάτου στο παραλιακό μέτωπο της πόλης που διέρχεται από πάρκα και πλατείες, το δεύτερο είναι το «δίκτυο περιπάτου-ποδηλάτου», δίκτυο αναψυχής που διέρχεται από τον αστικό ιστό μέσω δρόμων ήπιας κυκλοφορίας και ποδηλατοδρόμων και το τρίτο είναι το «εμπορικό δίκτυο» στην καρδιά του εμπορικού κέντρου της πόλης, το οποίο μέσω πεζόδρομου συνδέει κεντρικές πλατείες και πάρκα. Τέλος, το «μπλε δίκτυο» είναι στην ουσία ένας συνδυασμός δικτύων, αφού ναι μεν οι παρόχθιες και παραθαλάσσιες περιοχές αποτελούν περιοχές βιότοπων, αλλά παράλληλα είναι και χώροι αναψυχής, περίπατου και στάσης. Για τον λόγο αυτό ορίζεται σαν μπλε δίκτυο όλη η νοητή γραμμή χρήσεων, που γειτονεύει με το υγρό στοιχείο και προσφέρει στις όχθες της χρήσεις σχετικές με αυτό. Στους πράσινους αυτούς χώρους μπορούν να διαμορφωθούν στάσεις για τους πεζούς, στάσεις ποδηλάτων, ράμπες που θα διευκολύνουν τη χρήση από όλους τους πολίτες και ίσως τη διαμόρφωση χώρων παιχνιδιού για τα παιδιά, κοντά στο νερό.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το