Οικονομία

Νέο μοντέλο τυποποίησης θα φέρει 250 εκ. € ετησίως

elaiolado

Αύξηση της αξίας των εξαγωγών ελαιολάδου κατά 250 εκατομμύρια ευρώ ετησίως μπορεί να επιφέρει η εισαγωγή ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης που θα βασίζεται στην τυποποίηση του προϊόντος και τη δημιουργία ελληνικού brand name στην παγκόσμια αγορά.

Μια ενδιαφέρουσα μελέτη για τον ελαιοκομικό τομέα, που συνέταξε η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, εκτιμά πως η είσοδος νέων ανταγωνιστών και η αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής καθιστούν μονόδρομο μια εκ βάθρων αλλαγή του τρόπου που λειτουργεί ο κλάδος στην Ελλάδα με έμφαση πλέον στην τυποποίηση, την καθετοποίηση της εγχώριας παραγωγής και στις οικονομίες κλίμακας.

Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, η βέβαιη μείωση των κονδυλίων της νέας ΚΑΠ στο τομέα του ελαιολάδου μπορεί να οδηγήσει την επόμενη πενταετία σε μείωση της ελληνικής παραγωγής κατά 10% (σε 280.000 από 310.000 τόνους).

Ωστόσο η υιοθέτηση ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης, που θα δίνει έμφαση στην τυποποίηση και την καθετοποίηση, θα μπορούσε να αυξήσει τα έσοδα από εξαγωγές ελληνικού ελαιολάδου.

Ελληνικό brand
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, η τυποποίηση και η δημιουργία του ελληνικού brand θα μπορούσαν να αυξήσουν τα έσοδα από εξαγωγές ελληνικού ελαιολάδου κατά 250 εκατομμύρια ευρώ ετησίως (προσεγγίζοντας τα 560 εκατ. ευρώ ετησίως από περίπου 310 εκατομμύρια ευρώ που είναι κατά μέσο όρο την τελευταία πενταετία).

Το ελαιόλαδο αποτελεί σημαντικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας καθώς καλύπτει το 9% της αξίας της αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα (έναντι 1% στην Ευρώπη) και είναι η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός ελαιολάδου παγκοσμίως (μετά την Ισπανία και την Ιταλία).

Η διεθνής ελαιοπαραγωγή έχει διπλασιαστεί την τελευταία 25ετία, προσεγγίζοντας τα 3 εκατ. τόνους την τελευταία πενταετία από 1,5 εκατ. τόνους στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Βασικές κινητήριες δυνάμεις της αλματώδους ανάπτυξης ήταν: i) η Ισπανία, η οποία διπλασιάζοντας την παραγωγή της καλύπτει πλέον άνω του 40% της παγκόσμιας παραγωγής και ii) νέες χώρες-παραγωγοί (κυρίως Τουρκία, Τυνησία, Μαρόκο και Συρία), οι οποίες αύξησαν το μερίδιό τους στην παγκόσμια παραγωγή στο 35% το 2014 από 25% το 1990.

Αναλυτικά στο www.ethnos.gr

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το