Άρθρα

Ναυτικό Μουσείο Βόλου: μύθος ή πραγματικότητα;

Του Αριστείδη Τ. Διαμαντή *

Στη μνήμη του Ιωάννη Γ. Αντωνόπουλου, πρώην βουλευτή Μαγνησίας

Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (International Council of Museums, ICOM), τα μουσεία αποτελούν ανοιχτούς οργανισμούς στην υπηρεσία της κοινωνίας, που μας παρέχουν τη δυνατότητα να ανακαλύψουμε τεκμήρια του πολιτισμού και να αντλήσουμε γνώσεις, εμπειρίες, έμπνευση και ευχαρίστηση. Ποιος μπορεί να είναι επομένως ο ρόλος ενός μουσείου μέσα στο σημερινό διαρκώς μεταβαλλόμενο και ρευστό τοπίο της κοινωνίας μας, όπου οι γρήγοροι ρυθμοί της καθημερινότητας επηρεάζουν αναπόφευκτα τη ζωή μας; Μπορεί άραγε η δημιουργία ενός μουσείου να επηρεάσει θετικά την ποιότητα της ζωής μας και να συμβάλει στην κοινωνική ανάπτυξη με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες γενιές;

Τα γεωγραφικά δεδομένα του ελλαδικού χώρου και η ανάγκη διατροφής και επιβίωσης των κατοίκων του στάθηκαν οι αποφασιστικοί παράγοντες, που οδήγησαν τους Έλληνες στην «παραβίαση των φυσικών τους ορίων και δυνατοτήτων», όπως χαρακτηριστικά επισήμανε ο Ηρόδοτος, ο σπουδαίος αυτός Έλληνας ιστορικός, περιηγητής και γεωγράφος του 5ου αιώνα π.Χ., προκειμένου να τονίσει την ανάγκη τους για τα θαλασσινά ταξίδια. Είναι επόμενο, λοιπόν, η γεωγραφική θέση της Ελλάδος να δικαιολογεί απόλυτα το χάρισμα των κατοίκων της στις θαλάσσιες δραστηριότητες. Τα παράλια της χώρας μας και τα χιλιάδες νησιά και οι βραχονησίδες έχουν συνετέλεσαν στη διαμόρφωση θαλασσινού χαρακτήρα στους κατοίκους της. Επομένως, η ανεύρεση και διάσωση των αντικειμένων και των διαφόρων πρακτικών, που σχετίζονται με τη ναυτιλία και την αλιεία των Ελλήνων, αποτελεί τον κύριο σκοπό δημιουργίας ναυτικού μουσείου, που θα προβάλλει τη ναυτική ιστορία του τόπου μας με την ταυτόχρονη παρουσίαση της λαϊκής παράδοσης και της ναυτικής πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

Υπάρχει λοιπόν σήμερα σκοπιμότητα δημιουργίας Ναυτικού Μουσείου στον Βόλο και εάν ναι, πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό εφικτό;
Ο Βόλος, το στολίδι του Παγασητικού κόλπου, μια από τις μεγαλύτερες και ομορφότερες πόλεις της χώρας μας, αποτελεί σπουδαίο οικονομικό κέντρο και εμπορικό λιμάνι με στρατηγική θέση, που αναδείχθηκε κατά τη μακραίωνη ιστορία του, από τα προϊστορικά χρόνια και την αρχαιότητα, τους Ελληνιστικούς Χρόνους, τη Ρωμαϊκή, Βυζαντινή και Οθωμανική Αυτοκρατορία, την Επανάσταση του 1821, τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 και τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913 μέχρι και τη Γερμανοϊταλική Κατοχή κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η πόλη – κτισμένη κοντά στη θέση της αρχαίας Ιωλκού και στους πρόποδες του Πηλίου, όπου ήταν η θερινή κατοικία των αρχαίων θεών και η πατρίδα των Κενταύρων – είναι η πόλη των Αργοναυτών. Ο Βόλος από μια άποψη είναι προνομιούχος, γιατί εκτός από δημοφιλή τουριστικό προορισμό που προσφέρεται ακόμη και για ολιγοήμερες αποδράσεις όλες τις εποχές του χρόνου, έχει την εξαιρετική τύχη να αποτελεί κληρονόμο της Αργοναυτικής Εκστρατείας∙ της ναυτικής εκστρατείας, που από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα συμβολίζει αυτό, που ορθά συνόψισε ο Ηρόδοτος, στην παραβίαση δηλαδή των ορίων και στην ικανοποίηση της επιθυμίας του «ειδέναι», δηλαδή της γνώσης. Αυτή όμως η πόλη, η πέρα για πέρα θαλασσινή πολιτεία με τη μακραίωνη ναυτική παράδοση και ιστορία, στερείται Ναυτικού Μουσείου, όταν άλλες μικρότερες και με μικρότερη ναυτική ιστορία και κληρονομιά διαθέτουν!

Αν σήμερα προχωρήσει κανείς σε πρόχειρο γκάλοπ, είναι σίγουρο, ότι η πλειοψηφία των πολιτών, που θα ερωτηθεί, θα βρει την ιδέα θαυμάσια και θα συμφωνήσει στο γεγονός, γιατί δεν έχει ακόμη καθιερωθεί ναυτικό μουσείο στον Βόλο. Πριν, όμως, ξεκινήσουν οι σχετικές διαδικασίες, πρέπει πρώτα να πραγματοποιηθεί σχετική έρευνα. Θα πρέπει να προηγηθούν συζητήσεις με ομάδες τοπικών φορέων, αλλά και μεμονωμένους πολίτες και ύστερα προσεκτικός σχεδιασμός, ούτως ώστε το υπό ίδρυση μουσείο αφενός μεν να ταυτίζεται με την ιστορία της πόλης του Βόλου, αφετέρου δε με τη ναυτική ιστορία της χώρας μας.

Πρέπει να τονιστεί, ότι η δημιουργία ναυτικού μουσείου δεν αποτελεί απλώς μια γέφυρα, που θα συνδέει το παρόν με το παρελθόν, αλλά και ένα χώρο εκπαίδευσης και έρευνας, όχι μόνο για τους επισκέπτες, αλλά και για τους ερευνητές, αφού – εκτός από τις συλλογές του – θα διαθέτει και αξιόλογη βιβλιοθήκη, η οποία οφείλει συνεχώς να εμπλουτίζεται με αγορές και δωρεές βιβλίων και περιοδικών ναυτικού, επιστημονικού και λοιπού λογοτεχνικού και/η εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος.

Η δημιουργία επομένως ενός ναυτικού μουσείου προϋποθέτει προοπτική μελέτη, που να τεκμηριώνει τη ναυτική ιστορία της πόλης του Βόλου σε βάθος χρόνου, έρευνα αρχείων και πληροφορίες διαθέσιμες από ερευνητές ή άλλους φορείς, διασωθέν οπτικοακουστικό υλικό και συνεργασία με άλλα παρόμοια ιδρύματα (ναυτικά μουσεία) της ημεδαπής (π.χ. Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος, ΝΜΕ) και της αλλοδαπής, κυρίως της περιοχής της Μεσογείου (όπου οι πολιτισμοί συναντώνται), η εμπειρία από τη λειτουργία των οποίων θα συμβάλει καθοριστικά στην ίδρυση και λειτουργία Ναυτικού Μουσείου στον Βόλο (ΝΜΒ). Η όλη πρωτοβουλία θα πρέπει να υποστηριχθεί στα αρχικά, τουλάχιστον, βήματα από το Πολεμικό Ναυτικό της χώρας μας, ενώ γενναία – κυρίως οικονομική υποστήριξη – θα πρέπει να καταβληθεί από εφοπλιστικές οικογένειες βολιώτικης, κυρίως, καταγωγής ή άλλους οικονομικούς παράγοντες του τόπου. Επιπλέον, για τον σκοπό αυτό η δημιουργία ενός πιλοτικού Ναυτικού Εκπαιδευτικού Κέντρου, το οποίο αργότερα θα ενσωματωθεί στο ΝΜΒ, θεωρώ, ότι θα προσέφερε σημαντική βοήθεια με την εφαρμογή προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης των νέων, ενώ ταυτόχρονα θα αποτελούσε ένα ιδανικό περιβάλλον, που θα ευνοεί την ανάπτυξη κοινής ναυτικής κουλτούρας και μόρφωσης και προοπτική επαγγελματικής αποκατάστασης. Εδώ, πρέπει να επισημανθεί η αξιέπαινη πρωτοβουλία της λειτουργίας Ναυτιλιακού Τομέα στο 2ο Επαγγελματικό Λύκειο (ΕΠΑΛ) της Νέας Ιωνίας Βόλου, ενός πράγματι δυναμικά αναπτυσσόμενου τομέα ναυτικής εκπαίδευσης, στον οποίο λειτουργούν δύο ειδικότητες, πλοιάρχων και μηχανικών, που στελεχώνουν τα πλοία της Εμπορικής μας Ναυτιλίας.
Στόχος του ΝΜΒ πρέπει να είναι η διάσωση, συλλογή, ταξινόμηση, συντήρηση και προβολή πάσης φύσεως κειμηλίων και λοιπών αντικειμένων, που σχετίζονται με τη ναυτική παράδοση των Ελλήνων καθώς και η μελέτη και έκδοση αρχειακού και έντυπου υλικού με κύριο θέμα την ιστορική πορεία της Ελληνικής Ναυτιλίας και των συντελεστών της διά μέσου του χρόνου.

Η επιλογή του χώρου, στον οποίο θα στεγαστεί το ΝΜΒ, πρέπει να γίνει με γνώμονα αφενός μεν την εύκολη πρόσβαση, αφετέρου δε την ιστορικότητα του κτιρίου, καθώς η υποβλητική ατμόσφαιρα του οποίου θα δημιουργεί στους επισκέπτες την αίσθηση ενός ταξιδιού μέσα στον χρόνο και θα συμβάλει στην καλύτερη αφομοίωση των εκθεμάτων και της ιστορίας τους. Εκτός από τα εκθέματα και τη Βιβλιοθήκη πρέπει να προβλεφθεί χώρος, που θα στεγάσει μόνιμη Πινακοθήκη ναυτικού περιεχομένου με θαλασσογραφίες και άλλες καλλιτεχνικές δημιουργίες με επίκεντρο τον Βόλο και την ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας, του Πηλίου και των Σποράδων. Εκτός από τη μόνιμη έκθεση του μουσείου, θα λειτουργεί και αίθουσα όπου θα φιλοξενούνται περιοδικές εκθέσεις ζωγραφικής, φωτογραφίας ή άλλης καλλιτεχνικής έκφρασης ξένων και ντόπιων καλλιτεχνών με αντικείμενο τη ναυτοσύνη και γενικά τον κόσμο της θάλασσας και τους ανθρώπους της. Ξεχωριστή θέση θα πρέπει να προβλεφθεί για μόνιμη έκθεση χειροποίητων μοντέλων ιστιοφόρων και σύγχρονων εμπορικών και πολεμικών πλοίων, ενώ η λειτουργία εργαστηρίου κατασκευής τέτοιων μοντέλων θα βοηθήσει σημαντικά στην αξιοποίηση των ελαχίστων εναπομεινάντων παλαιών καραβομαραγκών, οι οποίοι θα συνεχίσουν να διδάσκουν την τέχνη τους στις νεότερες γενιές ακόμη και…υπό κλίμακα.

Η δημιουργία ενός τέτοιου καινοτόμου πολιτιστικού οργανισμού, για να διατηρηθεί «ζωντανός» από οικονομικής πλευράς, θα πρέπει να συνδεθεί με την κατασκευή και ενσωμάτωση συνεδριακού κέντρου με κεντρικό αμφιθέατρο και επιμέρους δύο ή τρεις μικρότερες αίθουσες για τη διεξαγωγή συνεδρίων, ημερίδων ή άλλων επιστημονικών, επιχειρηματικών, πολιτιστικών, αθλητικών και/ή κοινωνικών εκδηλώσεων, παρουσιάσεων βιβλίων και συνεντεύξεων, που να μπορούν να συνδυαστούν με την ταυτόχρονη επίσκεψη των εκθεσιακών χώρων. Είναι εύκολα κατανοητό, το γιατί η παρουσία ελαχίστων αναλόγων αιθουσών στην ευρύτερη βολιώτικη περιφέρεια, ευνοεί την εκπόνηση σχετικής αρχιτεκτονικής μελέτης και σαφώς την επιλογή προϋπάρχοντος κτιρίου, που να είναι σε θέση να συμπεριλάβει τον εν λόγω συνεδριακό χώρο, στον οποίο να υφίσταται και η δυνατότητα παράθεσης επαγγελματικών γευμάτων, κοκτέιλ και δεξιώσεων. Η λειτουργία επιπλέον καφέ και πωλητηρίου ειδών δώρου, αντιγράφων, αφισών, φωτογραφικών εκτυπώσεων, μεταξοτυπιών, ευχετηρίων καρτών, κοσμημάτων, ειδικών εκδόσεων και/ή εκδόσεων του μουσείου κ.ά. θα συμβάλλουν στη συνεχή οικονομική στήριξη της λειτουργίας του ΝΜΒ. Είναι ευνόητο, ότι η κατασκευή ΝΜΒ, ως δημιούργημα έργου πολιτιστικής υποδομής, θα συντελέσει στην περαιτέρω αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος και θα αναδείξει νέες παραμέτρους αξιοποίησης του πολιτιστικού τουρισμού, όπως είναι ο θαλάσσιος πλούτος της περιοχής, η θαλάσσια αρχαιολογία, οι καταδύσεις, οι φάροι, τα ναυάγια, η αλιεία, η ανάπτυξη της ιστιοπλοΐας, τα θαλάσσια οικοσυστήματα κ.λπ. Είναι βεβαίως ευνόητο, ότι το ΝΜΒ, εκτός από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, θα συνεισφέρει καθοριστικά και στην περαιτέρω τουριστική ανάπτυξη και οικονομία της περιοχής με την προσέλκυση επισκεπτών, συνέδρων και ερευνητών.

Μέχρι σήμερα πολλοί επώνυμοι πολίτες του Βόλου, εκπρόσωποι τοπικών φορέων και πολιτικών παρατάξεων έχουν εκφράσει την αναγκαιότητα κατασκευής ΝΜΒ. Τον Αύγουστο του περασμένου έτους, σε μια συζήτηση στο γραφείο του μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιου, όπου είχα την τιμή να με δεχθεί, του εξέθεσα την άποψη μου σχετικά με την αναγκαιότητα δημιουργίας ναυτικού μουσείου στον Βόλο. Ο σεβασμιότατος μου γνωστοποίησε, ότι η ίδρυση ΝΜΒ αποτελεί μια από τις προτεραιότητες του φορέα Πολιτισμού της Ιεράς Μητροπόλεως «Μαγνήτων Κιβωτός» (για τη διάσωση του πολιτιστικού αποθέματος), που ο ίδιος έχει ιδρύσει τα τελευταία χρόνια και είναι πρόεδρος και με παρέπεμψε στον αείμνηστο πρώην βουλευτή Μαγνησίας Ιωάννη Αντωνόπουλο, ο οποίος υπήρξε από τους πρώτους ένθερμους και βασικός υποστηριχτής της ιδέας αυτής.

Για τον δημοκράτη και έντιμο βουλευτή και άδολο πατριώτη, που εκτιμήθηκε ακόμη και από τους πολιτικούς του αντιπάλους, Γιάννη Αντωνόπουλο, του οποίου η πορεία και οι αγώνες του σημάδεψαν την πολιτική και κοινωνική ζωή του Βόλου, είχα ακούσει πολλά από το συγγενικό και φιλικό μου περιβάλλον, μια και ο ίδιος δεν τον γνώριζα προσωπικά, λόγω της συνεχούς απουσίας μου από τα δρώμενα της πόλης σαράντα χρόνια μέχρι σήμερα. Είχα όμως τη χαρά και την τιμή να τον συναντήσω από κοντά πριν δύο χρόνια με αφορμή ένα ασήμαντο γεγονός, από αυτά που σχεδόν τυχαία έρχονται στην πορεία της ζωής μας και σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή. Η γνωριμία μου μαζί του υπήρξε από εκείνες τις ενδιαφέρουσες και αναπάντεχες εκπλήξεις, που ακόμη και μέχρι σήμερα – μετά την πρόσφατη απώλειά του – μου φέρνει στο νου τις λίγες ευχάριστες, αλλά ουσιαστικές και εποικοδομητικές συζητήσεις που κάναμε στον Βόλο και στην Αθήνα, όταν βρισκόμασταν από κοντά. Ένα, λοιπόν, από τα πολλά θέματα των συζητήσεών μας ήταν και η κοινή μας επιθυμία και ο καημός του να αποκτήσει επιτέλους κάποτε ναυτικό μουσείο ο Βόλος. Ο Γιάννης Αντωνόπουλος στάθηκε για μένα ένας πραγματικά αληθινός φίλος και ας ήταν τόσο σύντομη η συντροφιά μαζί του. Από την πρώτη στιγμή, που το έφερε η τύχη να συναντηθώ μαζί του, διέκρινα στο πρόσωπό του τον ευγενή, τον εστέτ, τον σεμνό, τον ανεπιτήδευτο άντρα, τον άντρα της παλιάς κοπής, έναν πραγματικό ευπατρίδη από τους τελευταίους εναπομείναντες, τον άνθρωπο που τον διέκρινε ένα ασίγαστο πάθος και ένας πρωτόγνωρος νεανικός ενθουσιασμός για δημιουργία, παρά την προχωρημένη του ηλικία και τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε.

Υπήρξε αθεράπευτα ρομαντικός, αλλά ταυτόχρονα πρακτικός και ανοικτός στις προκλήσεις των καιρών. Άνθρωπος με έντονη κοινωνική συνείδηση, που έβαζε στόχους και δεν ησύχαζε, αν δεν τους πραγματοποιούσε. Ο Γιάννης Αντωνόπουλος υπήρξε αναμφίβολα χαρισματική προσωπικότητα και ανεπιτήδευτα «θαλασσινός» χαρακτήρας. Η σχέση του με το υγρό στοιχείο χρονολογείται από τα νεαρά του χρόνια. Εκτός από πρωταθλητής στην κολύμβηση και την υδατοσφαίριση, υπηρέτησε ως κυβερνήτης με τον βαθμό του εφέδρου ανθυποπλοιάρχου στο παράκτιο περιπολικό «Λεβέντης», συμμετέχοντας στα δραματικά γεγονότα της Κύπρου το καλοκαίρι του 1964. Τα βιώματά του στη Μεγαλόνησο από το καλοκαίρι του 1964 έως τον Οκτώβριο του 1965 κατέγραψε στο βιβλίο του «Η Δράσις του Π/Π ΛΕΒΕΝΤΗΣ στην Κύπρο», το οποίο εξεδόθη πενήντα χρόνια μετά τα γεγονότα, το φθινόπωρο του 2015, χρονική απόσταση επιβεβλημένη για μια ιστορική καταγραφή και αποτίμηση.

Πρόσφατα και πριν φύγει από τη ζωή, ο παρασημοφορημένος για τη δράση του αυτή Γιάννης Αντωνόπουλος, διατύπωσε μια ρηξικέλευθη πρόταση, τεκμηριώνοντας με λόγο μεστό την αναγκαιότητα δημιουργίας Ναυτικού Μουσείου στον Βόλο, αποσπάσματα της οποίας παραθέτω εδώ: «Η Ιωλκός, οι Παγασές και η Δημητριάδα οφείλουν κατά μέγα μέρος την οικονομική και πολιτιστική τους ανάπτυξη στις εμπορικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες των κατοίκων τους. Ο νεότερος Βόλος υπήρξε το λιμάνι της Θεσσαλίας και προσέλκυσε το ενδιαφέρον όλων των μεγάλων ναυτιλιακών εταιρειών της δυτικής Ευρώπης στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Παράλληλα, η πλούσια παραγωγή γεωργικών, δασικών και βιοτεχνικών προϊόντων και η έλλειψη χερσαίων δρόμων οδήγησε στην αποκλειστική σχεδόν χρήση της θαλάσσιας οδού για τη μεταφορά τους στις αγορές του εσωτερικού και του εξωτερικού. Σημαντικό αρχειακό υλικό τεκμηριώνει τη συμβολή των Ζαγοριανών καραβιών και εκείνων της παλαιάς Μιτζέλας και των Βορείων Σποράδων στην τοπική οικονομική και κοινωνική ζωή. Η λειτουργία επίσης νεωλκείων (ταρσανάδων) σε πολλά παράλια της Μαγνησίας συνέβαλε στην ανάπτυξη της ναυπηγικής, αλλά και των εικαστικών τεχνών, κυρίως της λαϊκής ζωγραφικής και της ξυλογλυπτικής…Η πρωτοβουλία για την υλοποίηση του σχεδίου αυτού είναι υπόθεση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και άλλων φορέων του Νομού, καθώς και των πολιτών που ενδιαφέρονται, εάν ενδιαφέρονται, για το μέλλον του τόπου τους…» (η υπογράμμιση είναι του γράφοντος).

Ο θάνατος μπορεί να ανέκοψε τα σχέδια του Γιάννη Αντωνόπουλου για την υλοποίηση ναυτικού μουσείου στην πόλη που αγάπησε και υπηρέτησε με συνέπεια σχεδόν μισό αιώνα, το όνειρό του όμως παραμένει ζωντανό και συνεχίζεται από την Έλενα, την αγαπημένη και άξια θυγατέρα του και τη δραστήρια συνεργάτιδά του Μαρία-Ειρήνη Οικονομοπούλου. Η διεθνολόγος κυρία Έλενα Αντωνοπούλου έχει στα χέρια της κατάλογο με τους εθελοντές για την ανέγερση ΝΜΒ, που κατάρτισε ο αείμνηστος, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται ο επίτιμος αρχηγός Στόλου του Πολεμικού Ναυτικού ναύαρχος ε.α. κ. Γρηγόρης Δεμέστιχας και ο γράφων. RIP κύριε Κυβερνήτα∙ το καράβι είναι σε καλά χέρια!

Μήπως τώρα λοιπόν, έχει φτάσει το πλήρωμα του χρόνου, για να γίνει πράξη το όραμα του εκλιπόντος; Όλοι όσοι είστε άνθρωποι της θάλασσας, νησιώτες, λάτρεις της ναυτικής ιστορίας και της παράδοσης του τόπου ενωθείτε με τους υπόλοιπους εθελοντές, προκειμένου με τη δυναμική σας παρουσία να επιταχύνουμε τις διαδικασίες για την ίδρυση και κατασκευή Ναυτικού Μουσείου στον Βόλο. Η στιγμή είναι κατάλληλη… Οι καιροί ου μενετοί!

________________________________________________________________

*Ο Αριστείδης Γ. Διαμαντής είναι Πλοίαρχος-Ιατρός του Πολεμικού Ναυτικού, Κυτταρολόγος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής του Εργαστηριακού Τομέα και της Εκπαίδευσης & Έρευνας του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών, συγγραφέας-ιστορικός της Ιατρικής.

• Ο Αριστείδης Γ. Διαμαντής είναι Βολιώτης γιατρός

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το